Προφήτες και βασιλείς
ΚΕΦΆΛΑΙΟ 2—Ο ΝΑΟΣ ΚΑΙ Η ΑΦΙΕΡΩΣΗ ΤΟΥ
Το μακροχρόνιο προσφιλές σχέδιο του Δαβίδ να οικοδομήσει ναό στον Κύριο, ο Σολομών το εκτέλεσε με σοφία. Επτά χρόνια η Ιερουσαλήμ ήταν γεμάτη από δραστήριους εργάτες που ασχολούντο με την ισοπέδωση του εδάφους, με την ανέγερση πελώριων αντερεισμάτων, με την τοποθέτηση στερεών θεμελίων από “λίθους μεγάλους, λίθους εκλεκτούς, λίθους πελεκητούς”, με τη διαμόρφωση της βαριάς ξυλείας από τα δάση του Λιβάνου και με την οικοδομή του μεγαλόπρεπου αγιαστηρίου. (Α ', Βασ. 5:17). PG 17.1
Παράλληλα με την προετοιμασία της ξυλείας και της πέτρας, στην οποία χιλιάδες συγκέντρωναν την ενεργητικότητά τους, η κατασκευή της επίπλωσης του ναού προχωρούσε σταθερά με την οδηγία που ανατέθηκε στον Χουράμ τον Τύριο, “άνθρωπον σοφόν, έχοντα σύνεσιν, . . επιστήμονα εις το να εργάζηται εις χρυσόν, και εις άργυρον, εις χαλκόν, εις σίδηρον, εις λίθους και εις ξύλα, εις πορφύραν, εις κυανούν, και εις βύσσον, και εις κόκκινον.” (Β ', Χρον. 2:13,14). PG 17.2
Έτσι, καθώς το οικοδόμημα επάνω στο Μόριά ανεγειρόταν αθόρυβα “με λίθους προητοιμασμένους πριν μετακομισθώσιν εκεί, ώστε ούτε σφύρα, ούτε πέλεκυς, ουδέν σιδηρούν εργαλείον δεν ηκούσθη εν τω οίκω ενώ ωκοδομείτο ”, η όμορφη συναρμολόγηση τελειοποιείτο σύμφωνα με τα σχέδια που ο Δαβίδ είχε παραδώσει στο γιο του, “πάντα τα σκεύη τα του οίκου του Θεού.” Σε αυτά συγκαταλέγονταν το θυσιαστήριο του θυμιάματος, “η τράπεζα των άρτων της προθέσεως”, “η επτάφωτος λυχνία” μαζί με τα σκεύη και τα εργαλεία τα προοριζόμενα για την υπηρεσία των ιερέων στα διαμερίσματα των αγίων, τα πάντα “εκ χρυσίου, και τούτο χρυσίον καθαρόν.” Τα χάλκινα είδη της επίπλωσης - το θυσιαστήριο του ο-λοκαυτώματος, η μεγάλη λεκάνη στηριγμένη πάνω σε δώδεκα βόδια, οι μικρότερες λεκάνες και πολλά άλλα σκεύη, “εν τη πεδιάδι του Ιορδάνου έχυσεν αυτά ο βασιλεύς, εν τη αργιλώδει μεταξύ Σοκχώθ και Σαρηδαθά.” (Α ', Βασ. 6:7, Β ', Χρον. 4:19, Β ', Χρον. 4:21, Β ', Χρον. 4:17). Όλα αυτά τα αντικείμενα ετοιμάζονταν σε αφθονία για να μη παρατηρηθεί καμιά έλλειψη. PG 17.3
Ανυπέρβλητη ομορφιά και ασυναγώνιστη λαμπρότητα παρουσίαζε το ανακτορικό οικοδόμημα που ο Σολομών και οι σύντροφοί του έκτισαν για το Θεό και για τη λατρεία Του. Κοσμημένο με πολύτιμες πέτρες, περιτριγυρισμένο με ευρύχωρες αυλές και μεγαλόπρεπες εισόδους, επενδυμένο με σκαλιστό κέδρινο ξύλο και στιλβωμένο χρυσάφι, το ιερό οικοδόμημα με τα κεντητά παραπετάσματα και την πλούσια επίπλωση ήταν ένα ταιριαστό σύμβολο της ζωντανής εκκλησίας του Θεού επί της γης, η οποία διαμέσου των αιώνων οικοδομείται σύμφωνα με το θεϊκό σχέδιο, με υλικά που παρομοιάζονται με “χρυσόν, άργυρον, λίθους τιμίους ”, “λίθοι τετορνευμένοι προς στολισμόν παλατιού.” Στον πνευματικόν αυτόν ναό, για το Χριστό αναφέρεται “όντος ακρογωνιαίου λίθου αυτού του Ιησού Χριστού, εν τω οποίω πάσα η οικοδομή συναρμολογουμένη αυξάνεται εις ναόν άγιον εν Κυρίω.” (Α ', Κορ. 3:12, Ψαλμ. 144:12, Εφεσ. 2:20,21). PG 18.1
