Προφήτες και βασιλείς
ΚΕΦΆΛΑΙΟ 22—“ΝΙΝΕΥΗ Η ΠΟΛΙΣ Η ΜΕΓΑΛΗ”
Μια από τις μεγαλύτερες πόλεις της αρχαιότητας, την εποχή του διαιρημένου βασιλείου του Ισραήλ, ήταν η Νινευή πρωτεύουσα του κράτους των Ασσυριών. Κτισμένη στην καρπερή όχθη του ποταμού Τίγρη, λίγο μετά τη διασπορά από τον πύργο της Βαβέλ, είχε τόσο ακμάσει στο διάβα των αιώνων ώσπου έγινε “πόλις μεγάλη σφόδρα, οδού τριών ημερών.” (Ιωνάς 3:3). PG 183.1
Στον καιρό της κοσμικής ευημερίας της η Νινευή αποτελούσε κέντρο εγκλημάτων και διαφθοράς. Η θεοπνευστία την χαρακτηρίζει ως “πόλιν των αιμάτων . . . πλήρη ψεύδους και αρπαγής.” Σε εικονική γλώσσα ο προφήτης Ναούμ παραβάλλει τους Νινευίτες με άγριο και αδηφάγο λιοντάρι. “Επί τίνα” ρωτάει “δεν επήλθε πάντοτε η κακία σου;” (Ναούμ 3:1,19). PG 183.2
Μολαταύτα η Νινευή, αμαρτωλή όπως είχε καταντήσει, δεν είχε όμως ολοκληρωτικά παραδοθεί στο κακό. Επειδή Εκείνος ο οποίος βλέπει “πάντας του υιούς των ανθρώπων” και “ο οφθαλμός Αυτού ανακαλύπτει παν πολύτιμον” (Ψαλμ. 33:13, Ιώβ 28:10), διέκρινε στην πόλη εκείνη πολλούς που αναζητούσαν κάτι το καλύτερο και ανώτερο και σε περιπτωση που τους δινόταν η ευκαιρία να πληροφορηθούν για το ζώντα Θεό, θα εγκατέλειπαν τις κακές πράξεις τους και θα λάτρευαν Αυτόν. Έτσι, με τη σοφία Του ο Θεός τούς αποκαλύφθηκε με έναν τρόπο αλάθητο, για να τους φέρει, αν ήταν δυνατό, σε μετάνοια. PG 183.3
Το όργανο που εκλέχθηκε για το έργο αυτό ήταν ο προφήτης Ιωνάς, ο γιος του Αμαθί. Σ’αυτόν ήρθε ο λόγος του Κυρίου: “Σηκώθητι, ύπαγε εις Νινευή, την πόλιν την μεγάλην και κήρυξον κατ’αυτής, διότι η ασέβεια αυτής ανέβη ενώπιόν Μου.” (Ιωνάς 1:1,2). PG 183.4
Αναλογιζόμενος ο προφήτης τις δυσκολίες και τα φαινομενικώς αδύνατα αποτελέσματα της αποστολής αυτής, ήρθε σε πειρασμό να αμφισβητήσει την ορθότητα της κλήσης που έλαβε. Από αν- θρώπινη πλευρά φαινόταν ότι τίποτε δεν μπορούσε να αναμένεται από τη διακήρυξη ενός τέτοιου αγγέλματος στην αγέρωχη εκείνη πόλη. Λησμόνησε προς στιγμή ότι ο Θεός τον οποίον υπηρετούσε, ήταν πάνσοφος και παντοδύναμος. Ενώ δίσταζε, ακόμη και αμφέβαλλε, ο Σατανάς τον κατέλαβε με αποθάρρυνση. Ο προφήτης κυριεύθηκε από μεγάλο φόβο “και εσηκώθη ο Ιωνάς διά να φύγη εις Θαρσείς”. Φθάνοντας στην Ιόππη και βρίσκοντας εκεί ένα πλοίο έτοιμο να αναχωρήσει, “έδωκε τον ναύλον αυτού και επέβη εις αυτό διά να υπάγη μετ’ αυτών”. (Ιωνάς 1:3). PG 183.5
Με την εντολή που του δόθηκε, ο Ιωνάς επιφορτιζόταν μια βαριά ευθύνη. Εκείνος όμως που τον πρόσταξε να πάει, ήταν ικανός να υποστηρίξει το δούλο Του και να του δώσει επιτυχία. Αν ο προφήτης είχε υπακούσει αναντίρρητα, θα είχε απαλλαγεί από πολλές επώδυνες πείρες και θα είχε ευλογηθεί πλουσιοπάροχα. Παρόλα αυτά, την ώρα της απογοήτευσης του Ιωνά, ο Κύριος δεν τον εγκατέλειψε. Με μια αλληλοδιαδοχή από δοκιμασίες και από περίεργες ενέργειες της πρόνοιας, η εμπιστοσύνη του προφήτη στο Θεό και στην απεριόριστη σώζουσα δύναμή Του επρόκειτο να αποκατασταθεί. PG 184.1
