Η Ζωη του Χριστού
ΚΕΦΆΛΑΙΟ 2—Ο ΕΚΛΕΚΤΟΣ ΛΑΟΣ
Πάνω από χίλια χρόνια ο ιουδαϊκός λαός περίμενε την έλευση του Σωτήρα. Πάνω σε αυτό το γεγονός είχαν στηρίξει τις πιο λαμπρές ελπίδες τους. Στους ύμνους και στις προφητείες, στα τελετουργικά σύμβολα του ναού και στην οικογενειακή τους προσευχή, συμπεριλάβαιναν ευλαβικά το όνομά Του. Μολαταύτα, όταν ήρθε δεν Τον αναγνώρισαν. Ο Αγαπητός του Ουρανού ήταν για αυτούς «ως ρίζα από ξηράς γής δεν είχεν είδος, ουδέ κάλλος » δεν είχε ιδιαίτερη ομορφιά για να Τον επιθυμήσουν. «Εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι δεν εδέχθησαν Αυτόν.» (Ησ. 53:2, Ιωάν. 1:11.) ΖΧ 10.1
Όμως ο Θεός είχε επιλέξει τον λαό του Ισραήλ. Τους είχε καλέσει για να διατηρήσουν μεταξύ των ανθρώπων τη γνώση του νόμου Του, τα σύμβολα και τις προφητείες που έδειχναν το Σωτήρα. Επιθυμούσε να γίνουν πηγές σωτηρίας για όλο τον κόσμο. Εκείνο που ο Αβραάμ ήταν στη χώρα της παροικίας του, εκείνο που ο Ιωσήφ ήταν στην Αίγυπτο και ο Δανιήλ στην αυλή της Βαβυλώνας, αυτό ήταν και ο εβραϊκός λαός μεταξύ των εθνών. Η αποστολή τους ήταν να αποκαλύψουν το Θεό στους ανθρώπους. ΖΧ 10.2
Όταν ο Κύριος κάλεσε τον Αβραάμ, του είπε: «Θέλω σε ευλογήσει . . . και θέλεις είσθαι εις ευλογίαν . . . και θέλουσιν ευλογηθή εν σοι πάσαι αι φυλαί της γής » (Γέν. 12:2, 3.) Η ίδια διδασκαλία επαναλήφθηκε από τους προφήτες. Ακόμη και όταν ο λαός του Ισραήλ ερημώθηκε από τους πολέμους και την αιχμαλωσία, εξακολουθούσε να ισχύει για αυτούς η υπόσχεση του Θεού. «Και το υπόλοιπον του Ιακώβ θέλει είσθαι εν μέσω πολλών λαών ως δρόσος από Κυρίου, ως ρανίδες επί χόρτον, όστις δεν προσμένει παρά ανθρώπου, ουδέ ελπίζει επί υιούς ανθρώπων.» (Μιχ. 5:7.) Όσοναφορά το ναό της Ιερουσαλήμ, ο Κύριος δήλωσε μέσω του Ησαΐα: «Ο οίκος Μου θέλει ονομάζεσθαι οίκος προσευχής δια πάντας τους λαούς.» (Ησ. 56:7.) ΖΧ 10.3
Οι Ισραηλίτες όμως στήριξαν τις ελπίδες τους πάνω σε κοσμικά μεγαλεία. Από τότε που εισήλθαν στη Γή Χαναάν, απομακρύνθηκαν από τις εντολές του Θεού και ακολούθησαν την οδό των εθνών. Μάταια ο Θεός τους έστελνε προειδοποιήσεις με τους προφήτες Του. Μάταια υπέφεραν την τιμωρία από την καταπίεση των ειδωλολατρών. Κάθε μεταρρύθμιση ακολουθούσε μια μεγαλύτερη ακόμη αποστασία. ΖΧ 10.4
