Η Ζωη του Χριστού
ΚΕΦΆΛΑΙΟ 22—Η ΦΥΛΑΚΙΣΗ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ
Το κεφάλαιο αυτό βασίζεται στο Ματθ. 11:1-11,
14:1-11, Μάρκ. 6:17-28, Λουκ. 7:19-28.
ΖΧ 185.1
Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν ο πρώτος που κήρυξε τη βασιλεία του Χριστού και ήταν ο πρώτος που μαρτύρησε για αυτή. Από τον καθαρό αέρα της ερήμου και τα αμέτρητα πλήθη που κρέμονταν από τα χείλη του, βρέθηκε κλεισμένος μέσα στους τέσσερες τοίχους ενός σκοτεινού κελιού. Είχε φυλακισθεί στο Φρούριο του Ηρώδη Αντύπα. Στην περιοχή ανατολικά του Ιορδάνη, η οποία ανήκε στη δικαιοδοσία του Αντύπα, ο Ιωάννης είχε περάσει το μεγαλύτερο διάστημα της διακονίας του. Ο ίδιος ο Ηρώδης είχε ακούσει το κήρυγμα του Βαπτιστή. Ο ακόλαστος βασιλιάς έτρεμε στην έκκληση του Ιωάννη για μετάνοια. «Ο Ηρώδης εφοβείτο τον Ιωάννην, γνωρίζων αυτόν άνδρα δίκαιον και άγιον, και διεφύλαττεν αυτόν και έκαμνε πολλά, ακούων αυτού, και ευχαρίστως ήκουεν αυτού.» Ο Ιωάννης κρατώντας ειλικρινή στάση απέναντι του, κατήγγειλε τον παράνομο δεσμό του με την Ηρωδιάδα, τη γυναίκα του αδελφού του. Για ένα διάστημα ο Ηρώδης κατέβαλε κάποια αμυδρή προσπάθεια για να απαλλαχθεί από τα σφιχτά δεσμά της λαγνείας. Η Ηρωδιάδα όμως τον τύλιξε ακόμη πιο έντεχνα στην πλεκτάνη της και εκδικήθηκε το Βαπτιστή, παρακινώντας τον Ηρώδη να τον ρίξει στη φυλακή. ΖΧ 185.2
Η ζωή του Ιωάννη ήταν γεμάτη δράση και ενεργητικότητα. Το σκοτάδι και η απραγία της φυλακής τον έκαναν να ασφυκτιά. Καθώς περνούσαν οι εβδομάδες, χωρίς να φέρνουν καμιά μεταβολή, άρχισε να κυριεύεται από την απελπισία και την αμφιβολία. Οι μαθητές του δεν τον εγκατέλειψαν. Είχαν την άδεια να πηγαίνουν στη φυλακή, του έφερναν νέα για το έργο του Ιησού και του έλεγαν πως οι άνθρωποι συνέρρεαν γύρω Του. Αναρωτιόντουσαν όμως γιατί, αν αυτός ο νέος δάσκαλος ήταν ο Μεσσίας, δεν έκανε τίποτε για την απελευθέρωση του Ιωάννη. Πως μπορούσε να επιτρέπει στον πιστό Του κήρυκα να στερηθεί την ελευθερία του, ίσως ακόμη και τη ζωή του; ΖΧ 185.3
Αυτές οι απορίες δεν έμειναν χωρίς αποτέλεσμα. Αμφιβολίες που διαφορετικά δεν θα είχαν δημιουργηθεί ποτέ, γεννήθηκαν τώρα στον Ιωάννη. Ο Σατανάς χαίρονταν να ακούει τα λόγια των μαθητών αυτών και να βλέπει πόσο πλήγωναν την ψυχή του αγγελιοφόρου του Κυρίου. Ώ, πόσο συχνά εκείνοι που θεωρούνται φίλοι ενός καλού ανθρώπου και είναι πρόθυμοι να του δείξουν την πίστη τους, αποδεικνύονται οι πιο επικίνδυνοι εχθροί! Πόσο συχνά αντί να ενισχύσουν την πίστη του, τα λόγια τους τον λυπούν και τον αποθαρρύνουν! ΖΧ 186.1
Όπως οι μαθητές του Σωτήρα, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής δεν είχε ούτε και αυτός κατανοήσει τη φύση της βασιλείας του Χριστού. Περίμενε ο Ιησούς να καταλάβει το θρόνο του Δαβίδ. Καθώς περνούσε ο καιρός και ο Σωτήρας δεν διεκδικούσε κανένα δικαίωμα βασιλικής εξουσίας, ο Ιωάννης περιήλθε σε αμηχανία και σε ανησυχία. Είχε αναγγείλει στο λαό ότι έπρεπε να εκπληρωθεί η προφητεία του Ησαΐα για να ετοιμαστεί η οδός του Κυρίου. Τα βουνά και οι λόφοι έπρεπε να ισοπεδωθούν, τα κακώς έχοντα να διορθωθούν και τα ανώμαλα σημεία να εξομαλυνθούν. Ο Ιωάννης περίμενε να δει τηνυπέρμετρη έπαρση της ανθρώπινης υπερηφάνειας και δύναμης να γκρεμίζεται. Είχε αναγγείλει ότι ο Μεσσίας κρατούσε την αξίνα στο χέρι Του, ότι Αυτός θα καθάριζε εντελώς το έδαφος, ότι θα συγκέντρωνε το σιτάρι στις αποθήκες Του και θα έκαιγε το άχυρο με μια άσβεστη φωτιά. Όπως ο προφήτης Ηλίας, με το πνεύμα και τη δύναμη του οποίου είχε έρθει ο Ιωάννης στον λαό του Ισραήλ, προσδοκούσε και αυτός ότι ο Κύριος θα αποκαλύπτονταν σαν Θεός που ανταποκρίνεται με φωτιά. ΖΧ 186.2
