Η Ζωη του Χριστού
ΚΕΦΆΛΑΙΟ 9—ΗΜΕΡΕΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΝ
Από τα πρώτα του χρόνια το Εβραιόπουλο περιβάλλονταν από τις απαιτήσεις των ραβίνων. Αυστηροί κανόνες είχαν καθοριστεί για την κάθε πράξη, ακόμη και για τις μικρότερες λεπτομέρειες της ζωής. Κάτω από την επίβλεψη των κατηχητών της συναγωγής οι νέοι μάθαιναν τους αναρίθμητους κανονισμούς που οι ορθόδοξοι Ισραηλίτες έπρεπε να τηρούν. Αλλά ο Ιησούς δεν ενδιαφέρονταν για τέτοια θέματα. Από την παιδική Του ηλικία ενεργούσε ανεξάρτητα από τους ραβινικούς νόμους. Η Παλαιά Διαθήκη ήταν η διαρκής μελέτη Του και τα λόγια «Ούτω λέγει Κύριος» ήταν πάντοτε στα χείλη Του. ΖΧ 59.1
Καθώς συνειδητοποιούσε την κατάσταση του λαού, έβλεπε ότι οι απαιτήσεις της κοινωνίας και οι απαιτήσεις του Θεού βρίσκονταν σε διαρκή σύγκρουση. Οι άνθρωποι απομακρύνονταν από το λόγο του Θεού και εξύψωναν θεωρίες δικής τους επινόησης. Τηρούσαν παραδοσιακές ιεροτελεστίες που δεν είχαν καμία αξία. Η λειτουργία τους ήταν μόνο ένας κύκλος τελετών. Οι ιερές αλήθειες που οι τελετές δίδασκαν, είχαν αποκρυφτεί από τους προσκυνητές. Ο Ιησούς είδε ότι στις χωρίς πίστη τελετές τους δεν εύρισκαν την ειρήνη. Δεν γνώριζαν την ελευθερία του πνεύματος που μπορούσαν να αισθανθούν αν πραγματικά υπηρετούσαν το Θεό. Ο Ιησούς είχε έρθει να διδάξει τη σημασία της λατρείας του Θεού και δεν μπορούσε να εγκρίνει την ανάμιξη των ανθρωπίνων αξιώσεων με τα θεϊκά προστάγματα. Δεν επιτίθονταν εναντίον των αρχών ούτε των πράξεων των πολυμαθών δασκάλων, αλλά Τον επιτιμούσαν για τις απλές Του συνήθειες. Τότε Εκείνος παρουσίαζε το λόγο του Θεού σαν επικύρωση της συμπεριφοράς Του. ΖΧ 59.2
Με όσο το δυνατό μειλίχιο και ευγενικό τρόπο ο Ιησούς προσπαθούσε να ευχαριστήσει εκείνους με τους οποίους έρχονταν σε επαφή. Επειδή ήταν τόσο ευγενικός και διακριτικός, οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι πίστευαν ότι θα μπορούσαν εύκολα να Τον επηρεάσουν με τις διδασκαλίες τους. Τον πίεζαν να δεχτεί τις αξιώσεις και τις παραδόσεις που οι προηγούμενοι ραβίνοι τους είχαν κληροδοτήσει, αλλά Εκείνος ζητούσε να δει την αυθεντία τους στην Αγία Γραφή. Ήταν πρόθυμος να ακούσει κάθε λόγο που προέρχονταν από το στόμα του Θεού, αλλά δεν μπορούσε να υπακούσει στις επινοήσεις των ανθρώπων. Ήταν φανερό ότι ο Ιησούς γνώριζε τις Γραφές μέχρι τελείας και τις παρουσίαζε με την πραγματική τους σημασία. Οι ραβίνοι ένοιωθαν ντροπή να διδάσκονται από ένα παιδί. Ισχυρίζονταν ότι η αποστολή τους ήταν να εξηγούν τις Γραφές και η δική Του θέση ήταν να δέχεται την ερμηνεία που εκείνοι προσέδιδαν σ’ αυτές. Αγανακτούσαν όταν ο Χριστός έρχονταν σε αντίθεση με τα λόγια τους. ΖΧ 59.3
