Η Ζωη του Χριστού
ΚΕΦΆΛΑΙΟ 83—ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΜΜΑΟΥΣ
Το κεφάλαιο αυτό βασίζεται στο Λουκ 24:13-33. ΖΧ 764.1
Αργά το απόγευμα την ημέρα της ανάστασης του Κυρίου, δυο μαθητές βάδιζαν προς την Εμμαούς, μια μικρή κωμόπολη που απείχε οκτώ περίπου μίλια από τα Ιεροσόλυμα. Οι μαθητές δεν είχαν σημαντική θέση στο έργο του Χριστού, αλλά ήταν ένθερμοι οπαδοί Του. Είχαν έρθει στην πόλη για να γιορτάσουν το Πάσχα και ήταν πολύ στενοχωρημένοι από τα πρόσφατα γεγονότα που είχαν μεσολαβήσει. Είχαν ακούσει τα πρωινά νέα της μετακίνησης του σώματος του Χριστού από τον τάφο καθώς και τα νέα των γυναικών που είχαν δει τους αγγέλους και είχαν συναντήσει τον Ιησού. Τώρα επέστρεφαν στα σπίτια τους για να σκεφτούν και να προσευχηθούν. Θλιμμένοι συνέχιζαν τη βραδινή τους οδοιπορία μιλώντας για τις σκηνές της δίκης και της σταύρωσης. Ποτέ προηγουμένως δεν ήταν σε τέτοιο βαθμό αποκαρδιωμένοι. Χωρίς ελπίδα και χωρίς πίστη βάδιζαν στη σκιά του σταυρού. ΖΧ 764.2
Δεν είχαν προχωρήσει πολύ στο δρόμο τους όταν κάποιος ξένος προσκολλήθηκε σε αυτούς. Ήταν όμως τόσο απορροφημένοι από τη μελαγχολία και την απογοήτευσή τους που δεν Τον πρόσεξαν από κοντά. Συνέχισαν τη συζήτησή τους εκφράζοντας τις ενδόμυχες σκέψεις τους. Συλλογίζονταν τα μαθήματα που ο Χριστός είχε διδάξει και τα οποία τους ήταν αδύνατο να καταλάβουν. Καθώς μιλούσαν για τα γεγονότα που είχαν μεσολαβήσει, ο Ιησούς λαχταρούσε να τους παρηγορήσει. Είχε δει τη θλίψη τους. Καταλάβαινε τις συγκρουόμενες και συγχυόμενες ιδέες που τους έκαναν να σκέπτονται: «Μπορεί αυτός ο Άνθρωπος που αφέθηκε να ταπεινωθεί σε αυτό το σημείο να είναι ο Χριστός;» Μη μπορώντας να συγκρατήσουν τη λύπη τους, έκλαψαν. Ο Ιησούς ήξερε ότι οι καρδιές τους ήταν ενωμένες μαζί Του με δεσμούς αγάπης.Επιθυμού-σε να σκουπίσει τα δάκρυά τους και να τους γεμίσει με χαρά και αγαλλίαση. Πρώτα έπρεπε να τους δώσει ορισμένα μαθήματα που ποτέ δεν θα ξεχνούσαν. «Είπε δε πρός αυτούς, Τίνες είναι οι λόγοι ούτοι, τους οποίους συνομιλείτε πρός αλλήλους περιπατούντες, και είσθε σκυθρωποί; Αποκριθείς δε ο είς, ονομαζόμενος Κλεόπας, είπε πρός Αυτόν, Συ μόνος παροικείς εν Ιερουσαλήμ, και δεν έμαθες τα γενόμενα εν αυτή εν ταις ημέραις ταύταις;» Του μίλησαν για την απογοήτευση που ένοιωθαν για τον Κύριό τους «όστις εστάθη ανήρ προφήτης, δυνατός εν έργω και λόγω ενώπιον του Θεού και παντός του λαού και πως παρέδωκαν Αυτόν οι αρχιερείς και οι άρχοντες ημών εις καταδίκην θανάτου, και εσταύρωσαν Αυτόν.» Με καρδιές γεμάτες από απογοήτευση και πόνο καθώς και με τρεμάμενα χείλη πρόσθεσαν: «Ημείς δε ηλπίσαμεν ότι Αυτός είναι ο μέλλων να λυτρώση τον Ισραήλ. Αλλά και πρός τούτοις πάσι, τρίτη ημέρα είναι σήμερον αύτη, αφού έγειναν ταύτα.» ΖΧ 764.3