Στην αποστολή του ο Βαπτιστής στάθηκε ατρόμητος κατήγορος της παρανομίας, το ίδιο για τα ανώτερα όπως και για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Τόλμησε να αντιμετωπίσει το βασιλιά Ηρώδη, ελέγχοντάς τον φανερά για τις αμαρτίες του. Δεν θεώρησε τη ζωή του πολύτιμη προκειμένου να διεκπεραιώσει το έργο που του είχε ανατεθεί. Τώρα, από τη σκοτεινή φυλακή του, περίμενε το Λέοντα της φυλής του Ιούδα να συντρίψει την υπερηφάνεια της καταπίεσης και να ελευθερώσει τους φτωχούς και αυτόν τον ίδιο που θρηνούσε. Ο Ιησούς όμως φαίνονταν να αρκείται στο να συγκεντρώνει μαθητές γύρω Του και να θεραπεύει και να διδάσκει τα πλήθη. Έτρωγε στα τραπέζια των τελωνών, ενώ καθημερινά ο ρωμαϊκός ζυγός πίεζε περισσότερο το λαό του Ισραήλ. ενώΟ Ηρώδης και η φαύλη ερωμένη του έκαναν ότι ήθελαν, ενώ οι κραυγές των φτωχών και των πονεμένων έφθαναν ψηλά μέχρι τον Ουρανό. ΖΧ 186.3
Στον προφήτη της ερήμου όλα αυτά φαίνονταν ένα ακατανόητο μυστήριο. Ώρες-ώρες οι ψίθυροι των δαιμόνων βασάνιζαν το πνεύμα του και τότε η σκιά ενός τρομερού φόβου τον καθήλωνε. ΖΧ 187.1
Ήταν δυνατόν ο επί τόσα χρόνια αναμενόμενος Λυτρωτής να μη είχε παρουσιαστεί ακόμη; Τότε, τι σήμαινε το μήνυμα που ο ίδιος είχε παρακινηθεί να μεταδώσει; Ο Ιωάννης ένοιωθε πικρά απογοητευμένος με το αποτέλεσμα της αποστολής του. Περίμενε ότι το μήνυμα του Θεού θα είχε τα ίδια αποτελέσματα όπως είχε η επεξήγηση του νόμου την εποχή του Ιωσία και του Έσδρα (ιδέ Β’ Χρον. 34 και Νεεμ. 8 και 9) και ότι θα επακολουθούσε ένα ριζικό έργο μετάνοιας και επιστροφής στον Κύριο. Για την επιτυχία της αποστολής του είχε θυσιάσει όλη του τη ζωή. Πήγαν όλα μάταια; ΖΧ 187.2
Ανησυχούσε όταν έβλεπε ότι οι μαθητές του από αγάπη για αυτόν, εκδήλωναν απιστία στον Ιησού. Το έργο του για αυτούς θα απέβαινε άκαρπο; Μήπως δεν είχε φανεί πιστός στην αποστολή του και για αυτό τώρα αποκόπηκε από το έργο του αυτό; Αν ο υποσχόμενος Λυτρωτής είχε πράγματι παρουσιαστεί και ο Ιωάννης είχε βρεθεί πιστός στην εκτέλεση της αποστολής του, δεν θα έπρεπε τώρα ο Ιησούς να ανατρέψει τη δύναμη του καταδυνάστη και να ελευθερώσει τον κήρυκά Του; ΖΧ 187.3
ΑλλάΟ Βαπτιστής δεν έχασε την πίστη του στο Χριστό. Θυμόταν τη φωνή που ήρθε από τον Ουρανό, την παρουσία του περιστεριού, την άσπιλη αγνότητα του Ιησού, τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος που ένοιωσε ο Ιωάννης όταν βρέθηκε στην παρουσία του Σωτήρα, τη μαρτυρία των προφητικών κειμένων. Όλα αυτά μαρτυρούσαν ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος ήταν πράγματι ο από καιρό Αναμενόμενος. ΖΧ 187.4
Ο Ιωάννης δεν ήθελε να σχολιάσει τις αμφιβολίες και τις ανησυχίες του με τους συντρόφους του. Αποφάσισε να στείλει ένα μήνυμα απευθύνοντας τις ερωτήσεις του κατευθείαν στον Ιησού. Αυτό το ανέθεσε σε δύο μαθητές του, ελπίζοντας ότι μία συνέντευξη με το Σωτήρα θα ενίσχυε την πίστη τους και θα έφερνε τη διαβεβαίωση στους αδελφούς τους. Λαχταρούσε επίσης να ακούσει μερικά λόγια από τον Ιησού απευθυνόμενα κατευθείαν σε αυτόν. ΖΧ 187.5
Οι μαθητές ήρθαν στον Ιησού με το μήνυμα: «Σύ είσαι ο ερχόμενος ή άλλον προσδοκώμεν;» ΖΧ 187.6
Ελάχιστο μόλις χρόνο πριν, ο Βαπτιστής είχε με το δάχτυλό του δείξει τον Ιησού λέγοντας: «Ιδού ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου.» «Αυτός είναι ο οπίσω μου ερχόμενος όστις είναι ανώτερος μου.» (Ιωάν. 1:29, 27.) Και τώρα η ερώτηση «Σύ είσαι ο ερχόμενος ή άλλον προσδοκώμεν;» Πικρή και αποθαρρυντική εμπειρία για την ανθρώπινη φύση. Αν ο Ιωάννης, ο πιστός πρόδρομος, δεν ήταν σε θέση να διακρίνει την αποστολή του Χριστού, τι μπορούσε κανείς να περιμένει από τα εγωιστικά πλήθη; ΖΧ 188.1
