Η Ζωη του Χριστού

19/89

ΚΕΦΆΛΑΙΟ 17—Ο ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ

Το κεφάλαιο αυτό βασίζεται στο Ιωάν. 3:1-17. ΖΧ 138.1

Ο Νικόδημος κατείχε μια υψηλή, εμπιστευτική θέση στο ιουδαϊκό έθνος. Με ανώτερη μόρφωση και με σπάνια χαρίσματα, αποτελούσε τιμητικό μέλος του Εθνικού Συμβουλίου. Όπως άλλοι, είχε και αυτός συγκινηθεί από τη διδασκαλία του Ιησού. Αν και πλούσιος, μορφωμένος και κοινωνικά διακεκριμένος, είχε κερδηθεί περιέργως από τον ταπεινό Ναζωραίο. Τα μαθήματα που πρόφεραν τα χείλη του Σωτήρα είχαν κάνει μεγάλη εντύπωση στον Νικόδημοκαι επιθυμούσε να μάθει περισσότερα για αυτές τις θαυμάσιες αλήθειες. ΖΧ 138.2

Η άσκηση της εξουσίας του Χριστού στον καθαρισμό του ναού είχε διεγείρει την αποφασιστική εχθρότητα των ιερέων και των αρχόντων. Φοβόταν τη δύναμη αυτού του ξένου. Τέτοια τόλμη από ένα αφανή Γαλιλαίο δεν μπορούσε να γίνει ανεκτή. Ήταν αποφασισμένοι να θέσουν τέλος στο έργο Του. Αλλά δεν συμφωνούσαν όλοι με το σκοπό αυτό. Μερικοί φοβόντουσαν να αντισταθούν σε έναν που τόσο φανερά καθοδηγούταν από το Πνεύμα του Θεού. Θυμόταν πως οι προφήτες του Θεού είχαν θανατωθεί επειδή επέπληξαν τους αρχηγούς του Ισραήλ για τις αμαρτίες τους. Γνώριζαν ότι η υποδούλωση των Ιουδαίων σε ένα ειδωλολατρικό έθνος ήταν αποτέλεσμα της πεισματικής άρνησής τους να δεχθούν τις επιπλήξεις του Θεού. Φοβόντουσαν ότι συνωμοτώντας κατά του Ιησού, οι ιερείς και οι άρχοντες θα ακολουθούσαν τα βήματα των πατέρων τους και θα προξενούσαν νέες συμφορές στο έθνος. Ο Νικόδημος συμμερίζονταν αυτά τα αισθήματα. Σε ένα συμβούλιο του Συνεδρίου, όταν το θέμα της ημερήσιας διάταξης ήταν η λήψη μέτρων κατά του Ιησού, ο Νικόδημος συνέστησε προσοχή και διαλλακτικότητα. Ισχυρίστηκε ότι αν ο Θεός είχε δώσει πράγματι εξουσία στον Ιησού, ήταν επικίνδυνο να απορρίψουν τις προειδοποιήσεις Του. Οι ιερείς δεν τόλμησαν να παραβλέψουν τη συμβουλή του και προς στιγμή δεν έλαβαν μέτρα εναντίον του Σωτήρα. ΖΧ 138.3

Από τότε που ο Νικόδημος είχε ακούσει τον Ιησού, μελέτησε με μεγάλο ενδιαφέρον τις προφητείες σχετικά με το Μεσσία.Όσο περισσότερο ερευνούσε, τόσο περισσότερο πείθονταν ότι Εκείνος ήταν ο Αναμενόμενος. Όπως και πολλοί άλλοι από το λαό του Ισραήλ λυπόντουσαν,έτσι και αυτός λυπόταν για τη βεβήλωση του ναού. Ήταν μάρτυρας της σκηνής όπου ο Ιησούς έδιωξε τους πωλητές και τους αγοραστές. Είδε τη θαυμάσια εκδήλωση της θεϊκής δύναμης. Είδε το Σωτήρα να δέχεται τους φτωχούς και να θεραπεύει τους ασθενείς Είδε τα χαρούμενα βλέμματά τους και άκουσε τις δοξολογίες τους. Δεν μπορούσε να αμφιβάλει ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος ήταν ο Απεσταλμένος του Θεού. ΖΧ 139.1

