Η Ζωη του Χριστού

23/89

ΚΕΦΆΛΑΙΟ 21—ΒΗΘΕΣΔΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΔΡΙΟ

Το κεφάλαιο αυτό βασίζεται στο Ιωάν. 5. ΖΧ 170.1

«Είναι δε εν τοις Ιεροσολύμοις πλησίον της προβατικής πύλης κολυμβήθρα, η επονομαζομένη Εβραιστί Βηθεσδά, έχουσα πέντε στοάς. Εν ταύταις κατέκειτο πλήθος πολύ των ασθενούντων, τυφλών, χωλών, ξηρών, οίτινες περιέμενον την κίνησιν του ύδατος.» ΖΧ 170.2

Σε ορισμένες εποχές τα νερά της κολυμβήθρας ταράσσονταν. Οι άνθρωποι πίστευαν ότι αυτό ήταν το αποτέλεσμα μιας υπερφυσικής δύναμης και όποιος έμπαινε πρώτος μετά την μετατόπιση του νερού, θα θεραπεύονταν από οποιαδήποτε ασθένεια έπασχε. Εκατοντάδες άρρωστοι επισκέπτονταν αυτό το μέρος. Τόσο μεγάλο ήταν το πλήθος, ώστε πολλοί τρέχοντας για την κολυμβήθρα, ποδοπατούσαν άνδρες, γυναίκες και παιδιά που ήταν πιο αδύνατοι από αυτούς. Πολλοί δεν μπορούσαν να φθάσουν μέχρι την κολυμβήθρα. Άλλοι που κατόρθωναν να την πλησιάσουν πέθαιναν φθάνοντας στο χείλος της. Είχαν στηθεί υπόστεγα στο μέρος εκείνο για να προφυλάσσονται οι ασθενείς την ημέρα από τη ζέστη και τη νύχτα από την ψύχρα. Μερικοί ξενυχτούσαν κάτω από αυτά τα περιστύλια, σερνόμενοι κάθε μέρα στην άκρη της κολυμβήθρας, με την μάταιη ελπίδα της θεραπείας. ΖΧ 170.3

Ο Ιησούς βρέθηκε και πάλι στην Ιερουσαλήμ. Περπατώντας μόνος, σκεπτικός και προσευχόμενος, έφθασε ως την κολυμβήθρα. Είδε τους δυστυχισμένους ασθενείς να περιμένουν το γεγονός που θεωρούσαν μοναδική ευκαιρία θεραπείας. Λαχταρούσε να μεταχειριστεί τη θεραπευτική Του δύναμη και να αποκαταστήσει την υγεία κάθε αρρώστου. Ήταν όμως Σάββατο. Πλήθη πήγαιναν στο ναό για τη λατρεία τους και Εκείνος ήξερε ότι μια τέτοια πράξη θεραπείας θα ξεσήκωνε την προκατάληψη των Ιουδαίων με αποτέλεσμα να διακοπεί το έργο Του. ΖΧ 170.4

ΑλλάΟ Σωτήρας διέκρινε μια περίπτωση φοβερής αθλιότητας. Ήταν η περίπτωση ενός απελπισμένου κατάκοιτουπου βρισκόταν σε αυτή την κατάσταση επί τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια. Η ασθένεια του οφείλονταν σε μεγάλο βαθμό στη δική του αμαρτωλή ζωή και θεωρούταν σαν τιμωρία από το Θεό. Μόνος, χωρίς φίλους και με το αίσθημα ότι είχε αποκλειστεί από την ευσπλαχνία του Θεού, ο άρρωστος είχε περάσει πολλά χρόνια στη μιζέρια. Τον καιρό που οι άνθρωποι περίμεναν να ταραχτούν τα νερά, εκείνοι που τον λυπόντουσαν για την αναπηρία του, τον μετέφεραν στις σκεπαστές στοές. Την κατάλληλη όμως στιγμή δεν είχε κανέναν να τον βοηθήσει να μπει στο νερό. Είχε δει τα νερά να ταράσσονται, αλλά ποτέ δεν κατάφερνε να προχωρήσει περισσότερο από την άκρη της κολυμβήθρας. Άλλοι πιο δυνατοί πηδούσαν μέσα πριν από αυτόν. Δεν μπορούσε να συναγωνιστεί με το εγωιστικό και άτακτο πλήθος. Οι επίμονες προσπάθειες να φθάσει στο σκοπό του, η αγωνία και η συνεχής απογοήτευσή του εξαντλούσαν γρήγορα και τις υπόλοιπες δυνάμεις του. ΖΧ 170.5

Ο άρρωστος ήταν ξαπλωμένος στο στρώμα του, και κάπου-κάπου σήκωνε το κεφάλι να δει την κολυμβήθρα. Τότε, ένα γλυκό, συμπαθητικό πρόσωπο έσκυψε από πάνω του και οι λέξεις «θέλεις να γίνης υγιής;» τράβηξαν όλη του την προσοχή. Η ελπίδα γεννήθηκε στην καρδιά του. Αισθάνθηκε ότι θα του προσφέρονταν κατά κάποιον τρόπο βοήθεια. Η αναλαμπή του θάρρους του έσβησε γρήγορα. Θυμήθηκε πόσες φορές προσπάθησε να φθάσει στην κολυμβήθρα και του απέμειναν πλέον λιγοστές ελπίδες ότι θα ζούσε μέχρι να ταραχτούν και πάλι τα νερά. Απογοητευμένος, έστρεψε το πρόσωπό του λέγοντας. «Κύριε, άνθρωπον δεν έχω δια να με βάλη εις την κολυμβήθραν, όταν ταραχθή το ύδωρ ενώ δε έρχομαι εγώ, άλλος πρό εμού καταβαίνει.» ΖΧ 171.1

Ο Ιησούς δεν ζήτησε από τον δυστυχή αυτόν να Του δείξει πίστη. Απλώς του είπε: «Εγέρθητι, σήκωσον τον κράββατόν σου και περιπάτει.» Η πίστη του ανθρώπου βασίστηκε σε αυτό το λόγο. Μια νέα ζωή άρχισε να κυκλοφορεί μέσα σε κάθε νεύρο και μυ, ενώ μια θεραπευτική ενέργεια διαπέρασε τα παράλυτα άκρα του. Χωρίς να αμφιβάλλει καθόλου επέβαλε στη θέλησή του να υποταχθεί εκτελώντας την εντολή του Χριστού. Όλοι του οι μυς ανταποκρίθηκαν σε αυτή. Πατώντας στα πόδια του, αισθάνθηκε τον εαυτό του γεμάτο ζωντάνια. ΖΧ 171.2

Ο Ιησούς δεν του είχε δώσει καμιά υπόσχεση θεϊκής βοήθειας. Θα μπορούσε ο άνθρωπος να διστάζει και έτσι θα έχανε τη μοναδική ευκαιρία για γιατρειά. Πίστεψε όμως στο λόγο του Χριστού και εκτελώντας τον, έλαβε δύναμη. ΖΧ 171.3

