Η Ζωη του Χριστού

79/89

ΚΕΦΆΛΑΙΟ 77—ΣΤΟ ΠΡΑΙΤΟΡΙΟ ΤΟΥ ΠΙΛΑΤΟΥ

Το κεφάλαιο αυτό βασίζεται στο Ματθ. 27:2, 11-31,
Μάρκ.15:1-20, Λουκ. 23:1-25, Ιωάν. 18:28-40. 19:1-16.
ΖΧ 694.1

Στο πραιτόριο του Πιλάτου, του ρωμαίου κυβερνήτη, ο Χριστός έστεκε δεμένος σαν κατάδικος. Γύρω Του οι φρουροί στρατιώτες και η αίθουσα που γέμισε γρήγορα από θεατές. Μπροστά στην είσοδο, βρίσκονταν οι δικαστές του Συνεδρίου, οι ιερείς, οι αρχηγοί του λαού, οι πρεσβύτεροι και ο όχλος. ΖΧ 694.2

Αφού καταδίκασε τον Ιησού, το συμβούλιο του Συνεδρίου ήρθε στον Πιλάτο για να επικυρώσει την εκτέλεση της καταδίκης.Οι ιουδαίοι επίσημοι δεν ήθελαν να πατήσουν στο ρωμαϊκό πραιτόριο. Σύμφωνα με τον τελετουργικό τους νόμο θα μολύνονταν και αυτό θα τους εμπόδιζε να λάβουν μέρος στις γιορτές του Πάσχα. Τυφλωμένοι σε τέτοιο σημείο δεν έβλεπαν ότι το εγκληματικό μίσος είχε ρυπάνει τις καρδιές τους. Δεν έβλεπαν ότι ο Χριστός ήταν το πραγματικό Πασχαλινό Αρνί και ότι αφού Τον είχαν απορρίψει, η μεγάλη γιορτή είχε χάσει για αυτούς τη σημασία της. ΖΧ 694.3

Όταν ο Σωτήρας φέρθηκε στο πραιτόριο, ο Πιλάτος δεν Τον είδε με καλό μάτι. Ο ρωμαίος κυβερνήτης είχε κληθεί βιαστικά από το υπνοδωμάτιό του και ήταν αποφασισμένος να τελειώσει τη δουλειά του όσο το δυνατό γρηγορότερα. Ήταν έτοιμος να φερθεί στον κατάδικο με δεσποτική αυστηρότητα. Παίρνοντας όσο πιο αυστηρό ύφος γίνονταν, γύρισε να δει τι είδους άνθρωπο είχε να ανακρίνει ώστε να τον ενοχλήσουν τόσο νωρίς το πρωίαπό την ησυχία του. Ήξερε ότι θα έπρεπε να ήταν κάποιος που οι ιουδαϊκές αρχές βιάζονταν να δικάσουν και να τιμωρήσουν. ΖΧ 694.4

Ο Πιλάτος κοίταξε τους ανθρώπους που είχαν φέρει τον Ιησού και μετά το ερευνητικό του βλέμμα στυλώθηκε πάνω στον Ιησού. Είχε να κάνει με όλων των ειδών τους εγκληματίες, αλλά ποτέ προηγουμένως δεν είχε φερθεί μπροστά του ένας άνθρωπος με τέτοια χαρακτηριστικά καλοσύνης και ευγένειας. Στο πρόσωπό Του δεν είδε κανένα σημάδι ενοχής, καμιά έκφραση φόβου, καμιά θρασύτητα ή πρόκληση. Έβλεπε έναν άνθρωπο με ήρεμη και αξιοπρεπή συμπεριφορά, η μορφή του οποίου δεν έφερε τα σημάδια του εγκληματία, αλλά τη σφραγίδα του Ουρανού. ΖΧ 694.5

Το παρουσιαστικό του Χριστού έκανε ευνοϊκή εντύπωση στον Πιλάτο. Ο καλύτερος εαυτός του ξύπνησε. Είχε ακούσει για τον Ιησού και για τα έργα Του. Η γυναίκα του Πιλάτου του είχε πεισχετικά με τα θαυμάσια έργα του Γαλιλαίου προφήτη που θεράπευε ασθενείς και ανάσταινε νεκρούς. Τώρα αυτά ξαναζούσαν σαν όνειρο στο νου του Πιλάτου. Θυμήθηκε τις διαδόσεις που είχε ακούσει από διάφορες πηγές. Αποφάσισε να ζητήσει από τους Ιουδαίους τις κατηγορίες τους εναντίον του κρατουμένου. ΖΧ 695.1

Ποιός είναι αυτός ο άνθρωπος και από που Τον φέρατε; ρώτησε. Ποιά κατηγορία έχετε εναντίον Του; Οι Ιουδαίοι βρέθηκαν σε αμηχανία. Ξέροντας ότι δεν μπορούσαν να στηρίξουν τις κατηγορίες τους εναντίον του Χριστού, δεν είχαν καμιά διάθεση για δημόσια ανάκριση. Απάντησαν ότι ήταν ένας απατεώνας, γνωστός ως Ιησούς ο Ναζωραίος. ΖΧ 695.2

Και πάλιΟ Πιλάτος ρώτησεκαι πάλι: «Τίνα κατηγορίαν φέρετε κατά του ανθρώπου αυτού;» Οι ιερείς δεν απάντησαν στην ερώτησή του, αλλά με λόγια που έδειχναν τον εκνευρισμό τους είπαν: «Εάν ούτος δεν ήτο κακοποιός, δεν ηθέλομεν σοι παραδόσει Αυτόν » Όταν οι σύμβουλοι του Συνεδρίου, οι πρώτοι άνθρωποι του έθνους, φέρνουν έναν άνθρωπο που τον θεωρούν άξιο θανάτου, χρειάζεται να ρωτάς για την κατηγορία που τον βαρύνει; Έλπιζαν να εντυπω-σιάσουν τον Πιλάτο με το αίσθημα της ανωτερότητάς τους και να τον κάνουν να δεχτεί το αίτημά τους χωρίς πολλές διατυπώσεις. Ανυπομονούσαν να δούν την απόφαση επικυρωμένη, γιατί ήξεραν ότι ο λαός που είχε δει τα θαυμάσια έργα του Χριστού, μπορούσε να διηγηθεί μιά ιστορία πολύ διαφορετική από τη σκευωρία που διεδραματιζόταν. ΖΧ 695.3

Οι ιερείς νόμιζαν ότι με τον αδύνατο και αναποφάσιστο Πιλάτο θα πραγματοποιούσαν τα σχέδιά τους χωρίς καμία δυσκολία. Πριν από την περίπτωση αυτή είχε υπογράψει βιαστικά θανατικά εντάλματα, καταδικάζοντας σε θάνατο ανθρώπους που ήξεραν ότι δεν ήταν άξιοι θανάτου. Κατά τη γνώμη του η ζωή ενός φυλακισμένου δεν είχε και πολλή αξία. Είτεήταν αθώος, είτε ένοχος, δεν είχε ιδιαίτερη σημασία. Οι ιερείς πίστευαν ότι ο Πιλάτος τώρα θα επέβαλλε την ποινή του θανάτου στον Ιησού χωρίς ακροαματική διαδικασία. Αυτό ζητούσαν σαν χάρη με την ευκαιρία της μεγάλης εθνικής τους γιορτής. ΖΧ 695.4

Αλλά υπήρχε κάτι σε αυτόν τον δέσμιο που εμπόδιζε τον Πιλάτο από τηνεκπλήρωση της επιθυμίας τους. Δεν είχε την τόλμη να το κάνει. Διάβασε τις προθέσεις των ιερέων. Θυμήθηκε πως πριν από λίγο καιρό ο Ιησούς είχε αναστήσει το Λάζαρο, έναν νεκρό τεσσάρωνημερών. Ήταν αποφασισμένος να μάθει πριν υπογράψει την καταδικαστική απόφαση, ποιές ήταν οι εναντίον Του κατηγορίες και αν αυτές ευσταθούσαν. ΖΧ 696.1

Αν η καταδικαστική σας απόφαση είναι επαρκής, τους είπε, γιατί φέρατε τον κρατούμενο σε μένα; «Λάβετε Αυτόν σείς, και κατά τον νόμον σας κρίνετε Αυτόν.» Έτσι οι ιερείς αναγκάστηκαν να πουν ότι είχαν ήδη εκδόσει απόφαση εναντίον Του, αλλά για την εκτέλεση της καταδικαστικής τους απόφασης χρειάζονταν την επικύρωση του Πιλάτου. Ποιά είναι η καταδικαστική σας απόφαση; ρώτησε ο Πιλάτος. Η ποινή του θανάτου απάντησαν, αλλά ο νόμος δεν μας επιτρέπει να εκτελέσουμε κανένα άνθρωπο. Ζήτησαν από τον Πιλάτο να βασιστεί στα λόγια τους για την ενοχή του Χριστού και να επικυρώσει την από μέρους τους επιβαλλόμενη ποινή. Αυτοί θα ευθύνονταν για τα περαιτέρω. ΖΧ 696.2

Δεν ήταν δίκαιος ούτε ευσυνείδητος δικαστής ο Πιλάτος. Παρόλη την έλλειψη ηθικής δύναμης όμως, αρνήθηκε να εκτελέσει το αίτημά τους. Δεν ήθελε να καταδικάσει τον Ιησού πρινυποδειχθεί κάποια κατηγορία εναντίον Του. ΖΧ 696.3