Αν, όταν πρωτοπήρε την κλήση, ο Ιωνάς είχε σταματήσει για να σκεφθεί με ηρεμία, θα είχε καταλάβει πόσο ανόητη ήταν η κάθε από μέρους του προσπάθεια να ξεφύγει από την ευθύνη που έφερε. Όμως δεν αφέθηκε για πολύ να συνεχίσει ανενόχλητος την έξαλλη φυγή του. “Ο Κύριος εξήγειρεν άνεμον μέγαν επί την θά-λασσαν και έγεινε κλύδων μέγας εν τη θαλάσση, και το πλοίον εκινδύνευε να συντριφθή. Και εφοβήθησαν οι ναύται, και ανεβόησαν έκαστος προς τον θεόν αυτού, και έκαμον εκβολήν των εν τω πλοίω σκευών εις την θάλασσαν διά να ελαφρυνθή απ’αυτών. Ο δε Ιωνάς κατέβη εις το κοίλωμα του πλοίου και επλαγίασε, και εκοιμάτο βαθέως.” (Ιωνάς 1:4,5). PG 184.2
Ενώ οι ναύτες παρακαλούσαν τους ειδωλολατρικούς θεούς τους για βοήθεια, ο καπετάνιος του πλοίου, μέσα στην απόγνωσή του, ζήτησε να βρει τον Ιωνά και του είπε: “Τι κοιμάσαι συ; σηκώθητι, επικαλού τον Θεό σου, ίσως ο Θεός μάς ενθυμηθή και δεν χαθώμεν.” (Ιωνάς 1:6). Οι προσευχές όμως του ανθρώπου που παρεξέκλινε από το δρόμο του καθήκοντος δεν έφεραν καμιά βοήθεια. Οι ναύτες πεπεισμένοι ότι η περίεργη ορμητική θαλασσοταραχή υποδηλούσε την οργή των θεών τους, πρότειναν μια τελευταία λύση. PG 184.3
“Και είπον έκαστος προς τον πλησίον αυτού, Έλθετε, ας ρίψωμεν κλήρους, διά να γνωρίσωμεν τίνος ένεκεν το κακόν τούτο είναι εφ’ημάς. Και έρριψαν κλήρους, και έπεσεν ο κλήρος επί τον Ιωνάν. Τότε είπον προς αυτόν, Ειπέ τώρα προς ημάς, τίνος ένεκεν το κακόν τούτο ήλθεν εφ’ημάς; Τί είναι το έργον σου; και πόθεν έρχεσαι; Τίς ο τόπος σου; και εκ τίνος λαού είσαι; PG 184.4
Ο δε είπε προς αυτούς, Εγώ είμαι Εβραίος και σέβομαι Κύριον τον Θεόν του ουρανού, όστις εποίησε την θάλασσαν και την ξηράν. PG 185.1
Τότε εφοβήθησαν οι άνθρωποι φόβον μέγαν και είπον προς αυτόν, Τί είναι τούτο το οποίον έκαμες; Διότι εγνώρισαν οι άνθρωποι ότι έφευγεν από προσώπου Κυρίου, επειδή είχεν αναγγείλει τούτο προς αυτούς. PG 185.2
Και είπον προς αυτόν, Τί να σε κάμωμεν, διά να ησυχάση η θάλασσα αφ’ημών; Διότι η θάλασσα εκλυδωνίζετο επί το μάλλον. Και είπε προς αυτούς, Σηκώσατέ με και ρίψατέ με εις την θάλασσαν, και η θάλασσα θέλει ησυχάσει αφ’υμών, διότι εγώ γνωρίζω ότι εξαιτίας εμού έγεινεν ο μέγας ούτος κλύδων εφ’υμάς. Οι άνθρωποι όμως εκοπηλάτουν δυνατά διά να επιστρέψωσιν εις την ξηράν, αλλά δεν ηδύναντο, διότι η θάλασσα εκλυδωνίζετο επί το μάλλον κατ’αυτών. PG 185.3
Όθεν ανεβόησαν προς τον Κύριον και είπον, Δεόμεθα, Κύριε, δεόμεθα, ας μη χαθώμεν διά την ζωήν του ανθρώπου τούτου, και μη επιβάλης εφ’ημάς αίμα αθώον, διότι Συ, Κύριε, έκαμες ως ήθελες. Και έσήκωσαν τον Ιωνάν και έρριψαν αυτόν εις την θάλασσαν, και η θάλασσα εστάθη από του θυμού αυτής. Τότε οι άνθρωποι εφοβήθησαν τον Κύριον φόβον μέγαν, και προσέφεραν θυσίαν εις τον Κύριον, και έκαμον ευχάς. PG 185.4
Και διέταξε Κύριος μέγα κήτος να καταπίη τον Ιωνάν. Και ήτο ο Ιωνάς εν τη κοιλία του κήτους τρεις ημέρας και τρεις νύκτας. PG 185.5
Και προσηυχήθη ο Ιωνάς προς Κύριον τον Θεόν αυτού εκ της κοιλίας του κήτους, και είπεν.” (Ιωνάς 1:7 - 2:2) PG 185.6
“Εβόησα εν τη θλίψει μου προς τον Κύριον
Και εισήκουσέ μου.