Τέλος, ο σχεδιασμένος ναός από το βασιλιά Δαβίδ και οικοδομημένος από το γιο του, Σολομώντα ολοκληρώθηκε. “Παν ό,τι ήλθεν εις την καρδίαν του Σολομώντος να κάμη εν τω ναώ του Κυρίου . . . ευωδώθη.” Και τότε, στο παλάτι που στεφάνωνε τα υψώματα του όρους Μόριά υπολειπόταν η επιβλητική τελετή της επίσημης αφιέρωσής του στο Θεό και στη λατρεία του, προκειμένου να καταστεί πραγματικά αυτό που ο Δαβίδ είχε τόσο σφοδρά επιθυμήσει να είναι όχι “διά άνθρωπον η οικοδομή, αλλά διά Κύριον τον Θεόν” (Β ', Χρον. 7:11, Α ', Χρον. 29:1). PG 18.2
Το σημείο επάνω στο οποίο είχε ανεγερθεί ο ναός, θεωρείτο τόπος ιερός. Στο σημείο αυτό ο Αβραάμ, ο πατέρας των πιστών, είχε φανερώσει την προθυμία του να θυσιάσει το μοναχογιό του υπακούοντας στην εντολή του Κυρίου. Εκεί ο Θεός ανανέωσε τη διαθήκη της ευλογίας Του με τον Αβραάμ, η οποία περιλάμβανε την ένδοξη μεσσιανική υπόσχεση προς την ανθρώπινη φυλή, την υπόσχεση της απολύτρωσης μέσα από τη θυσία του Υιού του Υψίστου. (Βλέπε Γέν. 22:9,16-18). PG 18.3
Εκεί επίσης ήταν που ο Δαβίδ πρόσφερε ολοκαυτώματα και ειρηνικές προσφορές για να σταματήσει το εκδικητικό σπαθί του εξολοθρευτή αγγέλου, και ο Θεός τού απάντησε στέλνοντας φωτιά από τον ουρανό. (Βλέπε Α ', Χρον. κεφ. 21). Και τώρα, για άλλη μια φορά οι λατρευτές του Κυρίου συγκεντρώθηκαν στο ίδιο σημείο για να συναντήσουν το Θεό τους και να ανανεώσουν την υπόσχεση της αφοσίωσής τους σε Αυτόν. PG 18.4
Η εποχή που διαλέχθηκε για τα εγκαίνια ήταν η πλέον κατάλληλη - ο έβδομος μήνας, όταν ο λαός προερχόμενος από όλα τα μέρη του βασιλείου συγκεντρώνονταν στα Ιεροσόλυμα για να γιορτάσουν την Εορτή της Σκηνοπηγίας. Με τις εργασίες του θερισμού ήδη τελειωμένες και τον κάματο της καινούριας χρονιάς να μην έχειαρχίσειακόμα, ο λαός ήταν απαλλαγμένος από ευθύνες και μπορούσε να αναλωθεί στην ιερή, χαρμόσυνη στιγμή. PG 19.1
Στον καθορισμένο χρόνο τα πλήθη του Ισραήλ μαζί με τους φαντασμαγορικά ντυμένους αντιπροσώπους πολλών ξένων εθνών, συγκεντρώθηκαν στις αυλές του ναού. Η σκηνή παρουσίαζε ασυνήθιστη λαμπρότητα. Ο Σολομών, μαζί με τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ και τους επισημότερους άνδρες του λαού, είχε επιστρέφει από ένα άλλο σημείο της πόλης, από όπου είχαν φέρει την κιβωτό της διαθήκης. Από το αγιαστήριο των υψωμάτων της Γαβαών είχαν μεταφέρει την παλαιά “σκηνή του μαρτυρίου και πάντα τα σκεύη τα άγια τα εν τη σκηνή.” (Β ', Χρον. 5:5). Τα προσφιλή αυτά αναμνηστικά από τις προηγούμενες εμπειρίες του λαού Ισραήλ κατά τις περιπλανήσεις τους στην έρημο και την κατάκτηση της γης Χαναάν, βρήκαν τότε μόνιμη κατοικία στο λαμπρό οικοδόμημα που είχε εγερθεί σε αντικατάσταση της φορητής εκείνης κατασκευής. PG 19.2