Με την ίδια πίστη μπορούμε και εμείς να δεχτούμε την πνευματική θεραπεία. Εξαιτίας της αμαρτίας χωριστήκαμε από τη ζωή του Θεού. Έχουμε υποστεί παράλυση της ψυχής. Μόνοι μας δεν είμαστε ικανότεροι να ζήσουμε μια άγια ζωή από ότι ήταν εκείνος ο ανάπηρος να περπατήσει. ΖΧ 172.1

Υπάρχουν πολλοί που αναγνωρίζουν την ανικανότητά τους και που λαχταρούν μια πνευματική ζωή που θα τους φέρει σε αρμονία με το Θεό. Αγωνίζονται άδικα να την αποκτήσουν. Μέσα στην απελπισία τους αναφωνούν: «Ταλαίπωρος άνθρωπος εγώ τις θέλει με ελευθερώσει από του σώματος του θανάτου τούτου;» (Ρωμ. 7:24.) Αυτοί που αγωνίζονται έτσι απεγνωσμένα ας σηκώσουν ψηλά το βλέμμα. Ο Σωτήρας σκύβει πάνω από αυτούς που εξαγόρασε με το αίμα Του και τους λέει με ανέκφραστη τρυφερότητα και συμπάθεια: «Θέλεις να γίνης υγιής;» Σε διατάζει να σηκωθείς με υγεία και ειρήνη. Μη περιμένεις να αισθανθείς ότι έγινες υγιής. Πίστεψε στο λόγο Του και αυτός θα εκπληρωθεί. Παραχώρησε τη θέλησή σου στο Χριστό. Θέλησε να Τον υπηρετήσεις και ενεργώντας σύμφωνα με το λόγο Του, θα λάβεις δύναμη. Οποιαδήποτε και αν είναι η κακή συνήθεια, το κυρίαρχο πάθος που με μακρόχρονη εντρύφηση σε έχει δέσει σε ψυχή και σε σώμα, ο Χριστός έχει την ικανότητα και την επιθυμία να σε ελευθερώσει. Θα χορηγήσει ζωή στην ψυχή που είναι «νεκρά δια τας παραβάσεις» (Εφεσ. 2:1.) Θα ελευθερώσει τον αιχμάλωτο στις αδυναμίες και κακοτυχίες άνθρωπο, το δεμένο με τις αλυσίδες της αμαρτίας. ΖΧ 172.2

Ο θεραπευμένος παράλυτος έσκυψε να πάρει το κρεβάτι του που όλο-όλο ήταν ένα χαλάκι και μια κουβέρτα. Καθώς ορθώθηκε ξανά με αγαλλίαση, κοίταξε γύρω του προκειμένουνα ανακαλύψει το Σωτήρα του αλλά ο Ιησούς είχε χαθεί μέσα στο πλήθος. Ο άνθρωπος φοβόταν πως δεν θα Τον αναγνώριζε αν Τον ξανασυναντούσε. Καθώς βάδιζε βιαστικά με σταθερό, ανάλαφρο βήμα, δοξολογώντας το Θεό και χαρούμενος για την καινούργια του δύναμη, συνάντησε πολλούς από τους Φαρισαίους και αμέσως τους μίλησε για τη θεραπεία του. Ξαφνιάστηκε για τη ψυχρότητα με την οποία άκουσαν την ιστορία του. ΖΧ 172.3

Συνοφρυωμένοι τον διέκοψαν ρωτώντας τον γιατί μετέφερε το κρεβάτι του την ημέρα του Σαββάτου. Του υπενθύμισαν με αυστηρότητα ότι δεν ήταν νόμιμο να κουβαλάει βάρος την ημέρα του Κυρίου. Μέσαστη χαρά του ο άνθρωπος είχε ξεχάσει ότι ήταν Σάββατο. Δεν αισθάνονταν ένοχος ότι υπάκουσε στην εντολή. Απάντησε με θάρρος: «Ο ιατρευσας με. εκείνος μοι είπε. Σήκωσον τον κράββατόν σου και περιπατει.» Τον ρώτησαν ποιος τον θεράπευσε, αλλά αυτός δεν ήξερε να πει. Οι άρχοντες αυτοί ήξεραν καλά ότι μόνο Ένας είχε αποδείξει πως διέθετε τη δύναμη να κάνει ένα τέτοιο θαύμα.Ήθελανόμως να έχουν φανερή απόδειξη ότι ήταν ο Ιησούς για να μπορούν να Τον κατηγορήσουν σαν παραβάτη του Σαββάτου. Κατά την κρίση τους δεν είχε μόνο παραβεί το νόμο θεραπεύοντας τον ασθενή το Σάββατο, αλλά είχε διαπράξει και ιεροσυλία διατάζοντάς τον να σηκώσει το κρεβάτι του. ΖΧ 172.4

Οι Ιουδαίοι είχαν διαστρεβλώσει τόσο το νόμο που τον κατήντησαν δουλικό ζυγό Οι άσκοπες απαιτήσεις τους είχαν γίνει παροιμιώδεις μεταξύ των εθνών. Ιδιαίτερα το Σάββατο ήταν πλαισιωμένο από ένα σωρό περιορισμούς, χωρίς καμία σημασία. Δεν ήταν για αυτούς ημέρα τρυφής η αγία και τιμημένη μέρα του Θεού. Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι είχαν κάνει την τήρησή του αβάσταχτο φορτίο. Δεν επιτρέπονταν ο Ιουδαίος να ανάψει φωτιά, ούτε καν ένα κερί την ημέρα του Σαββάτου. Σαν συνέπεια ο λαός εξαρτιόταν από τους Εθνικούς για πολλές από αυτές τις υπηρεσίες που για αυτούς ήταν απαγορευμένες από τους κανονισμούς. Δεν σκέπτονταν ότι αν αυτές οι πράξεις ήταν αμαρτωλές, εκείνοι που χρησιμοποιούσαν άλλους για να τις κάνουν, ήταν το ίδιο αμαρτωλοί σαν να τις έκαναν αυτοί οι ίδιοι. Νόμιζαν ότι η σωτηρία είναι αποκλειστικά για τους Ιουδαίους και ότι η θέση των άλλωνδεν μπορούσε να γίνει χειρότερη, μιας και δεν είχαν ελπίδα. Ο Θεός δεν έδωσε εντολές που να μη μπορούν να τηρηθούν από όλους. Ο νόμος Του δεν επέβαλε παράλογους ή εγωιστικούς περιορισμούς. ΖΧ 173.1

Στο ναό ο Ιησούς συνάντησε τον άνθρωπο που είχε θεραπευτεί. Είχε έρθει για να φέρει την προσφορά της αμαρτίας του και μια ευχαριστήρια προσφορά για το μεγάλο έλεος που έλαβε. Βρίσκοντάς τον ανάμεσα στους άλλους προσκυνητές, ο Ιησούς του συστήθηκε με τα προειδοποιητικά λόγια: «Ιδού, έγινες υγιής, μηκέτι αμάρτανε δια να μη σοι γίνη τι χειρότερον.» ΖΧ 173.2