Ήξεραν ότι οι παραδόσεις τους δεν είχαν κανένα έρεισμα από τη Γραφή. Αντιλαμβάνονταν ότι ο Ιησούς υπερτερούσε κατά πολύ από αυτούς στην πνευματική κατανόηση των Γραφών. Παρόλα αυτά όμως θύμωναν γιατί δεν υπάκουε στις υπαγορεύσεις τους. Αφού απέτυχαν να Τον πείσουν, στράφηκαν στον Ιωσήφ και στη Μαρία και τους παρουσίασαν την άρνησή Του να συμμορφωθεί. Έτσι ο Ιησούς υπέφερε επικρίσεις και επιπλήξεις. ΖΧ 60.1
Από τα πολύ μικρά Του χρόνια ο Ιησούς ανέλαβε μόνος Του τη διαμόρφωση του χαρακτήρα Του.Δεν θα επέτρεπε ούτε ακόμη ο σεβασμός και η αγάπη στους γονείς Του να Τον αποτρέψουν από την υπακοή στο λόγο του Θεού. «Είναι γεγραμμένον» ήταν η αιτιολογία για κάθε Του πράξη που διέφερε από τα πατρώα έθιμα. Η επιρροή των ραβίνων πίκρανε τη ζωή Του. Από τη νεανική Του ακόμη ηλικία χρειάστηκε να μάθει το δύσκολο μάθημα της σιωπής και της υπομονητικής ανεκτικότητας. ΖΧ 60.2
Οι αδελφοί Του, όπως ονομάζονταν τα παιδιά του Ιωσήφ ήταν με το μέρος των ραβίνων. Επέμεναν ότι οι παραδόσεις έπρεπε να τηρούνται σαν απαιτήσεις του Θεού. Εκτιμούσαν τις εντολές των ανθρώπων περισσότερο από το λόγο του Θεού και τους πείραζε πολύ η μεγάλη οξυδέρκεια του Ιησού στην διάκριση ανάμεσα στο σωστό και στο λάθος. Κατέκριναν σαν ισχυρογνωμοσύνη την αυστηρή υπακοή Του στο νόμο του Θεού. Έμεναν έκπληκτοι με τη σοφία και τη γνώση που έδειχνε όταν απαντούσε στους ραβίνους. Ήξεραν ότι δεν είχε διδαχθεί από σοφούς, αλλά δεν μπορούσαν να μη παραδεχθούν ότι Αυτός τους δίδασκε. Αναγνώριζαν ότι η μόρφωσή Του ήταν ανώτερη από τη δική τους. Αλλά δεν διέκριναν ότι Εκείνος έρχονταν σε επαφή με το δέντρο της ζωής, μια πηγή γνώσης που οι ίδιοι αγνοούσαν. ΖΧ 60.3
Ο Χριστός δεν απέκλειε κανένα αλλά είχε προκαλέσει ιδιαίτερη δυσαρέσκεια στους Φαρισαίους, παραμελώντας στο σημείο αυτό τους αυστηρούς κανόνες τους. Τον τομέα της θρησκείας τον βρήκε αποκλεισμένο από ψηλούς απομονωτικούς τοίχους, σαν να ήταν κάτι το απρόσιτο για την καθημερινή ζωή. Αυτούς τους διαχωριστικούς τοίχους τους γκρέμισε ο Χριστός. Ερχόμενος σε επαφή με τους ανθρώπους δεν τους ρωτούσε: «Τι είναι το πιστεύω σου;», «Σε ποιά εκκλησία ανήκεις;». Χρησιμοποιούσε τη δύναμη της βοήθειάς Του για όλους όσους χρειάζονταν βοήθεια. Αντί να κλειστεί στο κελί του ερημίτη για να δείξει τον ουράνιο χαρακτήρα Του, εργάζονταν πρόθυμα για την ανθρωπότητα. Χάραζε στο νου των ανθρώπων την αρχή ότι η θρησκεία της Γραφής δεν συνίσταται στην απονέκρωση του σώματος. Δίδασκε ότι η αγνή και αμόλυντη θρησκεία δεν είναι