Εκ κοιλίας άδου εβόησα
Και εισήκουσε της φωνής μου.
Διότι με έρριψας εις τα βάθη,
Εις την καρδίαν της θαλάσσης
Και ρεύματα με περιεκύκλωσαν.
Πάσαι αι τρικυμίαι Σου
και τα κύματά Σου
Διήλθον επάνωθέν μου.
PG 185.7
Και εγώ είπα,
Απερρίφθην απ’έμπροσθεν των οφθαλμών Σου,
Όμως θέλω επιβλέψει πάλιν εις τον ναόν τον άγιόν Σου.
Τα ύδατα με περιεκύκλωσαν έως της ψυχής,
Η άβυσσος με έκλεισε,
Τα φύκια περιετυλίχθησαν περί την κεφαλήν μου.
Κατέβην εις τα έσχατα των ορέων,
οι μοχλοί της γης είναι επάνωθέν μου διαπαντός.
Αλλ’ανέβη η ζωή μου από της φθοράς, Κύριε Θεέ μου.
Ενώ ήτο εκλείπουσα εν εμοί η ψυχή μου,
Ενεθυμήθην τον Κύριον,
Και η προσευχή μου εισήλθε προς Σε Εις τον ναόν τον άγιόν Σου.
Οι φυλάττοντες ματαιότητας ψεύδους
Εγκαταλείπουσι το έλεος αυτών.
Αλλ’εγώ θέλω θυσιάσει προς Σε μετά φωνής αινέσεως,
Θέλω αποδώσει όσα ηυχήθην.
Η σωτηρία είναι παρά του Κυρίου.” Ιωνάς 2:3-10
PG 186.1
Τέλος, ο Ιωνάς έμαθε ότι “του Κυρίου είναι η σωτηρία”. (Ψαλμ. 3:8). Με τη μετάνοια και την αναγνώριση της σώζουσας χάρης του Θεούήρθε η απελευθέρωση. Ο Ιωνάς ελευθερώθηκε από τους κινδύνους του βυθού και ξεβράστηκε στην ξηρά. PG 186.2
Ο δούλος του Θεού έλαβε εκ νέου την εντολή να προειδοποιήσει τη Νινευή. “Σηκώθητι, ύπαγε εις Νινευή την πόλιν την μεγάλην, και κήρυξον προς αυτήν το κήρυγμα το οποίον Εγώ λαλώ προς σε.” Τη φορά αυτή δε στάθηκε να διερωτηθεί ή να αμφιβάλει, αλλά υπάκουσε χωρίς δισταγμό. “Εσηκώθη ... και υπήγεν εις Νινευή, κατά τον λόγον του Κυρίου. (Ιωνάς 3:1-3). PG 186.3
Μόλις μπήκε στην πόλη, ο Ιωνάς άρχισε αμέσως να διακηρύττει την εναντίον της αγγελία: “Έτι τεσσαράκοντα ημέραι και η Νινευή θέλει καταστροφή.” (Ιωνάς 3:4). Πήγαινε από δρόμο σε δρόμο κράζοντας το σύνθημα της προειδοποίησης. Η αγγελία δεν πήγε χαμένη. Η κραυγή που αντηχούσε στους δρόμους της αμαρτωλής πόλης, περνούσε από στόμα σε στόμα μέχρι που όλοι οι κάτοικοι είχαν ακούσει την καταπληκτική ανακοίνωση. Το Πνεύμα του Θεού έστελνε το άγγελμα σε κάθε καρδιά κάνοντας τα πλήθη να τρέμουν εξαιτίας των αμαρτιών τους και να μετανοούν βαθιά ταπεινωμένοι. PG 186.4
“Οι άνδρες της Νινευή επίστευσαν εις τον Θεόν και εκήρυξαν νηστείαν, και ενεδύθησαν σάκκους από μεγάλου αυτών έ- ως μικρού αυτών. Διότι ο λόγος είχε φθάοει προς τον βασιλέα της Νινευή, και εσηκώθη από του θρόνου αυτού, και αφήρεσε την στολήν αυτού επάνωθεν εαυτού, και εσκεπάσθη με σάκκον, και εκάθησεν επί σποδού. Και διεκηρύχθη και εγνωστοποιήθη εν τη Νινευή διά ψηφίσματος του βασιλέως και των μεγιστάνων αυτού, και ελαλήθη, Οι άνθρωποι και τα κτήνη, οι βόες και τα πρόβατα να μη γευθώσι μηδέν, μηδέ να βοσκήσωσι, μηδέ ύδωρ να πίωσιν, αλλ’άνθρωπος και κτήνος να σκεπασθώσι με σάκκους και να φωνάξωσιν ισχυρώς προς τον Θεόν, και ας επιστρέψωσιν έκαστος εκ της οδού αυτού της πονηρός, και από της αδικίας ήτις είναι εν ταις χερσίν αυτών. Τίς εξεύρει αν επιστρέψη και μεταμεληθή ο Θεός, και επιστρέψη από της οργής του θυμού Αυτού, και δεν απολεσθώμεν;” (Ιωνάς 3:5-9). PG 186.5