Ο θεραπευμένος καταχάρηκε που συνάντησε το Λυτρωτή του. Αγνοώντας την έχθρα εναντίον του Ιησού, είπε στους Φαρισαίους που τον είχαν ρωτήσει ότι Αυτός ήταν που τον είχε θεραπεύσει. «Και δια τούτο κατέτρεχον τον Ιησούν οι Ιουδαίοι και εζήτουν να θανατώσωσιν Αυτόν, διότι έκαμνε ταύτα εν Σαββάτω.» ΖΧ 173.3

Ο Ιησούς οδηγήθηκε στο Συνέδριο προκειμένου να απολογηθεί για την κατηγορία της παράβασης του Σαββάτου. Αν εκείνη την εποχή οι Ιουδαίοι ήταν ανεξάρτητο έθνος, μια τέτοια κατηγορία θα τους ήταν ικανή για να Τον θανατώσουν. Η υποταγή τους στους Ρωμαίους δεν τους το επέτρεπε. Οι Ιουδαίοι δεν είχαν το δικαίωμα να επιβάλουν τη θανατική ποινή και οι κατηγορίες που έφεραν εναντίον του Χριστού δεν είχαν καμιά βαρύτητα σε ρωμαϊκό δικαστήριο. Υπήρχαν όμως άλλοι αντικειμενικοί σκοποί που ήλπιζαν να επιτύχουν. Παρόλες τις προσπάθειες να εμποδίσουν το έργο Του, ο Ιησούς είχε αποκτήσει ακόμη και στην Ιερουσαλήμ επιρροή μεγαλύτερη από τη δική τους. Πλήθη ανθρώπων δεν έβρισκαν κανένα ενδιαφέρον στις δημηγορίες των ραβίνων καιπροέλκονταν από τη διδασκαλία Του. Μπορούσαν να καταλάβουν τα λόγια Του και η καρδιά τους θερμαίνονταν και ανακουφίζονταν. Μιλούσε για το Θεό όχι σαν εκδικητικό δικαστή, αλλά σαν ένα στοργικό Πατέρα και αποκάλυπτε την εικόνα του Θεού ακριβώς όπως την αντανακλούσε στο πρόσωπό Του. Τα λόγια Του χρησίμευαν σαν βάλσαμο στο ταραγμένο πνεύμα. Με τα λόγια Του και με τα έργα του ελέους, συνέτριβε την καταπιεστική δύναμη των παλαιών παραδόσεων και των ανθρωπίνων εντολών, παρουσιάζοντας την αγάπη του Θεού στην ανεξάντλητη πληρότητά της. ΖΧ 173.4

Σε μια από τις παλαιότερες προφητείες για το Χριστό είναι γραμμένο: «Δεν θέλει εκλείψει σκήπτρον εκ του Ιούδα, ουδέ νομοθέτης εκ μέσου των ποδών Αυτού, εωσού έλθει ο Σηλώ και εις Αυτόν θέλει είσθαι η υπακοή των λαών.» (Γέν. 49:10.) Ο λαός υπάκουε στο Χριστό. Οι συμπαθητικές καρδιές του πλήθους δέχονταν τα μαθήματα της αγάπης και της φιλανθρωπίας καλύτερα από τις αυστηρές ιεροτελεστίες που απαιτούσαν οι ιερείς. Αν οι ιερείς και οι ραβίνοι δεν είχαν επέμβει, η διδασκαλία Του θα είχε φέρει μια μεταρρύθμιση που ποτέ ο κόσμος δεν είχε γνωρίσει. Προκειμένου όμως να διατηρήσουν την εξουσία τους, οι άρχοντες αποφάσισαν να ανατρέψουν την επιρροή του Χριστού. Η κλήση Του στο Συνέδριο και η δημόσια καταδίκη των διδασκαλιών Του θα εξυπηρετούσε το σκοπό τους, γιατί ο λαός σέβονταν ακόμη τους θρησκευτικούς ηγέτες του. Οποιοσδήποτε τολμούσε να κατακρίνει τις ραβινικές απαιτήσεις ή να μειώσει το βάρος που είχαν θέσει επάνω στο λαό, θεωρείτο ένοχος όχι μόνο για βλασφημία, αλλά και για προδοσία. Σε αυτό το σημείο οι ραβίνοι ήλπιζαν να δημιουργήσουν υπόνοιες εναντίον του Χριστού. Τον παρουσίαζαν ότι προσπαθούσε να ανατρέψει τα καθιερωμένα έθιμα, δημιουργώντας έτσι διάσταση μεταξύ του λαού και ετοιμάζοντας το δρόμο για την πλήρη υποταγή τους στους Ρωμαίους. ΖΧ 174.1

ΑλλάΤα σχέδια όμως που ετοιμάζονταν να εφαρμόσουν οι ραβίνοι με τόσο ζήλο, είχαν εκπονηθεί σε ένα άλλο συμβούλιο και όχι στο Συνέδριό τους. Αφού ο Σατανάς απέτυχε να νικήσει το Χριστό στην έρημο, συντόνισε τις δυνάμεις του για να αντισταθεί στη διακονία Του και αν ήταν δυνατό, να ματαιώσει εντελώς το έργο Του. Ότι δεν μπόρεσε να επιτύχει με την προσωπική του προσπάθεια, αποφάσισε να το επιτύχει με τη στρατηγική. Αμέσως μόλις αποσύρθηκε από τη σύγκρουσή στην έρημο, σε ένα συμβούλιο με τους αγγέλους του επεξεργάστηκε τα σχέδιά του για να σκοτίσει ακόμη περισσότερο το νου των Ιουδαίων. Σκοπός του ήταν οι Ιουδαίοι να μη αναγνωρίσουν το Λυτρωτή τους. Σχεδίασε να εργαστεί με τα ανθρώπινα τουόργανά μέσα στους θρησκευτικούς κύκλους, εμπνέοντας τους το δικό του μίσος εναντίον του Προμάχου της αλήθειας. Θα τους έκανε να απορρίψουν το Χριστό και να κάνουν τη ζωή Του όσο το δυνατό μαρτυρική, με την ελπίδα να Τον αποθαρρύνει στην αποστολή Του. Οι αρχηγοί του Ισραήλ έγιναν όργανα του Σατανά, πολεμώντας εναντίον του Σωτήρα. ΖΧ 175.1

Ο Ιησούς είχε έρθει στον κόσμο για να «μεγαλύνει τον νόμον, και καταστήσει έντιμον.» (Ησ. 42:21.) Δεν ήρθε για να τον υποτιμήσει αλλά για να τον εξυψώσει. «Δεν θέλει εκλίπει, ουδέ μικροψυχήσει εωσού βάλει κρίσιν εν τη γή.» (Ησ. 42:4.) Είχε έρθει για να απαλλάξει το Σάββατο από τις βαριές απαιτήσεις που το είχαν καταντήσει κατάρα αντί για ευλογία. ΖΧ 175.2