μόνο για ορισμένες ώρες και ιδιαίτερες περιπτώσεις. Παντού και πάντοτε εκδήλωνε ένα τρυφερό ενδιαφέρον για τους ανθρώπους και σκορπούσε γύρω Του το φώς μιας χαρούμενης αγιότητας. Όλα αυτά ήταν μια αυστηρή επίπληξη για τους Φαρισαί-ους. Έδειχναν ότι η θρησκεία δεν είναι εγωιστική και ότι η δική τους νοσηρή αφοσίωση στα προσωπικά συμφέροντα απείχε πολύ από του να είναι πραγματική θρησκεία. Αυτό δημιουργούσε την εχθρότητά τους εναντίον του Ιησού και για αυτό προσπαθούσαν να Τον πείσουν να συμμορφωθεί με τους κανονισμούς τους. ΖΧ 60.4
Ο Ιησούς εργάζονταν για να ανακουφίσει κάθε βασανισμένη ύπαρξη που συναντούσε. Χρήματα δεν είχε αρκετά για να δώσει, αλλά πολλές φορές στερούσε από τον εαυτό Του τροφή για να ανακουφίσει εκείνους που φαίνονταν ότι είχαν μεγαλύτερη ανάγκη από Αυτόν. Οι αδελφοί Του καταλάβαιναν ότι η επιρροή Του υπερέβαινε κατά πολύ τη δική τους. Τον διέκρινε μια λεπτότητα που κανείς από αυτούς δεν είχε, ούτε και προσπαθούσε να αποκτήσει. Όταν μιλούσαν απότομα σε φτωχούς και περιφρονημένους ανθρώπους, ο Ιησούς ξανάβρισκε τους ίδιους αυτούς ανθρώπους και τους μιλούσε με ενθαρρυντικά λόγια. Σε εκείνους που είχαν ανάγκη πρόσφερε ένα ποτήρι νερό και έβαζε στα χέρια τους το δικό Του φαγητό. Καθώς ανακούφιζε τα βάσανά τους, οι άνθρωποι συνέδεαν τις αλήθειες που δίδασκε με τις καλοσυνάτες πράξεις Του και έτσι τις αποτύπωναν στη μνήμη τους. ΖΧ 61.1
Όλα αυτά δυσαρεστούσαν τα αδέλφια Του. Αφού ήταν μεγαλύτεροι Του, νόμιζαν ότι έπρεπε να υποτάσσεται στις διαταγές τους. Τον κατηγορούσαν ότι θεωρούσε τον Εαυτό Του ανώτερο τους και Τον κατέκριναν ότι έβαζε τον Εαυτό Του πάνω από τους δασκάλους, ιερείς και αρχηγούς του λαού. Συχνά Τον απειλούσαν και προσπαθούσαν να Τον φοβίσουν, αλλά Εκείνος δεν επηρεάζονταν γιατί είχε τη Γραφή οδηγό Του. ΖΧ 61.2
Ο Ιησούς αγαπούσε τα αδέλφια Του και τους φέρονταν με μεγάλη καλοσύνη. Εκείνοι όμως Τον ζήλευαν και Του έδειχναν μεγάλη δυσπιστία και περιφρόνηση. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν τη στάση Του. Η ζωή Του παρουσίαζε μεγάλες αντιθέσεις. Από τη μια μεριά ήταν ο παντοδύναμος Υιός του Θεού και από την άλλη ένα ανίσχυρο παιδί. Ήταν ο Δημιουργός του σύμπαντος, με τη Γή υπαγόμενη στην κατοχή Του, όμως η φτώχεια Τον συντρόφευε σε όλη την επίγεια ζωή Του. Είχε μια αξιοπρέπεια, μια προσωπικότητα που δεν παρουσίαζε τίποτε το κοινό με την ανθρώπινη υπερηφάνεια και αλαζονεία. Δεν αγωνίζονταν για κοσμικά μεγαλεία και έμενε ικανοποιημένος, όσο ταπεινή και αν ήταν η θέση Του. Αυτό ερέθιζε τους αδελφούς Του. Δεν μπορούσαν να εξηγήσουν την ατάραχη γαλήνη Του κάτω από τις δοκιμασίες και τις στερήσεις. Δεν ήξεραν ότι είχε γίνει φτωχός για χάρη μας, για να πλουτίσομε εμείς με τη δική Του φτώχεια. (Β', Κορ. 8:9.) Δεν μπορούσαν να καταλάβουν το μυστήριο της αποστολής Του, όπως δενμπορούσαν να καταλάβουν ούτε οι φίλοι του Ιώβ τα βάσανα και την ταπείνωσή του. ΖΧ 62.1