Μεταφέροντας στο ναό την ιερή κιβωτό που περιείχε τις δύο λίθινες πλάκες επάνω στις οποίες ήταν γραμμένες με το δάκτυλο του Θεού οι εντολές του Δεκαλόγου, ο Σολομών ακολούθησε το παράδειγμα του πατέρα του Δαβίδ. Κάθε έξι βήματα πρόσφερε θυσία. Με ψαλμούς, με μουσική και με μεγάλη επισημότητα “εισήγαγον οι ιερείς την κιβωτόν της διαθήκης του Κυρίου εις τον τόπον αυτής, εις το χρηματιστήριον του οίκου, εις τα άγια των αγίων” (Β ', Χρον. 5:7). Κατά την έξοδό τους από το ενδότερο μέρος του αγιαστηρίου, πήραν τις προκαθορισμένες για αυτούς θέσεις. Οι ψαλμωδοί - οι Λευίτες λευκοντυμένοι στα λινά, με κύμβαλα, με ψαλτήρια και με άρπες - έστεκαν στο αριστερό μέρος του θυσιαστηρίου και μαζί με αυτούς εκατόν είκοσι ιερείς ηχούσαν τις σάλπιγγες. (Βλέπε Β’ Χρον. 5:12). PG 19.3
“Τότε ως ήχησαν οι σαλπιγκταί και οι ψαλτωδοί ομού μια φωνή, υμνούντες και δοξολογούντες τον Κύριον, και καθώς ύψωσαν την φωνήν διά σαλπίγγων και κυμβάλων και οργάνων μουσικών, και ύμνουν τον Κύριον λέγοντες, Ότι είναι αγαθός, ότι εις τον αιώνα το έλεος Αυτού, τότε ο οίκος ενεπλήσθη νεφέλης, ο οίκος του Κυρίου, και δεν ηδύναντο οι ιερείς να σταθώσι διά να λειτουργήσωσιν εξ αιτίας της νεφέλης, διότι η δόξα του Κυρίου ενέπλησε τον οίκον του Θεού.” (Β ', Χρον. 5:13,14). Αναγνωρίζοντας τη σημασία του νέφους αυτού ο Σολομών διακήρυξε: PG 19.4
“Ο Κύριος είπεν ότι θέλει κατοικεί εν γνόφω, αλλ’εγώ ωκοδόμησα εις Σε οίκον κατοικήσεως, και τόπον διά να κατοικής αιωνίως.” (Β ', Χρον. 6:1,2). PG 20.1
“Ο Κύριος βασιλεύει,
Ας τρέμωσιν οι λαοί.
Ο καθήμενος επί των χερουβείμ,
Ας σεισθή η γη.
Ο Κύριος είναι μέγας εν Σιών,
Και επί πάντας του λαούς είναι υψηλός.
Ας δοξολογώσι το όνομά Σου το μέγα και φοβερόν,
Διότι είναι άγιον ...
Υψούτε Κύριον τον Θεόν ημών,
Και προσκυνείτε εις το υποπόδιον των ποδών Αυτού,
Διότι είναι άγιος.” (Ψαλμ. 99:1-5)
PG 20.2
“Εν τω μέσω της αυλής” του ναού είχαν κατασκευάσει “βάσιν χαλκίνην”, δηλαδή εξέδρα, “έχουσαν πέντε πηχών μήκος, και πέντε πηχών πλάτος, και τριών πηχών ύψος”. Επάνω σε αυτή στάθηκε ο Σολομών και με υψωμένα χέρια ευλόγησε τα μεγάλα πλήθη μπροστά του. “Πάσα δε η συναγωγή του Ισραήλ ίστατο.” Ο Σολομών αναφώνησε: “Ευλογητός Κύριος ο Θεός του Ισραήλ, όστις εξετέλεσε διά των χειρών Αυτού εκείνο το οποίον ελάλησε διά του στόματος Αυτού προς Δαβίδ τον πατέρα μου λέγων .. . έκλεξα την Ιερουσαλήμ διά να ήναι το όνομά Μου εκεί.” (Β ', Χρον. 6:13,3, 4-6). PG 20.3
Τότε ο Σολομών γονάτισε επάνω στην εξέδρα και ενώ ολόκληρος ο λαός τον άκουγε, έκανε την προσευχή της αφιέρωσης. Υψώνοντας τα χέρια στον ουρανό, ενώ η ομήγυρη είχε γονατίσει με το πρόσωπο στη γη, ο βασιλιάς προσευχήθηκε: PG 20.4
“Κύριε Θεέ του Ισραήλ, δεν είναι θεός όμοιός Σου, εν τω ουρανώ, και επί της γης, όστις φυλάττεις την διαθήκην και το έλεος προς τους δούλους Σου, τους περιπατούντας ενώπιόν Σου, εν όλη τη καρδία αυτών... PG 20.5
Αλλά θέλει αληθώς κατοικήσει Θεός μετά ανθρώπου επί της γης; ιδού, ο ουρανός και ο ουρανός των ουρανών, δεν είναι ικανοί να Σε χωρέσωσι. Πόσον ολιγώτερον ο οίκος ούτος τον οποίον ωκοδόμησα; Πλην εττίβλεψον επί την προσευχήν του δούλου Σου, και επί την δέησιν αυτού, Κύριε Θεέ μου, ώστε να επακούσης της κραυγής και της δεήσεως την οποίαν ο δούλος Σου δέεται ενώπιον Σου, διά να ήναι οι οφθαλμοί Σου ανεωγμένοι προς τον οίκον τούτον ημέραν και νύκτα, προς τον τόπον περί του οποίου είπας ότι θέλεις θέσει το όνομά Σου εκεί, διά να υπακούσης της δεήσεως την οποίαν ο δούλος Σου θέλει δέεσθαι εν τω τόπω τούτω. Και επάκουε των δεήσεων του δούλου Σου, και του λαού Σου Ισραήλ, όταν προσεύχωνται εν τω τόπω τούτω. Και άκουσε Συ εκ του τόπου της κατοικήσεώς Σου, εκ του ουρανού, και ακούων, γίνου ίλεως. .. PG 20.6