Επιθυμούσε πολύ μια συνέντευξη με τον Ιησού, αλλά δίσταζε να Τον συναντήσει φανερά. Θα ήταν πολύ υποτιμητικό για ένα άρχοντα των Ιουδαίων να φανερώσει τη συμπάθειά του σε ένα τόσο άσημο δάσκαλο. Αν η επίσκεψή του γίνονταν γνωστή στο Συνέδριο, θα προκαλούσε την περιφρόνηση και τη δημόσια καταγγελία τους. Αποφάσισε να έχει μια ιδιαίτερη συνέντευξη, με τη δικαιολογία ότι αν πήγαινε φανερά, θα ακολουθούσαν πολλοί άλλοι. Αφού ρώτησε και πληροφορήθηκε τον τόπο όπου ο Ιησούς αποσύρονταν στο Όρος των Ελαιών, περίμενε μέχρι να αποκοιμηθεί όλη η πόλη και έπειτα πήγε να Τον βρει. ΖΧ 139.2

Στην παρουσία του Χριστού ο Νικόδημος αισθάνθηκε μια παράξενη συστολή που προσπάθησε να καλύψει κάτω από ένα ύφος αταραξίας και αξιοπρέπειας. «Ραββί,» είπε, «εξεύρομεν ότι από Θεού ήλθες διδάσκαλος διότι ουδείς δύναται να κάμνη τα σημεία ταύτα τα οποία σύ κάμνεις, εάν δεν ήναι ο Θεός μετ’ αυτού.» Αναφέροντας τα σπάνια χαρίσματα του Ιησού σαν δασκάλου και επίσης τη θαυμάσια δύναμή Του να κάνει θαύματα, ήλπιζε να προλειάνει το έδαφος για τη συνέντευξη. Τα λόγια του είχαν σκοπό να εκφράσουν εμπιστοσύνη, αλλά στην πραγματικότητα εξέφρασαν απιστία. Δεν αναγνώρισαν τον Ιησού σαν Μεσσία, αλλά μόνο σαν ένα δάσκαλο απεσταλμένο από το Θεό. ΖΧ 139.3

Αντί να ανταποκριθεί σ’ αυτό το χαιρετισμό ο Ιησούς βύθισε το βλέμμα Του στο συνομιλητή Του, σαν να διάβαζε τα βάθη της ψυχής του. Με την απεριόριστη σοφία Του είδε μπροστά Του έναν ερευνητή της αλήθειας. Γνώριζε το σκοπό της επίσκεψης και με την επιθυμία Του να εδραιώσει περισσότερο την πεποίθηση που βρίσκονταν στη διάνοια του ακροατή Του, μπήκε κατευθείαν στο θέμα λέγοντας με σοβαρότητα μα και με καλοσύνη: «Αληθώς, αληθώς σοι λέγω, εάν τις δεν γεννηθή άνωθεν, δεν δύναται να ίδη την βασιλείαν του Θεού.» (Ιωάν. 3:3.) ΖΧ 139.4

Ο Νικόδημος είχε έρθει στον Κύριο, σκεπτόμενος να ξεκινήσει μια σχετική συζήτηση μαζί Του, αλλά ο Ιησούς έθεσε μπροστά Του κατευθείαν τις θεμελιώδεις αρχές της αλήθειας. Είπε στο Νικόδημο: «Δεν σου χρειάζονται τόσο οι θεωρητικές γνώσεις, όσο η πνευματική αναγέννηση. Δεν χρειάζεσαι να ικανοποιήσεις την περιέργειά σου, αλλά να αποκτήσεις μια νέα καρδιά. Πρέπει να δεχτείς μια καινούργια ζωή από ψηλά πριν μπορέσεις να καταλάβεις τα ουράνια πράγματα. Μέχρι να γίνει αυτή η αλλαγή που θα ανανεώσει τα πάντα, η συζήτηση μαζί Μου για την εξουσία και την αποστολή Μου δεν πρόκειται να σου προσφέρει κανένα καλό προς την σωτηρία.» ΖΧ 140.1