Οι αδελφοί Του παρεξήγησαν τον Ιησού γιατί δεν τους έμοιαζε. Οι αρχές Του ήταν διαφορετικές από τις δικές τους. Αποβλέποντας στους ανθρώπους είχαν απομακρυνθεί από το Θεό και δεν είχαν στη ζωή τους δύναμη σαν τη δική Του. Οι θρησκευτικοί τύποι που τηρούσαν δεν μπορούσαν να μεταβάλουν το χαρακτήρα τους. Αποδεκάτιζαν «το ηδύοσμον, και το άνηθον, και το κύμινον» και παραμελούσαν «τα βαρύτερα του νόμου, την κρίσιν, και το έλεον, και την πίστιν.» (Ματθ. 23:23.) Το παράδειγμα του Ιησού ήταν για αυτούς ένας συνεχής ερεθισμός. Ο Ιησούς μισούσε ένα μόνο πράγμα σε αυτό τον κόσμο: την αμαρτία. Δεν μπορούσε να αντικρύσει μια κακή πράξη χωρίς να αφήσει να φανεί ότι πραγματικά υπέφερε. Η αντίθεση ήταν ολοφάνερη ανάμεσα στους τυπικιστές. Η φαινομενική τους αγιότητα κάλυπτε την αγάπη τους για την αμαρτία και είχαν ένα χαρακτήρα στον οποίο κυριαρχούσε πάντοτε ο ζήλος για τη δόξα του Θεού. Επειδή με τη ζωή Του ο Ιησούς καταδίκαζε το κακό, συναντούσε αντίδραση μέσα και έξω από το σπίτι. Η αφιλαυτία και η ακεραιότητα του χαρακτήρα Του γίνονταν αντικείμενα χλευασμού. Η υπομονή και η καλοσύνη Του χαρακτηρίζονταν ως δειλία. ΖΧ 62.2
Δεν υπήρξε πικρία που υπάγεται στην ανθρώπινη μοίρα και που να μη την έχει γευθεί ο Χριστός. Πρώτοι ήταν εκείνοι που Τον περιφρονούσαν για την καταγωγή του. Στα παιδικά Του ακόμη χρόνια αντιμετώπιζε τα περιφρονητικά βλέμματα και τα πονηρά ψιθυρίσματά τους. Αν είχε απαντήσει σε αυτά με μια απερίσκεπτη λέξη ή βλέμμα, αν είχε υποχωρήσει στους αδελφούς Του έστω και με μία μόνο εσφαλμένη πράξη, θα είχε αποτύχει στο να είναι το τέλειο παράδειγμά μας. Με αυτό θα είχε αποτύχει να εκπληρώσει το σχέδιο της απολύτρωσής μας. Αν είχε παραδεχθεί ότι μπορεί να υπάρξει δικαιολογία για την αμαρτία, ο Σατανάς θα είχε θριαμβεύσει και ο κόσμος θα είχε χαθεί. Να γιατί προσπαθούσε ο Σατανάς να κάνει τη ζωή Του μια ζωή αφάνταστης δοκιμασίας, ώστε να μπορέσει να Τον οδηγήσει στην αμαρτία. ΖΧ 62.3
Αλλά η απάντησή Του σε κάθε πειρασμό ήταν μία: «Είναι γεγραμμένον.» Σπάνια επέπληττε τους αδελφούς Του για τα λάθη τους, αλλά πάντοτε είχε μια λέξη να τους πει από το λόγο του Θεού. Συχνά Τον κατηγορούσαν για δειλία επειδή αρνούταν να τους ακολουθήσει σε οποιαδήποτε απαγορευμένη πράξη. Όμως η απάντησή Του ήταν: «Ο φόβος του Κυρίου, ούτος είναι η σοφία, και η αποχή από του κακού σύνεσις.» (Ιώβ 28:28.) ΖΧ 63.1