Οι ιερείς αντιμετώπιζαν δίλημμα. Είδαν ότι έπρεπε να συγκαλύψουν την υποκρισία τους όσο πιο έντεχνα μπορούσαν. Δεν έπρεπε να αφήσουν να φανεί ότι ο Χριστός είχε συλληφθεί για θρησκευτικούς λόγους. Αν έφερναν αυτό σαν αιτιολογία, οι διαδικασίες τους δεν θα έπιαναν τόπο μπροστά στον Πιλάτο. Έπρεπε να παρουσιάσουν το Χριστό ότι παρέβαινε το δημόσιο ποινικό κώδικα. Έτσι μπορούσε να τιμωρηθεί σαν πολιτικός εγκληματίας. Οι Ιουδαίοι ξεσήκωναν διαρκώς οχλαγωγίες και ανταρσίες εναντίον της ρωμαϊκής εξουσίας. Σε αυτές τις ανταρσίες οι Ρωμαίοι φέρονταν με μεγάλη αυστηρότητα και παρακολουθούσαν άγρυπνα για να καταπνίξουν οτιδήποτε μπορούσε να οδηγήσει σε αιφνίδια πολιτική έκρηξη. ΖΧ 696.4

Μόλις πριν λίγες μέρες, οι Φαρισαίοι είχαν προσπαθήσει να παγιδέψουν το Χριστό με την ερώτηση: «Είναι συγκεχωρημένον εις ημάς να δώσωμεν φόρον εις τον Καίσαρα, ή ουχί;» Ο Χριστός είχε ξεσκεπάσει την υποκρισία τους. Οι Ρωμαίοι που ήταν παρόντες είχαν δεί την τέλεια αποτυχία των συνωμοτών και την αμηχανία τους στην απάντησή Του: «Απόδοτε λοιπόν τα του Καίσαρος εις τον Καίσαρα.» (Λουκ. 20:22-25.) ΖΧ 696.5

Τώρα οι ιερείς σκέφτηκαν να παρουσιάσουν τη διδασκαλία του Χριστού. Στην έσχατη ανάγκη κάλεσαν ψευδομάρτυρες σε βοήθειά τους «και ήρχισαν να κατηγορώσιν Αυτόν, λέγοντες, Τούτον εύρομεν διαστρέφοντα το έθνος, και εμποδίζοντα να δίδωσι φόρον εις τον Καίσαρα, λεγοντα Εαυτόν ότι είναι Χριστός βασιλεύς.» Τρείς κατηγορίες, όλες τους αβάσιμες. Οι ιερείς το ήξεραν αυτό, αλλά ήταν έτοιμοι να ψευδορκήσουν φτάνει να πετύχαιναν το σκοπό τους. ΖΧ 697.1

Ο Πιλάτος κατάλαβε τους σκοπούς τους. Δεν πίστεψε ότι ο κρατούμενος είχε συνωμοτήσει εναντίον της κυβέρνησης. Μόνο το πράο και ταπεινό παρουσιαστικό Του ήταν διαμετρικά αντίθετο προς την κατηγορία. Ο Πιλάτος ήταν σίγουρος ότι μια μεγάλη σκευωρία είχε σχεδιαστεί για να αφανίσει έναν αθώο που στέκονταν εμπόδιο στην ιουδαϊκή τάξη των αρχόντων. Στρεφόμενος στον Ιησού, ρώτησε: «Σύ είσαι ο βασιλεύς των Ιουδαίων;» Ο Σωτήρας απάντησε: «Σύ λέγεις.» Καθώς μιλούσε, η μορφή Του φωτίστηκε σαν να έλαμψε επάνω της μιά ηλιαχτίδα. ΖΧ 697.2

Όταν ο Καϊάφας και οι συνοδοί του άκουσαν την απάντηση αυτή, ζήτησαν από τον Πιλάτο να πιστοποιήσει ότι ο Ιησούς είχε ομολογήσει το έγκλημα για το οποίο κατηγορούταν. Με φωνασκίες, οι ιερείς, οι γραμματείς και οι άρχοντες απαίτησαν τη θανατική Του καταδίκη. Οι κραυγές συνεχίστηκαν από τον όχλο και η ταραχή ήταν εκκωφαντική. Ο Πιλάτος βρέθηκε σε αμηχανία. Βλέποντας ότι ο Ιησούς δεν απαντούσε στους κατηγόρους Του, ο Πιλάτος του είπε: «Δεν αποκρίνεσαι ουδέν; ιδέ πόσα σου καταμαρτυρούσι. Ο δε Ιησούς έτι δεν απεκρίθη ουδέν.» ΖΧ 697.3

Στέκοντας πίσω από τον Πιλάτο, ο Ιησούς άκουγε,υπό την παρουσία του πλήθους που ήταν στον αυλόγυρο, τις ύβρεις χωρίς να απαντά ούτε με μια λέξη σε όλες τις ψευδείς κατηγορίες εναντίον Του. Όλη Του συμπεριφορά αποτελούσε απόδειξη της αναμφισβήτητης αθωότητας Του. Έμεινε ατάραχος στη μανία των κυμάτων που χτυπούσαν ολόγυρά Του. Έμοιαζαν σαν την πελώρια φουσκοθαλασσιά της οργής να σηκώνονται όλο και πιο ψηλά, σαν τα κύματα του ταραγμένου ωκεανού, να σπάζουν γύρω Του, χωρίς όμως να Τον αγγίζουν. Εξακολουθούσε να παραμένει σιωπηλός, αλλά η σιωπή Του ήταν πολύ εύγλωττη. Ήταν σαν ένα φως που προέρχονταν από το εσωτερικό του ανθρώπου, φωτίζοντας το εξωτερικό παρουσιαστικό του. ΖΧ 697.4

Ο Πιλάτος έμεινε έκπληκτος από τη στάση Του. Αυτός ο άνθρωπος αδιαφορείγια τη διαδικασία επειδή δεν ενδιαφέρεται να σώσει τη ζωή Του; διερωτήθηκε. Καθώς έβλεπε τον Ιησού να υπομένει τις προσβολές και τους χλευασμούς χωρίς αντεγκλήσεις, κατάλαβε ότι Αυτός δεν μπορούσε να είναι τόσο άδικος και φαύλος, όσο ήταν οι ωρυόμενοι εκείνοι ιερείς. Ελπίζοντας να μάθει την αλήθεια από Αυτόν και να αποφύγει τις φωνασκίες, ο Πιλάτος πήρε τον Ιησού κατά μέρος και Τον ρώτησεπάλι: «Συ είσαι ο βασιλεύς των Ιουδαίων;» ΖΧ 698.1

Ο Ιησούς δεν έδωσε άμεση απάντηση ε αυτή την ερώτηση. Ήξερε ότι το Άγιο Πνεύμα αγωνίζονταν με τον Πιλάτο και του έδωσε την ευκαιρία να ομολογήσει αυτό που πίστευε. Τον ρώτησε: «Αφ’ εαυτού λέγεις συ τούτο, ή άλλοι σοι είπον περί Εμού;» Δηλαδή, ήταν η κατηγορία των ιερέων ή η επιθυμία του Πιλάτου να λάβει φως από το Χριστό αυτό που προκάλεσε την ερώτησή του. Ο Πιλάτος κατάλαβε τι εννοούσε ο Χριστός, αλλά η υπερηφάνεια γέμισε την καρδιά του. Δεν θέλησε να ομολογήσει τις πεποιθήσεις που ένοιωσε να τον πιέζουν μέσα του και απάντησε: «Μήπως εγώ είμαι Ιουδαίος; Το έθνος το ιδικόν Σου, και οι αρχιερείς Σε παρέδωκαν εις εμέ τι έκαμες;» ΖΧ 698.2

Η χρυσή ευκαιρία είχε περάσει για τον Πιλάτο. Όμως, ο Ιησούς δεν τον άφησε χωρίς περισσότερο φως. Αν και δεν έδωσε άμεση απάντηση στην ερώτηση του Πιλάτου, έκανε όμως μια σαφή δήλωση της αποστολής Του. Έδωσε στον Πιλάτο να καταλάβει ότι δεν αναζητούσε επίγειο θρόνο. ΖΧ 698.3

«Απεκρίθη ο Ιησούς, Η βασιλεία η Εμή δεν είναι εκ του κόσμου τούτου εάν η βασιλεία η Εμή ήτο εκ του κόσμου τούτου, οι υπηρέται Μου ήθελον αγωνίζεσθαι, δια να μη παραδοθώ εις τους Ιουδαίους τώρα δε η βασιλεία η Εμή δεν είναι εντεύθεν. Και ο Πιλάτος είπε πρός Αυτόν, Λοιπόν βασιλεύς είσαι Συ; Απεκρίθη ο Ιησούς, Συ λέγεις, ότι βασιλεύς είμαι Εγώ. Εγώ δια τούτο εγεννήθην, και δια τούτο ήλθον εις τον κόσμον, δια να μαρτυρήσω εις την αλήθειαν. Πας όστις είναι εκ της αλήθειας, ακούει της φωνής Μου». ΖΧ 698.4

Ο Χριστός δήλωσε ότι ο λόγος Του ήταν το κλειδί που ξεκλείδωνε τα μυστήρια για εκείνους που ήταν έτοιμοι να τα δεχθούν. Αυτός ο λόγος είχε μια αυτοκυρίαρχη δύναμη και αυτό ήταν το μυστικό για τη διάδοση της βασιλείας Του, της βασιλείας της αλήθειας. Επιθυμούσε να καταλάβει ο Πιλάτος ότι μόνο αν δέχονταν και αξιοποιούσε την αλήθεια, μπορούσε να επανορθώσει την παραφθαρμένη φύση του. ΖΧ 698.5