Όταν βασιλιάς και ευγενείς, μαζί με τον κοινό λαό - ανώτεροι και κατώτεροι - “μετενόησαν εις το κήρυγμα του Ιωνά”, και ενωμένοι έκραξαν στο Θεό του ουρανού, Αυτός τους ευσπλαχνίσθηκε. “Είδεν ο Θεός τα έργα αυτών ότι απέστρεψαν από της οδού αυτών της πονηρός, και μετεμελήθη ο Θεός περί του κακού, το οποίον είπε να κάμη εις αυτούς, και δεν έκαμεν αυτό.” (Ματθ. 12:41, Ιωνάς 3:10). Η καταστροφή τους είχε ανασταλεί, ο Θεός του Ισραήλ είχε εξυψωθεί και τιμηθεί από ολόκληρο τον ειδωλολατρικό κόσμο και ο νόμος του είχε αποκαλυφθεί. Μόνο ύστερα από πολλά χρόνια η Νινευή έπεσε λεία στα γειτονικά έθνη, επειδή εγκατέλειψε το Θεό και έδειξε μεγαλαυχία και περηφάνια. (Για την εξιστόρηση της πτώσης της Ασσυρίας δείτε το 30ο κεφάλαιο του βιβλίου). PG 187.1
Όταν ο Ιωνάς έμαθε ότι ο Θεός είχε πρόθεση να γλιτώσει την πόλη, η οποία, παρά την ανηθικότητά της κατέληξε να μετανοήσει “εν σάκκω και σποδώ”, θα έπρεπε να ήταν ο πρώτος που θα χαιρόταν για τη θαυμαστή χάρη του Θεού. Αντί όμως γι’αυτό σκεφτόταν περισσότερο την πιθανότητα ότι μπορούσε να θεωρηθεί ψευδοπροφήτης. Ζηλωτής για την υπόληψή του, έχασε από τα μάτια του την άπειρα μεγαλύτερη αξία των ψυχών στην εξαχρειωμένη εκείνη πόλη. Για τη συμπόνια που ο Θεός έδειξε στους μεταμελημένους Νινευίτες “ελυπήθη ο Ιωνάς λύπην μεγάλην και ηγανάκτησε”. Ρώτησε στον Κύριο: “Δεν ήτο ούτος ο λόγος μου, ενώ ήμην έτι εν τη πατρίδι μου; Διά τούτο προέλαβον να φύγω εις Θαρσείς, διότι εγνώριζον ότι είσαι Θεός ελεήμων και οικτίρμων, μακρόθυμος και πολυέλεος, και μετανοών διά το κακόν.” (Ιωνάς 4:1,2). PG 187.2
Παρασύρθηκε και αυτή τη φορά από την τάση του να αμφισβητεί πάλι και να αμφιβάλει, και καταλήφθηκε από την απελπισία, αδιαφορώντας εντελώς για το καλό των άλλων. PG 187.3
“Και τώρα, Κύριε, λάβε, δέομαι Σου, την ψυχήν μου αττ’εμού, διότι είναι κάλλιον εις εμέ να αποθάνω παρά να ζω. Και είπε Κύριος, Είναι καλόν να αγανακτής; Και εξήλθεν ο Ιωνάς από της πόλεως, και εκάθησε κατά το ανατολικόν μέρος της πόλεως, και εκεί έκαμεν εις εαυτόν καλύβην, και εκάθητο υποκάτω αυτής εν τη σκιά, εωσού ίδη τί έμελλε να γείνη εις την πόλιν. Και διέταξε Κύριος ο Θεός κολοκύνθην, και έκαμε να αναβή επάνωθεν του Ιωνά, διά να ήναι σκιά υπεράνω της κεφαλής αυτού, διά να ανακούφιση αυτόν από της θλίψεως αυτού. Και εχάρη ο Ιωνάς δια την κολοκύνθην χαράν μεγάλην.” (Ιωνάς 4:3-6). PG 188.1