Και εάν κτυπηθή ο λαός Σου Ισραήλ έμπροσθεν του εχθρού, διότι ημάρτησαν εις Σε, και επιστρέψωσι, και δοξάσωσι το όνομά Σου, και προσευχηθώσι και δεηθώσι προς Σε εν τω οίκω τούτω, τότε Συ επάκουσον εκ του ουρανού, και συγχώρησον την αμαρτίαν του λαού Σου Ισραήλ, και επανάγαγε αυτούς εις την γην την οποίαν έδωκας εις αυτούς και εις τους πατέρας αυτών. PG 21.1
Όταν ο ουρανός κλεισθή, και δεν γίνηται βροχή, διότι ημάρτησαν εις Σε, εάν προσευχηθώσι προς τον τόπον τούτον, και δοξάσωσι το όνομά Σου, και επιστρέψωσιν από των αμαρτιών αυτών, αφού ταπεινώσης αυτούς, τότε Συ επάκουσον εκ του ουρανού, και συγχώρησον την αμαρτίαν των δούλων Σου, και του λαού Σου Ισραήλ, διδάξας αυτούς την οδόν την αγαθήν εις την οποίαν πρέπει να περιπατώσι, και δος βροχήν επί την γην Σου, την οποίαν έδωκας εις τον λαόν Σου διά κληρονομιάν. PG 21.2
Πείνα εάν γείνη εν τη γη, θανατικόν εάν γείνη, ανεμοφθορία και ερυσίβη, ακρίς και βρούχος εάν γείνη, οι εχθροί αυτών εάν πολιορκήσωσιν αυτούς εν τω τόπω της κατοικίας αυτών, οποιαδήποτε πληγή και οποιαδήποτε νόσος γείνη, πάσαν προσευχήν, πάσαν δέησιν γινομένην υπό παντός ανθρώπου, και υπό παντός του λαού Σου Ισραήλ, όταν γνωρίση έκαστος την πληγήν αυτού και τον πόνον αυτού, και εκτείνη τας χείρας αυτού προς τον οίκον τούτον, τότε Συ επάκουσον εκ του ουρανού, του τόπου της κατοικήσεώς Σου, και συγχώρησον, και δος εις έκαστον κατά πάσας τας οδούς αυτού, όπως γνωρίζεις την καρδίαν αυτού, διότι Συ, μόνος Συ, γνωρίζεις τας καρδίας των ανθρώπων. Διά να φοβώνται, ώστε να περιπατώσιν εν ταις οδοίς Σου, πάσας τας ημέρας όσας ζώσιν επί προσώπου της γης, την οποίαν έδωκας εις τους πατέρας ημών. PG 21.3
Και τον ξένον έτι, όστις δεν είναι εκ του λαού Σου Ισραήλ, αλλ’ έρχεται από γης μακράς διά το όνομά Σου το μέγα, και διά την χείρα Σου την κραταιάν, και διά τον βραχίονά Σου τον εξηπλωμένον, εάν έλθωσι και προσευχηθώσι προς τον οίκον τούτον, τότε Συ επάκουσον εκ του ουρανού, εκ του τόπου της κατοικήσεώς Σου, και κάμε κατά πάντα περί όσων ο ξένος Σε επικαλεσθή, διά να γνωρίσωσι πάντες οι λαοί της γης το όνομά Σου, και να Σε φοβώνται, καθώς ο λαός Σου ο Ισραήλ, και διά να γνωρίσωσιν ότι το όνομά Σου εκλήθη επί τον οίκον τούτον, τον οποίον ωκοδόμησα. PG 22.1
Όταν ο λαός Σου εξέλθη εις πόλεμον εναντίον των εχθρών αυτών, διά της οδού δι’ής αποστείλης αυτούς, και προσευχηθώσιν εις Σε προς την πόλιν ταύτην την οποίαν έκλεξας, και τον οίκον τον οποίον ωκοδόμησα εις το όνομά Σου, τότε επάκουσον εκ του ουρανού της προσευχής αυτών, και κάμε το δίκαιον αυτών. PG 22.2