Ο Σωτήρας δεν απάντησε αμέσως στο ερώτημα των μαθητών. Καθώς περίμεναν εκεί απορώντας για τη σιωπή Του, άρρωστοι και βασανισμένοι έρχονταν ζητώντας θεραπεία από το Χριστό. Τυφλοί πλησίαζαν ψηλαφώντας ανάμεσα στα πλήθη. Ασθενείς κάθε κατηγορίας, άλλοι καταβάλλοντας οι ίδιοι προσπάθειες, άλλοι φερμένοι από φίλους, προσπαθούσαν για να φθάσουν στην παρουσία του Ιησού. Η φωνή του μεγάλου Γιατρού διαπερνούσε τα αυτιά των κωφών. Μια λέξη, ένα άγγιγμα του χεριού Του, άνοιγε τα μάτια των τυφλών για να δουν το φώς της ημέρας, τις σκηνές της φύσης, τα φιλικά τους πρόσωπα και το πρόσωπο του Λυτρωτή. Ο Ιησούς επιτιμούσε την ασθένεια και έδιωχνε τον πυρετό. Η φωνή Του έφθανε στα αυτιά των ετοιμοθάνατων που ορθώνονταν στα πόδια τους γεμάτοι υγεία και δύναμη. Παράλυτοι δαιμονιζόμενοι υπάκουαν στη φωνή Του, η παραφροσύνη τους εγκατέλειπε και Τον προσκυνούσαν. Ενώ θεράπευε τις ασθένειές τους. ταυτόχρονα δίδασκε το λαό. Οι φτωχοί χωρικοί και οι εργάτες, τους οποίους οι ραβίνοι απέφευγαν σαν ακάθαρτους, στριμώχνονταν γύρω Του και Εκείνος τους μιλούσε για την αιώνια ζωή. ΖΧ 188.2
Έτσι πέρασε η μέρα, ενώ οι μαθητές του Ιωάννη έβλεπαν και άκουγαν όλα αυτά. Τέλος ο Ιησούς τους κάλεσε κοντά Του και τους ζήτησε να πάνε και να πουν στον Ιωάννη αυτά που είδαν και άκουσαν, προσθέτοντας: «Μακάριος είναι όστις δεν σκανδαλισθή εν Εμοί.» (Λουκ. 7:23.) Η απόδειξη της θεότητάς Του ήταν φανερή καθώς ανταποκρίνονταν στις ανάγκες της πονεμένης ανθρωπότητας. Η δόξα Του φανερώνονταν με την αποδοχή που έδειξε προκειμένου να βρεθεί στο ταπεινό μας επίπεδο. ΖΧ 188.3
Οι μαθητές έφεραν πίσω το μήνυμα και αυτό ήταν αρκετό. Ο Ιωάννης θυμήθηκε την προφητεία που αφορούσε το Μεσσία: «Ο Κύριος Με έχρισε δια να ευαγγελίζωμαι εις τους πτωχούς Με απέστειλε δια να ιατρεύσω τους συντετριμμένους την καρδίαν, να κηρύξω ελευθερίαν εις τους αιχμαλώτους, και άνοιξιν δεσμωτηρίου εις τους δέσμιους δια να κηρύξω ενιαυτόν ευπρόσδεκτον του Κυρίου.» (Ησ. 61:1, 2.) Τα έργα του Χριστού όχι μόνο διαβεβαίωναν ότι Εκείνος ήταν ο Μεσσίας, αλλά έδειχναν και με ποιό τρόπο θα ιδρύονταν η βασιλεία Του. Στον Ιωάννη αποκαλύφθηκε η ίδια αλήθεια που είχε αποκαλυφθεί και στον Ηλία στην έρημο, όταν «άνεμος μέγας και δυνατός έσχιζε τα όρη, και συνέθλιβε τους βράχους έμπροσθεν του Κυρίου ο Κύριος δεν ήτο εν τω ανέμω και μετά τον άνεμον σεισμός ο Κύριος δεν ήτο εν τω σεισμώ. Και μετά τον σεισμόν πύρ ο Κύριος δεν ήτο εν τω πυρί.» Μετά τη φωτιά ο Θεός μίλησε στον προφήτη με τον ήχο λεπτού ανέμου. (Α', Βασ. 19:11-12.) Έτσι και ο Ιησούς έπρεπε να κάνει το έργο Του, όχι με την ιαχή των όπλων και την ανατροπή θρόνων και βασιλειών, αλλά μιλώντας στις καρδιές των ανθρώπων με μια ζωή ελέους και αυτοθυσίας. ΖΧ 188.4
Η αρχή της αυταπάρνησης που εφάρμοζε στη ζωή του ο Βαπτιστής ήταν και η αρχή της βασιλείας του Μεσσία. Ο Ιωάννης γνώριζε καλά πόσο ξένα ήταν όλα αυτά στις αρχές και στις ελπίδες των αρχηγών του Ισραήλ. Εκείνο που γι’ αυτόν αποτελούσε πειστική απόδειξη για τη θεότητα του Χριστού, για αυτούς δεν ήταν απόδειξη. Περίμεναν ένα Μεσσία για τον οποίο δεν είχε γίνει καμιά υπόσχεση. Ο Ιωάννης είδε ότι η αποστολή του Μεσσία μόνο το μίσος και την κατάκρισή τους προκαλούσε. Ο πρόδρομος, έπινε απλώς το ποτήρι το οποίο ο Χριστός έπρεπε να πιει μέχρι την τελευταία του σταγόνα. ΖΧ 189.1
Τα λόγια του Σωτήρα «μακάριος όστις δεν σκανδαλισθή εν Εμοί,» ήταν μιά διακριτική επίπληξη για τον Ιωάννη αλλά δεν πήγε χαμένη. Καταλαβαίνοντας τώρα καλύτερα την αποστολή του Χριστού, παραχώρησε τον εαυτό του στο Θεό για ζωή ή για θάνατο, ανάλογα με το πως το έργο που αγαπούσε θα εξυπηρετούνταν καλύτερα. ΖΧ 189.2
Αφού έφυγαν οι απεσταλμένοι, ο Ιησούς μίλησε στους ανθρώπους για τον Ιωάννη. Η καρδιά του Σωτήρα γεμάτη συμπάθεια πονούσε για τον πιστό του μάρτυρα θαμμένο τώρα στη σκοτεινή φυλακή του Ηρώδη. Δεν θέλησε να αφήσει τα πλήθη να συμπεράνουν ότι ο Θεός είχε ξεχάσει τον Ιωάννη ή ότι η πίστη του εξέλειπε την ώρα της δοκιμασίας. «Τι εξήλθετε εις την έρημον να ίδητε;» είπε «Κάλαμον υπό ανέμου σαλευόμενον;» ΖΧ 189.3