Ο Πιλάτος είχε την επιθυμία να γνωρίσει την αλήθεια. Στο μυαλό του βασίλευε η σύγχυση. Έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τα λόγια του Σωτήρα και η καρδιά του ξεσηκώθηκε από την επιθυμία να γνωρίσει τι ήταν στην πραγματικότητα η αλήθεια και πως μπορούσε να την αποκτήσει. «Τι είναι αλήθεια;» ρώτησε. Δεν περίμενε όμως την απάντηση. Η οχλαγωγία έξω τον επανέφερε στο προκείμενο θέμα, επειδή οι ιερείς θορυβούσαν ζητώντας τη λήψη μιας άμεσης απόφασης. Βγαίνοντας έξω προς τους Ιουδαίους, ο Πιλάτος δήλωσε με έμφαση: «Εγώ δεν ευρίσκω ουδέν έγκλημα εν Αυτώ». ΖΧ 699.1

Τα λόγια αυτά, προερχόμενα από ένα ειδωλολάτρη δικαστή, ήταν μια δριμύτατη επίπληξη για τη δολιότητα και τα ψεύδη των ισραηλινών αρχηγών οι οποίοι κατηγορούσαν το Σωτήρα. Όταν οι ιερείς και οι πρεσβύτεροι άκουσαν αυτό από τον Πιλάτο, η απογοήτευση και η οργή τους ξεπέρασαν κάθε όριο. Τόσο καιρό συνωμοτούσαν και περίμεναν αυτή την ευκαιρία. Καθώς διαισθά-νονταν την πιθανότητα της απελευθέρωσης του Ιησού, φαίνονταν έτοιμοι να Τον κατασπαράξουν. Φωνασκώντας κατηγόρησαν τον Πιλάτο και τον απείλησαν ότι θα τον έκαναν να λογοδοτήσει στη ρωμαϊκή εξουσία. Τον κατηγόρησαν ότι αρνούταν να καταδικάσει τον Ιησού, ο οποίος όπως διαβεβαίωναν, είχε ταχθεί εναντίον του Καίσαρα. ΖΧ 699.2

Τώρα ακούγονταν άγριες φωνές που δήλωναν ότι η στασιαστική επιρροή του Ιησού ήταν πασίγνωστη σε ολόκληρη τη χώρα. «Οι δε ιερείς επέμενον, λέγοντες, Ότι, ταράττει τον λαόν, διδάσκων καθ’ όλην την Ιουδαίαν, αρχίσας από της Γαλιλαίας έως εδώ.» ΖΧ 699.3

Μέχρι στιγμής ο Πιλάτος δεν είχε σκεφτεί να καταδικάσει τον Ιησού. Ήξερε ότι οι Ιουδαίοι Τον κατηγορούσαν από μίσος και προκατάληψη. Ήξερε ποιό ήταν το καθήκον Του. Η δικαιοσύνη απαιτούσε ο Χριστός να αφεθεί αμέσως ελεύθερος. Ο Πιλάτος όμως έτρεμε την κακοβουλία του λαού. Αν αρνούταν να παραδώσει τον Ιησού στα χέρια τους, θα δημιουργούταν αναβρασμός και αυτό ακριβώς φοβόταν να αντιμετωπίσει. Όταν άκουσε ότι ο Ιησούς ήταν από τη Γαλιλαία, αποφάσισε να Τον στείλει στον Ηρώδη Αντίπα, τον ηγεμόνα της επαρχίας εκείνης που έτυχε να βρίσκεται τότε στην Ιερουσαλήμ. Με την ενέργεια αυτή ο Πιλάτος σκέφτηκε να μεταβιβάσει την ευθύνη της δίκης από τον εαυτό του στον Ηρώδη. Σκέφτηκε επίσης ότι θα ήταν μια καλή ευκαιρία να επανορθώσει για μια παλιά διένεξη που είχε με τον Ηρώδη. Έτσι και έγινε. Οι δύο ηγεμόνες συμφιλιώθηκαν με τη δίκη του Σωτήρα ΖΧ 699.4

Ο Πιλάτος παρέδωσε τον Ιησού και πάλι στους στρατιώτες που με τους χλευασμούς και τις ύβρεις του όχλου Τον έσυραν στο δικαστήριο του Ηρώδη. «Ο δε Ηρώδης ιδών τον Ιησούν εχάρη πολύ.» Ποτέ προηγουμένως δεν είχε συναντήσει το Σωτήρα, αλλά «ήθελε πρό πολλού να ίδη Αυτόν, επειδή ήκουε πολλά περί Αυτού και ήλπιζε να ίδη θαύμα τι γινόμενον υπ’ Αυτού.» Αυτός ήταν ο Ηρώδης που είχε βάψει τα χέρια του στο αίμα του Ιωάννη του Βαπτιστή. Όταν ο Ηρώδης πρωτάκουσε για τον Ιησού, τον κατέλαβε φρίκη και είπε: «Ούτος είναι ο Ιωάννης, τον οποίον εγώ απεκεφάλισα Αυτός ανέστη εκ νεκρών » «και δια τούτο ενεργούσιν αι δυνάμεις εν αυτώ.» (Μάρκ. 6:16, Ματθ. 14:2.) Παρόλα αυτά ο Ηρώδης επιθυμούσε να δει τον Ιησού. Τώρα παρουσιάζονταν μια ευκαιρία να σώσει τη ζωή αυτού του προφήτη. Ο βασιλιάς ήλπιζε να σβήσει με αυτό τον τρόπο μια για πάντα τη μνήμη του αιματωσταγμένου κεφαλιού που του είχαν φέρει πάνω σε μια πιατέλα. Επιθυμούσε ακόμη να ικανοποιήσει την περιέργειά του και σκέφθηκε ότι αν πρόσφερε στο Χριστό κάποια ελπίδα για απελευθέρωση, Εκείνος θα έκανε οτιδήποτε ο Ηρώδης Του ζητούσε. ΖΧ 700.1

Μια μεγάλη συνοδεία από ιερείς και πρεσβυτέρους είχε ακολουθήσει το Χριστό μέχρι τον Ηρώδη. Όταν πήγαν τον Σωτήρα εκεί, όλοι οι ιεράρχες μιλούσαν ταυτόχρονα και με έξαψη, ενώ εκτόξευαν κατηγορίες τους εναντίον Του. Ο Ηρώδης έδωσε ελάχιστη σημασία στις κατηγορίες τους. Διέταξε ησυχία, ζητώντας την ευκαιρία να ανακρίνει το Χριστό. Έδωσε προσταγή να λύσουν τα δεσμά του Χριστού και συνάμα κατηγόρησε τους εχθρούς Του για τη βάναυση μεταχείριση που έλαχε ο Χριστός. Βλέποντας με συμπόνια τη γαλήνια μορφή του Λυτρωτή του κόσμου, διάβασε σε αυτή μόνο σοφία και αγνότητα. Αυτός, όπως και ο Πιλάτος, δεν αμφέβαλλε ότι ο Χριστός είχε κατηγορηθεί μόνο από κακεντρέχεια και φθόνο. ΖΧ 700.2

Ο Ηρώδης υπέβαλε στο Χριστό πολλές ερωτήσεις, αλλά σε όλο αυτό το διάστημα ο Σωτήρας τήρησε βαθιά σιωπή. Με διαταγή του βασιλιά, παράλυτοι και ακρωτηριασμένοι οδηγήθηκαν στην αίθουσα και ο Χριστός διατάχθηκε να αποδείξει τις αξιώσεις Του, κάνοντας ένα θαύμα. Οι άνθρωποι λένε ότι μπορείς να θεραπεύσεις τους ασθενείς, είπε ο Ηρώδης. Ενδιαφέρομαι πολύ να δω ότι η μεγάλη Σου φήμη θα διαψευστεί. Ο Ιησούς δεν απάντησε και ο Ηρώδης συνέχισε να Τον παροτρύνει: Αν δεν κάνεις τα θαύματα για τους άλλους, κάνε τα τώρα για τον εαυτό Σου και αυτό θα Σου βγει σε καλό. Και πάλι Τον πρόσταξε: Δείξε μας ένα σημείο ότι έχεις τη δύναμη που οι διάφορες Φήμες Σου αποδίδουν. Ο Χριστός έστεκε σαν να μη άκουγε και σαν να μη έβλεπε. Ο Υιός του Θεού είχε περιβληθεί την ανθρώπινη φύση. Έπρεπε να φερθεί όπως θα φέρονταν ο άνθρωπος σε παρόμοιες περιστάσεις. Για αυτό δεν έκανε κανένα θαύμα για να απαλλάξει τον εαυτό Του από τον πόνο και την ταπείνωση που ένας άνθρωπος οφείλει να υποστεί όταν βρεθεί στην ίδια θέση. ΖΧ 700.3