Για αυτό το λόγο διάλεξε να εκτελέσει το θεραπευτικό θαύμα στη Βηθεσδά την ημέρα του Σαββάτου. Θα μπορούσε κάλλιστα να είχε θεραπεύσει τον ασθενή μια άλλη μέρα της εβδομάδας ή απλώς να τον θεραπεύσει χωρίς να του δώσει και την εντολή να σηκώσει το κρεβάτι του. Αυτό ωστόσο δεν θα Του έδινε την ευκαιρία που ζητούσε. Όλες οι πράξεις της επίγειας ζωής του Χριστού χαρακτηρίζονταν από σοφία. Κάθε τι που έκανε ήταν σημαντικό και σαν πράξη και σαν διδασκαλία. Μεταξύ των ασθενών στη δεξαμενή διάλεξε την πιο βαριά περίπτωση για να ασκήσει τη θεραπευτική Του δύναμη. Διέταξε τον άνθρωπο να μεταφέρει το κρεβάτι του διασχίζοντας την πόλη με σκοπό να γνωστοποιηθεί το μεγάλο καλό που έγινε σε αυτόν. Αυτό θα προκαλούσε το ερώτημα τι είναι νόμιμο να κάνει κανείς την ημέρα του Σαββάτου. Επίσης θα έδινε την ευκαιρία στον Ιησού να κατακρίνει τους περιορισμούς που επέβαλαν οι Ιουδαίοι στην τήρηση της ημέρας του Κυρίου και να ακυρώσει τις παραδόσεις τους. ΖΧ 175.3

Ο Ιησούς τους δήλωσε ότι το έργο της ανακούφισης των πασχόντων ήταν σε αρμονία με το νόμο του Σαββάτου. Ήτανεπίσης σε αρμονία με το έργο των αγγέλων του Θεού οι οποίοι πάντοτε πηγαινοέρχονται μεταξύ Ουρανού και Γής για να εξυπηρετήσουν την πάσχουσα ανθρωπότητα Ο Ιησούς διεκήρυξε: «Ο Πατήρ Μου εργάζεται έως τώρα, και Εγώ εργάζομαι.» Όλες οι μέρες κατά τις οποίες εκτελεί τα σχέδιά Του για την ανθρώπινη φυλή είναι του Θεού. Αν η ερμηνεία των Ιουδαίων για το νόμο ήταν σωστή, τότε ο Θεός έκανε λάθος με το έργο Του να αναζωογονεί και να διατηρεί τη ζωή κάθε έμψυχου πλάσματος αφότου έθεσε τα θεμέλια της Γής. Εκείνος που αποφάνθηκε ότι το έργο Του ήταν καλό και όρισε το Σάββατο σαν αναμνηστικό της αποπεράτωσης του δημιουργικού Του έργου, θα έπρεπε να θέσει τέρμα στην εργασία Του και να σταματήσει την αέναη κίνηση του σύμπαντος. ΖΧ 176.1

Θα έπρεπε μήπως ο Θεός να απαγορεύσει στον Ήλιο να εκτελεί τον προορισμό του το Σάββατο και να σταματήσει τις ευεργετικές του ακτίνες από του να θερμαίνουν τη Γή και να τρέφουν τη βλάστηση; Θα έπρεπε το σύστημα των ουρανίων κόσμων να ακινητοποιηθεί κατά τη διάρκεια της αγίας αυτής ημέρας; Πρέπει να διατάξει τα ρυάκια να διακόψουν να ποτίζουν τους αγρούς και τα δάση, να προστάξει τα κύματα της θάλασσας να πάψουν την αδιάκοπη παλίρροιά τους; Πρέπει το σιτάρι και το καλαμπόκι να πάψουν να μεγαλώνουν και τα σχηματισμένα σταφύλια να αναβάλουν την ωρίμασή τους; Πρέπει τα δέντρα και τα λουλούδια να πάψουν να μπουμπουκιάζουν και να ανθούν το Σάββατο; ΖΧ 176.2

Στην περίπτωση αυτή ο άνθρωπος θα στερείτο τους καρπούς της Γής και τις ευλογίες που κάνουν τη ζωή επιθυμητή. Η φύση πρέπει να συνεχίσει τη σταθερή πορεία της. Ο Θεός δεν μπορεί να σταματήσει ούτε μια στιγμή το χέρι Του. Διαφορετικά ο άνθρωπος θα ατονούσε και θα πέθαινε. Ο άνθρωπος έχει επίσης κάποιο έργο να κάνει την ημέρα αυτή. Οι απαιτήσεις της ζωής πρέπει να εκπληρωθούν, οι ασθενείς να φροντιστούν, οι ανάγκες των φτωχών να αναπληρωθούν. Εκείνος που παραμελεί την ανακούφιση των πασχόντων το Σαββάτο, θα κριθεί ένοχος. Η αγία ημέρα του Θεού έγινε για τον άνθρωπο και τα έργα του ελέους εναρμονίζονται τέλεια με το σκοπό της. Ο Θεός δεν θέλει τα πλάσματά Του να υποφέρουν ούτε μιας ώρας πόνο που θα μπορούσαν να ανακουφιστούν την ημέρα του Σαββάτου ή οποιαδήποτε άλλη μέρα. ΖΧ 176.3

Οι υποχρεώσεις του Θεού την ημέρα του Σαββάτου είναι μεγαλύτερες ακόμη από ότι τις άλλες μέρες. Αυτή τη μέρα ο λαός Του αφήνει τις καθημερινές του ασχολίες και περνάει τον καιρό του με μελέτη και λατρεία. Ζητούν περισσότερες χάρες από Αυτόν το Σάββατο παρά τις άλλες μέρες. Επικαλούνται την ιδιαίτερη προσοχή Του. Λαχταρούν τις πιο εκλεκτές Του ευλογίες. Ο Θεός δεν περιμένει να περάσει το Σάββατο για να απαντήσει σε αυτές τις παρακλήσεις τους. Το έργο στον Ουρανό δεν σταματά ποτέ και οι άνθρωποι δεν πρέπει ποτέ να παύουν να κάνουν το καλό. Το Σάββατο δεν είναι μια χρονική περίοδος άσκοπης αργίας. Ο νόμος απαγορεύει τον καθημερινό μόχθο την ημέρα της ανάπαυσης του Κυρίου. Η βιοποριστική εργασία πρέπει να σταματήσει. Καμία εργασία για κοσμική απόλαυση ή κέρδος μπορεί να θεωρηθεί νόμιμη την ημέρα αυτή. Όπως ο Θεός σταμάτησε την εργασία της δημιουργίας και αναπαύθηκε το Σάββατο και το ευλόγησε, έτσι και ο άνθρωπος πρέπει να αφήνει τις ασχολίες της καθημερινής του ζωής και να αφιερώνει αυτές τις ιερές ώρες σε μια υγιεινή ανάπαυση, στη λατρεία και σε ιερές πράξεις. Το έργο του Χριστού για τη θεραπεία των ασθενών ήταν σε απόλυτη συμφωνία με το νόμο. Τιμούσε το Σάββατο ΖΧ 176.4