Τα ψηλά καλάμια που φύτρωναν στις όχθες του Ιορδάνη, λυγίζοντας στην αύρα, αντιπροσώπευαν επιτυχημένα τους ραβίνους που οδηγήθηκαν σαν κριτές και δικαστές του έργου του Βαπτιστή. Έγερναν απ’ εδώ και από εκεί παρασυρόμενοι από τη φορά των ανέμων της κοινής γνώμης. Δεν καταδέχονταν να ταπεινωθούν για να λάβουν το ενδοσκοπικό μήνυμα του Ιωάννη, αλλά και επειδή φοβόταν το λαό δεν τολμούσαν να εμποδίσουν φανερά το έργο του. Ο αγγελιοφόρος όμως του Θεού δεν είχε τέτοιο άνανδρο πνεύμα. Τα πλήθη που συνέρρεαν γύρω από το Χριστό ήταν αυτόπτες μάρτυρες του έργου του Ιωάννη Είχαν ακούσει τον ατρόμητο έλεγχό του για την αμαρτία. Στους αυτοδικαιούμενους Φαρισαίους, στους θρησκευόμενους Σαδδουκαίους, στο βασιλιά Ηρώδη και στη βασιλική αυλή, στους άρχοντες και στρατιώτες, στους τελώνες και αγρότες, ο Ιωάννης μίλησε με την ίδια ειλικρίνεια. Αυτός δεν ήταν σαλευόμενο καλάμι που το λύγιζαν οι άνεμοι των ανθρωπίνων επαίνων ή προκαταλήψεων. Στη φυλακή έμεινε το ίδιο πιστός στο Θεό και στο ζήλο του για δικαιοσύνη, όπως και όταν έδινε το μήνυμα του Θεού στην έρημο. Η πιστότητά του στις αρχές του ήταν ασάλευτη σαν βράχος. ΖΧ 189.4
Ο Ιησούς συνέχισε: «Αλλά τι εξήλθετε να ίδητε; άνθρωπον ενδεδυμένον μαλακά ιμάτια; ιδού, οι λαμπρώς ενδεδυμένοι και τρυφώντες, ευρίσκονται εν τοις βασιλικοίς παλατίοις.» Ο Ιωάννης είχε κληθεί να ελέγξει τις αμαρτίες και τις καταχρήσεις της εποχής του. Η απλή ενδυμασία του και η αυταπάρνησή του συμφωνούσε με το χαρακτήρα της αποστολής του. Η πλούσια περιβολή και οι πολυτέλειες αυτής της ζωής δεν αρμόζουν στους υπηρέτες του Θεού, αλλά σε εκείνους που ζουν στα βασιλικά ανάκτορα, στους άρχοντες αυτού του κόσμου, στους οποίους ανήκουν η δύναμη και τα πλούτη. Ο Ιησούς επιθυμούσε να επισύρει την προσοχή των ακροατών στην αντίθεση ανάμεσα της ενδυμασίας του Ιωάννη και της ενδυμασίας των ιερέων και των αρχηγών του λαού. Αυτοί οι προύχοντες αρέσκονταν να περιφέρονται με πλούσιες και πανάκριβες φορεσιές. Αγαπούσαν την επίδειξη και ήλπιζαν να θαμπώσουν το λαό για να του επιβληθούν ακόμη περισσότερο. Κατέβαλαν μεγαλύτερες προσπάθειες για να αποκτήσουν το θαυμασμό των ανθρώπων παρά για να εξασφαλίσουν την αγνότητα της καρδιάς η οποία θα κέρδιζε την επιδοκιμασία του Θεού. Έτσι φανέρωναν ότι η αφοσίωσή τους δεν ήταν δοσμένη στο Θεό, αλλά στη βασιλεία αυτού του κόσμου. ΖΧ 190.1
«Αλλά,» είπε ο Ιησούς, «τι εξήλθετε να ίδητε; προφήτην; Ναι, σας λέγω, και περισσότερον προφήτου. Ούτος είναι περί του οποίου είναι γεγραμμένον: ΖΧ 190.2
«Ιδού Εγώ αποστέλλω τον άγγελόν Μου πρό προσώπου Σου, όστις θέλει κατασκευάσει την οδόν Σου έμπροσθέν Σου.» ΖΧ 190.3
«Διότι σας λέγω μεταξύ των γεννηθέντων εκ γυναικών ουδείς προφήτης είναι μεγαλύτερος Ιωάννου του Βαπτιστού.» Στην αγγελία που έφερε στο Ζαχαρία πριν από τη γέννηση του Ιωάννη, ο άγγελος είχε δηλώσει: «Διότι θέλει είσθαι μέγας ενώπιον του Κυρίου.» (Ιωάν. 1:15.) Τί είναι αυτό που θεωρεί μεγαλείο ο Ουρανός; Όχι εκείνο που ο κόσμος θεωρεί μεγαλείο. Δεν είναι τα πλούτη, ούτε η κοινωνική θέση, ούτε η αριστοκρατική καταγωγή, ούτε τα διανοητικά χαρίσματα καθαυτάπου λαμβάνουμε υπόψη. Αν το διανοητικό μεγαλείο, ανεξάρτητο από την εσωτερική αξία, αξίζει τους επαίνους μας, τότε θα έπρεπε να τιμήσουμε το Σατανά, με τη διανοητική δύναμη του οποίου κανείς άνθρωπος δεν μπορεί ποτέ να συγκριθεί. Όταν η χρήση του διαστρέφεται για εγωιστικούς σκοπούς, τότε όσο μεγαλύτερο είναι το δώρο, τόσο μεγαλύτερη κατάρα καταντά. Ο Θεός εκτιμά την ηθική αξία. Η αγάπη και η αγνότητα είναι οι ιδιότητες που εκτιμά ιδιαίτερα. Ο Ιωάννης θεωρείτο μεγάλος στα μάτια του Κυρίου διότι μπροστά στους απεσταλμένους του Συνεδρίου, μπροστά στο λαό και μπροστά στους ίδιους τους μαθητές του, απέφυγε να επιδιώξει τιμές για τον εαυτό του, αλλά κατεύθυνε όλους προςτον Αναμενόμενο Σωτήρα, τον Ιησού. Η ανιδιοτελής χαρά του στην υπηρεσία του Χριστού, αποκαλύπτει τον υψηλότερο βαθμό ευγενείας που έχει δείξει ποτέ άνθρωπος ΖΧ 191.1