Περίεργο ότι οι μαθητές δεν θυμήθηκαν τα λόγια του Χριστού και δεν κατάλαβαν ότι είχε μιλήσει για αυτά τα γεγονότα που μεσολάβησαν. Δεν αντιλήφθηκαν ότι το τελευταίο μέρος όσων τους είχε γνωστοποιήσει θα εκπληρώνονταν όπως ακριβώς και το πρώτο, την τρίτη μέρα δηλαδή έπρεπε να αναστηθεί. Αυτό ήταν μάλλον το σημείο που έπρεπε να θυμούνται. Οι ιερείς και οι άρχοντες όμως δεν το ξέχασαν. «Και τη επαύριον, ήτις είναι μετά την παρασκευήν, συνήχθησαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι πρός τον Πιλάτον, λέγοντες, Κύριε, ενεθυμήθημεν ότι Εκείνος ο πλάνος είπεν έτι ζών, Μετά τρείς ημέρας θέλω αναστηθή.» (Ματθ. 27:62, 63.) Αλλά τα λόγια αυτά οι μαθητές δεν τα θυμόντουσαν. ΖΧ 765.1
«Και Αυτός είπε πρός αυτούς, Ώ ανόητοι, και βραδείς την καρδίαν εις το να πιστεύητε εις πάντα όσα ελάλησαν οι προφήταν δεν έπρεπε να πάθη ταύτα ο Χριστός, και να εισέλθη εις την δόξαν Αυτού;» Οι μαθητές απορούσαν ποιός μπορούσε να είναι αυτός ο ξένος, που είχε μπει μέσα στην ψυχή τους και μιλούσε με τέτοια θέρμη, τρυφερότητα, συμπάθεια και τόση ελπίδα. Για πρώτη φορά μετά τη σύλληψη του Χριστού άρχισαν πάλι να ελπίζουν. Συχνά κοίταζαν με σοβαρότητα το σύντροφό τους και σκέπτονταν ότι τα λόγια Του ήταν ακριβώς τα λόγια που ο Χριστός τους είχε πει. Ήταν όλο απορία και ένοιωθαν το καρδιοχτύπι μιας χαρούμενης προσμονής. ΖΧ 765.2
Αρχίζοντας από το Μωυσή, από το Άλφα της βιβλικής ιστορίας, ο Χριστός άρχισε να εξηγεί μέσα από όλες τις Γραφές όσα αναφέρονταν σε Αυτόν. Αν τους είχε αποκαλυφθεί εξ’ αρχής, οι καρδιές τους θα είχαν ικανοποιηθεί. Πλέοντας σε πελάγη ευδαιμονίας, δεν ήθελαν να ακούσουν τίποτε περισσότερο. Αλλά τους ήταν απαραίτητο να καταλάβουν τη μαρτυρία που έδιναν για Αυτόν οι τύποι και οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης. Επάνω στα δεδομένα αυτά έπρεπε να στηριχτεί η πίστη τους. Ο Χριστός δεν έκανεκανένα θαύμα προκειμένου να τους πείσει, αλλά το πρώτο Του μέλημα ήταν να τους εξηγήσει τις Γραφές. Το θάνατο Του τον έβλεπαν σαν την καταστροφή όλων των ελπίδων τους. Τώρα όμως τους απέδειξε μέσω των προφητών ότι αυτός ο θάνατος παρείχε την ισχυρότερη βάση για την πίστη τους. ΖΧ 765.3
Διδάσκοντας τους δυο μαθητές, ο Ιησούς έδειξε τη σπουδαιότητα της Παλαιάς Διαθήκης σαν μαρτυρία της αποστολής Του. Πολλοί λεγόμενοι Χριστιανοί απορρίπτουνσήμερα την Παλαιά Διαθήκη, λέγοντας ότι δεν χρησιμεύει πια σε τίποτε. Ο Χριστός όμως δεν διδάσκει τέτοιο πράγμα.Έδινε τόσο μεγάλη αξία σε αυτή που σε κάποια περίπτωση είπε: «Εάν τον Μωυσήν και τους προφήτας δεν ακούωσιν, ουδέ εάν τις αναστηθή εκ νεκρών θέλουσι πεισθή.» (Λουκ. 16:31.) ΖΧ 766.1
Η φωνή του Χριστού είναι εκείνη που μιλά μέσω των πατριαρχών και των προφητών από τις ημέρες του Αδάμ μέχρι τα τέλη των αιώνων. Ο Σωτήρας αποκαλύπτεται στην Παλαιά Διαθήκη τόσο καθαρά, όσο και στην Καινή. Το φως του προφητικού παρελθόντος είναι εκείνο που παρουσιάζει τη ζωή του Χριστού και τις διδασκαλίες της Καινής Διαθήκης με τόση φαεινότητα και ομορφιά. Τα θαύματα του Χριστού αποτελούν απόδειξη της θεότητας Του αλλά η πιο τρανή απόδειξη ότι Αυτός είναι ο Λυτρωτής του κόσμου έγκειται στη σύγκριση των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης με την ιστορία της Καινής Διαθήκης. ΖΧ 766.2