Αν ο λαός του Ισραήλ είχε μείνει πιστός στο Θεό, Αυτός θα εκτελούσε το σκοπό Του με την τιμή και την εξύψωση που τους είχε επιδαψιλεύσει. Αν είχαν βαδίσει στην οδό της υπακοής, θα τους είχε καταστήσει «υπεράνω πάντων των εθνών τα οποία έκαμεν εις καύχημα, και εις όνομα και εις δόξαν.» (Δευτ. 26:19.) Ο Μωυσής είπε: «Και πάντες οι λαοί της γής θέλουσιν ιδεί ότι το όνομα του Κυρίου επικέκληται επί σε και θέλουσι τρομάζει από σου.» «Τα οποία [έθνη] θέλουσιν ακούσει πάντα τα διδάγματα ταύτα και θέλουσιν ειπεί, Ιδού λαός σοφός και συνετός είναι το μέγα τούτο έθνος.» (Εδ. 28:10, 4:6.) Αλλά εξαιτίας της απιστίας τους, ο σκοπός του Θεού θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο με διαρκείς αντιξοότητες και ταπεινώσεις. ΖΧ 11.1
Σύρθηκαν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα και διασκορπίστηκαν στις ειδωλολατρικές χώρες. Μέσα στις θλίψεις τους πολλοί ανανέωσαν την πίστη τους στις υποσχέσεις του Θεού. Όσο διάστημα θρηνούσαν με τις άρπες τους κρεμασμένες στις ιτιές για τον άγιο ναό που παρέμεινε κατεστραμμένος, το φώς της αλήθειας έλαμπε διαμέσου αυτών και η γνώση του Θεού επεκτείνονταν ανάμεσα στα έθνη. Τα ειδωλολατρικά συστήματα θυσιών ήταν διαστροφή του συστήματος που ο Θεός είχε ορίσει. Πολλοί ειλικρινείς τηρητές των ειδωλολατρικών συνηθειών μάθαιναν από τους Εβραίους τη σημασία της καθιερωμένης από το Θεό τελετουργίας και με πίστη κατανοούσαν την υπόσχεση του Σωτήρα. ΖΧ 11.2
Πολλοί από τους εξόριστους υπέφεραν διωγμούς. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που έχασαν τη ζωή τους αρνούμενοι να παραβιάσουν το Σάββατο και να φυλάξουν τις ειδωλολατρικές γιορτές. Καθώς οι ειδωλολάτρες ξεσηκώνονταν να αφανίσουν την αλήθεια, ο Κύριος έφερνε τους δούλους Του πρόσωπο προς πρόσωπο με βασιλείς και κυβερνήτες, ώστε αυτοί και οι λαοί τους να δεχθούν το φώς. Πολλές φορές οι μεγαλύτεροι μονάρχες ήρθαν στο σημείο να διακηρύξουν την υπεροχή του Θεού τον οποίο λάτρευαν οι Εβραίοι αιχμάλωτοί τους. ΖΧ 11.3
Με τη βαβυλωνιακή αιχμαλωσία οι Ισραηλίτες θεραπεύθηκαν ριζικά από τη λατρεία των ειδώλων. Στους αιώνες που ακολούθησαν, υπέφεραν από την καταπίεση των ειδωλολατρικών εχθρών, μέχρι που τελικά πείστηκαν ότι η ευτυχία τους εξαρτάτο από την υπακοή στο νόμο του Θεού. Πολλοί όμως από το λαό δεν υπάκουσαν εμπνευσμένοι από την αγάπη. Το κίνητρο ήταν εγωιστικό. Πρόσφεραν επιφανειακή λατρεία στο Θεό με σκοπό να αποκτήσουν εθνικό γόητρο. Δεν έγιναν το φώς του κόσμου, αλλά αποξενώθηκαν από τον κόσμο για να αποφύγουν τους πειρασμούς της ειδωλολατρίας. Στις οδηγίες που τους έδωσε ο Θεός με το Μωυσή είχε θέσει περιορισμούς στην επικοινωνία