Ο Ιησούς διεκδικούσε ίσα δικαιώματα με το Θεό, κάνοντας ένα έργο εξίσου ιερό και της ίδιας υφής με εκείνο με το οποίο ασχολείται ο Πατέρας στον Ουρανό. Οι Φαρισαίοι εξοργίστηκαν ακόμη περισσότερο. Ο Ιησούς δεν είχε παραβεί μόνο το νόμο κατά τη γνώμη τους, «αλλά και Πατέρα Εαυτού έλεγε τον Θεόν, ίσον με τον Θεόν κάμνων Εαυτόν.» ΖΧ 177.1

Όλο το έθνος των Ιουδαίων αποκαλούσαν το Θεό Πατέρα τους και δεν θα έπρεπε να είχαν εξοργιστεί τόσο πολύ, αν ο Χριστός παρουσίαζε την ίδια σχέση που είχαν και αυτοί με το Θεό. Τον κατηγόρησαν ως βλάσφημο, δείχνοντας έτσι ότι εκείνοι αντιλαμβάνονταν με τον ισχυρισμό Του ότι υπονοούσε την υπέρτατη τιμή για τον Εαυτό του. ΖΧ 177.2

Οι εχθροί του Χριστού δεν είχαν κανένα επιχείρημα για να αντικρούσουν τις αλήθειες που Εκείνος εξέθετε στη συνείδησή τους. Μπορούσαν μόνο να αναφερθούν στα έθιμα και στις παραδόσεις τους. Αυτές όμως φαίνονταν ανίσχυρες και ανούσιες σε σύγκριση με τα επιχειρήματα που ο Χριστός αντλούσε από το λόγο του Θεού και από τον αέναο κύκλο της φύσης. Αν οι ραβίνοι είχαν την παραμικρή επιθυμία να φωτιστούν, θα πείθονταν ότι ο Χριστός έλεγε την αλήθεια. Παρέκαμπταν όμως τα επιχειρήματα που τους έφερε σχετικά με το Σάββατο και προσπάθησαν να προκαλέσουν την οργή εναντίον Του, επειδή δήλωσε ότι ήταν ίσος με το Θεό. Η μανία των αρχόντων δεν είχε όρια. Αν δεν φοβόντουσαν το λαό, οι ιερείς και οι ραβίνοι θα φόνευαν τον Ιησού επί τόπου. Τα αισθήματα του λαού έκλιναν αισθητά με το μέρος Του. Πολλοί αναγνώριζαν στο πρόσωπο του Ιησού το Φίλο του τους είχε θεραπεύσει από τις αρρώστιες τους και τους είχε παρηγορήσει στις λύπες τους. Όλοι Τον δικαίωναν για τη θεραπεία που πρόσφερε στον άρρωστο της Βηθεσδά. Έτσι, προς το παρόν οι άρχοντες ήταν αναγκασμένοι να συγκρατήσουν το μίσος τους. ΖΧ 177.3

Ο Ιησούς απέκρουσε την κατηγορία της βλασφημίας. Τους είπε: «Την εξουσία να κάνω αυτό το έργο για το οποίο εσείς με κατηγορείτε, την έχω επειδή είμαι Υιός του Θεού, ένας με Αυτόν στη φύση, στη θέληση και τις προθέσεις. Σε όλα τα έργα Του της δημιουργίας και της πρόνοιας συνεργάστηκα μαζί με το Θεό.» «Δεν δύναται ο Υιός να πράττη ουδέν αφ’ Εαυτού, εάν δεν βλέπη τον Πατέρα πράττοντα τούτο.» Οι ιερείς και οι ραβίνοι μέμφονταν τον Υιό του Θεού ακριβώς για το έργο το οποίο είχε σταλεί να επιτελέσει στη Γή. Με τις αμαρτίες τους αποχωρίστηκαν οι ίδιοι από το Θεό και με την υπερηφάνειά τους βάδιζαν ανεξάρτητα από Αυτόν. Αισθάνονταν ότι ήταν ικανοί για όλα και δεν διαπίστωναν την ανάγκη της άνωθεν σοφίας για να κατευθύνει τις πράξεις τους. Αντίθετα, ο Υιός του Θεού είχε υποταχτεί στο θέλημα του Πατέρα Του και εξαρτάτο από τη δύναμή Του. Ο Χριστός είχε κενωθεί τόσο πολύ από το εγώ, που δεν έκανε διόλου σχέδια για τον Εαυτό Του. Δέχονταν τα σχέδια του Θεού για Αυτόν και μέρα με τη μέρα ο Πατέρας Του απεκάλυπτε τα σχέδιά Του. Έτσι και εμείς πρέπει να εξαρτόμαστε από το Θεό, ώστε η ζωή μας να είναι η απλή εκτέλεση του θελήματος Του. ΖΧ 178.1

Όταν ο Μωυσήςεπρόκειτο να κατασκευάσει τη σκηνή του μαρτυρίου σαν κατοικητήριο του Θεού, έλαβε οδηγίες για να κατασκευάσει τα πάντα σύμφωνα με το σχέδιο που του έδειξε ο Θεός στο όρος. Ο Μωυσής κατέχονταν από μεγάλο ζήλο για την εκτέλεση του έργου του Θεού. Οι πιο ταλαντούχοι και επιδέξιοι άνθρωποι ήταν στη διάθεσή του προκειμένου να εκτελέσουν τις υποδείξεις του. Δεν έπρεπε όμως να κατασκευάσει ούτε ένα κουδούνι, ούτε ένα ρόδι, ένα κρόσι, ένα κράσπεδο, ένα παραπέτασμα ή ένα οποιοδήποτε σκεύος του αγιαστηρίου διαφορετικό από το πρότυπο που του είχε υποδειχτεί. Ο Θεός τον κάλεσε στο βουνό και του απεκάλυψε τα ουράνια αντικείμενα. Ο Κύριος τον κάλυψε με τη δόξα Του για να μπορέσει να δει το πρότυπο. Σύμφωνα με αυτό εκτελέστηκαν τα πάντα. Έτσι και στον λαό του Ισραήλ τον οποίο επι- θυμούσε να κάνει κατοικία Του, απεκάλυψε το ένδοξο ιδανικό του χαρακτήρα Του. Το πρότυπο του χαρακτήρα παρουσιάστηκε στο βουνό όταν τους δόθηκε ο νόμος από το Σινά. Όταν ο Κύριος πέρασε μπροστά από το Μωυσή, διεκήρυξε: «Κύριος, Κύριος ο Θεός, οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος, και αληθινός, φυλάττων έλεος εις χιλιάδας, συγχωρών ανομίαν και παράβασιν και αμαρτίαν.» ( Έξοδ. 34:6,7.) ΖΧ 178.2

Ο λαός του Ισραήλ είχε διαλέξει τις δικές του μεθόδους. Δεν είχε οικοδομήσει σύμφωνα με το πρότυπο. Ο Χριστός, ο αληθινός ναός για το κατοικία του Θεού, διαμόρφωσε κάθε λεπτομέρεια της επίγειας ζωής Του σύμφωνα με το ιδεώδες του Θεού. Αυτός έλεγε: «Χαίρω, Θεέ Μου, να εκτελώ το θέλημά Σου και ο νόμος Σου είναι εν τω μέσω της καρδίας Μου.» (Ψαλμ. 40:8.) Έτσι και οι χαρακτήρες μας πρέπει να οικοδομηθούν «εις κατοικητήριον του Θεού δια του Πνεύματος. (Εφεσ. 2:22.) Πρέπει να κάνουμε τα «πάντα κατά τον τύπον» (Εβρ. 8:5,) και κατά τον τύπο Εκείνου ο οποίος «έπαθεν υπέρ υμών, αφίνων παράδειγμα εις υμάς, δια να ακολουθήσητε τα ίχνη Αυτού.» (Α', Πέτρ. 2:21.) ΖΧ 179.1