Η μαρτυρία που δόθηκε για αυτόν μετά θάνατόν από τους αυτήκοους μάρτυρες της ομολογίας του Ιησού ήταν: «Ο Ιωάννης μεν ουδέν θαύμα έκαμε πάντα όμως όσα είπεν ο Ιωάννης περί Τούτου, ήσαν αληθινά.» (Ιωάν. 10:41.) Δεν είχε ανατεθεί στον Ιωάννη να κατεβάσει φωτιά από τον Ουρανό, ή να αναστήσει νεκρούς όπως ο Ηλίας, ή να χειριστεί τη ράβδο της δύναμης του Μωυσή στο όνομα του Θεού. Είχε σταλεί να κηρύξει την έλευση του Σωτήρα και να καλέσει το λαό να ετοιμαστεί για το γεγονός αυτό. Τόσο πιστά είχε εκπληρώσει την αποστολή του, ώστε καθώς ο λαός ξαναθυμόταν τι τους είχε διδάξει για τον Ιησού, μπορούσαν να πουν: «Πάντα όσα είπεν ο Ιωάννης περί Τούτου, ήσαν αληθινά.» Μια τέτοια μαρτυρία για το Χριστό καλείται να κάνει κάθε μαθητής του Κυρίου. ΖΧ 191.2
Σαν κήρυκας του Μεσσία, ο Ιωάννης ήταν «περισσότερον προφήτου.» Διότι ενώ οι προφήτες είχαν δει από μακριά την έλευση του Μεσσία, στον Ιωάννη δόθηκε το προνόμιο να Τον ατενίσει, να ακούσει τη μαρτυρία από τον Ουρανό σχετικά με την αποστολή Του ως Μεσσία και να Τον παρουσιάσει στον λαό του Ισραήλ σαν τον Απεσταλ μένο του Θεού. Όμως ο Ιησούς είπε: «Πλήν ο μικρότερος εν τη βασιλεία του ουρανού, είναι μεγαλύτερος αυτού.» ΖΧ 191.3
Ο προφήτης Ιωάννης ήταν ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των δύο οικονομιών. Σαν αντιπρόσωπος του Θεού έδειχνε τη σχέση του νόμου και των προφητών με τη χριστιανική οικονομία, ενώ ήταν το αμυδρότερο φώς που θα ακολουθούσε το λαμπρότερο. Ο νους του Ιωάννη φωτίστηκε από το Άγιο Πνεύμα για να σκορπίσει φώς επάνω στο λαό. Κανένα άλλο φώς δεν έλαμψε ποτέ και ούτε θα λάμψει τόσο καθαρά πάνω στον αμαρτωλό άνθρωπο όσο εκείνο που πήγαζε από τη διδασκαλία και το παράδειγμα του Ιησού. Ο Χριστός και η αποστολή Του είχαν κατανοηθεί αμυδρά,τυποποιημένα με τη σκιά των θυσιών. Ακόμη και ο Ιωάννης δεν είχε εντελώς καταλάβει τη μέλλουσα αθάνατη ζωή που εξασφαλίζεται μέσω του Σωτήρα. ΖΧ 192.1
Αν εξαιρέσει κανείς τη χαρά που ο Ιωάννης έβρισκε στην αποστολή του, η ζωή του κατά τα άλλα ήταν ζωή θλίψης. Σπάνια ακούγονταν η φωνή του όταν δεν ήταν στην έρημο. Ο κλήρος που του έλαχε ήταν η μοναξιά. Δεν πρόφτασε να δει τα αποτελέσματα του μόχθου του. Δεν είχε το προνόμιο να είναι με το Χριστό και να παρακολουθήσει την εκδήλωση της θεϊκής δύναμης συνεργαζόμενος με το μεγαλύτερο εκείνο φώς. Δεν είχε το προνόμιο να δει τους τυφλούς να ανακτούν την όρασή τους, τους ασθενείς να θεραπεύονται και τους νεκρούς να ανασταίνονται. Δεν είδε το φώς που έλαμπε μέσα από κάθε λόγο του Χριστού, περιβάλλοντας με δόξα τις υποσχέσεις των προφητειών. Ακόμη και ο τελευταίος τη τάξει μαθητής που είδε τα μεγάλα έργα του Ιησού και άκουσε τα λόγια Του, στο σημείο αυτό είναι περισσότερο προνομιούχος από τον Ιωάννη το Βαπτιστή, και για αυτό το λόγο ειπώθηκε ότι ήταν μεγαλύτερος από αυτόν. ΖΧ 192.2
Τα μεγάλα πλήθη που είχαν ακούσει το κήρυγμα του Ιωάννη διέδωσαν τη φήμη του σε ολόκληρη τη χώρα. Ένα βαθύτατο ενδιαφέρον δημιουργήθηκε σαν αποτέλεσμα της φυλάκισής του. Η άσπιλη όμως ζωή του και η βαθιά συμπάθεια του λαού για αυτόν, δημιούργησαν την πεποίθηση ότι δεν θα έπαιρναν βίαια μέτρα εναντίον του. ΖΧ 192.3
Ο Ηρώδης πίστευε ότι ο Ιωάννης ήταν προφήτης του Θεού και είχε κάθε πρόθεση να τον ελευθερώσει. Ανέβαλε όμως την πρόθεσή του γιατί φοβόταν την Ηρωδιάδα. ΖΧ 192.4
Η Ηρωδιάδα ήξερε ότι με άμεσα μέτρα δεν μπορούσε ποτέ να κερδίσει τη συγκατάθεση του Ηρώδη για το θάνατο του Ιωάννη και αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ένα τέχνασμα για να επιτύχει το σκοπό της. Στα γενέθλια του βασιλιά επρόκειτο να δοθεί μια δεξίωση για τους επισήμους του κράτους και τους τιτλούχους της αυλής. Προβλέπονταν γενναίο φαγοπότι με φυσικό επακόλουθο το μεθύσι. Ο Ηρώδης θα έχανε την αυτοκυριαρχία του και τότε θα μπορούσε να τον επηρεάσει όπως εκείνη ήθελε. ΖΧ 192.5