τους με τους ειδωλολάτρες. Όμως αυτή η διδασκαλία παρερμηνεύθηκε. Σκοπός της ήταν να τους προστατεύσει από τον κίνδυνο και να προσαρμοστούν με τις συνήθειες των ειδωλολατρών. Αυτή όμως χρησιμοποιήθηκε για να υψώσει ένα τοίχος που να χωρίσει τους Ισραηλίτες από τα άλλα έθνη Οι Ιουδαίοι έβλεπαν την Ιερουσαλήμ σαν ουρανό τους και πραγματικά φθονούσαν ακόμη και στη σκέψη ότι ο Θεός θα έδειχνε έλεος και στους εθνικούς. ΖΧ 11.4
Μετά την επιστροφή τους από τη Βαβυλώνα, έδωσαν μεγαλύτερη προσοχή στις θρησκευτικές τους διδασκαλίες. Έκτισαν συναγωγές σ’ όλη τη χώρα όπου οι ιερείς και γραμματείς ερμήνευαν το νόμο. Ιδρύθηκαν σχολές όπου, μαζί με τις τέχνες και τις επιστήμες, διατείνονταν ότι δίδασκαν τις αρχές της δικαιοσύνης. Αυτά τα ιδρύματα άρχισαν να διαφθείρονται. Στο διάστημα της αιχμαλωσίας, πολλοί από το λαό είχαν αποκτήσει ειδωλολατρικές συνήθειες και έθιμα που τα ανέμιξαν με τη θρησκευτική τους λατρεία. Σε πολλά πράγματα είχαν συμμορφωθεί με τις ειδωλολατρικές συνήθειες. ΖΧ 12.1
Καθώς απομακρύνθηκαν από το Θεό, οι Ιουδαίοι έχασαν σε μεγάλο βαθμό τη διδασκαλία της θρησκευτικής τους λατρείας. Αυτή η λατρεία είχε καθιερωθεί από τον ίδιο το Χριστό. Σε κάθε φάση της βρίσκονταν και ένα σύμβολό Του. Ήταν γεμάτη από ζωτικότητα και πνευματική ωραιότητα. Οι Ιουδαίοι όμως έχασαν την πνευματική ζωή των τελετών τους και προσκολλήθηκαν στους άψυχους τύπους. Στήριξαν την εμπιστοσύνη τους στις θυσίες και στις τελετουργίες αυτές καθεαυτές αντί να στηριχτούν σε Εκείνον τον οποίο απεικόνιζανοι θυσίες. Προκειμένου να συμπληρώσουν το δημιουργημένο κενό, οι ιερείς και οι ραβίνοι πολλαπλασίαζαν τις δικές τους απαιτήσεις και όσο πιο αυστηρές γίνονταν αυτές, τόσο λιγότερο διακρίνονταν η αγάπη του Θεού. Υπολόγιζαν την αγιότητά τους με το πλήθος των τελετών, ενώ οι καρδιές τους ήταν γεμάτες από υπερηφάνεια και υποκρισία. ΖΧ 12.2
Με όλες τις λεπτομερείς και φορτικές απαιτήσεις τους, ήταν αδύνατο να τηρήσει κανείς το νόμο. Όσοι επιθυμούσαν να υπηρετήσουν το Θεό και να κρατήσουν τις εντολές των ραβίνων, μοχθούσαν κάτω από ένα βαρύ φορτίο. Δεν μπορούσαν να βρουν ανάπαυση από τις τύψεις της ταραγμένης τους συνείδησης. Έτσι ο Σατανάς εργάζονταν για να αποθαρρύνει τους ανθρώπους, να περιορίσει την αντίληψη που είχαν για το χαρακτήρα του Θεού και να οδηγήσει την πίστη του Ισραήλ στην περιφρόνηση. Ήλπιζε να καθιερώσει τον ισχυρισμό που είχε όταν επαναστάτησε στον Ουρανό, ότι δηλαδή οι απαιτήσεις του Θεού ήταν άδικες και δεν μπορούσαν να εφαρμοστούν. Ο Σατανάς ισχυρίζονταν ότι ο ίδιος ο λαός του Ισραήλ δεν τηρούσε το νόμο. ΖΧ 12.3