Τότε ο Θεός έδωσε στον Ιωνά ένα μάθημα με μια παραβολή: “Και διέταξεν ο Θεός σκώληκα, ότε εχάραξεν η αυγή την επαύριον, και επάταξε την κολοκύνθην, και εξηράνθη. Και καθώς ανέτειλεν ο ήλιος, διέταξεν ο Θεός άνεμον ανατολικόν καυστικόν. Και προσέβαλεν ο ήλιος επί την κεφαλήν του Ιωνά, ώστε ωλιγοψύχησε. Και εζήτησεν εν τη ψυχή αυτού να αποθάνη, και είπεν, Είναι κάλλιον εις εμέ να αποθάνω παρά να ζω. PG 188.2
Και είπεν ο Θεός προς τον Ιωνά, Είναι καλόν να αγανακτής διά την κολοκύνθην; PG 188.3
Και είπε, Καλόν είναι να αγανακτώ έως θανάτου. PG 188.4
Και είπε Κύριος, Συ ελυπήθης υπέρ της κολοκύνθης, διά την οποίαν δεν εκοπίασας, αλλ’ουδέ έκαμες αυτήν να αυξήση, ήτις εγεννήθη εν μια νυκτί, και εν μια νυκτί εχάθη. Και Εγώ δεν έπρεπε να λυπηθώ υπέρ της Νινευή, της πόλεως της μεγάλης, εν η υπάρχουσι πλειότεροι των δώδεκα μυριάδων ανθρώπων, οίτινες δεν διακρίνουσι την δεξιάν αυτών από της αριστερός αυ-τών, και κτήνη πολλά;” (Ιωνάς 4:7-11). PG 188.5
Συγκεχυμένος, ταπεινωμένος και ανίκανος να καταλάβει το σκοπό του Θεού στο να σώσει τη Νινευή, ο Ιωνάς είχε μολαταύτα εκπληρώσει την εντολή που του είχε ανατεθεί να προειδοποιήσει τη μεγάλη εκείνη πόλη. Και παρόλο ότι το προρρηθέν εκείνο γεγονός δε συνέβη, το προειδοποιητικό όμως μήνυμα προερχόταν από το Θεό. Και εκπλήρωσε το σκοπό που ο Θεός τού προόριζε να εκπληρώσει. PG 188.6
Η δόξα της χάρης του φανερώθηκε ανάμεσα στους ειδωλολάτρες. Εκείνοι που για πολύ καιρό είχαν καθίσει “εν σκότει θανάτου”, είχαν δεθεί “εν θλίψει και σιδήρω”, “εβόησαν προς τον Κύριον εν τη θλίψει αυτών και έσωσεν αυτούς από των αναγκών αυτών. Και εξήγαγεν αυτούς εκ του σκότους και εκ της σκιάς του θα-νάτου, και τα δεσμά αυτών συνέτριψεν”. “Αποστέλλει τον λόγον Αυτού και ιατρεύει αυτούς, και ελευθερώνει από της φθοράς αυτών.” (Ψαλμ. 107:10,13,14,20). PG 188.7
Κατά την επίγεια διακονία Του ο Χριστός αναφέρθηκε στο καλό που προέκυψε από του Ιωνά το κήρυγμα στη Νινευή, και σύγκρινε τους κατοίκους του ειδωλολατρικού εκείνου κέντρου με τον αυτοαποκαλούμενο λαό του Θεού των ημερών Του. Δήλωσε: PG 189.1
“Άνδρες Νινευίται θέλουσιν αναστηθή εν τη κρίσει μετά της γενεάς ταύτης, και θέλουσι κατακρίνει αυτήν, διότι μετενόησαν εις το κήρυγμα του Ιωνά. Και ιδού, πλειότερον του Ιωνά είναι εδώ.” (Ματθ. 12:40,41). PG 189.2
Σε ένα πολυάσχολο κόσμο, γεμάτο από το θόρυβο του εμπορίου και τους διαπληκτισμούς των συναλλαγών, όπου οι άνθρωποι αγωνίζονταν να συγκεντρώσουν όσα περισσότερα μπορούσαν για τον εαυτό τους, είχε παρουσιασθεί ο Χριστός. Και πάνω από την οχλοβοή ακούσθηκε σαν σάλπιγγα του Θεού η φωνή Του: PG 189.3
“Τί θέλει ωφελήσει τον άνθρωπον, εάν κερδήση τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; Ή τί θέλει δώσει ο άνθρωπος εις ανταλλαγήν της ψυχής αυτού;” (Μάρκ. 8:36,37). PG 189.4