Όταν έφθασε η μεγάλη μέρα και ο βασιλιάς γιόρταζε και έπινε με τους αρχοντικούς του φίλους, η Ηρωδιάδα έστειλε την κόρη της στην αίθουσα της δεξίωσης για να χορέψει και να διασκεδάσει με το χορό της τους καλεσμένους. Η Σαλώμη ήταν στα πρώτα δροσερά της χρόνια και η ηδονική της ομορφιά αιχμαλώτισε τις αισθήσεις των υψηλών συμποσιαστών. Δεν ήταν έθιμο να παρουσιάζονται οι κυρίες της αυλής σ’ αυτές τις γιορτές. Ωστόσο, ήταν κολακευτική φιλοφρόνηση για το βασιλιά Ηρώδη ότι αυτή η θυγατέρα των ιερέων και των αρχόντων του Ισραήλ χόρεψε για να διασκεδάσει τους καλεσμένους του. ΖΧ 193.1
Ζαλισμένος από το κρασί, ο βασιλιάς αφέθηκε να παρασυρθεί από το πάθος και η λογική χάθηκε. Έβλεπε μόνο την αίθουσα της διασκέδασης με τους φιλήδονους καλεσμένους, το φορτωμένο τραπέζι, το ξανθό κρασί, τα λαμπερά φώτα και την κοπέλα που χόρευε μπροστά του. Σε μια στιγμή απερισκεψίας, θέλησε να κάνει μια επίδειξη που θα τον εξύψωνε στα μάτια των μεγάλων ανδρών της επικρατείας του. Με όρκο υποσχέθηκε να δώσει στη θυγατέρα της Ηρωδιάδας ότι του ζητήσει, μέχρι ακόμη και το μισό βασίλειό του. ΖΧ 193.2
Η Σαλώμη έτρεξε στη μητέρα της για να τη συμβουλευτεί τι να ζητήσει. Η απάντηση ήταν έτοιμη, το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή. Η Σαλώμη δεν ήξερε τη δίψα για εκδίκηση που φώλιαζε στην καρδιά της μητέρας της και οπισθοχώρησε στην ιδέα να υποβάλει μια τέτοια αίτηση. Η αποφασιστικότητα της Ηρωδιάδας υπερίσχυσε. Το κορίτσι γύρισε με την τρομερή απαίτηση: «Θέλω να μοι δώσης πάραυτα επί πίνακι την κεφαλήν Ιωάννου του Βαπτιστού.» (Μάρκ. 6:25.) ΖΧ 193.3
Ο Ηρώδης έμεινε εμβρόντητος και ταράχθηκε σφόδρα. Η ακόλαστη ευθυμία σταμάτησε και μια πένθιμη σιγή απλώθηκε στην αίθουσα της διασκέδασης. Ο Ηρώδης έφριξε στη σκέψη της εκτέλεσης του Ιωάννη. Είχε όμως υποσχεθεί με όρκο και δεν ήθελε να φανεί άστατος ή επίορκος. Ο όρκος είχε γίνει προς τιμή των καλεσμένων του και αν ένας από κείνους είχε πειμια λέξη εναντίον της εκπλήρωσης της υπόσχεσής του, ευχαρίστως ο Ηρώδης θα έσωζε τη ζωή του προφήτη. Τους έδωσε την ευκαιρία να αποφανθούν για τη μοίρα του φυλακισμένου. Οι ίδιοι είχαν έρθει από μακρινές αποστάσεις για να ακούσουν το κήρυγμα του Ιωάννη και ήξεραν ότι ήταν άψογος άνθρωπος και υπηρέτης του Θεού. Αν και θορυβήθηκαν από την αίτηση του κοριτσιού, είχαν αποχαυνωθεί όσο από το ποτό που δεν μπορούσαν να υποβάλλουν ένσταση. Καμιά φωνή δεν υψώθηκε για να σώσει τη ζωή του απεσταλμένου του Ουρανού. Αυτοί οι άνθρωποι κατείχαν υψηλές εμπιστευτικές θέσεις στο έθνος και έφεραν πολλές ευθύνες. Είχαν όμως παραδοθεί στο γλέντι και στην οινοποσία μέχρι που οι αισθήσεις τους είχαν ναρκωθεί. Τα κεφάλια τους γύριζαν με τη λικνιστική σκηνή της μουσικής και του χορού, ενώ η συνείδησή τους είχε αποκοιμηθεί. Με τη σιωπή τους πρόφεραν τη θανατική καταδίκη του προφήτη του Θεού, ικανοποιώντας την εκδίκηση μιας ακόλαστης γυναίκας. ΖΧ 193.4
Μάταια περίμενε ο Ηρώδης να τον απαλλάξουν από τον όρκο του. Απρόθυμος διέταξε τότε την εκτέλεση του προφήτη. Σε λίγο το κεφάλι του Ιωάννη φέρθηκε στο βασιλιά και στους καλεσμένους του. Σφραγίστηκαν πια για πάντα τα χείλη εκείνα που τόσο πιστά είχαν προειδοποιήσει τον Ηρώδη να εγκαταλείψει την αμαρτωλή ζωή του. Ποτέ πια δεν θα ακούονταν η φωνή εκείνη να καλεί τους ανθρώπους σε μετάνοια. Μια νύχτα οργίων στοίχισε τη ζωή ενός από τους μεγαλύτερους προφήτες. ΖΧ 194.1