Ο Νικόδημος είχε ακούσει το κήρυγμα του Ιωάννη του Βαπτιστή σχετικά με τη μετάνοια και το βάπτισμα. Επίσης, έδειχνε στο λαό Εκείνον ο οποίος θα βάπτιζε με το Άγιο Πνεύμα. Μόνος του έβλεπε την έλλειψη πνευματικής διαύγειας στους Ιουδαίους και τους είχε κυριεύσει σε μεγάλο βαθμό ο φανατισμός και η κοσμική φιλοδοξία. Ήλπιζε ότι η κατάσταση θα βελτιώνονταν με την έλευση του Μεσσία.Παρόλα αυτά το ενδοσκοπικό κήρυγμα του Βαπτιστή απέτυχε να του δημιουργήσει τη συναίσθηση της αμαρτίας. Ήταν φανατικός Φαρισαίος και μακάριζε τον εαυτό του για τα καλά του έργα. Τον εκτιμούσαν πολύ για τη φιλανθρωπία του καθώς και τη γενναιοδωρία που επιδείκνυε στην συντήρηση του ναού. Αισθάνονταν ότι έχει εξασφαλισμένη με το μέρος του την εύνοια του Θεού. Η σκέψη μιας βασιλείας τόσο αγνής που να μπορεί να την δει στην παρούσα του κατάσταση, τον εξέπληξε. ΖΧ 140.2

Η εικόνα της αναγέννησης που ο Ιησούς μεταχειρίστηκε δεν ήταν εντελώς άγνωστη για το Νικόδημο. Προσήλυτοι από τον ειδωλολατρικό κόσμο της ιουδαϊκή πίστης, συχνά συγκρίνονταν με νεογέννητα βρέφη. Επομένως όφειλε να καταλάβει ότι τα λόγια του Χριστού δεν έπρεπε να ληφθούν στην κυριολεκτική τους έννοια. Εξαιτίας της καταγωγής του, όντας Ισραηλίτης, έβλεπε με βεβαιότητα τον εαυτό του στη βασιλεία του Θεού. Δεν αισθάνονταν την ανάγκη της μετάλλαξης. Σε αυτό αποδίδεται η έκπληξή του για τα λόγια του Σωτήρα. Η άμεση εφαρμογή των λόγων στον ίδιο του τον εαυτό, τον εκνεύριζε. Η υπερηφάνεια του Φαρισαίου συναγωνίζονταν μέσα του με την ειλικρινή επιθυμία της αναζήτησης της αλήθειας. Απόρησε που ο Χριστός του μίλησε με τον τρόπο αυτό χωρίς να σεβαστεί τη θέση του σαν άρχοντα του Ισραήλ. ΖΧ 140.3

Παραξενεμένος με τη διατήρηση της ψυχραιμίας του, απάντησε στο Χριστό με γεμάτα ειρωνεία λόγια: «Πως γίνεται άνθρωπος να γεννηθή γέρων ών;» Όπως συμβαίνει με πολλούς, όταν η αιχμηρή αλήθεια μιλάει στη συνείδηση, ο Νικόδημος διαπίστωσε το γεγονός ότι ο φυσικός άνθρωπος δεν δέχεται τα πράγματα του Πνεύματος του Θεού. Δεν υπάρχει τίποτε μέσα του που να ανταποκρίνεται στα πνευματικά ζητήματα. «Διότι τα πνευματικά πνευματικώς ανακρίνονται.» ΖΧ 141.1

Αλλά ο Σωτήρας δεν αντιμετώπισε την αντιλογία του με αντιλογία. Ήρεμος και διακριτικός, δείχνοντας ψηλά με το χέρι, εξήγησε καλύτερα ακόμη την αλήθεια που είχε προφέρει: «Αληθώς, αληθώς σοι λέγω, εάν τις δεν γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, δεν δύναται να εισέλθη εις την βασιλείαν του Θεού.» Ο Νικόδημος γνώριζε ότι ο Χριστός αναφέρονταν στο βάπτισμα με το νερό και στην αναγέννηση της καρδιάς με το Πνεύμα του Θεού. Ήταν βέβαιος ότι βρίσκονταν στην παρουσία Εκείνου τον οποίο ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είχε αναγγείλει. ΖΧ 141.2