Ο Ηρώδης υποσχέθηκε ότι αν ο Χριστός έκανε ένα θαύμα στην παρουσία του θα Τον απελευθέρωνε. Οι κατήγοροι του Χριστού είχαν δει με τα ίδια τους τα μάτια τα μεγαλοπρεπή έργα που είχε κάνει με τη δύναμή Του. Τον είχαν ακούσει να προστάζει τον τάφο να απελευθερώσει το νεκρό του. Είχαν δει το νεκρό να εξέρχεται, υπακούοντας στη φωνή Του. Τους κατέλαβε τρόμος ότι θα έκανε εκείνη την ώρα κάποιο θαύμα. Περισσότερο από κάθε τι έτρεμαν την εκδήλωση της δύναμής Του. Μια τέτοια εκδήλωση θα αποτελούσε θανατηφόρο πλήγμα στα σχέδιά τους και ίσως να τους στοίχιζε τη ζωή. Οι ιερείς και οι άρχοντες επέμεναν με μεγάλη αγωνία στις κατηγορίες τους εναντίον Του. Υψώνοντας τη φωνή δήλωσαν ότι ήταν ένας προδότης, ένας βλάσφημος και ότι έκανε τα θαύματά Του με τη δύναμη που Του έδινε ο Βεελζεβούλ, ο άρχοντας των δαιμόνων. Επικράτησε μεγάλη σύγχυση στην αίθουσα. Άλλοι φώναζαν το ένα και άλλοι φώναζαν το άλλο. ΖΧ 701.1

Η συνείδηση του Ηρώδη είχε εξασθενήσει πολύ μετάτην απαίτηση της Ηρωδιάδας για το κεφάλι του Ιωάννη Βαπτιστή. Το γεγονός αυτό τον έκανε να τρέμει από τη φρίκη του. Για ένα διάστημα αισθάνονταν να βασανίζεται από τρομερές τύψεις για την ανόσια πράξη του. Λόγο της ακόλαστης ζωής του όμως είχε υποστεί μεγάλη ηθική κατάπτωση. Η καρδιά του είχε τώρα σκληρυνθεί τόσο πολύ ώστε μπορούσε ακόμη και να καυχιέται για την τιμωρία που είχε επιβάλει στον Ιωάννη επειδή είχε τολμήσει να τον επιπλήξει. Τώρα απειλούσε τον Ιησού, δηλώνοντας επανειλημμένα ότι είχε τη δύναμη να Τον απελευθερώσει ή να Τον καταδικάσει. Καμιά ένδειξη δεν έδωσε ο Χριστός ότι είχε ακούσει έστω και μια λέξη. ΖΧ 701.2

Ο Ηρώδης εξοργίστηκε με τη σιωπή αυτή. Φαίνονταν ότι ο Χριστός περιφρονούσε εντελώς την εξουσία του. Για το ματαιόδοξο και αλαζονικό εκείνο μονάρχη μια φανερή επίπληξη θα ήταν λιγότερο προσβλητική από την τέλεια αυτή άγνοια. Για άλλη μια φορά απείλησε θυμωμένος τον Ιησού ο οποίος εξακολουθούσε να παραμένει ατάραχος και σιωπηλός. ΖΧ 701.3

Η αποστολή του Χριστού σε αυτό τον κόσμο δεν ήταν να ικανοποιεί την άσκοπη περιέργεια. Ήρθε να θεραπεύσει τις ραγισμένες καρδιές. Αν μπορούσε να πει δυο λόγια για να γιατρέψει τα τραύματα των άρρωστων από την αμαρτία ψυχών, δεν θα παρέμενε σιωπηλός. Δεν διέθετε όμως λόγια για κείνους που καταπατούσαν την αλήθεια κάτω από τα ανόσια πόδια τους. ΖΧ 702.1

Στον Ηρώδη, ο Χριστός θα μπορούσε να πει λόγια που θα τρυπούσαν τα αυτιά του σκληροτράχηλου εκείνου βασιλιά. Μπορούσε να του προκαλέσει φόβο και τρόμο παρουσιάζοντάς του ολόκληρη την παράνομη ζωή του και τη φρικτή επικείμενη καταδίκη του. Η σιωπή του Χριστού ήταν ο πιο αυστηρός έλεγχος που μπορούσε να κάνει. Ο Ηρώδης είχε απορρίψει την αλήθεια που του είχε παρουσιάσει ο μεγαλύτερος των προφητών και δεν χρειάζονταν πια κανένα πρόσθετο μήνυμα. Η Μεγαλειότητα του Ουρανού δεν είχε ούτε ένα λόγο να του απευθύνει. Το αυτί που πάντα ήταν ανοικτό στην ανθρώπινη συμφορά, έμεινε αδιάφορο στις προσταγές του Ηρώδη. Τα μάτια εκείνα που πάντοτε έβλεπαν τον μετανοιωμένο αμαρτωλό με συμπονετική, συγχωρητική αγάπη, δεν είχαν βλέψεις για τον Ηρώδη. Τα χείλη εκείνα που είχαν προφέρει τις πιο επιβλητικές αλήθειεςσε τόνους τρυφερότατης ικεσίας, ικετεύοντας τους πιο αμαρτωλούς και τους πιο διεφθαρμένους, είχαν κλείσει για τον υπεροπτικό βασιλιά που δεν αισθάνονταν την ανάγκη του Σωτήρα. ΖΧ 702.2

Το πρόσωπο του Ηρώδη σκοτείνιασε από το πάθος. Στρεφόμενος στο πλήθος, κατηγόρησε εξοργισμένος τον Ιησού ως απατεώνα Έπειτα είπε στο Χριστό: «Αν δε δώσεις απόδειξη των αξιώσεων Σου, θα Σε παραδώσω στους στρατιώτες και στο λαό. Αυτοί μπορούν να Σε κάνουν να μιλήσεις. Αν είσαι απατεώνας, ο θάνατος από τα χέρια τους είναι το μόνο που Σου αξίζει. Αν είσαι ο Υιός του Θεού, σώσε τον εαυτό Σου με ένα θαύμα.» ΖΧ 702.3

Δεν είχε τελειώσει ακόμη τα λόγια του όταν εξαπολύθηκε η επίθεση κατά του Χριστού. Σαν άγρια θηρία τα πλήθη όρμησαν πάνω στη λεία τους. Ο Ιησούς σέρνονταν από δω και από κει, ενώ ο Ηρώδης ενώθηκε μαζί με τον όχλο επιδιώκοντας να ταπεινώσει τον Υιό του Θεού. Αν δεν είχαν επέμβει οι Ρωμαίοι στρατιώτες και δεν ανάγκαζαν το μανιασμένο πλήθος να υποχωρήσει, ο Σωτήρας θα είχε διαμελιστεί. ΖΧ 702.4

«Αφού δε ο Ηρώδης μετά των στρατευμάτων αυτού εξουθένωσεν Αυτόν, και ενέπαιξεν, ενέδυσεν Αυτόν λαμπρόν ιμάτιον». Σε αυτό τον εξευτελισμό πήραν μέρος και οι ρωμαίοι στρατιώτες. Ότι κακό μπορούσαν να κάνουν εκείνοι οι φαύλοι και διεφθαρμένοι στρατιώτες, βοηθούμενοι από τον Ηρώδη και τους Ιουδαίουςπροεστούς, συγκεντρώθηκε επάνω στο Σωτήρα. Όμως η θεϊκή υπομονή Του δεν κλονίστηκε. ΖΧ 703.1

Οι βασανιστές του Χριστού αποπειράθηκαν να παραβάλουν το χαρακτήρα Του με το δικό τους. Τον είχαν παραστήσει τόσο αχρείο όσο ήταν εκείνοι. Πίσω από όλη αυτή την παρούσα σκηνή παρεμβλήθηκε μια άλλη σκηνή, μια σκηνή την οποία θα αντικρύσουν μια μέρα σε όλη της τη δόξα. Υπήρχαν μερικοί που έτρεμαν στην παρουσία του Χριστού. Ενώ ο άξεστος λαός υποκλίνονταν χλευαστικά μπροστά Του, μερικοί που είχαν ξεκινήσει με τον ίδιο σκοπό, γύρισαν πίσω σιωπηλοί και τρομαγμένοι. Ο Ηρώδης συναισθάνθηκε την ενοχή του. Οι τελευταίες ακτίνες του φωτός του ελέους έπεφταν ακόμη στη σκληρή από την αμαρτία καρδιά του. Κατάλαβε ότι ο Χριστός δεν ήταν ένας κοινός άνθρωπος επειδή η θεότητα έλαμπε μέσα από την ανθρώπινη φύση Του. Την ίδια ώρα που ο Χριστός περιστοιχίζονταν από χλευαστές, μοιχούς και φονιάδες, ο Ηρώδης ένοιωσε ότι ατένιζε το Θεό επάνω στο θρόνο Του. ΖΧ 703.2

Όσο και αν είχε σκληρυνθεί, ο Ηρώδης δεν τόλμησε να επικυρώσει την καταδίκη του Χριστού. Επιθυμούσε να απαλλαγεί από τη φοβερή ευθύνη και έστειλε τον Ιησού πίσω στο ρωμαϊκό πραιτόριο. ΖΧ 703.3

Ο Πιλάτος απογοητεύθηκε και δυσαρεστήθηκε πολύ. Όταν οι Ιουδαίοι ξαναγύρισαν με τον αιχμάλωτό τους, ρώτησε ανυπόμονα τι ζητούσαν από αυτόν να κάνει. Τους ξαναθύμισε ότι είχε ήδη εξετάσει τον Ιησού και δεν Του είχε βρει κανένα σφάλμα. Τους είπε ότι είχαν εκφράσει τα παράπονά τους εναντίον Του, αλλά δεν ήταν ικανοί να αποδείξουν ούτε μια κατηγορία. Είχε στείλει τον Ιησού σε ένα ομοεθνή τουςκαι τετράρχη της Γαλιλαίας, τον Ηρώδη, αλλά και αυτός δεν Του βρήκε τίποτε το άξιο θανάτου. «Αφού λοιπόν παιδεύσω Αυτόν,» τους είπε ο Πιλάτος, «θέλω απολύσει». ΖΧ 703.4