Ώ, πόσο συχνά η ζωή αθώων ανθρώπων θυσιάσθηκε εξαιτίας της ακράτειας εκείνων που έπρεπε να ήταν πρόμαχοι της δικαιοσύνης! Εκείνος που φέρει στα χείλη του το φθοροποιό ποτήρι, είναι υπεύθυνος για κάθε αδικία που μπορεί να γίνει κάτω υπό την αποκτηνωτική του δύναμη. Ναρκώνοντας τις αισθήσεις, τους καθιστά ανίκανους να κρίνουν ψύχραιμα ή να κάνουν ορθή διάκριση μεταξύ του σωστού και του εσφαλμένου. Ανοίγει το δρόμο για να τους χρησιμοποιήσει ο Σατανάς για την καταπίεση και την καταστροφή των αθώων. «Ο οίνος είναι χλευαστής, και τα σίκερα στασιαστικά και όστις δελεάζεται υπό τούτων, δεν είναι φρόνιμος.» (Παρ. 20:1.) Για αυτό το λόγο «η κρίσις εστράφη οπίσω . . . και ο εκκλίνων από του κακού γίνεται θήραμα.» (Ησ. 59:14, 15.) Όσοι έχουν δικαιοδοσία στη ζωή των συνανθρώπων τους, θεωρούνται ότι εγκληματούν όταν παραδίδονται στην ακράτεια. Όλοι όσοι επιβάλλουν την εφαρμογή των νόμων πρέπει να είναι νομιμόφρονες. Πρέπει να είναι άνθρωποι με αυτοκυριαρχία. Πρέπει να ασκούν πλήρη έλεγχο των φυσικών, διανοητικών και ηθικών δυνάμεών τους ώστε να έχουν διαύγεια πνεύματος και πλήρη κατανόηση της δικαιοσύνης. ΖΧ 194.2
Το κεφάλι του Ιωάννη Βαπτιστή φέρθηκε στην Ηρωδιάδα που το δέχθηκε με σατανική ικανοποίηση. Η εκδίκηση την ικανοποίησεκαι κολακεύονταν με τη σκέψη ότι η συνείδηση του Ηρώδη δεν θα τον βασάνιζε πια. Αλλά καμία ευτυχία δεν της έφερε αυτή η αμαρτία. Το όνομά της έγινε πασίγνωστα μισητό, ενώ ο Ηρώδης βασανίζονταν από τύψεις συνειδήσεως πολύ περισσότερο από όταν υφίστατο τον άμεσο έλεγχο του προφήτη. Η επιρροή των διδασκαλιών του Ιωάννη δεν χάθηκε. Θα επεκτείνονταν σε κάθε γενεά μέχρι τα τέλη των αιώνων. ΖΧ 195.1
Η αμαρτία του Ηρώδη παρουσιάζονταν πάντοτε μπροστά του. Προσπαθούσε διαρκώς να απαλλαγεί από τις τύψεις της συνείδησής του. Η εμπιστοσύνη του στον Ιωάννη ήταν ακλόνητη. Όσο θυμόταν τη ζωή της αυτοθυσίας του Βαπτιστή, τις σοβαρές ολόθερμες ικεσίες του, την ευθυκρισία του στις συμβουλές και μετά σκέπτονταν πως τον είχε παραδώσει στο θάνατο, δεν μπορούσε να βρει ησυχία πουθενά. Όταν ασκούσε τα κυβερνητικά του καθήκοντα και δέχονταν τις τιμές των ανθρώπων, διατηρούσε ένα χαμογελαστό πρόσωπο και ένα αξιοπρεπές ύφος,ενώ μέσα του έκρυβε μια ανήσυχη καρδιά, που την πίεζε διαρκώς ο Φόβος ότι είχε γίνει καταραμένος. ΖΧ 195.2
Τα λόγια του Ιωάννη ότι τίποτε δεν μπορεί να κρυφτεί από το Θεό είχαν κάνει βαθειά εντύπωση στον Ηρώδη. Ήταν πεπεισμένος ότι ο Θεός ήταν παντού παρών, ότι είχε παρακολουθήσει την κραιπάλη στην αίθουσα του συμποσίου, ότι είχε ακούσει την εντολή της αποκεφάλισης του Ιωάννη και ότι είχε δει την αγαλλίαση της Ηρωδιάδας και τον εμπαιγμό που αυτή έκανε στο κομμένο κεφάλι του επικριτή της. Πολλά πράγματα που ο Ηρώδης είχε ακούσει από τα χείλη του προφήτη, μιλούσαν τώρα στη συνείδησή του ευκρινέστερα από ότι μιλούσε το κήρυγμά του στην έρημο. ΖΧ 195.3
Όταν ο Ηρώδης άκουσε για τα έργα του Χριστού, αναστατώθηκε. Νόμιζε ότι ο Θεός είχε αναστήσει τον Ιωάννη και τον έστελνε με μεγαλύτερη ακόμη δύναμη να κατακρίνει την αμαρτία. Τον κατέτρεχε ο συνεχής φόβος ότι ο Ιωάννης θα εκδικούταν το θάνατό του καταδικάζοντας αυτόν και την οικογένειά του. Ο Ηρώδης θέριζε εκείνο που ο Θεός δήλωσε ότι θα ήταν το επακόλουθο της αμαρτωλής πορείας — «καρδίαν τρέμουσαν, και μαραινομένους οφθαλμούς, και τηκομένην ψυχήν. Και η ζωή σου θέλει είσθαι κρεμαμένη ενώπιον σου και θέλεις φοβείσθαι νύκτα και ημέραν, και δεν θέλεις πιστεύει εις την ζωήν σου. Το πρωί θέλεις ειπεί, Είθε να ήτο εσπέρα! Και την εσπέραν θέλεις ειπεί, Είθε να ήτο πρωί! δια τον φόβον της καρδίας σου, τον οποίον θέλεις φοβείσθαι, και δια τα θεάματα των οφθαλμών σου, τα οποία θέλεις βλέπει.» (Δευτ. 28:65-67.) Οι ίδιες οι σκέψεις του αμαρτωλού γίνονται οι κατήγοροί του. Δεν υπάρχει φοβερότερο μαρτύριο από τις τύψεις μιας ένοχης συνείδησης, αφού δεν αφήνουν ήσυχο τον κάτοχο τους ούτε μέρα ούτε νύχτα. ΖΧ 195.4
Στη σκέψη πολλών ένα βαθύ μυστήριο περιβάλλει την τύχη του Ιωάννη του Βαπτιστή. Αναρωτιούνται για ποιό λόγο έπρεπε να εγκαταλειφτεί να μαραζώσει και να πεθάνει μέσα στη φυλακή. Με τα περιορισμένα ανθρώπινα μάτια μας δεν μπορούμε να διαπεράσουμε το μυστήριο της ανεξήγητης αυτής πρόνοιας. Αλλά αυτό δεν μπορεί να κλονίσει την εμπιστοσύνη μας στο Θεό όταν αναλογιστούμε ότι ο Ιωάννης απλώς συμμετείχε στα πάθη του Χριστού. Όσοι ακολουθούν το Χριστό θα κληθούν να φορέσουν το στεφάνι της θυσίας. Ασφαλώς θα παρεξηγηθούν από τους εγωιστές ανθρώπους και θα γίνουν ο στόχος των μανιωδών επιθέσεων του Σατανά, σκοπός της βασιλείας του οποίου είναι να καταστρέψει την αρχή της αυτοθυσίας.Θα καταπολεμάει την αυτοθυσία οπουδήποτε τη συναντάει. ΖΧ 196.1