Ο Ιησούς συνέχισε: «Το γεγεννημένον εκ της σαρκός είναι σάρξ και το γεγεννημένον εκ του Πνεύματος είναι πνεύμα.» Εκ φύσεως η καρδιά είναι πονηρή και «τις δύναται να εξάξη καθαρόν από ακαθάρτου; Ουδείς.» (Ιώβ 14:4.) Καμιά ανθρώπινη ανακάλυψη δεν μπορεί να βρει θεραπεία για την αμαρτωλή ψυχή. «Διότι το Φρόνημα της σαρκός είναι έχθρα εις τον Θεόν επειδή εις τον νόμον του Θεού δεν υποτάσσεται αλλ’ ουδέ δύναται.» (Ρωμ. 8:7.) «Διότι εκ της καρδίας εξέρχονται διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχείαι, πορνείαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι.» (Ματθ. 15:19.) Η πηγή της καρδιάς πρέπει να καθαριστεί πριν τα ρυάκια γίνουν καθαρά. Όποιος προσπαθήσει να φτάσει τον Ουρανό με τα δικά του έργα διαφυλάττοντας το νόμο, προσπαθεί να επιτύχει το ακατόρθωτο. Δεν είναι ασφαλής εκείνος που έχει απλώς μια επίσημη θρησκεία, μια μορφή ευσεβείας. Η χριστιανική ζωή δεν είναι η τροποποίηση ή η βελτίωση της παλιάς, αλλά η μετάλλαξη της ανθρώπινης φύσης. Είναι ο θάνατος του εγώ και της αμαρτίας, μια εντελώς νέα ζωή. Αυτή η αλλαγή επιτυγχάνεται μόνο με την αποτελεσματική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. ΖΧ 141.3

Επειδή ο Νικόδημος δεν μπορούσε ναακόμη καταλάβει, ο Ιησούς χρησιμοποίησε τον άνεμο για να διευκρινίσει αυτό που ήθελε να πει: «Ο άνεμος όπου θέλει πνέει, και την φωνήν αυτού ακούεις, αλλά δεν εξεύρεις πόθεν έρχεται και που υπάγει ούτως είναι πάς όστις εγεννήθη εκ Πνεύματος.» ΖΧ 141.4

Ο άνεμος ακούγεται ανάμεσα στα κλαδιά των δένδρων και κάνει να θροΐζουν άνθη και φύλλα. Είναι όμως αόρατος και κανείς δεν ξέρει ούτε από που έρχεται ούτε και που πηγαίνει. Το ίδιο συμβαίνει και με το έργο του Αγίου Πνεύματος στην καρδιά. Δεν μπορεί να εξηγηθεί περισσότερο από ότι οι κινήσεις του ανέμου. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να προσδιορίσει ακριβώς το χρόνο και τον τόπο ή να περιγράψει τις περιστάσεις που μεσολάβησαν για την μετάλλαξη του. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν έχει αναγεννηθεί. Με μιααόρατη ενέργεια σαν τον άνεμο, ο Χριστός εργάζεται συνεχώς στην καρδιά. Λίγο-λίγο χωρίς ίσως να το συναισθάνεται, η ψυχή δέχεται εντυπώσεις που την έλκουν προς το Χριστό, μελετά τη Γραφή ή ακούει το λόγο του Θεού από τον ιεροκήρυκα. Ξαφνικά, καθώς το Πνεύμα παρεμβάλλει μια αμεσότερη έκκληση, η ψυχή παραδίδεται ευχαρίστως στον Ιησού. Πολλοί το ονομάζουν ξαφνική αναγέννηση, αλλά είναι το αποτέλεσμα μιας μακρόπνοης προσπάθειας του Αγίου Πνεύματος. Είναι μια υπομονητική, παρατεταμένη εξέλιξη. ΖΧ 142.1

Ενώ ο άνεμος είναι αόρατος, τα αποτελέσματά του είναι ορατά και αισθητά. Έτσι το έργο του Πνεύματος αποκαλύπτεται στην καρδιά με την κάθε πράξη εκείνου ο οποίος αισθάνεται τη δύναμή Του. Όταν το Πνεύμα του Θεού κατακτά την καρδιά, μεταβάλλει τη ζωή. Οι πονηρές σκέψεις απωθούνται, οι αμαρτωλές πράξεις αποκρούονται. Αγάπη, ταπεινοφροσύνη και ειρήνη παίρνουν τη θέση του θυμού, του μίσους και της έριδας. Η χαρά διαδέχεται τη λύπη και στη φυσιογνωμία αντανακλάται το φώς του Ουρανού. Κανείς δεν βλέπει το χέρι που σηκώνει το φορτίο ή το φώς που κατεβαίνει από τις αυλές του Ουρανού. Η ευλογία έρχεται όταν με πίστη παραχωρούμε την καρδιά μας στο Θεό. Τότε η αόρατη εκείνη δύναμη δημιουργεί από τον άνθρωπο μια νέα ύπαρξη κατά την εικόνα του Θεού. ΖΧ 142.2