Μερικοί αναζητούσαν τη συναναστροφή Του, αισθανόμενοι άνετα στην παρουσία Του. Πολλοί όμως Τον απέφευγαν, γιατί ελέγχονταν από την άσπιλη ζωή Του. Οι νεαροί σύντροφοί Του Τον παρακινούσαν να κάνει ότι έκαναν εκείνοι. Ήταν ευφυέστατος και χαρούμενος. Η παρουσία Του τους ευχαριστούσε και με προθυμία δέχονταν τις ετοιμόλογες υποδείξεις Του. Έχαναν όμως την υπομονή τους με τους ενδοιασμούς Του και Τον αποκαλούσαν στενόμυαλο και πουριτανό. Ο Ιησούς απαντούσε: «Είναι γεγραμμένον,» «Τίνι τρόπω θέλει καθαρίζει ο νέος την οδόν αυτού; φυλάττων τους λόγους Σου. ... Εν τη καρδία Μου εφύλαξα τα λόγια Σου, δια να μη αμαρτάνω εις Σε.» (Ψαλμ. 119:9,11.) ΖΧ 63.2
Συχνά Τον ρωτούσαν: «Γιατί σου αρέσει να φέρεσαι τόσο παράξενα, τόσο διαφορετικά από όλους τους άλλους;» Απαντούσε: «Είναι γεγραμμένον,» «Μακάριοι οι άμωμοι εν τη οδώ οι περιπατούντες εν τω νόμω του Κυρίου μακάριοι οι φυλάττοντες τα μαρτύρια Αυτού, οι εκζητούντες Αυτόν εξ όλης της καρδίαςαυτοί βεβαίως δεν πράττουσιν ανομίαν εν τοις οδοίς Αυτού περιπατούσι.» (Ψαλμ. 119:1-3.) ΖΧ 63.3
Όταν Τον ρωτούσαν γιατί δεν έπαιρνε μέρος στις ζωηρές διασκεδάσεις των νέων της Ναζαρέτ, Εκείνος έλεγε: «Εν τη οδώ των μαρτυρίων Σου ευφράνθην, ως δια πάντα τα πλούτη. Εις τας εντολάς Σου θέλω μελετά, και εις τας οδούς Σου θέλω ενατενίζει. Εις τα διατάγματα Σου θέλω εντρυφά δεν θέλω λησμονήσει τους λόγους Σου.» (Ψαλμ. 119:14-16.) ΖΧ 63.4
Ο Ιησούς δεν αγωνίζονταν για τα δικαιώματά Του. Συχνά η εργασία Του καταντούσε πολύ κουραστική χωρίς να υπάρχει ανάγκη, δείχνοντας μεγάλη προθυμία χωρίς ποτέ να διαμαρτύρεται. όμως ούτε αποτύχαινε ούτε αποθαρρύνονταν. Ξεπερνούσε τις δυσκολίες σαν να Τον περιέβαλλε το φώς της παρουσίας του Θεού. Δεν ανταπέδιδε τα ίσα όταν Του φέρονταν απότομα, αλλά με υπομονή υπέφερε τις προσβολές. ΖΧ 64.1
Πολλές φορές ρωτήθηκε: «Γιατί ανέχεσαι μια τέτοια καταφρονητική μεταχείριση ακόμη και από τους αδελφούς Σου;» Απαντούσε, «Είναι γεγραμμένον,» «Υιέ μου, μη λησμονής τους νόμους Μου, και η καρδία σου ας φυλάττη τας εντολάς Μου διότι μακρότητα ημερών και έτη ζωής, και ειρήνην, θέλουσι προσθέσει εις σε. Έλεος και αλήθεια ας μη σε εγκαταλείπωσι δέσον αυτάς περί τον τράχηλόν σου εγχάραξον αυτάς επί την πλάκα της καρδίας σου ούτω θέλεις ευρεί χάριν και εύνοιαν ενώπιον Θεού και ανθρώπων.» (Παρ. 3:1-4.) ΖΧ 64.2