Όπως το κήρυγμα του Ιωνά ήταν σημείο στους Νινευίτες, έτσι ήταν το κήρυγμα του Χριστού σημείο στη γενεά Του. Αλλά τι αντίθεση στην αποδοχή του λόγου! Παρά την αδιαφορία και τους χλευασμούς ο Σωτήρας εξακολουθούσε να εργάζεται μέχρι που ολοκλήρωσε την αποστολή Του. Το μάθημα είναι για τους σύγχρονους απεσταλμένους του Θεού, όταν οι πόλεις των εθνών έχουν την ίδια πραγματική ανάγκη να γνωρίσουν τις χαρακτηριστικές ιδιότητες και τις προθέσεις του αληθινού Θεού όπως οι Νινευίτες του παλιού καιρού. Οι πρεσβευτές του Χριστού πρέπει να υποδείξουν στους ανθρώπους ένα κόσμο ανώτερο που έχει εξαφανισθεί. PG 189.5
Σύμφωνα με τη διδαχή των Αγίων Γραφών, η μόνη πόλη στην οποία πρέπει να προσβλέπουμε, είναι η πόλη της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός. Με τα μάτια της πίστης ο άνθρωπος μπορεί να διακρίνει τα πρόθυρα του ουρανού να λαμποκοπούν με τη δόξα του Θεού. Με τους υπηρετούντες δούλους Του ο Κύριος Ιησούς καλεί τους ανθρώπους να αγωνισθούν για να αποκτήσουν με καθαγιασμένη φιλοδοξία την αιώνια κληρονομιά. Τους παροτρύνει να συγκεντρώσουν θησαυρό πλάι στο θρόνο του Θεού. PG 189.6
Σίγουρα και σύντομα μια παγκόσμια σχεδόν ενοχή θα βαρύνει τους κατοίκους των πόλεων εξαιτίας της σταθερής αύξησης της παρανομίας. Η επικρατούσα διαφθορά είναι αδύνατο να περιγράφει από την ανθρώπινη πένα. Η κάθε ημέρα παρουσιάζει καινούριες αποκαλύψεις προστριβών, δωροδοκιών και εξαπατήσεων. Η κάθε ημέρα δημιουργεί το αποκαρδιωτικό ρεκόρ της βίας, της ανομίας, της αδιαφορίας για την ανθρώπινη συμφορά, της βάρβαρης και δαιμονικής καταστροφής της ανθρώπινης ζωής. Η κάθε ημέρα μαρτυρεί την αύξηση των διανοητικών διαταραχών, των εγκλημάτων και αυτοκτονιών. PG 189.7
Από γενεά σε γενεά ο Σατανάς προσπάθησε να κρατήσει τους ανθρώπους στην άγνοια για τα καλοπροαίρετα σχέδια του Κυρίου. Επιχείρησε να απομακρύνει από τα μάτια τους τα σημαντικά χαρακτηριστικά του νόμου του Θεού - τις αρχές της δικαιοσύνης, της ευσπλαχνίας και της αγάπης που συνεπάγεται ο νόμος. PG 190.1
Οι άνθρωποι καυχώνται για τη θαυμαστή πρόοδο του διαφωτιστικού αιώνα στον οποίο ζούμε. Ο Θεός όμως βλέπει τη γη γεμάτη από βία και παρανομία. Οι άνθρωποι διακηρύττουν ότι ο νόμος του Θεού καταργήθηκε και ότι η Γραφή δεν είναι αξιόπιστη. Το αποτέλεσμα είναι ένα κύμα κακού να σαρώνει ολόκληρο τον κόσμο, παρόμοιο του οποίου δεν παρουσιάσθηκε από τον καιρό του Νώε και του αποστάτη λαού του Ισραήλ. Η ευγένεια της ψυχής, η καλοσύνη, η ευλάβεια εξοστρακίζονται για τον ένοχο πόθο πραγμάτων απαγορευμένων. Ο μαύρος πίνακας των εγκλημάτων που διαπράττονται χάρη του κέρδους, είναι ικανός να κάνει το αίμα να παγώσει στις φλέβες και να γεμίσει με φρίκη την ψυχή. PG 190.2