Εδώ ο Πιλάτος έδειξε την αδυναμία του. Είχε ανακηρύξει αθώο τον Ιησού, και όμως ήταν πρόθυμος να Τον μαστιγώσει για να κατευνάσει τους κατηγόρους Του. Θα θυσίαζε τη δικαιοσύνη και τις ηθικές αρχές για να συμβιβαστεί με τον όχλο. Αυτό τον έφερε σε μειονεκτική θέση. Το πλήθος αναθάρρεψε από την αναποφασιστικό τητά του και φωνασκούσε ακόμη δυνατότερα, απαιτώντας το θάνατο του καταδίκου. Αν από την αρχή ο Πιλάτος έδειχνε σταθερότητα, αρνούμενος να καταδικάσει έναν άνθρωπο τον οποίο έβρισκε αθώο, θα είχε σπάσει τη μοιραία αλυσίδα που θα τον έδενε με τύψεις και ενοχή σε όλη την υπόλοιπη ζωή του. Αν είχε εφαρμόσει τις προσωπικές του πεποιθήσεις για το δίκαιο, οι Ιουδαίοι δεν θα είχαν το θάρρος να του υπαγορεύσουν τι να κάνει. Ο Χριστός θα είχε θανατωθεί, αλλά η ενοχή δεν θα βάραινε τον Πιλάτο. Ο Πιλάτος όμως είχε παραβιάσει βήμα προς βήμα τη συνείδησή του. Παρέβλεψε την ευθύνη του να δικάσει δίκαια και αμερόληπτα και τώρα βρέθηκε σχεδόν ανίσχυρος στα χέρια των ιερέων και των αρχόντων. Η αμφιταλάντευση και η αναποφασιστικότητά του επέφεραν την καταστροφή του. ΖΧ 703.5

Ακόμη και εκείνη τη στιγμή ο Πιλάτος δεν αφέθηκε να ενεργήσει στα τυφλά. Ένα μήνυμα από το Θεό τον προειδοποιούσε για την πράξη στην οποία ήταν έτοιμος να προβεί. Σε απάντηση της προσευχής του Χριστού, ένας άγγελος από τον Ουρανό επισκέφθηκε τη γυναίκα του Πιλάτου και στο όνειρό της είχε δει το Σωτήρα και είχε συνομιλήσει μαζί Του. Η γυναίκα του Πιλάτου δεν ήταν Ιουδαία, αλλά καθώς έβλεπε τον Ιησού στο όνειρό της, δεν αμφέβαλλε για το χαρακτήρα και την αποστολή Του. Ήξερε ότι Αυτός ήταν Άρχοντας του Θεού. Τον είδε να δικάζεται στο πραιτόριο. Είδε τα χέρια Του δεμένα σαν να ήταν χέρια εγκληματία Είδε τον Ηρώδη και τους στρατιώτες του να εκτελούν το φοβερό τους έργο. Άκουσε τους ιερείς και τους προεστούς, γεμάτους φθόνο και κακοήθεια να Τον κατηγορούν με μανία. Άκουσε τα λόγια: «Ημείς νόμον έχομεν, και κατά τον νόμον ημών πρέπει να αποθάνη.» Είδε τον Πιλάτο να παραδίδει το Χριστό για μαστίγωμα, αφού προηγουμένως είχε δηλώσει: «Δεν εύρον εν τω ανθρώπω τούτω ουδέν έγκλημα » Άκουσε την καταδίκη που πρόφερε ο Πιλάτος και τον είδε να παραδίδει το Χριστό στους δήμιους Του. Είδε το σταυρό να υψώνεται στο Γολγοθά. Είδε τη Γή να βυθίζεται στο σκοτάδι και άκουσε τη μυστηριακή κραυγή «Τετέλεσται!» Μια ακόμη σκηνή παρουσιάστηκε μπροστά της. Είδε το Χριστό ενθρονισμένο επάνω σε ένα μεγάλο λευκό σύννεφο, ενώ η Γή τρίκλιζε στο διάστημα και οι δήμιοί Του έτρεχαν να κρυφτούν από την παρουσία της δόξας Του. Ξύπνησε με ένα ξεφωνητό τρόμου και αμέσως έγραψε στον Πιλάτο ένα προειδοποιητικό μήνυμα. ΖΧ 704.1

Ενώ ο Πιλάτος ήταν αναποφάσιστος τι έπρεπε να κάνει, ένας αγγελιοφόρος διασχίζοντας τα πλήθη, παρέδωσε στον Πιλάτο το γράμμα της γυναίκας του. Εκείνο έλεγε: ΖΧ 705.1

«Άπεχε του δικαίου Εκείνου διότι πολλά έπαθον σήμερον κατ’ όναρ δι’ Αυτόν.» ΖΧ 705.2

Το πρόσωπό του Πιλάτου χλόμιασε. Τα αλληλοσυγκρουόμενα αισθήματά του τον έφεραν σε αμηχανία. Ενώ αυτός καθυστερούσε να ενεργήσει, οι ιερείς και οι άρχοντες εκνεύριζανπερισσότερο τα πνεύματα του λαού. Ο Πιλάτος αναγκάστηκε να δράσει. Θυμήθηκε τότε μια συνήθεια που θα τον βοηθούσε να εξασφαλίσει την απελευθέρωση του Χριστού. Ήταν συνήθεια στη γιορτή του Πάσχα να ελευθερώνει ένα φυλακισμένο τον όποιον θα διάλεγε ο λαός. Αυτό το έθιμο ήταν μια ειδωλολατρική επινόηση. Δεν υπήρχε ίχνος δικαιοσύνης σε αυτό, αλλά το εκτιμούσαν πολύ οι Ιουδαίοι. Οι ρωμαϊκές αρχές κρατούσαν την εποχή εκείνη έναν φυλακισμένο με το όνομα Βαραββάς ο οποίος ήταν θανατοποινίτης. Αυτός ο άνθρωπος είχε ισχυριστεί ότι ήταν ο Μεσσίας. Διεκδικούσε την εξουσία ώστε να ιδρύσει μια διαφορετική τάξη πραγμάτων και να εγκαθιδρύσει την ευταξία στον κόσμο. Με σατανική απάτη ισχυρίζονταν ότι οτιδήποτε μπορούσε να αποκτήσει με την κλοπή και τη ληστεία, ήταν δικό του. Είχε κάνει αξιοθαύμαστα πράγματα με σατανικές ενέργειες και είχε κερδίσει οπαδούς μεταξύ του λαού. Τέλος, είχε ξεσηκώσει ανταρσία κατά της ρωμαϊκής κυβέρνησης. Με το προκάλυμμα του θρησκευτικού ενθουσιασμού ήταν ένας πωρωμένος και απελπιστικά αχρείος άνθρωπος, προσκολλημένος στην επανάσταση και στη βιαιότητα. Προσφέροντας στο λαό την επιλογή μεταξύ αυτού του ανθρώπου και του αθώου Σωτήρα, ο Πιλάτος σκέφτηκε να ξυπνήσει μέσα τους κάποιο συναίσθημα δικαιοσύνης. Ήλπιζε να κερδίσει τη συμπάθειά τους για τον Ιησού, με συμπεριφορά αντίθετη από αυτή των ιερέως και τωναρχόντων του λαού. Έτσι, στρεφόμενος προς τα πλήθη ρώτησε με πραγματική ειλικρίνεια: «Τίνα θέλετε να σας απολύσω; τον Βαραββάν, ή τον Ιησούν, τον λεγόμενον Χριστόν;» ΖΧ 705.3

Σαν βρυχηθμός αγρίων θηρίων ήρθε η απάντηση από τον όχλο: «Απελευθέρωσέ μας το Βαραββά.» Ωρύονταν όλο και δυνατότερα: «Το Βαραββά, το Βαραββά.» Νομίζοντας ότι ο λαός δεν κατάλαβε την ερώτησή του, ο Πιλάτος ρώτησε: «Θέλετε λοιπόν να σας απολύσω τον βασιλέα των Ιουδαίων;» Αλλά αυτοί πάλι φώναξαν: «Σήκωσον τούτον, απόλυσον δε εις ημάς τον Βαραββάν.» «Τι λοιπόν να κάμω τον Ιησούν τον λεγόμενον Χριστόν;» ρώτησε ο Πιλάτος. Πάλι το διογκωμένο πλήθος βρυχήθηκε σαν να ήταν δαίμονες. Οι ίδιοι οι δαίμονες βρίσκονταν σε ανθρώπινη μορφή μέσα στο πλήθος. Τι θαμπορούσε να περιμένει κανείς παρά την απάντηση:«Σταυρωθήτω!». ΖΧ 705.4

Ο Πιλάτος ταράχτηκε. Δεν περίμενε να φτάσουν ως εκεί τα πράγματα. Το έβρισκε φρικτό να παραδώσει έναν αθώο στον πιο ατιμωτικό, σκληρό θάνατο που μπορούσε να επιβληθεί. Όταν κόπασε η οχλοβοή, στράφηκε στο λαό λέγοντας: «Και τι κακόν έπραξε;» Η υπόθεση είχε προχωρήσει τόσο που δεν σήκωνε συζήτηση. Δεν ζητούσαν την απόδειξη της αθωότητας του Χριστού, αλλά την καταδίκη Του. ΖΧ 706.1