Τα λόγια του Χριστού μας διδάσκουν ότι πρέπει να θεωρούμε τον εαυτό μας αναπόσπαστα συνδεμένο με τον ουράνιο Πατέρα μας. Οποιαδήποτε και αν είναι η θέση μας, εξαρτόμαστε από το Θεό που κρατά στα χέρια Του το πεπρωμένο όλων μας. Έχει καθορίσει το έργο μας και μας έχει εφοδιάσει με ικανότητες και με μέσα για το έργο αυτό. Όσο διάστημα υποτάσσουμε τη θέλησή μας στο Θεό και εμπιστευόμαστε τη δύναμη και τη σοφία Του, θα οδηγηθούμε σε ασφαλή μονοπάτια ώστε να εκπληρώσουμε το καθορισμένο έργο μας μέσα στο μεγάλο Του σχέδιο. Εκείνος που εξαρτάται από τη δική του δύναμη και σοφία αποχωρίζεται από το Θεό. Αντί να εργάζεται ενωμένος με το Χριστό, εκπληρώνει το σκοπό του εχθρού του Θεού και των ανθρώπων. ΖΧ 179.2

Ο Σωτήρας συνέχισε: «Όσα Εκείνος [ο Πατήρ] πράττει, ταύτα και ο Υιός πράττει ομοίως. . . . Επειδή καθώς ο Πατήρ εγείρει τους νεκρούς και ζωοποιεί, ούτω και ο Υιός ούστινας θέλει ζωοποιεί.» Οι Σαδδουκαίοι υποστήριζαν ότι δεν μπορεί να γίνει ανάσταση του σώματος. Ο Ιησούς όμως τους λέει ότι ένα από τα μεγαλύτερα έργα του Πατέρα Του είναι η ανάσταση των νεκρών και ότι Αυτός έχει την εξουσία να κάνει το ίδιο έργο. « Έρχεται ώρα, και ήδη είναι, ότε οι νεκροί θέλουσιν ακούσει την φωνήν του Υιού του Θεού, και οι ακούσαντες θέλουσι ζήσει.» Οι Φαρισαίοι πίστευαν στην ανάσταση των νεκρών. Ο Χριστός διακήρυξε ότι ακόμη και την ώρα εκείνη, η δύναμη που χορηγεί ζωή στους νεκρούς βρίσκονταν ανάμεσα τους και θα την έβλεπαν να πραγματοποιείται. Η ίδια δύναμη της ανάστασης δίνει ζωή στην ψυχή, στους «νεκρούς δια τας παραβάσεις και τας αμαρτίας.» (Εφεσ 2:1.) Αυτό το πνεύμα «της ζωής εν Χριστώ Ιησού,» «η δύναμις της αναστάσεως Αυτού,» ελευθερώνει τους ανθρώπους «από του νόμου της αμαρτίας και του θανάτου.» (Φιλιπ, 3:10, Ρωμ. 8:2.) Η κυριαρχία του κακού συντρίβεται και η ψυχή προστατεύεται με την πίστη από την αμαρτία. Εκείνος που ανοίγει την καρδιά του στο πνεύμα του Χριστού, γίνεται μέτοχος αυτής της μεγάλης δύναμης η οποία θα αναστήσει το σώμα του από τον τάφο ΖΧ 179.3

Ο ταπεινός Ναζωραίος βεβαιώνει στο σημείο αυτό την υψηλή καταγωγή Του. Ορθώνεται πάνω από την ανθρωπότητα, αποτινάζει το περίβλημα της αμαρτίας και της αισχύνης και αποκαλύπτεται ο Τιμημένος των αγγέλων, ο Υιός του Θεού, ο Συνδημιουργός του σύμπαντος. Οι ακροατές Του μένουν εμβρόντητοι. Κανένας άνθρωπος δεν είπε παρόμοια λόγια όπως Αυτός και κανένας δεν φέρθηκε με τέτοια βασιλική μεγαλοπρέπεια. Ο τρόπος της ομιλίας Του είναι σαφής και απλός, διασαφηνίζοντας καθαρά τη δική Του αποστολή και το καθήκον του κόσμου. «Επειδή ουδέ κρίνει ο Πατήρ ουδένα, αλλά εις τον Υιόν έδωκε πάσαν την κρίσιν δια να τιμώσι πάντες τον Υιόν, καθώς τιμώσι τον Πατέρα. Ο μή τιμών τον Υιόν, δεν τιμά τον Πατέρα τον πέμψαντα Αυτόν. . . Διότι καθώς ο Πατήρ έχει ζωήν εν Εαυτώ, ούτως έδωκε και εις τον Υιόν να έχη ζωήν εν Εαυτώ και εξουσίαν έδωκεν εις Αυτόν να κάμνη κρίσιν, διότι είναι Υιός ανθρώπου.» (Ιωάν. 5:22-23, 26-27.) ΖΧ 180.1

Οι ιερείς και οι άρχοντες αυτοδιορίστηκαν κριτές για να καταδικάσουν το έργο του Χριστού. Εκείνος διεκήρυξε τον Εαυτό Του κριτή δικό τους καθώς και κριτή όλης της Γής. Ο Πατέρας εμπιστεύθηκε τον κόσμο στο Χριστό και μέσω του Χριστού έρχεται κάθε ευλογία του Πατέρα στην αμαρτωλή ανθρω-πότητα. Ο Χριστός ήταν Λυτρωτής τόσο πριν όσο και μετά την ενσάρκωσή Του. Από τη στιγμή που εμφανίστηκε η αμαρτία, παρουσιάστηκε και ο Σωτήρας. Αυτός έδωσε φώς και ζωή σε όλους και ο καθένας θα κριθεί ανάλογα με το φώς που έλαβε. Αυτός που έδωσε το φώς, Αυτός που παρακολούθησε την ψυχή με τρυφερότητα προσπαθώντας να την κερδίσει από την αμαρτία και να την οδηγήσει στην αγιότητα, ο Ίδιος είναι ταυτόχρονα και Συνήγορος και Κριτής της. Από την αρχή της μεγάλης διαμάχης στον Ουρανό, ο Σατανάς υποστήριξε τη θέση του πλευρίζοντας την απάτη. Ο Χριστός εργάστηκε να ξεσκεπάσει τους σκοπούς του και να συντρίψει τη δύναμή του. Αυτός αντιμετώπισε τον απατεώνα και στο διάβα των αιώνων προσπάθησε να αποσπάσει τους αιχμαλώτους από τα αρπακτικά του χέρια. Αυτός θα περάσει από κρίση κάθε ψυχή. ΖΧ 180.2