Είναι αδύνατο η περιορισμένη διάνοια να κατανοήσει το έργο της απολύτρωσης. Το μυστήριό της υπερβαίνει την ανθρώπινη γνώση. Εκείνος όμως που περνά από το θάνατο στη ζωή, ξέρει ότι είναι μια θεϊκή πραγματικότητα. Την αρχή της απολύτρωσης πρέπει να τη γνωρίσουμε τώρα, σε αυτή τη ζωή, με μια προσωπική πείρα. Τα αποτελέσματά της όμως φτάνουν μέχρι τους ατελεύτητους αιώνες. ΖΧ 142.3

Ενώ ο Ιησούς μιλούσε, μερικές αναλαμπές της αλήθειας κατόρθωσαν να εισχωρήσουν στη σκέψη του Ισραηλίτη άρχοντα. Η απαλυντική και υποτακτική επιρροή του Αγίου Πνεύματος επέδρασε στην καρδιά του. Μολαταύτα δεν κατανόησε εντελώς τα λόγια του Σωτήρα. Δεν του έκανε τόση εντύπωση η ανάγκη της αναγέννησης, αλλά ο τρόπος της πραγματοποίησης. Με απορία ρώτησε: «Πως δύνανται να γείνωσι ταύτα;» ΖΧ 142.4

«Σύ είσαι ο διδάσκαλος του Ισραήλ, και ταύτα δεν εξεύρεις;» ρώτησε ο Ιησούς. Ασφαλώς ένας άνθρωπος στον οποίο είχε ανατεθεί η θρησκευτική διαπαιδαγώγηση του λαού δεν δικαιολογείται να αγνοεί τόσο σπουδαίες διδασκαλίες. Τα λόγια του Χριστού ήταν ένα μάθημα για το Νικόδημο που έπρεπε να αισθάνεται μειωμένος για την πνευματική του άγνοια, αντί να ερεθίζεται από τα απλά λόγια της αλήθειας. Ο Χριστός μίλησε με τόση επισημότητα και αξιοπρέπεια, ο τόνος και το βλέμμα Του εξέφραζαν μια τόση θερμή αγάπη, που ο Νικόδημος δεν προσβλήθηκε, διαπιστώνοντας την ταπεινωτική του θέση. ΖΧ 143.1

Όταν όμως ο Χριστός εξήγησε ότι η αποστολή Του πάνω στη Γή ήταν να ιδρύσει μια πνευματική και όχι πρόσκαιρη βασιλεία, ο ακροατής Του θορυβήθηκε. Βλέποντας την ανησυχία του ο Ιησούς πρόσθεσε: «Εάν τα επίγεια σας είπον, και δεν πιστεύητε, πώς, εάν σας είπω τα επουράνια, θέλετε πιστεύσει;» Αν ο Νικόδημος δεν μπορούσε να δεχτεί τη διδασκαλία του Χριστού που αφορούσε το έργο της χάρης στην καρδιά, πως θα μπορούσε να καταλάβει τη φύση της ένδοξης ουράνιας βασιλείας Του; Αφού δεν καταλάβαινε τη φύση του έργου του Χριστού στη Γή, δεν μπορούσε να καταλάβει το έργο Του στον Ουρανό. ΖΧ 143.2

Οι Ιουδαίοι τους οποίους ο Χριστός είχε διώξει από το ναό, ισχυρίζονταν ότι ήταν παιδιά του Αβραάμ. Ωστόσο, έφυγαν από την παρουσία του Σωτήρα, γιατί δεν μπορούσαν να αντικρύσουν τη δόξα του Θεού που εκδηλώθηκε στην όψη Του. Με αυτό απέδειξαν ότι δεν ήταν κατάλληλοι να συμμετέχουν στις ιεροτελεστίες του ναού με τη χάρη του Θεού. Φρόντιζαν με ζήλο να διατηρούν μια εξωτερική μορφή αγιότητας, αλλά αμελούσαν την αγιότητα της καρδιάς. Ενώ ήταν προσκολλημένοι στο γράμμα του νόμου, παραβίαζαν συνεχώς το πνεύμα του. Χρειάζονταν μια τέλεια αλλαγή, αυτή ακριβώς που ο Χριστός εξήγησε στο Νικόδημο.Μια νέα ηθικοπλαστική γέννηση, μια κάθαρση από την αμαρτία και μια ανανέωση της γνώσης και της αγιοσύνης. ΖΧ 143.3