Από τότε που οι γονείς του Ιησού Τον βρήκαν στο ναό, ο τρόπος της συμπεριφοράς Του αποτελούσε για αυτούς ένα μυστήριο. Δεν λογομαχούσε, αλλά το παράδειγμά Του απέβαινε για αυτούς ένα συνεχές μάθημα. Φαίνονταν σαν να ήταν εντελώς ξεχωριστός από τους άλλους. Οι πιο ευτυχισμένες ώρες Του ήταν όταν βρίσκονταν μόνος Του, κοντά στο Θεό και στη φύση. Όποτε είχε ευκαιρία διέκοπτε την εργασία Του για να πάει στα λιβάδια, να πέσει σε συλλογισμό μέσα στις πράσινες κοιλάδες, να επικοινωνήσει με το Θεό στη βουνοπλαγιά ή ανάμεσα στα δέντρα του δάσους. Η αυγή συχνά Τον έβρισκε σε κάποιο ερημικό μέρος να μελετά τη Γραφή ή να προσεύχεται. Μετά από αυτές τις ήρεμες ώρες, επέστρεφε στο σπίτι Του για να αναλάβει πάλι τα καθήκοντά Του και να δώσει ένα παράδειγμα υπομονετικού μόχθου. ΖΧ 64.3
Σεβασμός και αγάπη για τη Μητέρα Του χαρακτήριζε τη ζωή του Χριστού. Η Μαρία πίστευε με όλη της την καρδιά ότι το άγιο παιδί που είχε γεννηθεί από αυτή ήταν ο προ πολλού αναμενόμενος Μεσαίας, αλλά δεν τολμούσε να εκφράσει την πεποίθησή αυτή. Σε όλη την επίγεια ζωή Του είχε συμμεριστεί τις θλίψεις Του. Με πόνο παρακολουθούσε όσα ο Χριστός υπέφερε σαν παιδί και σαν νέος. Η ίδια βρέθηκε σε δύσκολη θέση, υπερασπιζόμενη τη στάση Του που ήξερε ότι ήταν σωστή. Πίστευε ότι το οικογενειακό περιβάλλον και η άγρυπνη και τρυφερή μητρική φροντίδα είχαν ζωτική σημασία για τη διάπλαση του χαρακτήρα των παιδιών της. Τα αγόρια και τα κορίτσια του Ιωσήφ το ήξεραν αυτό και εκμεταλλευόμενοι την ανησυχία της, προσπαθούσαν να διορθώσουν την συμπεριφορά του Ιησού σύμφωνα με τις δικές τους αρχές. ΖΧ 64.4
Η Μαρία συχνά συμβούλευε τον Ιησού και Τον παρακινούσε να συμμορφωθεί με τις συνήθειες και τα έθιμα των ραβίνων. Ήταν όμως αδύνατο να Τον πείσει να αλλάξει τις συνήθειές Του, δηλαδή να μελετάει τα έργα του Θεού και να ανακουφίζει τους ανθρώπους ακόμη και τα άλαλα ζώα. Όταν οι ιερείς και οι δάσκαλοι ζητούσαν τη βοήθεια της Μαρίας για την καθυπόταξη του Ιησού, εκείνη ταράζονταν πολύ. Όταν όμωςΕκείνος της παρουσίαζε τις δηλώσεις της Γραφής που δικαίωναν τις πράξεις Του, η καρδιά της ηρεμούσε όταν. ΖΧ 65.1
Μερικές φορές η Μαρία ταλαντεύονταν ανάμεσα στον Ιησού και στα αδέλφια Του που δεν πίστευαν ότι ήταν ο Απεσταλμένος του Θεού. Οι αποδείξεις όμως για το θεϊκό Του χαρακτήρα ήταν περίτρανες. Τον έβλεπε να θυσιάζεται για το καλό των άλλων. Η παρουσία Του έφερνε μια αγιότερη ατμόσφαιρα μέσα στο σπίτι και η ζωή Του ήταν σαν προζύμι που επιδρούσε στα διάφορα κοινωνικά στοιχεία. Άκακος και αμόλυντος, βάδιζε ανάμεσα στους απερίσκεπτους, στους τραχείς, στους αγενείς ανάμεσα στους άδικους τελώνες, στους άφρονες, στους άσωτους, στους ασεβείς Σαμαρείτες, στους ειδωλολάτρες στρατιώτες, στους αγροίκους χωρικούς και στο ανάμικτο πλήθος. Παντού σκορπούσε ένα καλό λόγο καθώς έβλεπε τους ανθρώπους ταλαιπωρημένους, υποχρεωμένους να βαστάζουν τα βαριά φορτία. Μοιράζονταν τα φορτία τους και τους επαναλάμβανε μαθήματα που ο ίδιος είχε διδαχτεί από τη φύση για την αγάπη, την αγαθότητα και την καλοσύνη του Θεού. ΖΧ 65.2