Όταν αμαρτήσωσιν εις Σε, διότι ουδείς άνθρωπος είναι αναμάρτητος, και οργισθής εις αυτούς, και παραδώσης αυτούς έμπροσθεν του εχθρού, και οι αιχμαλωτισταί φέρωσιν αυτούς αιχμαλώτους εις γην μακράν ή πλησίον, και έλθωσιν εις εαυτούς εν τη γη της αιχμαλωσίας αυτών, λέγοντες, Ημάρτομεν, ηνομήσαμεν, και ηδικήσαμεν. Και επιστρέψωσι προς Σε εξ όλης της καρδίας αυτών, εν τη γη της αιχμαλωσίας αυτών όπου εφέρθησαν αιχμάλωτοι, και προσευχηθώσι προς την γην αυτών, και την πόλιν την οποίαν έδωκας εις τους πατέρας αυτών, και την πόλιν την οποίαν έκλεξας, και προς τον οίκον τον οποίον ωκοδόμησα εις το όνομά Σου, τότε επάκουσον εκ του ουρανού, εκ του τόπου της κατοικήσεώς Σου, της προσευχής αυτών και των δεήσεων αυτών, και συγχώρησον εις τον λαόν Σου τον αμαρτήσαντα εις Σε. PG 22.3
Τώρα, Θεέ μου, ας ήναι, δέομαι, ανεωγμένοι οι οφθαλμοί Σου, και προσεκτικά τα ώτα Σου, εις την προσευχήν την γενομένην εν τω τόπω τούτω. Και τώρα, ανάστηθι, Κύριε Θεέ, εις την ανάπαυσίν Σου, Συ, και η κιβωτός της δυνάμεώς Σου. Οι ιερείς Σου, Κύριε Θεέ, ας ενδυθώσι σωτηρίαν, και οι όσιοί Σου ας ευφρανθώσιν εν αγαθοίς. Κύριε Θεέ, μη απόρριψης το πρόσωπον του κεχρισμένου Σου. Ενθυμήθητι τα ελέη Δαβίδ του δούλου Σου.” (Β ', Χρον. 6:14-42). PG 22.4
Μόλις ο Σολομών τελείωσε την προσευχή του, “κατέβη το πυρ εκ του ουρανού, και κατέφαγε τα ολοκαυτώματα και τας θυσίας.” Οι ιερείς δεν μπορούσαν να μπουν στο ναό “διότι η δόξα του Κυρίου ενέπλησε τον οίκον του Κυρίου.” “Πάντες δε οι υιοί Ισραήλ βλέττοντες ... την δόξαν του Κυρίου επί τον οίκον, έπεσον κατά πρόσωπον επί την γην, επί το λιθόστρωτον, και προσεκύνησαν, και εδόξασαν τον Κύριον, λέγοντες, Ότι είναι αγαθός, ότι εις τον αιώνα το έλεος Αυτού.” PG 22.5
Τότε βασιλιάς και λαός πρόσφεραν θυσίες στον Κύριο. “Ούτως εγκαινίασεν ο βασιλεύς και πας ο λαός τον οίκον του Θεού.” Επτά ημέρες τα πλήθη από κάθε άκρη του βασιλείου, από τα σύνορα “της Αιμάθ μέχρι του ποταμού της Αιγύτττου”, “σύναξις μεγάλη σφόδρα” παρέτειναν τον πανηγυρικό εορτασμό. Την επόμενη εβδομάδα τα χαρούμενα πλήθη την πέρασαν τιμώντας τη Γιορτή της Σκηνοπηγίας. Όταν τελείωσαν οι ημέρες τής εκ νέου καθιέρωσής τους και της ευφροσύνης, ο βασιλιάς “απέλυσε τον λαόν εις τας σκηνάς αυτών, ευφραινομένους και αγαλλωμένους την καρδίαν διά τα αγαθά όσα έκαμεν ο Κύριος προς τον Δαβίδ, και προς τον Σολομώντα, και προς τον Ισραήλ τον λαόν Αυτού.” (Β ', Χρον. 7:1-5, 8,10). PG 23.1
Ο βασιλιάς είχε κάνει ό,τι ήταν δυνατόν προκειμένου να ενθαρρύνει το λαό να αφιερωθούν ολοκληρωτικά στο Θεό και στην υπηρεσία Του, και να μεγαλύνουν το άγιο όνομά Του. Και τότε για άλλη μια φορά, όπως στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του στη Γαβαών, ο άρχοντας του Ισραήλ δέχθηκε τη διαβεβαίωση της θεϊκής αποδοχής και ευλογίας. Σε ένα όραμα τη νύχτα ο Κύριος του παρουσιάσθηκε με το μήνυμα: PG 23.2