Η τυφλότητα του Ισραήλ ως προς το έργο της αναγέννησης δεν ήταν δικαιολογημένος. Εμπνεόμενος από το Άγιο Πνεύμα, ο Ησαΐας είχε γράψει: «Πάντες το όντι εγείναμεν ος ακάθαρτον πράγμα και πάσα η δικαιοσύνη ημών είναι ος ρυπαρόν ιμάτιον.» (Ησ. 64:6.) Ο Δαβίδ προσεύχονταν: «Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί, Θεέ και πνεύμα ευθές ανανέωσον εντός μου.» (Ψαλμ 51:10.) Και μέσω του Ιεζεκιήλ είχε δοθεί η υπόσχεση: «Θέλω δώσει εις εσας καρδίαν νέαν και πνεύμα νέον θέλω εμβάλει εν υμίν, και αποσπάσας την λιθίνην καρδίαν από της σαρκός σας, θέλω δώσει εις εσάς καρδίαν σαρκίνην. Και θέλω εμβάλει εν υμίν το Πνεύμα Μου και σας κάμει να περιπατήτε εν τοις διατάγμασί Μου, και να φυλάττητε τας κρίσεις Μου, και να εκτελήτε αυτάς.» (Ιεζ. 36:26, 27.) ΖΧ 143.4

Ο Νικόδημος είχε διαβάσει τις περικοπές αυτές με σκοτισμένο νου αλλά τώρα άρχισε να καταλαβαίνει το νόημά τους. Έβλεπε ότι και η πιο αυστηρή υπακοή μόνο στο γράμμα του νόμου, όπως εφαρμόζονταν στην εξωτερική ζωή του ατόμου, δεν μπορούσε να χορηγήσει στον άνθρωπο το δικαίωμα της εισόδου του στον Ουρανό. Στα μάτια των ανθρώπων η ζωή του παρουσιάζονταν δίκαια και έντιμη, ενώ στην παρουσία του Χριστού αισθάνονταν ότι η καρδιά του ήταν ακάθαρτη και η ζωή του ανόσια ΖΧ 144.1

Ο Νικόδημος προσελκύστηκε στο Χριστό. Καθώς ο Σωτήρας του εξηγούσε την αναγέννηση, ο άρχοντας επιθυμούσε να δει αυτή την αλλαγή στον εαυτό του. Με ποιά μέσα μπορούσε να πραγματοποιηθεί; Ο Ιησούς μάντεψε την ερώτηση και απάντησε: «Καθώς ο Μωϋσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω, ούτω πρέπει να υψωθή και ο Υιός του ανθρώπου δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις Αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.» ΖΧ 144.2

Τώρα ο Νικόδημος βρέθηκε σε γνώριμο έδαφος. Το υψωμένο φίδι, σαν σύμβολο, εξηγούσε καθαρά την αποστολή του Σωτήρα. Όταν ο λαός του Ισραήλ πέθαινε από το δάγκωμα των φλογερών φιδιών, ο Θεός υπέδειξε στο Μωυσή να κατασκευάσει ένα χάλκινο φίδι και να το τοποθετήσει ψηλά, στη μέση του καταυλισμού. Τότε, κυκλοφόρησε στο στρατόπεδο η είδηση ότι όλοι όσοι θα έστρεφαν το βλέμμα στο φίδι θα ζούσαν. Ο λαός ήξερε καλά ότι το φίδιδεν είχε τη δύναμη να τους βοηθήσει. Ήταν ένα σύμβολο του Χριστού. Όπως το ομοίωμα κατασκευασμένο κατά τη μορφή των θανατηφόρων φιδιών υψώθηκε για να τους θεραπεύσει, έτσι και Αυτός έγινε «ομοίωμα σαρκός αμαρτίας» (Ρωμ. 8:3), για να γίνει ο Λυτρωτής τους. Πολλοί Ισραηλίτες θεωρούσαν τις τελετουργικές θυσίες σαν να είχαν οι ίδιες δύναμη να τους ελευθερώσουν από την αμαρτία. Ο Θεός ήθελε να τους διδάξει ότι αυτές δεν είχαν περισσότερη δύναμη από ότι το χάλκινο φίδι. Οι θυσίες χρησίμευαν για να κατευθύνουν τη σκέψη τους στο Σωτήρα. Είτε για τη θεραπεία των πληγών τους είτε για την άφεση των αμαρτιών τους, μόνοι τους οι άνθρωποι δεν μπορούσαν μόνοι τους να κάνουν τίποτε περισσότερο παρά να δείχνουν πίστη στο Δώρο του Θεού. Σε Αυτό έπρεπε να στρέψουν το βλέμμα και να ζήσουν. ΖΧ 144.3