Στηριζόμενος στις προφητείες, ο Χριστός βοήθησε τους μαθητές Του να καταλάβουν σε τι πραγματικά αποβλέπει η ενανθρώπισή Του. Η έμμονη προσμονή ενός Μεσσία που θα έπαιρνε το θρόνο και η βασιλική Του κυριότητα σύμφωνα με τις επιθυμίες των ανθρώπων, τους είχε παραπλανήσει. Μια τέτοια προσδοκία τους εμπόδιζε να καταλάβουν όπως έπρεπε γιατί χρειάζονταν να κατεβεί ο Ιησούς από την ανώτερη στην ταπεινότερη θέση που μπορούσε να κατέχει. Ο Χριστός επιθυμούσε οι ιδέες των μαθητών Του να είναι αγνές και λεπτομερέστατα ακριβείς. Έπρεπε να καταλάβουν, όσο γίνονταν περισσότερο τη σημασία των προκαθορισμένων παθών Του. Τους έδειξε ότι η τρομερή διαμάχη την οποία ακόμη δεν μπορούσαν να καταλάβουν, ήταν η εκπλήρωση της συνθήκης που έγινε από καταβολής κόσμου. Ο Χριστός έπρεπε να πεθάνει, όπως κάθε παραβάτης του νόμου πρέπει να πεθάνει αν εμμένει στην αμαρτία. Όλα αυτά έπρεπε να γίνουν. Δεν θα κατέληγαν όμως σε ήττα, αλλά σε μια ένδοξη, αιώνια νίκη. Ο Ιησούς τους είπε ότι έπρεπε να καταβληθεί κάθε προσπάθεια για να σωθεί ο κόσμος από την αμαρτία. Οι οπαδοί Του πρέπει να ζήσουν όπως Εκείνος έζησε και να εργαστούν όπως Εκείνος εργάστηκε, με επίμονη εντατική προσπάθεια. ΖΧ 766.3
Αυτά συζήτησε ο Χριστός με τους μαθητές Του, ανοίγοντας τις διάνοιες τους για να μπορέσουν να καταλάβουν τις Γραφές. Οι μαθητές ήταν κουρασμένοι, αλλά η συζήτηση ήταν ανεξάντλητη. Λόγια ζωής και βεβαιότητας έβγαιναν από τα χείλη του Σωτήρα. Ακόμη όμως τα μάτια τους εμποδίζονταν να διακρίνουν καθαρά. Όταν τους ανέφερε την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, έστρεψαν και κοίταξαν την καταδικασμένη πόλη με βουρκωμένα μάτια. Αλλά ούτε καν υποψιάστηκαν ποιός ήταν ο συνταξιδιώτης τους. Δεν σκέφτηκαν ότι Αυτός που αποτελούσε το κεντρικό θέμα της συνομιλίας τους, περπατούσε πλάι τους επειδή ο Χριστός μιλούσε για τον Εαυτό Του στο τρίτο πρόσωπο. Σκέφτηκαν ότι ήταν ένας από εκείνους που είχαν παρευρεθεί στη μεγάλη γιορτή και ο οποίος τώρα γύριζε στο σπίτι του. Βάδιζε προσεκτικά όπως αυτοί πάνω στις ανώμαλες πέτρες και κάπουκάπου σταματούσε μαζί τους για να ξαποστάσει λιγάκι. Έτσι συνέχισαν τον τραχύ ορεινό δρόμο τους, ενώ Εκείνος που σύντομα θα έπαιρνε τη θέση Του στα δεξιά του Θεού λέγοντας: «Εδόθη εις Εμέ πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γής» (Ματθ. 28:18,) βάδιζε στο πλάι τους. ΖΧ 767.1
Ενώ ταξίδευαν, ο Ήλιος είχε δύσει και πριν φτάσουν οι οδοιπόροι στα σπίτια τους, οι εργάτες είχαν σταματήσει τη δουλειά τους στα χωράφια. Όταν οι μαθητές ετοιμάζονταν να μπουν στο σπίτι τους, ο ξένος προσποιήθηκε ότι ήθελε να συνεχίσει το ταξίδι Του. Αλλά οι μαθητές αισθάνονταν κάτι να τους τραβάει προς Αυτόν. Οι ψυχές τους διψούσαν να ακούσουν περισσότερα από Αυτόν. «Μείνον μεθ’ ημών,» είπαν. Εκείνος δεν έδειξε ότι θα δέχονταν την πρόσκλησή τους, αλλά αυτοί Τον πίεσαν λέγοντας: «Πλησιάζει η εσπέρα και έκλεινεν η ημέρα.» Ο Χριστός υπεχώρησε σ’ αυτή την παράκληση «και εισήλθε δια να μείνη μετ’ αυτών.» ΖΧ 767.2