“Ήκουσα της προσευχής σου, και έκλεξα τον τόπον τούτον εις εμαυτόν διά οίκον θυσίας. Εάν κλείσω τον ουρανόν και δεν γίνηται βροχή, και εάν προστάξω την ακρίδα να καταφάγη την γην, και εάν αποστείλω θανατικόν μεταξύ του λαού Μου, και ο λαός Μου, εις τον οποίον εκλήθη το όνομά Μου, ταπεινώσωσιν εαυτούς, και προσευχηθώσι, και εκζητήτωσι το πρόσωπόν Μου, και επιστρέψωσιν από των οδών αυτών των πονηρών, τότε Εγώ θέλω επακούσει εκ του ουρανού, και θέλω συγχωρήσει την αμαρτίαν αυτών, και θεραπεύσει την γην αυτών. PG 23.3
Τώρα οι οφθαλμοί Μου θέλουσιν είσθαι ανεωγμένοι, και τα ώτα Μου προσεκτικά εις την προσευχήν την γινομένην εν τω τόπω τούτω. Διότι τώρα έκλεξα και ηγίασα τον οίκον τούτον, διά να ήναι το όνομά Μου εκεί έως αιώνος. Και οι οφθαλμοί Μου και η καρδία Μου θέλουσιν είσθαι εκεί πάσας τας ημέρας.” (Β ',Χρον. 7: 12-16). PG 23.4
Αν ο λαός του Ισραήλ είχε μείνει πιστός στο Θεό, το ένδοξο αυτό οικοδόμημα θα έστεκε παντοτινά, ένα αιώνιο σημείο της ιδιαίτερης εύνοιας του Θεού στον εκλεκτό λαό Του. Ο Κύριος δήλωσε: PG 24.1
“Περί των υιών του αλλογενούς, οίτινες ήθελον προστεθή εις τον Κύριον, διά να δουλεύωσιν εις Αυτόν, και να αγαπώσι το όνομα του Κυρίου, διά να ήναι δούλοι Αυτού, όσοι φυλάττωσι το Σάββατον ώστε να μη βεβηλώσωσιν αυτό, και κρατούσι την διαθήκην Μου,και τούτους θέλω φέρει εις το άγιόν Μου όρος, και θέλω ευφράνει αυτούς εν τω οίκω της προσευχής Μου. Τα ολοκαυτώματα αυτών και αι θυσίαι αυτών θέλουσιν είσθαι δεκταί επί το θυσιαστήριόν Μου, διότι ο οίκος Μου θέλει ονομάζεσθαι, Οίκος προσευχής διά πάντας τους λαούς.” (Ησ. 56: 6,7). PG 24.2
Παράλληλα με τις διαβεβαιώσεις αυτές της αποδοχής, ο Κύριος εξήγησε σαφέστατα και την πορεία των καθηκόντων που αφορούσαν το βασιλιά. Δήλωσε: PG 24.3
“Και συ, εάν περιπατής ενώπιον Μου, καθώς περιεπάτησε Δαβίδ ο πατήρ σου, και κάμνης κατά πάντα όσα προσέταξα εις σε, και φυλάττης τα διατάγματά Μου και τας κρίσεις Μου, τότε θέλω στερεώσει τον θρόνον της βασιλείας σου, καθώς υπεσχέθην προς Δαβίδ τον πατέρα σου, λέγων, Δεν θέλει εκλείψει εις σε ανήρ ηγεμονεύων επί τον Ισραήλ.” (Β ', Χρον. 7: 17,18). PG 24.4
Αν εξακολουθούσε ο Σολομών να υπηρετεί το Θεό με ταπεινοφροσύνη, ολόκληρο το βασίλειό του θα είχε ασκήσει βαθιά επιρροή για το καλό στα γύρω έθνη, έθνη τα οποία είχαν τόσο εντυπωσιασθεί πληρως από τη βασιλεία του Δαβίδ του πατέρα του και από τα σοφά λόγια και τα μεγαλόπρεπα έργα των πρώτων χρόνων της δικής του βασιλείας. Διαβλέποντας τους τρομερούς πειρασμούς που περιβάλλουν την ευημερία και τις κοσμικές τιμές, ο Θεός προειδοποίησε το Σολομώντα για το κακό της αποστασίας και προείπε τα τρομερά αποτελέσματα της αμαρτίας. Ακόμη και αυτός ο όμορφος ναός που μόλις είχε εγκαινιασθεί, είπε ότι θα καταντούσε ειρωνεία και εμπαιγμός μπροστά σε όλους τους λαούς αν οι Ισραηλίτες εγκατέλειπαν “τον Θεόν των πατέρων αυτών” και επέμεναν στην ειδωλολατρία. (Β ', Χρον. 7:20-22). PG 24.5
Εμψυχωμένος και βαθιά χαρούμενος από το ουράνιο άγγελμα ότι η προσευχή του για τον Ισραήλ είχε εισακουσθεί, ο Σολομών προχωρούσε τώρα προς την ενδοξότερη περίοδο της βασιλείας του, όταν “πάντες οι βασιλείς της γης εζήτουν το πρόσωπόν του διά να ακούσωσι την σοφίαν αυτού, την οποίαν ο Θεός έθεσεν εις την καρδίαν αυτού.” (Β ', Χρον. 9:23). Πολλοί πήγαιναν για να παρατηρήσουν το διοικητικό του σύστημα και να ζητήσουν καθοδήγηση για την επίλυση πολύπλοκων θεμάτων. PG 24.6