Ο Θεός «εξουσίαν έδωκεν εις Αυτόν να κάμνη κρίσιν, διότι είναι Υιός ανθρώπου.» Επειδή γεύτηκε την τραγικότερη μορφή των ανθρωπίνων θλίψεων και πειρασμών και καταλαβαίνει τις αδυναμίες και τις αμαρτίες των ανθρώπων, επειδή αντιστάθηκε νικηφόρα στους πειρασμούς του Σατανά για χάρη μας και θα φερθεί με δικαιοσύνη και τρυφερότητα στις ψυχές για τις οποίες έχυσε το αίμα Του, για όλα αυτά ο Υιός του ανθρώπου διορίστηκε να εκτελέσει τη δικαιοσύνη ΖΧ 181.1

Η αποστολή όμως του Χριστού δεν είναι η κρίση αλλά η σωτηρία. «Δεν απέστειλεν ο Θεός τον Υιόν Αυτού εις τον κόσμον δια να κρίνη τον κόσμον, αλλά δια να σωθή ο κόσμος δι’ Αυτού.» (Ιωάν. 3:17.) Μπροστά στο Συνέδριο ο Ιησούς δήλωσε: «Ο ακούων τον λόγον Μου, και πιστεύων εις τον πέμψαντά Με, έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν δεν έρχεται, αλλά μετέβη εκ του θανάτου εις την ζωήν.» (Ιωάν. 5:24.) ΖΧ 181.2

Παροτρύνοντας τους ακροατές Του να μη θαυμάζουν, ο Χριστός τους απεκάλυψε σε ευρύτερη ακόμη κλίμακα το μυστήριο του μέλλοντος. « Έρχεται ώρα,» τους είπε, «καθ’ ήν πάντες οι εν τοις μνημείοις θέλουσιν εξέλθει οι πράξαντες τα αγαθά εις ανάστασιν ζωής οι δε πράξαντες τα φαύλα εις ανάστασιν κρίσεως.» (Ιωάν. 5:28-29.) ΖΧ 181.3

Αυτή τη διαβεβαίωση της μέλλουσας ζωής περίμενε τόσα χρόνια ο λαός του Ισραήλ και ήλπιζε να την αποκτήσει με την έλευση του Μεσσία. Το μόνο φώς που μπορεί να φωτίσει τα σκοτάδια του τάφου έλαμπε επάνω τους. Αλλά η ισχυρογνωμοσύνη είναι τυφλή. Ο Ιησούς είχε παραβεί τις παραδόσεις των ραβίνων και είχε αγνοήσει την κυριότητά τους και για αυτό δεν ήθελαν να πιστέψουν. ΖΧ 181.4

Ο χρόνος, ο τόπος, οι περιστάσεις, τα έντονα αισθήματα των παρευρισκομένων, όλα συντέλεσαν στο να καταστήσουν τα λόγια του Ιησού μπροστά στο Συνέδριο ακόμη πιο επιβλητικά. Οι ύπατες θρησκευτικές αρχές του έθνους ζητούσαν τη ζωή Εκείνου ο οποίος διεκήρυξε ότι είχε έρθει για να αποκαταστήσει τον λαό του Ισραήλ. Ο Κύριος του Σαββάτου είχε κληθεί να απολογηθεί σε ανθρώπινο δικαστήριο με την κατηγορία ότι παρέβαινε το νόμο του Σαββάτου. Όταν διεκήρυξε τόσο άφοβα την αποστολή Του, οι κριτές Τον κοίταζαν σαστισμένοι και εξοργισμένοι. Τα λόγια Του τους είχαν αποστομώσει. Δεν μπορούσαν να Τον καταδικάσουν. Αρνήθηκε στους ιερείς και στους ραβίνους το δικαίωμα να Τον ελέγχουν η να επεμβαίνουν στο έργο Του. Δεν είχαν κανένα τέτοιο δικαίωμα. Τα επιχειρήματά τους στηρίζονταν μόνο στην υπερηφάνεια και στην αλαζονεία τους. Αρνήθηκε να ομολογήσει ενοχή στις κατηγορίες τους ή να κατηχηθεί από αυτούς. ΖΧ 181.5

Αντί να απολογηθεί για την πράξη που Τον κατηγορούσαν ή να εξηγήσει το σκοπό για τον οποίο την έκανε, ο Ιησούς στράφηκε εναντίον των αρχόντων και από κατηγορούμενος έγινε κατήγορος. Τους κατακεραύνωσε για τη σκληρή τους καρδία και για την άγνοια των Γραφών. Τους είπε ότι με το να αρνούνται Εκείνον που ο Θεός έστειλε, αρνούνταν το λόγο του Θεού. «Ερευνάτε τας Γραφάς, διότι σεις νομίζετε ότι εν αυταίς έχετε ζωήν αιώνιον και εκείναι είναι αι μαρτυρούσαι περί Εμού.» (Ιωάν. 5:39.) ΖΧ 182.1

Σε κάθε σελίδα, είτε πρόκειται για ιστορία, είτε για δίδαγμα ή προφητεία, η Παλαιά Διαθήκη ακτινοβολεί από τη δόξα του Υιού του Θεού. Θεσπισμένο από το Θεό, ολόκληρο το ιουδαϊκό σύστημα ήταν μια συμπυκνωμένη προφητεία του Ευαγγελίου. Για το Χριστό «πάντες οι προφήται μαρτυρούσιν.» (Πράξ. 10:43.) Ξεκινώντας από την υπόσχεση που δόθηκε στον Αδάμ και διερχόμενο την πατριαρχική περίοδο και την οικονομία του νόμου, το ένδοξο φώς του Ουρανού κατέστησε σαφή τα βήματα του Λυτρωτή. Προφήτες διέκριναν το Άστρο της Βηθλεέμ, τον ερχόμενο Σηλώ, καθώς γεγονότα του μέλλοντος εξελίσσονταν μπροστά τους με μυστηριακή παρέλαση. Κάθε θυσία απεικόνιζε το θάνατο του Χριστού. Σε κάθε σύννεφο θυμιάματος ανέβαινε η δικαιοσύνη Του στον Ουρανό. Σε κάθε σάλπισμα ιωβηλαίου αντηχούσε το όνομά Του. Στο μυστηριακό περιβάλλον μέσα στα άγια των αγίων, κατοικούσε η δόξα Του. ΖΧ 182.2

Οι Ιουδαίοι είχαν τις Γραφές στην κατοχή τους και υπέθεταν ότι με την επιφανειακή γνώση του λόγου του Θεού κατείχαν την αιώνια ζωή. Ο Ιησούς όμως είπε: «Τον λόγον Αυτού δεν έχετε μένοντα εν εαυτοίς.» Αφού απέρριψαν το Χριστό μέσα από το λόγο Του, Τον απέρριψαν και όταν ήρθε προσωπικά. «Πλήν δεν θέλετε να έλθητε πρός Εμέ δια να έχητε ζωήν,» πρόσθεσε. ΖΧ 182.3