Ακόμη και τότε ο Πιλάτος προσπαθούσε να Τον σώσει. «Ο δε και τρίτην φοράν είπε προς αυτούς, Και τι κακόν έπραξεν Ούτος; ουδεμίαν αιτίαν θανάτου εύρον εν Αυτώ αφού λοιπόν παιδεύσω Αυτόν, θέλω απολύσει». Και η απλή νύξη για την απελευθέρωση Του προκάλεσε στο λαό δεκαπλάσια φρενίτιδα. «Σταύρωσον Αυτόν, σταύρωσον Αυτόν!» φώναζαν. Όλο και περισσότερο αγρίευε η θύελλα που προκάλεσε η αβουλία του Πιλάτου. ΖΧ 706.2

Πήραν το Χριστό εξουθενωμένο από την κούραση και καλυμμένο με τραύματα και τον μαστίγωσαν μπροστά στο πλήθος. «Οι δε στρατιώται έφερον Αυτόν ένδον της αυλής, το οποίον είναι το πραιτώριον και συγκαλούσιν όλο το τάγμα των στρατιωτών. Και ενδύουσιν Αυτόν πορφύραν, και πλέξαντες ακάνθινον στέφανον βάλλουσι περί την κεφαλήν Αυτού, και ήρχισαν να χαιρετώσιν Αυτόν, λέγοντες, Χαίρε, βασιλεύ των Ιουδαίων. Και εμπτύσαντες εις Αυτόν... γονυπετούντες προσεκύνουν Αυτόν». Πότε-πότε κάποιο αχρείο χέρι άρπαζε το καλάμι που είχαν θέσει στο χέρι του Ιησού και κτυπούσε με αυτό το ακάνθινο στεφάνι στο μέτωπό Του, μπήγοντας τα αγκάθια στους κροτάφους Του. Με αυτό τον τρόπο έκαναν το αίμα να κυλά στο πρόσωπο και στα γένια Του. ΖΧ 706.3

Εκπλάγησαν οι Ουρανοί και θαύμασε η Γή! Παρατηρείστε το δυνάστη και το δυναστευόμενο. Ένας μανιασμένος όχλος περικυκλώνει το Σωτήρα του κόσμου. Χλευασμοί και εμπαιγμοί ανακατεύονται με χονδροειδείς βρισιές και βλαστήμιες. Η ταπεινή Του γέννηση και η άσημη ζωή Του διασύρονται από τον αναίσθητο όχλο. Η δήλωσή Του ότι είναι Υιός του Θεού εμπαίζεται και οι χυδαίοι αστεϊσμοί περνούν από στόμα σε στόμα ΖΧ 706.4

Ο Σατανάς οδηγούσε τον απάνθρωπο όχλο στην τυραννική μεταχείριση του Σωτήρα. Σκοπός του ήταν να Τον προκαλέσει να εκδικηθεί αν γίνονταν ή να Τον εξαναγκάσει να κάνει ένα θαύμα για να ελευθερωθεί και να ανατραπεί έτσι το σχέδιο της σωτηρίας. Μια κηλίδα επάνω στην ανθρώπινη ζωή Του, μια αποτυχία της ανθρώπινης φύσης Του να υπομείνει την τρομερή δοκιμασία, θα καθιστούσε τον Αμνό του Θεού μια ατελή θυσία και η λύτρωση του ανθρώπου θα κατέληγε στην αποτυχία. Αυτός που μπορούσε με μια διαταγή Του να φέρει τις ουράνιες στρατιές σε βοήθειά Του, Αυτός που μπορούσε να διώξει από μπροστά Του τοντρομοκρατημένο λαό από τη λάμψη της θείας Του μεγαλειότητας, υποτάχθηκε με μια τέλεια ηρεμία στην πιο χυδαία προσβλητική πράξη. ΖΧ 706.5

Οι εχθροί του Χριστού απαίτησαν να κάνει ένα θαύμα για να αποδείξει τη θεότητά Του. Είχαν μια πολύ μεγαλύτερη απόδειξη από αυτή που ζητούσαν. Όσο η αγριότητά υποβίβαζε την ανθρώπινη φύση των βασανιστών Του και την έκανε όμοια του Σατανά, τόσο η πραότητα και η υπομονή Του εξύψωναν τον Ιησού πάνω από την ανθρώπινη φύση και απέδειχναν τη συγγένειά Του με το Θεό. Η ταπείνωσή Του ήταν η εγγύηση της εξύψωσής Του. Οι αιματηρές σταγόνες της αγωνίας που έρρεαν από τους πληγωμένους κροτάφους Του στο πρόσωπο και στα γένια Του ήταν η εγγύηση του χρίσματός Του με «έλαιον αγαλλιάσεως» (Εβρ. 1:9) σαν αρχιερέα μας. ΖΧ 707.1

Η οργή του Σατανά μεγάλωνε όσο έβλεπε ότι όλες οι προσβολές που είχαν επιβληθεί στο Σωτήρα δεν προκάλεσαν το παραμικρό παράπονο στα χείλη Του. Αν και έφερε τη φύση του ανθρώπου, Τον στήριζε μια θεόμορφη γενναιότητα και δεν απομακρύνθηκε ούτε στο ελάχιστο από το θέλημα του Πατέρα Του. ΖΧ 707.2

Όταν ο Πιλάτος παρέδωσε τον Ιησού να μαστιγωθεί και να χλευαστεί, νόμιζε ότι θα προκαλούσε τον οίκτο του πλήθους. Ήλπιζε ότι θα θεωρούσαν αρκετή αυτή την τιμωρία. Σκέφτηκε ότι με αυτό τον τρόπο θα ικανοποιούταν ακόμη και η κακεντρέχεια των ιερέων. Με την οξυδέρκειά τους οι Ιουδαίοι είδαν την αδυναμία του να τιμωρήσει έναν άνθρωπο, αφού τον είχε ανακηρύξει αθώο. Ήξεραν ότι ο Πιλάτος προσπαθούσε να σώσει τη ζωή του δέσμιου και ήταν αποφασισμένοι να μη αφήσουν να ελευθερωθεί ο Ιησούς. Για να μας ευχαριστήσει και να μας ικανοποιήσει ο Πιλάτος Τον μαστίγωσε, σκέφτηκαν, αλλά αν επιμείνουμε με αποφασιστικότητα, θα επιτύχουμε σίγουρα το σκοπό μας. ΖΧ 707.3

Ο Πιλάτος τότε έστειλε να φέρουν το Βαραββά στο πραιτόριο. Παρουσίασε μετά τους δύο δέσμιους, τον ένα δίπλα στον άλλο και δείχνοντας το Σωτήρα είπε με φωνή που πρόδιδε βαθιά ικεσία: «Ιδε ο άνθρωπος.» «Ιδού, σας φέρω Αυτόν έξω, δια να γνωρίσητε ότι ουδέν έγκλημα ευρίσκω εν Αυτώ» ΖΧ 707.4

Εκεί στεκόταν ο Υιός του Θεού, περιβεβλημένος τον περιπαικτικό χιτώνα και φορώντας το ακάνθινο στεφάνι. Γυμνός μέχρι τη μέση, η πλάτη Του έδειχνε τις μακριές ραβδώσεις από το άγριο μαστίγωμα από όπου έρρεε άφθονο το αίμα. Το πρόσωπό Του ήταν αιματοβαμμένοκαι έφερε τα σημάδια της εξάντλησης και του πόνου. Το πρόσωπό Του δεν ήταν σκυθρωπό μπροστά στους εχθρούς Του καιδεν φαινόταν ποτέ γλυκύτερο από ότι την ώρα εκείνη. Κάθε χαρακτηριστικό εξέφραζε ευγένεια, υποταγή και τον τρυφερότερο οίκτο για τους σκληρούς εχθρούς Του. Στους τρόπους Του δεν υπήρχε η αδυναμία του φόβου, αλλά η δύναμη και η αξιοπρέπεια της καρτερικότητας. Έντονη ήταν η αντίθεση του άλλου δέσμιου, δίπλα Του. Κάθε γραμμή του προσώπου του δήλωνε ότι ο Βαραββάς ήταν ένας πωρωμένος κακούργος. Η αντίθεση μιλούσε στον κάθε θεατή. Μερικοί από τους θεατές έκλαιγαν. Καθώς ατένιζαν τον Ιησού, οι καρδιές τους γέμιζαν από συμπόνια. Ακόμη και οι άρχοντες και οι ιερείς είχαν πειστεί ότι πραγματικά ήταν Αυτός που είχε διακηρύξει ότι είναι. ΖΧ 708.1

Οι Ρωμαίοι στρατιώτες που περιέβαλλαν τον Ιησού, δεν ήταν όλοι σκληρόκαρδοι. Μερικοί ερευνούσαν προσεκτικά για να ανακαλύψουν κάποια ένδειξη αν Αυτός ήταν εγκληματίας ή γενικότερα επικίνδυνος. Κάπου-κάπου έριχναν και ένα περιφρονητικό βλέμμα στο Βαραββά. Δεν χρειάζονταν μεγάλη διορατικότητα για να καταλάβει κανείς το είναι του. Πάλι έστρεφαν το βλέμμα στο Δικαζόμενο. Κοίταζαν το θεϊκό μάρτυρα με αισθήματα βαθιάς λύπης. Η σιωπηλή υποταγή του Χριστού αποτύπωσε στη διάνοιά τους τη σκηνή που δεν επρόκειτο να εξαλειφτεί ποτέ μέχρι που ή θα Τον αναγνώριζαν ως Χριστό, ή απορρίπτοντάς Τον, θα αποφάσιζαν το αιώνιο πεπρωμένο τους. ΖΧ 708.2