Ο Θεός μας είναι Θεός ευσπλαχνικός. Στους παραβάτες του νόμου Του φέρεται με μακροθυμία και με στοργική σπλαχνικότατα. Αλλά στις ημέρες μας, όταν οι άνδρες και οι γυναίκες έχουν τόσες πολλές ευκαιρίες να εξοικειωθούν με το θεϊκό νόμο, όπως αυτός αποκαλύπτεται από το Άγιο Πνεύμα, ο μεγάλος Κυβερνήτης του σύμπαντος δεν μπορεί να παρατηρεί αδιάφορος την ασέβεια των πόλεων όπου κυριαρχεί η βία και το έγκλημα. Το τέλος της ανεκτικότητας του Θεού για εκείνους που εξακολουθούν να παραμένουν στην ανυπακοή, είναι τώρα πια πολύ κοντά. PG 190.3
Πρέπει να απορούν οι άνθρωποι για τη σύντομη και απρόσμενη αλλαγή της συμπεριφοράς του Ύπατου Άρχοντα έναντι των κατοίκων του αμαρτωλού κόσμου; Πρέπει να απορούν όταν η τιμωρία ακολουθεί την παράβαση και την αυξανόμενη εγκληματικότητα; Πρέπει να απορούν ότι ο Θεός φέρνει την καταστροφή και το θάνατο σε εκείνους των οποίων τα παράνομα κέρδη έχουν αποκτηθεί με το δόλο και την εξαπάτηση; Παρά το γεγονός ότι έλαμψε περίσσιο φως ως προς τις απαιτήσεις του Θεού στο δρόμο τους, πολλοί αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν την κυριότητα του Θεού και προτίμησαν να παραμείνουν κάτω από το μαύρο λάβαρο του επινοητή της κάθε ανταρσίας εναντίον της διακυβέρνησης του ουρανού. PG 190.4
Η ανεκτικότητα του Θεού υπήρξε πολύ μεγάλη, τόσο μεγάλη που όταν αναλογιζόμαστε την αδιάκοπη προσβολή των αγίων εντολών Του, εκπλησσόμαστε. Ο παντοδύναμος Θεός έχει επιβάλλει στο δικό Του νομοθετικό έμβλημα δύναμη περιορισμού. Δίχως άλλο όμως θα εγερθεί για να τιμωρήσει τους ασεβείς που με τέτοια θρασύτητα περιφρονούν τις δίκαιες απαιτήσεις του Δεκαλόγου. PG 191.1
Ο Θεός χορηγεί στους ανθρώπους μια δοκιμαστική περίοδο. Είναι όμως ένα σημείο πέρα από το οποίο η θεϊκή υπομονή εξαντλείται και οι τιμωρίες του Θεού θα επιβληθούν στα σίγουρα. Ο Κύριος μακροθυμεί με τους ανθρώπους και με τις πόλεις, αποστέλλοντας ευσπλαχνικές προειδοποιήσεις για να τους σώσει από τη θεϊκή οργή. Αλλά θα έρθει καιρός όταν οι παρακλήσεις για ευσπλαχνία δε θα εισακούονται και το αντάρτικο στοιχείο θα συνεχίσει να απορρίπτει το φως της αλήθειας. Έτσι, θα εξαλειφθεί προς όφελος δικό τους καθώς και εκείνων που διαφορετικά θα επηρεάζονταν από το παράδειγμά τους. PG 191.2
Πλησιάζει ο καιρός όπου θα παρατηρηθεί τέτοια θλίψη στον κόσμο που κανένα ανθρώπινο βάλσαμο δε θα είναι ικανό να γιατρέψει. Το Πνεύμα του Θεού αποσύρεται. Θεομηνίες στη θάλασσα και στη στεριά ακολουθούν η μια την άλλη σε γοργή αλληλοδιαδοχή. Πόσο συχνά ακούμε για σεισμούς και ανεμοστρόβιλους, για πυρκαγιές και για πλημμύρες με τεράστιες απώλειες σε έμψυχο και άψυχο υλικό! PG 191.3
Οι συμφορές αυτές παρουσιάζονται σαν ιδιότροπα ξεσπάσματα από αδιοργάνωτες, ατίθασες, φυσικές δυνάμεις που δεν μπορούν με κανένα τρόπο να υποβληθούν στον ανθρώπινο έλεγχο. Όμως μέσα σε όλες αυτές τις συμφορές ο σκοπός του Θεού είναι ευανάγνωστος. Συμπεριλαμβάνονται στα μέσα που Αυτός μετέρχεται, επιδιώκοντας να αφυπνίσει άνδρες και γυναίκες για να δουν τον κίνδυνο που διατρέχουν. PG 191.4