Αν οι μαθητές δεν επέμεναν στην πρόσκλησή τους, δεν θα μάθαιναν ότι ο συνοδοιπόρος τους ήταν ο αναστημένος Κύριός τους. Ποτέ ο Χριστός δεν επιβάλλει τη συντροφιά Του σε κανένα. Ενδιαφέρεται για εκείνους που συναισθάνονται ότι έχουν την ανάγκη Του. Ευχαρίστως θα μπει και στο πιο ταπεινό σπίτι και θα χαροποιήσει την πιο ταπεινή καρδιά. Όταν όμως οι άνθρωποι αδιαφορούν να σκεφτούν τον ουράνιο Επισκέπτη ή να Του ζητήσουν να μείνει μαζί τους, τότε τους προσπερνά. Έτσι πολλοί ζημιώνουν πολλά. Δεν γνωρίζουν το Χριστό περισσότερο από ότι οι μαθητές τότε που βάδιζε μαζί τους στο δρόμο. ΖΧ 767.3
Το λιτό δείπνο αποτελούμενο από σκέτο ψωμί ετοιμάστηκε γρήγορα. Τοποθετήθηκε μπροστά στον φιλοξενούμενο, ο οποίος πήρε θέση στο κεφάλι του τραπεζιού. Άπλωσε τότε τα χέρια για να ευλογήσει την τροφή Οι μαθητές οπισθοχώρησαν παραξενεμένοι. Ο σύντροφός τους απλώνει τα χέρια ακριβώς όπως συνήθιζε να κάνει ο Κύριός τους. Ξανακοιτάζουν και βλέπουν στα χέρια Του τα σημάδια των καρφιών. Και οι δύο μαζί ξεφωνίζουν: «Είναι ο Κύριος Ιησούς! Ανέστη εκ νεκρών!» ΖΧ 768.1
Σηκώνονται για να ριχτούν στα πόδια Του και να Τον προσκυνήσουν, αλλά Αυτός εξαφανίζεται από τα μάτια τους. Κοιτάζουν τη θέση όπου κάθονταν Εκείνος ο οποίος βρίσκονταν στον τάφο και λένε ο ένας στον άλλον: «Δεν εκαίετο εν ημίν η καρδία ημών, ότε ελάλει πρός ημάς καθ’ οδόν, και μας εξήγει τας Γραφάς;» ΖΧ 768.2
Αλλά με τα συνταρακτικά νέα που έχουν τώρα να κοινοποιήσουν, δεν μπορούν να κάθονται κουβεντιάζοντας. Η κούραση και η πείνα τους εξαφανίστηκαν. Αφήνουν το φαγητό ανέγγιχτο και γεμάτοι χαρά βγαίνουν στο δρόμο, παίρνοντας το ίδιο μονοπάτι από όπου είχαν έρθει, τρέχουν για να μεταφέρουν την είδηση στους μαθητές στην πόλη. Σε μερικά μέρη, ο δρόμος δεν είναι ευκολοδιάβατος αλλά εκείνοι άλλοτε πηδούν και άλλοτε γλιστρούν πάνω από σκόρπιες πέτρες. Δεν βλέπουν, δεν ξέρουν ότι προστατεύονται από Εκείνον ο οποίος πέρασε το δρόμο μαζί τους. Με το οδοιπορικό ραβδί στο χέρι προχωρούν, θέλοντας να βαδίσουν ακόμη πιο γρήγορα. Χάνουν το μονοπάτι αλλά το ξαναβρίσκουν. Πότε τρέχοντας και πότε σκοντάφτοντας, προχωρούν με τον αόρατο Σύντροφο δίπλα τους σε ολόκληρη τη διαδρομή. ΖΧ 768.3
Η νύχτα είναι σκοτεινή, αλλά ο Ήλιος της Δικαιοσύνης τους φωτίζει. Οι καρδιές τους χτυπούν από χαρά. Τους φαίνεται πως βρίσκονται σε ένα καινούργιο κόσμο. Ο Χριστός είναι ζωντανός Σωτήρας. Δεν πενθούν πια γι’ Αυτόν σαν να ήταν νεκρός. «Χριστός ανέστη!» επαναλαμβάνουν ατελείωτες φορές. Αυτό είναι το μήνυμα που φέρνουν στους θλιμμένους. Πρέπει να τους διηγηθούν τη θαυμάσια ιστορία του δρόμου της Εμμαούς. Πρέπει να τους μιλήσουν για Εκείνον που τους πλεύρισε στο δρόμο. Φέρνουν το σπουδαιότερο μήνυμα που δόθηκε ποτέ στον κόσμο, ένα μήνυμα με καλά νέα, στο οποίο στηρίζονται οι ελπίδες της ανθρώπινης φυλής τόσο για αυτή την πρόσκαιρη ζωή όσο και για την αιωνιότητα. ΖΧ 768.4