Ο Πιλάτος έμεινε κατάπληκτος από την αδιαμαρτύρητη υπομονή του Σωτήρα. Δεν αμφέβαλλε ότι η θέα αυτού του ανθρώπου, σε αντίθεση με του Βαραββά, θα συγκινούσε τους Ιουδαίους. Δεν καταλάβαινε το φανατικό μίσος των ιερέων για Αυτόν ο οποίος, όντας το Φως του κόσμου, είχε φανερώσει το σκότος και την πλάνη τους. Είχαν παρακινήσει τον όχλο σε μια ασυγκράτητη μανία και πάλι ιερείς, άρχοντες και λαός ύψωσαν την ίδια φοβερή κραυγή: «Σταύρωσον, σταύρωσον Αυτόν!» Τέλος, χάνοντας πια κάθε υπομονή προς στην παράλογη σκληρότητά τους, ο Πιλάτος φώναξε απελπισμένα: «Λάβετε Αυτόν σεις, και σταυρώσατε διότι εγώ δεν ευρίσκω εν Αυτώ ουδέν έγκλημα.» ΖΧ 708.3

Ο Ρωμαίος κυβερνήτης, αν και συνηθισμένος σε σκηνές βαρβαρότητας, αισθάνθηκε συμπόνια για τον βασανισμένο δέσμιο ο οποίος καταδικασμένος και μαστιγωμένος, με ματωμένο μέτωπο και αυλακωμένη ράχη, φανέρωνε ακόμη τη συμπεριφορά ενός ενθρονισμένου βασιλιά. Οι ιερείς όμως δήλωσαν: «Ημείς νόμον έχομεν, και κατά τον νόμον ημών πρέπει να αποθάνη, διότι έκαμεν Εαυτόν Υιόν του Θεού.» ΖΧ 709.1

Ο Πιλάτος τρόμαξε. Δεν είχε ακριβή ιδέα για το Χριστό και την αποστολή Του, αλλά είχε μια αόριστη πίστη στο Θεό και σε υπεράνθρωπες οντότητες. Η σκέψη που κάποια άλλη φορά είχε περάσει από το μυαλό του, τώρα έπαιρνε μια καθορισμένη μορφή. Αναρωτήθηκε μήπως αυτός που είχε μπροστά του ήταν μια θεϊκή ύπαρξη περιβεβλημένη με τον ειρωνικό πορφυρό χιτώνα και στεφανωμένη με αγκάθια. ΖΧ 709.2

Μπήκε πάλι στο πραιτόριο και είπε στον Ιησού: «Πόθεν είσαι Σύ;» Αλλά ο Ιησούς δεν του απάντησε. Ο Σωτήρας είχε μιλήσει χωρίς ενδοιασμούς στον Πιλάτο, εξηγώντας την αποστολή Του σαν μαρτυρία για την αλήθεια. Ο Πιλάτος είχε περιφρονήσει το φως. Είχε καταχραστεί το υψηλό αξίωμα του δικαστή, θυσιάζοντας τις αρχές του και την εξουσία του στις απαιτήσεις του όχλου. Ο Ιησούς δεν είχε περισσότερο φως για αυτόν. Προσβεβλημένος από τη σιωπή Του, ο Πιλάτος είπε με κομπασμό: ΖΧ 709.3

«Προς εμέ δεν λαλείς; δεν εξεύρεις ότι εξουσίαν έχω να Σε σταυρώσω, και εξουσίαν έχω να Σε απολύσω;» ΖΧ 709.4

Ο Ιησούς απάντησε: «Δεν έχεις ουδεμίαν εξουσίαν κατ’ Εμού, εάν δεν σοι ήτο δεδομένον άνωθεν διά τούτο ο παραδίδων Με εις σε, έχει μεγαλητέραν αμαρτίαν.» ΖΧ 709.5

Έτσι, ο σπλαχνικός Σωτήρας μέσα στα φρικτά Του πάθη και στη θλίψη Του, δικαιολόγησε όσο μπορούσε την πράξη του ρωμαίου κυβερνήτη ο οποίος Τον παρέδωσε να σταυρωθεί. Τι σκηνή ήταν αυτή που κληροδοτήθηκε παντοτινά στον κόσμο! Πόσο φως ρίχνει στο χαρακτήρα Εκείνου που είναι ο Κριτής όλης της Γής! ΖΧ 709.6

Ο Ιησούς είπε: «Ο παραδίδων Με εις σε, έχει μεγαλητέραν αμαρτίαν » Με αυτή την φράση, ο Χριστός εννοούσε τον Καϊάφα, ο οποίος σαν αρχιερέας, αντιπροσώπευε το ιουδαϊκό έθνος. Ήξεραν από ποιές αρχές διέπονταν η ρωμαϊκή εξουσία. Είχαν το φως των προφητειών,των διδασκαλιών και των θαυμάτων Του που μαρτυρούσαν την υπόσταση του Χριστού. Οι Ιουδαίοι δικαστές είχαν στη διάθεσή τους αδιάσειστες αποδείξεις της θεότητας Εκείνου που καταδίκασαν σεθάνατο. Σύμφωνα με αυτό τους το φως θα πρέπει να κριθούν ΖΧ 709.7

Η βαρύτερη ενοχή και η μεγαλύτερη ευθύνη ανήκε σε εκείνους που κατείχαν τις υψηλότερες θέσεις του έθνους, στους θεματοφύλακες των ιερών παρακαταθηκών τις οποίες πρόδωσαν με τόσο αχρείο τρόπο. Συγκρινόμενοι με αυτούς, ο Πιλάτος, ο Ηρώδης, οι ρωμαίοι στρατιώτες δεν γνώριζαν τον Ιησού. Σκέφτηκαν να ευχαριστήσουν τους ιερείς και τους άρχοντες με το να Τον κακομεταχειριστούν. Αυτοί δεν είχαν το φώς που το ιουδαϊκό έθνος είχε λάβει τόσο πλουσιοπάροχα. Αν το φως αυτό είχε δοθεί στους στρατιώτες, δεν θα φέρονταν στο Χριστό τόσο βάναυσα όσο Του φέρθηκαν. ΖΧ 710.1

Και πάλι ο Πιλάτος πρότεινε νε ελευθερώσει το Σωτήρα. «Οι Ιουδαίοι όμως έκραζον λέγοντες, Εάν τούτον απολύσης, δεν είσαι φίλος του Καίσαρος.» Έτσι εκείνοι οι υποκριτές έδειξαν δήθεν το ζήλο τους για την εξουσία του Καίσαρα. Από όλους τους αντιπάλους της ρωμαϊκής κυριαρχίας, οι Ιουδαίοι ήταν οι πιο άσπονδοι. Όταν δεν διέτρεχαν κίνδυνο, γίνονταν οι πιο τυραννικοί στο να επιβάλλουν τις εθνικές και θρησκευτικές τους απαιτήσεις όταν όμως ήθελαν να εφαρμόσουν κάποιο βάναυσο σχέδιο, εξύψωναν τη δύναμη του Καίσαρα. Προκειμένου να εξολοθρεύσουν το Χριστό, θα ομολογούσαν υποταγή σε μια ξένη ηγεσία που μισούσαν. ΖΧ 710.2

«Πας όστις κάμνει εαυτόν βασιλέα,» συνέχισαν, «αντιλέγει εις τον Καίσαρα » Αυτό άγγιξε τον Πιλάτο σε ένα αδύνατο σημείο. Η ρωμαϊκή κυβέρνηση τον υποψιάζονταν και ήξερε ότι τέτοια αναφορά θα ήταν η καταστροφή του. Ήξερε ότι αν απέκρουε τους Ιουδαίους, η μανία τους θα στρέφονταν εναντίον του. Θα κινούσαν γη και ουρανό για να τον εκδικηθούν. Ήδη είχε μπροστά του το παράδειγμα της επιμονής τους με την οποία ζητούσαν τη ζωή Ενός που μισούσαν χωρίς κανένα λόγο. ΖΧ 710.3

Ο Πιλάτος πήρε τη θέση του στη δικαστική έδρα, και πάλι παρουσίασε τον Ιησού στο λαό λέγοντας: «Ιδού ο βασιλεύς σας!» Και πάλι όμως ακούστηκε η μανιακή κραυγή: «Άρον, άρον, σταύρωσον Αυτόν!» Με δυνατή φωνή, έτσι που να ακουστεί από όλους, ο Πιλάτος ρώτησε: «Τον βασιλέα σας να σταυρώσω;» Αλλά από τα μολυσμένα και βλάσφημα χείλη βγήκαν τα λόγια: «Δεν έχομεν βασιλέα, ειμή Καίσαρα » ΖΧ 710.4

Έτσι, εκλέγοντας ένα ειδωλολάτρη κυρίαρχο, το ιουδαϊκό έθνος απαρνήθηκε τη θεοκρατία. Απέρριψαν το Θεό που είναι ο βασιλιάς τους. Στο εξής δεν θα είχαν ελευθερωτή. Δεν θα είχαν βασιλιά, παρά τον Καίσαρα. Εκείνο ήταν το σημείο που είχαν οδηγήσει το λαό οι ιερείς και οι δάσκαλοι. Για αυτό ήταν υπεύθυνοι για τα τρομακτικά αποτελέσματα που ακολούθησαν. Η αμαρτία και η καταστροφή ενός έθνους οφειλόταν στους θρησκευτικούς αρχηγούς. ΖΧ 710.5