Όταν τα άτομα αυτά επισκέπτονταν το Σολομώντα, εκείνος τους δίδασκε ότι ο Θεός είναι των πάντων ο Δημιουργός, και έτσι επέστρεφαν στα σπίτια τους έχοντας σαφέστερη αντίληψη για το Θεό του Ισραήλ και για την αγάπη Του προς την ανθρώπινη φυλή. Στα έργα της φύσης αναγνώριζαν τότε την έκφραση της αγάπης Του και μια αποκάλυψη του χαρακτήρα Του και πολλοί κατέληγαν να Τον λατρεύουν για Θεό τους. PG 25.1
Η ταπεινοφροσύνη του Σολομώντακαθώς και η έλλειψη εμπιστοσύνης στον εαυτό του ήτανπρωτοφανής όταν πρωτάρχισε να σηκώνει τα βάρη του έθνους. Έτσιομολόγησε μπροστά στο Θεό “εγώ είμαι παιδάριον μικρόν” (Α ', Βασ. 3:7). Ο χαρακτήρας του ήταναξιομίμητος. Η έντονη αγάπη του για το Θεό, η βαθιά ευλάβειά του για τα θεϊκά πράγματα και η από μέρους του εξύψωση του άπειρου Δημιουργού των πάντων εκδηλώθηκαν κατά τις υπηρεσίες που συνδέονταν με την αποπεράτωση του ναού. Πιο χαρακτηριστικήστιγμήαποτελεί η ώρα της προσευχής των εγκαινίων όπουγονάτισε παίρνοντας την ταπεινή στάση ενός που υποβάλλει αίτηση. PG 25.2
Οι σημερινοί οπαδοί του Χριστού θα έπρεπε να φυλάγονται από την τάση να χάσουν το πνεύμα της ευλάβειας και του φόβου του Θεού. Οι Γραφές διδάσκουν τους ανθρώπους πώς πρέπει να πλησιάζουν στον Πλάστη τους - με ταπεινοφροσύνη και σεβασμό, έχοντας πίστη σε ένα θείο Μεσολαβητή. Ο ψαλμωδός δήλωσε: PG 25.3
“Θεός μέγας είναι ο Κύριος,
Και Βασιλεύς μέγας υπέρ πάντας τους θεούς ...
Δεύτε, ας προσκυνήσωμεν και ας προσπέσωμεν
Ας γονατίσωμεν ενώπιον του Κυρίου, του Ποιητού ημών.” Ψαλμοί 95:3,6
PG 25.4
Τόσο στη δημόσια όσο και στην ατομική λατρεία, προνόμιο μας είναι να γονατίζουμε μπροστά στο Θεό όταν Του υποβάλλουμε τα αιτήματά μας. Ο Χριστός, το παράδειγμά μας, “γονατίσας προσηύχετο”. Για τους μαθητές Του είναι το ίδιο καταχωρημένο (όπως για τον Πέτρο) που “εγονάτισε και προσηυχήθη” Ο Παύλος δηλώνει: “Κάμπτω τα γόνατά μου προς τον Πατέρα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.” Εξομολογούμενος τις αμαρτίες του Ισραήλ ενώπιον του Θεού, ο Έσδρας γονάτισε. (Βλέπε Έσδρας 9:5). Ο Δανιήλ “έπιπτεν επί τα γόνατα αυτού τρις της ημέρας, προσευχόμενος και δοξολογών ενώπιον του Θεού αυτού.” (Λουκά 22:41, Πραξ. 9:40, Έφεσ. 3:14, Δαν. 6:10). PG 25.5
Ο αληθινός σεβασμός για το Θεό εμπνέεται από την αίσθηση της άπειρης μεγαλοσύνης Του και από την αναγνώριση της παρουσίας Του. Κάθε καρδιά πρέπει να εντυπωσιάζεται βαθιά από τη συναίσθηση αυτή για τον Αόρατο. Ο χρόνος όπως και ο τόπος της προσευχής είναι ιερός επειδή ο Θεός βρίσκεται εκεί. Και όταν ο σεβασμός εκδηλώνεται με τη στάση και τη συμπεριφορά, το αίσθημα που τον εμπνέει, γίνεται ακόμη πιο βαθύ. Ο ψαλμωδός λέει: “Άγιον και φοβερόν το όνομα Αυτού.” (Ψαλμ. 111:9). Οι άγγελοι όταν προφέρουν το όνομα αυτό, καλύπτουν τα πρόσωπά τους. Με πόσο λοιπόν μεγαλύτερο σεβασμό οφείλουμε εμείς, αμαρτωλά όντα, να το παίρνουμε στα χείλη μας! PG 26.1