Πιθανόν εκείνοι που είχαν δαγκωθεί από τα φίδια να καθυστερούσαν να κοιτάξουν στο σύμβολο. Πιθανόν να αμφισβητούσαν την αποτελεσματικότητα του χάλκινου εκείνου συμβόλου. Μπορούσαν να ζητήσουν μια επιστημονική εξήγηση. Δεν δόθηκε όμως καμία εξήγηση. Έπρεπε να δεχτούν το λόγο του Θεού για αυτούς από το Μωυσή. Αν αρνούνταν να κοιτάξουν θα πέθαιναν. ΖΧ 145.1

Η ψυχή δεν φωτίζεται με συζητήσεις και με διενέξεις. Πρέπει να ατενίσουμε την θεία χάρη και να ζήσουμε. Ο Νικόδημος έμαθε το μάθημα και το έφερε μαζί του. Ερεύνησε τη Γραφή με ένα καινούργιο τρόπο, όχι για θεωρητική συζήτηση αλλά για τη πραγμάτωση της ψυχής του. Άρχισε να βλέπει τη βασιλεία των Ουρανών καθώς υποτάσσονταν στην οδηγία του Αγίου Πνεύματος. ΖΧ 145.2

Σήμερα υπάρχουν χιλιάδες οι οποίοι έχουν ανάγκη να μάθουν την ίδια αλήθεια που διδάχτηκε ο Νικόδημος από το υψωμένο φίδι. Βασίζονται στην υπακοή τους στο νόμο του Θεού για να εξασφαλίσουν την εύνοιά Του. Όταν παροτρύνονται να δουν τον Ιησού και να πιστέψουν ότι τους σώζει με τη χάρη Του, αναφωνούν: «Πως δύνανται να γείνωσι ταύτα;» ΖΧ 145.3

Όπως ο Νικόδημος, πρέπει και εμείς να έχουμε τη θέληση να εισέλθουμε στη ζωή με τον ίδιο τρόπο σαν να είμαστε μπροστάρηδες των αμαρτωλών. Εκτός από το Χριστό «ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανόν δεδομένον μεταξύ των ανθρώπων, δια του οποίου πρέπει να σωθώμεν.» (Πράξ. 4:12.) Με την πίστη δεχόμαστε τη χάρη του Θεού αλλά η πίστη δεν μας σώζει. Αυτή δεν αποδίδει τίποτε. Είναι απλώς το χέρι με το οποίο πιάνουμε το Χριστό και οικειοποιούμαστε τις αρετές Του, τη θεραπεία από την αμαρτία. Ούτε και να μετανοήσομε μπορούμε ακόμη χωρίς τη βοήθεια του Πνεύματος του Θεού. Η Γραφή λέει για το Χριστό: «Τούτον ο Θεός ύψωσε δια της δεξιάς Αυτού αρχηγόν και Σωτήρα, δια να δώση μετάνοιαν εις τον Ισραήλ και άφεσιν αμαρτιών.» (Πράξ. 5:31.) Η μετάνοια προέρχεται από το Χριστό όπως ακριβώς και η συγχώρηση. ΖΧ 145.4

Πως λοιπόν μπορούμε θα σωθούμε; «Καθώς ο Μωϋσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω,» έτσι υψώθηκε και ο Υιός του ανθρώπου, και όποιος απατηθεί και δαγκωθεί από το φίδι [του κακού,] μπορεί να στρέψει ψηλά το βλέμμα και να ζήσει. «Ιδού ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου.» (Ιωάν. 1:29.) Το φώς που απαυγάζει από το σταυρό, αποκαλύπτει την αγάπη του Θεού. Η αγάπη Του ελκύει σ ’ Αυτόν. Αν δεν αντιδράσουμε σε αυτή την έλξη, θα οδηγηθούμε στα πόδια του σταυρού, μετανοημένοι για τις αμαρτίες μας που σταύρωσαν το Σωτήρα. Τότε, το Πνεύμα του Θεού μέσω της πίστης δημιουργεί μια νέα ζωή στην ψυχή. Οι σκέψεις και οι επιθυμίες υποτάσσονται στο θέλημα του Χριστού. Η καρδιά και η διάνοια, δημιουργούνται ξανά σύμφωνα με την εικόνα Εκείνου ο οποίος εργάζεται μέσα μας για να καθυποτάξει τα πάντα στον εαυτό Του. Τότε, ο νόμος του Θεού γράφεται στη διάνοια και στην καρδιά και μπορούμε να αναφωνήσουμε μαζί με το Χριστό: «Χαίρω, Θεέ μου, να εκτελώ το θέλημά Σου.» (Ψαλμ. 40:8.) ΖΧ 145.5