Η παιδική, εφηβική και ανδρική ηλικία του Ιωάννη χαρακτηρίζονταν από σταθερότητα και ηθική δύναμη. Όταν η φωνή του ακούγονταν στην έρημο να λέει: «Ετοιμάσατε την οδόν του Κυρίου, ευθείας κάμετε τας τρίβους Αυτού,» (Ματθ. 3:3,) ο Σατανάς φοβήθηκε για την διασφάλιση της βασιλείας του. Η ενοχή της αμαρτίας αποκαλύπτονταν κατά τέτοιον τρόπο που έκανε τους ανθρώπους να τρέμουν. Πολλοί αποτίναξαν την κυριαρχία και τη δύναμη του Σατανά. Ακούραστες προσπάθειες είχε καταβληθεί για να παρασύρουν τον Ιωάννη μακριά από τη ζωή της ανεπιφύλακτης υποταγής του στο Θεό.Τίποτα όμως δεν το κατόρθωσε. Είχε επίσης αποτύχει να νικήσει τον Ιησού στην έρημο και η οργή του ήταν μεγάλη. Τώρα ήταν αποφασισμένος να λυπήσει το Χριστό, πατάσσοντας τον Ιωάννη. Αφού δεν μπόρεσε να κάνει το Χριστό να αμαρτήσει, ήθελε να Τον κάνει να υποφέρει. ΖΧ 196.2
Ο Ιησούς δεν επενέβη για να λυτρώσει το δούλο Του. Γνώριζε ότι ο Ιωάννης θα υπέμενε τη δοκιμασία. Ευχαρίστως ο Μεσσίας θα έρχονταν στον Ιωάννη για να φωτίσει το σκοτάδι της φυλακής με την παρουσία Του. Δεν έπρεπε όμως να οδηγήσει τον εαυτό Του στα χέρια των εχθρών Του και να διακινδυνεύσει και τη δική Του αποστολή. Ευχαρίστως θα ήθελε να απελευθερώσει τον πιστό Του υπηρέτη. Για χάρη των χιλιάδων που στα μετέπειτα χρόνια έμελλε να περάσουν από τη φυλακή στο θάνατο, ο Ιωάννης έπρεπενα πιεί το ποτήρι του μαρτυρίου. Καθώς οι οπαδοί του Χριστού θακαταβάλλονταν στα απομονωμένα τους κελιά ή θα εξολοθρεύονταν από τομαχαίρι, τα βασανιστήρια ή τη φωτιά, φαινομενικά εγκαταλειμμένοιαπό τους ανθρώπους και από το Θεό, τι εμψυχωτικό στήριγμα θατους πρόσφερε η σκέψη ότι και ο Ιωάννης Βαπτιστής, για τηνπιστότητα του οποίου ο ίδιος ο Χριστός είχε μαρτυρήσει, πέρασεαπό μια παρόμοια δοκιμασία! ΖΧ 196.3
Στο Σατανά επετράπη να συντομεύσει την επίγεια ζωή τουαγγελιοφόρου του Θεού. Ο εξολοθρευτής όμως δεν θα μπορούσε ναβλάψει τη ζωή εκείνη η οποία «είναι κεκρυμμένη μετά του Χριστούεν τω Θεώ.» (Κολ. 3:3.) Χάρηκε που προξένησε θλίψη στο Χριστό. Δεν μπόρεσε όμως να νικήσει τον Ιωάννη. Το μόνο που κατόρθωσε με το θάνατό του ήταν να τον φέρει εκεί όπου δεν τον έφθανεπια με τη δύναμη του πειρασμού. Σε αυτό τον πόλεμο ο Σατανάςαποκάλυψε τον ίδιο του το χαρακτήρα. Μπροστά στο σύμπαν πουπαρίστατο μάρτυρας, εκδήλωσε την εχθρότητά του εναντίον Θεούκαι ανθρώπων. ΖΧ 197.1
Αν και ο Ιωάννης δεν απήλαυσε καμιά θαυματουργικήαπελευθέρωση, μολαταύτα δεν εγκαταλείφθηκε μόνος του. Πάντοτεείχε τη συντροφιά των αγγέλων που του αποκάλυπταν τις προφητείεςγια το Χριστό και τις πολύτιμες υποσχέσεις της Γραφής. Αυτέςαποτελούσαν το στήριγμά του, όπως θα αποτελούσαν και τοστήριγμα του λαού του Θεού στις επόμενες γενεές. Στον Ιωάννη τοΒαπτιστή καθώς και στους μεταγενεστέρους του είχε δοθεί ηυπόσχεση: «Και ιδού, Εγώ είμαι μεθ’ υμών πάσας τα ημέρας, έως της συντελείας του αιώνος.» (Ματθ. 28:20.) ΖΧ 197.2
Ο Θεός δεν οδηγεί ποτέ τα τέκνα Του διαφορετικά από ότιθα διάλεγαν μόνα τους να οδηγηθούν, αν μπορούσαν να δουν το τέλος από την αρχή και να διακρίνουν τον ένδοξο σκοπό τον οποίοεκπληρώνουν σαν συνεργάτες Του. Ούτε ο Ενώχ ο οποίος μετατέθηκεστον Ουρανό, ούτε ο Ηλίας ο οποίος αναλήφθηκε μέσα στο πύρινοάρμα, υπήρξαν μεγαλύτεροι ή πιο τιμημένοι από τον Ιωάννη τοΒαπτιστή ο οποίος έσβησε ολομόναχος στη φυλακή. «Διότι εις εσάςεχαρίσθη το υπέρ του Χριστού, ου μόνον να πιστεύητε εις Αυτόν,αλλά και το να πάσχητε υπέρ Αυτού.» (Φιλιπ. 1:29.) Από όλα ταδώρα που ο Ουρανός μπορεί να χαρίσει στον άνθρωπο, η συμμετοχήστα πάθη του Χριστού έχει τη μεγαλύτερη βαρύτητα και τηνανώτερη τιμή. ΖΧ 197.3