Ενώ οι Ιουδαίοι επιθυμούσαν τον ερχομό του Μεσσία, δεν είχαν κατανοήσει την αληθινή αποστολή Του. Δεν αναζητούσαν λύτρωση από την αμαρτία, αλλά απελευθέρωση από τους Ρωμαίους. Περίμεναν το Μεσσία σαν νικητή, να σπάσει τη δύναμη του τυράννου και να υψώσει το Ισραήλ σε παγκόσμιο κυρίαρχο κράτος. Αυτή η προσδοκία ήταν που ετοίμασε την οδό για να απορρίψουν το Σωτήρα. ΖΧ 13.1
Στην εποχή της γέννησης του Χριστού, το έθνος υπέφερε κάτω από το πέλμα της ξενικής κυριαρχίας και βασανίζονταν από εσωτερικές ταραχές. Παρόλο που είχε επιτραπεί στους Ιουδαίους να διατηρήσουν τη μορφή μιας ξεχωριστής κυβέρνησης, τίποτε όμως δεν μπορούσε να αλλάξει το γεγονός ότι βρίσκονταν κάτω από το ρωμαϊκό ζυγό ή να τους προδιαθέσει να ανεχθούν την περιορισμένη πια δύναμή τους. Οι Ρωμαίοι διεκδικούσαν το δικαίωμα να διορίζουν και να καθαιρούν τον αρχιερέα και η θέση αυτή συχνά εξασφαλίζονταν με παρανομία, με δωροδοκία, ακόμη και με έγκλημα. Έτσι, η ιεροσύνη διαφθείρονταν όσο πήγαινε και περισσότερο. Παρόλα αυτά οι ιερείς εξακολουθούσαν να κατέχουν μεγάλη δύναμη την οποία χρησιμοποιούσαν για εγωιστικές και κερδοσκοπικές επιδιώξεις. Ο λαός υπόκειται στις ανελέητες απαιτήσεις τους και φορολογούταν βαριά από τους Ρωμαίους. Αυτή η κατάσταση δημιούργησε μεγάλη δυσαρέσκεια. Οι λαϊκές εξεγέρσεις ήταν συχνές. Πλεονεξία, εκβιασμός, έλλειψη εμπιστοσύνης και πνευματική απάθεια κατέτρωγαν την καρδιά του έθνους. ΖΧ 13.2
Μίσος για τους Ρωμαίους καθώς και εθνική και πνευματική υπερηφάνεια, έκαναν τους Εβραίους να προσκολληθούν με πάθος στους τύπους της λατρε ίας τους. Οι ιερείς προσπαθούσαν να διατηρήσουν τη φήμη τους γ ια την αγιότητα δίνοντας λεπτομερέστατη προσοχή στις ιεροτελεστίες. Ο λαός, στο σκοτάδι και στην καταπίεσή του, οι αρχηγοί διψασμένοι για δύναμη, όλοι υπερεπιθυ- μούσαν την έλευση Εκείνου, ο οποίος θα σύντριβε τους εχθρούς τους κα ι θα παλινόρθωνε το βασίλειο του Ισραήλ. Είχαν μελετήσει τις προφητείες, α λ λά χωρίς πνευματική ενδοσκόπηση Έτσ ι, παρέλε ιψαν εκείνα τα μέρη της Γραφής που μιλούν για την ταπεινή πρώτη έλευση του Χριστού και παρερμήνευσαν εκείνα τα μέρη που αναφέρον ται στην ένδοξη δεύτερη παρουσία Του. Η υπερηφάνεια σκοτ είν ιασε την όρασή τους. Ερμήνευαν τ ις προφητείες σύμφωνα με τις ε γωιστ ικέ ς τους επιθυμίες. ΖΧ 13.3