Στη συνομιλία Του με το Νικόδημο ο Ιησούς εξέθεσε το σχέδιο της σωτηρίας και την αποστολή Του στον κόσμο. Σε καμιά μεταγενέστερη ομιλία Του δεν εξήγησε τόσο λεπτομερώς, βήμα προς βήμα, το έργο που πρέπει να γίνει στην καρδιά όλων εκείνων που θέλουν να κληρονομήσουν τη βασιλεία των Ουρανών. Βρισκόμενος ακόμη στην αρχή της διακονίας Του απεκάλυψε την αλήθεια αυτή σε ένα μέλος του Συνεδρίου, σε ένα πνεύμα επιδεκτικό για μάθηση, σε έναν που είχε οριστεί διδάσκαλος του λαού. Οι άρχοντες του λαού δεν καλοδέχθηκαν το φώς. Ο Νικόδημος έκρυψε την αλήθεια στην καρδιά του και για τρία χρόνια δεν υπήρχε σχεδόν φαινομενικός καρπός. ΖΧ 146.1

Ο Ιησούς γνώριζε το έδαφος όπου είχε ρίξει το σπόρο. Τα λόγια που ειπώθηκαν τη νύχτα πάνω σε ένα ερημικό βουνό, δεν πήγαν χαμένα. Για ένα διάστημα ο Νικόδημος δεν ομολόγησε δημόσια την πίστη του στο Χριστό, αλλά παρακολουθούσε τη ζωή Του και μελετούσε προσεκτικά τις διδασκαλίες Του. Στη σύγκληση του Συνεδρίου επανειλημμένα ματαίωσε τα εναντίον Του εξολοθρευτικά σχέδια των ιερέων. Όταν στο τέλος ο Ιησούς υψώθηκε στο σταυρό, τότε ο Νικόδημος θυμήθηκε τη διδασκαλία στο Όρος των Ελαιών: «Καθώς ο Μωυσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω, ούτω πρέπει να υψωθή ο Υιός του ανθρώπου δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις Αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.» Το φώς της μυστικής εκείνης συνέντευξης φώτισε το σταυρό πάνω στο Γολγοθά και ο Νικόδημος διέκρινε στον Ιησού τον Λυτρωτή του κόσμου. ΖΧ 146.2

Μετά την ανάληψη του Κυρίου, όταν οι μαθητές σκορπίσθηκαν με τους διωγμούς, ο Νικόδημος αποκαλύφτηκε με θάρρος. Χρησιμοποίησε την περιουσία του για να υποστηρίξει την εκκλησία στα σπάργανά της, μια εκκλησία που οι Ιουδαίοι δεν περίμεναν να επιζήσει μετά το θάνατο του Χριστού. Σε καιρό κινδύνου, ο άλλοτε επιφυλακτικός και δύσπιστος αυτός άνθρωπος έγινε σταθερός σαν βράχος, ενθαρρύνοντας την πίστη των μαθητών και παρέχοντας τα μέσα για την εξάπλωση του έργου του Ευαγγελίου. Χλευάστηκε και διώχθηκε από εκείνους που άλλοτε τον σέβονταν. Έγινε φτωχός σε κοσμικά αγαθά. Μολαταύτα η πίστη του είχε ως αρχή της την νυχτερινή συνομιλία με τον Ιησού, έμεινε ακλόνητη. ΖΧ 146.3

Ο Νικόδημος εξιστόρησε εκείνη τη συνέντευξη στον Ιωάννη και αυτός την καταχώρησε με την πένα του για τη διδασκαλία εκατομμυρίων ανθρώπων. Οι αλήθειες που δίδαξε ο Χριστός έχουν τόση σπουδαιότητα σήμερα όσο είχαν και εκείνη τη σπουδαία νύχτα στο σκιερό βουνό, όταν ο Ιουδαίος νομικός ήρθε να μάθει την οδό της ζωής από τον ταπεινό Γαλιλαίο Δάσκαλο. ΖΧ 147.1