«Και ιδών ο Πιλάτος, ότι ουδέν οφελεί, αλλά μάλλον θόρυβος γίνεται, λαβών ύδωρ, ένιψε τας χείρας αυτού έμπροσθεν του όχλου, λέγων, Αθώος είμαι από του αίματος του δικαίου τούτου υμείς όψεσθε.» Με φόβο και αυτοκατάκριση ο Πιλάτος κοίταξε το Σωτήρα. Μέσα σε όλη τη λαοθάλασσα. με πρόσωπα στραμμέναπρος Αυτόν, μόνο το δικό Του ήταν γαλήνιο. Έμοιαζε σαν να έλαμπε γύρω από το κεφάλι Του ένα απαλό φώς. Ο Πιλάτος είπε μέσα του: «Αυτός είναι ο Θεός.» Γυρνώντας προς το πλήθος δήλωσε: «Εγώ είμαι αθώος από το αίμα Του. Εσείς να Τον πάρετε και να Τον σταυρώσετε. Αλλά σημειώστε, ιερείς και άρχοντες, ότι Τον ανακηρύσσω δίκαιο άνθρωπο. Μακάρι Εκείνον τον οποίο ισχυρίζεται ότι είναι Πατέρας Του να κρίνει εσάς και όχι εμένα για τη σημερινή πράξη.» Έπειτα είπε στον Ιησού: «Συγχώρεσέ με για αυτή την πράξη. Δεν μπορώ να Σε σώσω.» Και αφού μαστίγωσε πάλι τον Ιησού, Τον παρέδωσε να σταυρωθεί. ΖΧ 711.1

Ο Πιλάτος είχε μεγάλη επιθυμία να ελευθερώσει τον Ιησού. Αλλά είδε ότι δεν μπορούσε να το κάνει και να διατηρήσει συγχρόνως τη θέση του και τις τιμές του. Προκειμένου να χάσει την κοσμική του δύναμη, προτίμησε να θυσιάσει μια αθώα ζωή. Πόσοι προκειμένου να αποφύγουν υλική ζημιά ή παθήματα, δεν θυσιάζουν με τον ίδιο τρόπο τις αρχές τους! Η συνείδηση και το καθήκον δείχνουν μια κατεύθυνση, ενώ το συμφέρον δείχνει σε άλλη. Το ρεύμα παρασύρει με δύναμη προς την εσφαλμένη κατεύθυνση και όποιος συμβιβάζεται με το κακό παρασύρεται στο βαθύ σκοτάδι της ενοχής. ΖΧ 711.2

Ο Πιλάτος υποχώρησε μπροστά στις απαιτήσεις του όχλου. Αντί να διακινδυνεύσει να χάσει τη θέση του, παρέδωσε τον Ιησού να σταυρωθεί. Παρά τα μέτρα που έλαβε, αργότερα έπαθε ακριβώς αυτό που φοβόταν. Στερήθηκε από τις τιμές του και εκθρονίστηκε από το υψηλό του αξίωμα. Βασανισμένος από τις τύψεις και την πληγωμένη υπερηφάνειά του, έθεσε ο ίδιος τέρμα στη ζωή του λίγο μετά τη σταύρωση. Έτσι, όσοι συμβιβάζονται με την αμαρτία κερδίζουν μόνο θλίψη και καταστροφή. «Υπάρχει οδός ήτις φαίνεται ορθή εις τον άνθρωπον, αλλά τα τέλη αυτής φέρουσιν εις θάνατον.» (Παρ. 14:12.) ΖΧ 711.3

Όταν ο Πιλάτος δήλωσε ότι ήταν αθώος από το αίμα του Χριστού, ο Καϊάφας απάντησε προκλητικά: «Το αίμα Αυτού ας ήναι εφ’ ημάς, και επί τα τέκνα ημών.» Τα φοβερά αυτά λόγια επανελήφθησαν από τους ιερείς και τους άρχοντες,αντηχώντας ένα βρυχηθμό από απάνθρωπες φωνές μέσα από το πλήθος. Ολόκληρο το πλήθος απάντησε λέγοντας: «Το αίμα Αυτού ας ήναι εφ’ ημάς, και επί τα τέκνα ημών.» ΖΧ 712.1

Ο λαός του Ισραήλ είχε κάνει την επιλογή του. Δείχνοντας τον Ιησού είχε πει: «Μη τούτον, αλλά τον Βαραββάν.» Ο ληστής και δολοφόνος,Βαραββάς, αντιπροσώπευε το Σατανά Ο Χριστός αντιπροσώπευε το Θεό. Ο Χριστός είχε απορριφτεί, ο Βαραββάς είχε εκλεγεί. Το Βαραββά ήθελαν,το Βαραββά θα είχαν. Κάνοντας αυτή την επιλογή δέχτηκαν εκείνον ο οποίος είναι ψεύτης και δολοφόνος εξ’ αρχής. Ο Σατανάς έγινε ο αρχηγός τους. Σαν έθνος θα ενεργούσαν κατά την υπαγόρευσή του. Θα έκαναν τα έργα του. Θα ανέχονταν την εξουσία του. Ο λαός ο οποίος εξέλεξε το Βαραββά στη θέση του Χριστού, θα αισθάνονταν τη βαναυσότητα του Βαραββά όσο υπάρχει ζωή στον κόσμο. ΖΧ 712.2

Ατενίζοντας τον τραυματισμένο Αμνό του Θεού, οι Ιουδαίοι είχαν φωνάξει: «Το αίμα Αυτού ας ήναι εφ’ ημάς, και επί τα τέκνα ημών.» Εκείνη η τρομερή κραυγή ανέβηκε μέχρι το θρόνο του Θεού. Εκείνη η απόφαση που πρόφεραν εναντίον τους, γράφτηκε στον Ουρανό. Εκείνη η προσευχή εισακούστηκε. Το αίμα του Υιού του Θεού έπεσε επάνω στα παιδιά τους και στα παιδιά των παιδιών τους σαν αιώνια κατάρα. ΖΧ 712.3

Με τρομακτικό τρόπο, η κατάρααυτήεκπληρώθηκε κατά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Τρομακτική κατάρα παρουσιάστηκε στις συνθήκες της ζωής του ιουδαϊκού έθνους επί χίλια οκτακόσια χρόνια. Αποτελούσεένακομμένο, νεκρό και άκαρπο κλαδί από την άμπελο ενός έθνους που είναι κατάλληλο μόνο για τη φωτιά. Από χώρα σε χώρα σε ολόκληρο τον κόσμο, από γενιά σε γενιά, νεκροί μέσα στην παράβαση, νεκροί στην αμαρτία! ΖΧ 712.4

Φοβερή θα είναι η εκπλήρωση της ικεσίας τους κατά τη μεγάλη μέρα της Κρίσης. Όταν ο Χριστός θα επανέλθει στη Γή, οι άνθρωποι δεν θα Τον δουν σαν δέσμιο, περιστοιχισμένο από τον άξεστο τον όχλο. Τότε θα Τον δουν σαν ουράνιο Βασιλιά. Ο Χριστός θα έρθει με τη δική Του δόξα,με τη δόξα του Πατέρα Του και με τη δόξα των αγίων αγγέλων. Μυριάδες μυριάδων και χιλιάδες χιλιάδων αγγέλων, πανέμορφοι θριαμβικοί γιοί του Θεού θα Τον συνοδεύ- σουν στη διαδρομή Του με υπέροχη και απερίγραπτη ομορφιά και δόξα. Τότε θα καθίσει στο θρόνο της δόξας Του και θα συγκεντρωθούν μπροστά Του όλα τα έθνη. Τότε θα Τον δει κάθε μάτι, ακόμη και εκείνοι που Τον τρύπησαν με τη λόγχη. Αντί για αγκάθινο στεφάνι θα φορεί το στεφάνι της δόξας, το ένα διάδημα μέσα στο άλλο. Αντί για εκείνη την παλιά πορφυρή βασιλική χλαμύδα, θα φοράει ολόλευκα ενδύματα «οποία λευκαντής επί της γής δεν δύναται να λευκάνη.» (Μάρκ. 9:3.) «Και επί το ιμάτιον και επί τον μηρόν Αυτού έχει γεγραμμένον το όνομα, ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΒΑΣΙΛΕΩΝ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΣ ΚΥΡΙΩΝ.» (Αποκ. 19:16.) Εκείνοι που Τον χλεύασαν και Τον ράπισαν θα είναι εκεί. Οι ιερείς και οι άρχοντες θα ξανάρθουν αντιμέτωποι με τη σκηνή του πραιτορίου. Κάθε πτυχή της θα παρουσιαστεί μπροστά τους σαν να ήταν γραμμένη με πύρινα γράμματα. Τότε εκείνοι που έκαναν την αίτηση «το αίμα Αυτού ας ήναι εφ’ ημάς, και επί τα τέκνα ημών,» θα λάβουν την απάντηση στο αίτημά τους. Τότε, ολόκληρος ο κόσμος θα γνωρίσει και θα καταλάβει. Θα καταλάβουν εναντίον τίνος και για ποιό λόγο αγωνίζονταν οι φτωχές και αδύναμες θνητές υπάρξεις. Με φοβερή αγωνία και φρίκη θα φωνάξουν στα όρη και στους βράχους: «Πέσετε εφ’ ημάς, και κρύψατε ημάς από προσώπου του καθημένου επί του θρόνου, και από της οργής του Αρνίου διότι ήλθεν η ημέρα η μεγάλη της οργής Αυτού και τις δύναται να σταθή;» (Αποκ. 6:16, 17.) ΖΧ 712.5