Καλά θα έκαναν νέοι και γέροντες να στοχάζονται τα λόγια της Γραφής που υποδεικνύουν ποιός πρέπει να θεωρείται ο τόπος που είναι παρών ο Θεός. Ο Κύριος πρόσταξε το Μωυσή στην καιγόμενη βάτο: “Λύσον τα υποδήματά σου εκ των ποδών σου, διότι ο τόπος επί του οποίου ίστασαι, είναι γη αγία.” Μετά το όραμα του αγγέλου, ο Ιακώβ αναφώνησε: “Βέβαια ο Κύριος είναι εν τω τόπω τούτω, και εγώ δεν ήξευρον . . . Δεν είναι τούτο ειμή οίκος Θεού, και αύτη η πύλη του ουρανού.” (Έξ. 3:5, Γέν. 28:16,17). PG 26.2
Με αυτό που είπε στην τελετή των εγκαινίων, ο Σολομών επιδίωξε να βγάλει από τη σκέψη των παρευρισκομένων τις προκαταλήψεις για το Δημιουργό, οι οποίες είχαν θολώσει το νου των ειδωλολατρών. Ο Θεός του ουρανού δεν περιορίζεται όπως οι θεοί των ειδωλολατρών σε χειροποίητους ναούς. Έρχεται όμως σε συνάντηση με το λαό Του διά του Πνεύματός Του, όταν εκείνοι συγκε-ντρώνονται στον οίκο, ο οποίος έχει αφιερωθεί για τη λατρεία Του. PG 26.3
Αιώνες αργότερα ο Παύλος δίδαξε την ίδια αυτή αλήθεια με τα ακόλουθα λόγια: PG 26.4
“Ο Θεός όστις έκαμε τον κόσμον και πάντα τα εν αυτώ, ούτος Κύριος ων του ουρανού και της γης, δεν κατοικεί εν χειροποιήτοις ναοίς, ουδέ λατρεύεται υπό χειρών ανθρώπων, ως έχων χρείαν τινός, επειδή Αυτός δίδει εις πάντας ζωήν και πνοήν και τα πάντα. . . Διά να ζητώσι τον Κύριον, ίσως δυνηθώσι να ψηλαφήσωσιν Αυτόν και να εύρωσιν, αν και δεν είναι μακράν από ενός εκάστου ημών.” (Πράξ. 17:24-28). PG 26.5
“Μακάριον το έθνος του οποίου ο Θεός είναι ο Κύριος,
Ο λαός τον οποίον έκλεξε διά κληρονομιάν Αυτού.
PG 26.6
Ο Κύριος διέκυψεν εξ ουρανού,
Είδε πάντας του υιούς των ανθρώπων.
Εκ του τόπου της κατοικήσεώς Αυτού
Θεωρεί πάντας τους κατοίκους της γης.” Ψαλμοί 33:12-14
PG 27.1
“Ο Κύριος ητοίμασε τον θρόνον Αυτού εν τω ουρανώ,
Και η βασιλεία Αυτού δεσπόζει τα πάντα.” Ψαλμοί 103:19
PG 27.2
“Θεέ, εν τω αγιαστηρίω είναι η οδός Σου.
Τίς θεός μέγας ως ο Θεός;
Συ είσαι ο Θεός ο ποιών θαυμάσια.
Εφανέρωσας μεταξύ των λαών την δύναμίν Σου.” Ψαλμοί 77:13,14
PG 27.3
Αν και ο Θεός δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς, τιμάει όμως με την παρουσία Του τις συγκεντρώσεις του λαού Του. Έχει υποσχεθεί πως όταν αυτοί συνέρχονται για να Τον επιζητήσουν, για να ομολογήσουν τις αμαρτίες τους και για να προσευχηθούν ο ένας για τον άλλον, θα έρθει να τους συναντήσει με το Πνεύμα Του. Εκείνοι όμως που συγκεντρώνονται για να Τον λατρεύσουν, πρέπει να απομακρύνουν κάθε τι το κακό. Αν δεν Τον λατρεύουν “εν πνεύματι και αληθεία” και με την ωραιότητα της αγιοσύνης, η συγκέντρωσή τους δε θα χρησιμεύσει σε τίποτε. Για αυτούς ο Θεός λέει: “Ο λαός ούτος Με πλησιάζει με το στόμα αυτών και με τα χείλη Με τιμά, η δε καρδία αυτών μακράν απέχει απ’Εμού.” Αυτοί που λατρεύουν το Θεό, πρέπει να Τον λατρεύουν εν πνεύματι και αληθεία, διότι ο Πατήρ τοιούτους ζητεί τους προσκυνούντας Αυτόν.” (Ματθ. 15:8,9, Ιωάν. 4:23). PG 27.4
“Ο Κύριος είναι εν τω ναώ των αγίων Αυτού. Σιώπα ενώπιον Αυτού πάσα η γη.” (Αββ. 2:20). PG 27.5