Οι απεσταλμένοι του Θεού στις μεγάλες πόλεις δεν πρέπει να αποθαρρύνονται από την ασέβεια, την αδικία και τη διαφθορά που είναι αναγκασμένοι να αντιμετωπίζουν ενώ προσπαθούν να διακηρύξουν τις αγαθές αγγελίες της σωτηρίας. Ο Κύριος θα εμψύχωνε κάθε τέτοιον εργάτη με το ίδιο μήνυμα που απεύθυνε στον Παύλο όταν ήταν στην ασεβή Κόρινθο: “Μη φοβού, αλλά ομίλει και μη σιωπήσης, διότι Εγώ είμαι μετά σου και ουδείς θέλει επιβάλει την χείρα επί σε διά να σε κακοποιήση, διότι έχω λαόν πολύν εν τη πόλει ταύτη.” (Πράξ. 18:9,10). PG 191.5
Αυτοί που ασχολούνται με το ψυχοσωτήριο έργο, ας θυμούνται ότι αν και υπάρχουν πολλοί που δε θα δώσουν προσοχή στις παροτρύνσεις του λόγου του Θεού. Ωστόσο, ολόκληρος ο κόσμος δε θα αποστραφεί το φως και την αλήθεια, ούτε τις επικλήσεις ενός υπομονητικού και ανεκτικού Σωτήρα. Σε κάθε πόλη, όπου μπορεί να βρίθει η βία και το έγκλημα, υπάρχουν πολλοί οι οποίοι, με την κατάλληλη διδασκαλία, μπορούν να γίνουν οπαδοί του Ιησού. Με αυτόν τον τρόπο χιλιάδες μπορούν να επηρεασθούν από τη σώζουσα αλήθεια και να οδηγηθούν να δεχθούν το Χριστό ως προσωπικό τους Σωτήρα. PG 191.6
Το άγγελμα του Θεού για τους σημερινούς κατοίκους της γης είναι: “Γίνεσθε έτοιμοι, διότι καθ’ήν ώραν δεν στοχάζεσθε, έρχεται ο υιός του ανθρώπου.” (Ματθ. 24:44). Οι επικρατούσες κοινωνικές συνθήκες, ιδίως των μεγαλουπόλεων των διαφόρων εθνών, διατυμπανίζουν καθαρά σαν τη βροντή ότι έφθασε η ώρα της κρίσης του Θεού και ότι το τέλος κάθε επίγειου πράγματος πλησίασε. PG 192.1
Βρισκόμαστε στο κατώφλι της κρίσης των αιώνων. Με σύντομη αλληλοδιαδοχή εκτυλίσσονται οι τιμωρίες του Θεού - πυρκαγιές, πλημμύρες και σεισμοί παράλληλα με πολέμους και αιματοχυσίες. Στον καιρό αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσουν τα μεγάλα και αποφασιστικά γεγονότα. Επειδή ο άγγελος της ευσπλαχνίας δεν μπορεί επί πολύ ακόμη να προφυλάξει τους αμετανόητους. “Ιδού, ο Κύριος εξέρχεται από του τόπου Αυτού διά να παιδεύση τους κατοίκους της γης ένεκεν της ανομίας αυτών. Η δε γη θέλει ανακαλύψει τα αίματα αυτής, και δεν θέλει σκεπάσει πλέον τους πεφονευμένους αυτής.” (Ησ. 26: 21). PG 192.2
Η καταιγίδα της οργής του Θεού συγκεντρώνεται. Θα επιζήσουν εκείνοι μόνο που θα ανταποκριθούν στις κλήσεις της ευσπλαχνίας, όπως οι κάτοικοι της Νινευή στο κήρυγμα του Ιωνά, και θα καθαγιασθούν χάρη στην υπακοή τους στους νόμους του θεϊκού Κυβερνήτη. Μόνο οι δίκαιοι θα κρυφθούν “εν τω Χριστώ εις τον Θεόν” μέχρι να περάσει η καταστροφή. Ας είναι αυτά τα λόγια της ψυχής: PG 192.3
Καταφύγιο εγώ δεν έχω άλλο
Από Σένα, Προπύργιό μου το μεγάλο.
Ταλαίπωρη μου την ψυχή
Μη την αφήσεις μοναχή.
Κρύψε με, Σωτήρα, κρύψε με,
Γερά στην αγκαλιά Σου σφίξε με,
Μέχρι που της ζωής η θύελλα περάσει
Κι ελεύθερη η ψυχή στον ουρανό να φθάσει.
PG 192.4