Οι Ιουδαίοι άρχοντες είχαν μελετήσει τις διδασκαλίες των προφητών σχετικά με τη βασιλεία του Μεσσία. Το είχαν κάνει όχιόμως από ειλικρινή επιθυμία να γνωρίσουν την αλήθεια, αλλά με σκοπό να βρουν αποδείξεις για να στηρίξουν τις φιλόδοξες ελπίδες τους. Όταν ο Χριστός παρουσιάστηκε κατά τρόπο αντίθετο από τις προσδοκίες τους, δεν Τον δέχτηκαν. Για να δικαιολογηθούν, προσπάθησαν να αποδείξουν ότι ήταν πλάνος. Μια και πήραν αυτό το δρόμο, ήταν πια εύκολο για το Σατανά να τους κάνει να προβάλουν αντίσταση στο Χριστό. Τα λόγια που έπρεπε να τα έχουν γίνει αποδεκτά σαν απόδειξη της θεότητάς Του, τα ερμήνευσαν εις βάρος Του. Έτσι μετέτρεψαν την αλήθεια του Θεού σε ψεύδος, και όσο πιο καθαρά τους μιλούσε ο Σωτήρας για τα έργα του ελέους Του, τόσο πιο αποφασιστικοί γίνονταν να αντισταθούν στο φώς. ΖΧ 182.4

Ο Ιησούς είπε: «Δόξαν παρά ανθρώπων δεν λαμβάνω.» Δεν επιζητούσε ούτε την έγκριση, ούτε τη δύναμη της επιρροής του Συνεδρίου. Δεν χρειάζονταν να λάβει καμιά τιμή από την επιδοκιμασία τους. Ήταν περιβεβλυμμένος με την τιμή και την εξουσία του Ουρανού. Φθάνει να το ήθελε και οι άγγελοι θα είχαν σπεύσει να Τον περιβάλουν με τιμές. Ο Πατέρας θα έδινε και πάλι τη μαρτυρία για τη θεότητά Του. Αλλά για το δικό τους καλό, για το καλό του έθνους του οποίου ήταν αρχηγοί, ο Χριστός επιθυμούσε οι Ιουδαίοι άρχοντες να διακρίνουν το χαρακτήρα Του και να δεχτούν τις ευλογίες που είχε έρθει να τους φέρει. ΖΧ 183.1

«Εγώ ήλθον εν τω ονόματι του Πατρός Μου, και δεν Με δέχεσθε εάν άλλος έλθη εν τω ονόματι αυτού, εκείνον θέλετε δεχθή» Ο Ιησούς ήρθε με την εξουσία του Θεού, φέροντας την εικόνα Του, εκπληρώνοντας το λόγο Του και προβάλλοντας τη δόξα Του. Παρόλα αυτά δεν έγινε δεκτός από τους άρχοντες του Ισραήλ. Αν άλλοι είχαν προσπαθήσει να μοιάσουνστο χαρακτήρα του Χριστού, υποκινούμενοι από τη δική τους θέληση και επιδιώκοντας τη δική τους δόξα, θα είχαν γίνει δεκτοί. Γιατί; Γιατί αυτός που ζητά τη δική του δόξα απευθύνεται στην επιθυμία των άλλων για αυτοεξύψωση. Οι Ιουδαίοι μπορούσαν να ανταποκριθούν σε κάτι παρόμοιο. Τον ψεύτικο εκείνο δάσκαλο θα Τον δέχονταν γιατί θα κολάκευε την υπερηφάνειά τους, εγκρίνοντας τις προσφιλείς απόψεις τους και τις παραδόσεις τους. Η διδασκαλία του Χριστού δεν συμφωνούσε με τις ιδέες τους. Ήταν πνευματική και απαιτούσε αυτοθυσία και για αυτό και δεν την δέχτηκαν. Δεν γνώριζαν το Θεό και για αυτούς η φωνή Του που τους μιλούσε μέσω του Χριστού, ήταν για αυτούς ξένη. ΖΧ 183.2

Μήπως το ίδιο δεν επαναλαμβάνεται και σήμερα; Δεν υπάρχουν σήμερα πολλοί, ακόμη και θρησκευτικοί ηγέτες, που σκληραίνουν τις καρδιές τους στο Άγιο Πνεύμα, σε σημείο που να μη αναγνωρίζουν τη φωνή του Θεού; Δεν απορρίπτουν το λόγο του Θεού προκειμένου να τηρήσουν τις παραδόσεις τους; ΖΧ 183.3

«Εάν επιστεύετε εις τον Μωυσήν,» είπε ο Ιησούς, «ηθέλετε πιστεύσει και εις Εμέ επειδή περί Εμού εκείνος έγραψε Εάν δε εις τα γεγραμμένα εκείνου δεν πιστεύητε, πώς θέλετε πιστεύσει εις τους ιδικούς Μου λόγους;» Ο Χριστός ήταν που μίλησε στον λαό του Ισραήλ μέσω του Μωυσή. Αν είχαν ακούσει τη φωνή που μίλησε διαμέσου του μεγάλου τους αρχηγού, θα την αναγνώριζαν στις διδασκαλίες του Χριστού. Αν πίστευαν στο Μωυσή, θα είχαν πιστέψει και σε Αυτόν για τον οποίο ο Μωυσής έγραψε. ΖΧ 184.1

Ο Ιησούς γνώριζε ότι οι ιερείς και οι ραβίνοι ήταν αποφασισμένοι να Τον θανατώσουν. Όμως με σαφήνεια τους εξήγησε την ενότητά Του με τον Πατέρα και τη σχέση Του με τον κόσμο. Έβλεπαν ότι η αντίδρασή τους προς Αυτόν δεν είχε καμιά αιτιολογία, αλλά το εγκληματικό μίσος τους δεν έσβηνε. Έτρεμαν από φόβο καθώς διαπίστωναν την πειστική δύναμη που συνόδευε το έργο Του. Απέκρουσαν όμως τις εκκλήσεις που τους απηύθυνε και τυλίχτηκαν στο σκοτάδι. ΖΧ 184.2

Είχαν αποτύχει οικτρά στο να ανατρέψουν την εξουσία του Ιησού ή να εξασθενήσουν το σεβασμό και την προσοχή του λαού, πολλοί από τους οποίους είχαν πειστεί με τα λόγια Του. Οι ίδιοι οι άρχοντες αισθάνθηκαν βαθιά την ενοχή τους, καθώς ο Ιησούς αφύπνισε τη συνείδηση τους παρουσιάζοντάς τους τα σφάλματά τους. Με όλα αυτά έγιναν περισσότερο πικρόχολοι εναντίον Του. Ήταν αποφασισμένοι να Τον θανατώσουν. Έστειλαν αγγελιοφόρους σε ολόκληρη τη χώρα να ειδοποιήσουν το λαό ότι ο Ιησούς ήταν ένας αγύρτης. Κατάσκοποι Τον παρακολουθούσαν για να αναφέρουν ότι έλεγε και έκανε. Στα σίγουρα τώρα ο πολύτιμος Σωτήρας βρίσκονταν υπό τη σκιά του σταυρού. ΖΧ 184.3