Μάθαινε σε όλους να βλέπουν τον εαυτό τους προικισμένο με πολύτιμα ταλέντα, που αν τα χρησιμοποιούσαν σωστά, θα τους εξασφάλιζαν αιώνια πλούτη. Αποστρέφονταν κάθε ματαιοδοξία της ζωής και με το παράδειγμά Του έδειχνε ότι κάθε λεπτό της ώρας πρέπει να θεωρείται σαν θησαυρός και να χρησιμοποιείται για ιερούς σκοπούς. Δεν προσπερνούσε καμία ανθρώπινη ύπαρξη σαν ανάξια, αλλά προσπαθούσε να εφαρμόσει τη λυτρωτική Του θεραπεία σε κάθε ψυχή. Σε οποιαδήποτε συντροφιά και αν βρίσκονταν, πρόσφερε ένα μάθημα που ανταποκρίνονταν τόσο στο χρόνο όσο και στις περιστάσεις. Προσπαθούσε να εμπνεύσει ελπίδα και στους πιο άξεστους, ακόμη και σε αυτούς από τους οποίους κανείς δεν μπορούσε να περιμένει τίποτε. Τους διαβεβαίωνε ότι μπορούσαν να γίνουν άμεμπτοι και αθώοι, αποκτώντας ένα χαρακτήρα που θα τους έκανε τέκνα Θεού. Συχνά συναντούσε αυτούς που είχαν παρασυρθεί, ζώντας κάτω από τον έλεγχο του Σατανά, μη έχοντας την δύναμη να ξεφύγουν από την παγίδα του. Σε ένα άνθρωπο, απογοητευμένο, άρρωστο, θύμα του πειρασμού και κυλισμένο στην αμαρτία, ο Ιησούς απηύθυνε λόγια με την πιο τρυφερή συμπάθεια, λόγια που ο άνθρωπος τα χρειάζονταν και τα καταλάβαινε. Συναντούσε άλλους που πάλευαν σώμα προς σώμα με τον εχθρό των ψυχών. Αυτούς τους ενθάρρυνε να επιμένουν, βεβαιώνοντάς τους ότι θα νικούσαν. Επειδή έστεκαν δίπλα τους οι άγγελοι του Θεού, θα νικούσαν. Όλοι, όσους βοήθησε με αυτό τον τρόπο, αποκτούσαν την πεποίθηση ότι μπορούσαν να έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη σε Αυτόν. Δεν θα πρόδιδε τα μυστικά που είχαν αποκαλύψει στο γεμάτο συμπάθεια αυτί Του. ΖΧ 65.3
Ο Ιησούς ήταν ο Θεραπευτής του σώματος όπως και της ψυχής. Ενδιαφέρονταν για κάθε μορφή πάθησης που έπεφτε στην αντίληψή Του. Σε κάθε πάσχοντα έφερνε ανακούφιση και τα παρηγορητικά Του λόγια ήταν πραγματικό βάλσαμο. Κανείς δεν διατείνονταν ότι είχε κάνει θαύματα, αλλά η θεραπευτική δύναμη της αγάπης ανάβλυζε από Αυτόν και μετέβαινε στους ασθενείς και τους θλιμμένους. Έτσι, με ένα διακριτικό τρόπο εργάζονταν για τους ανθρώπους από την παιδική Του ηλικία. Να γιατί, όταν άρχισε τη δημόσια διακονία Του, Τον άκουγαν τόσοι πολλοί με ευχαρίστηση. ΖΧ 66.1
Παρά τα γεγονός ότιο Ιησούς πέρασε μόνος την παιδική, εφηβική και ανδρική Του ηλικία, με την αγνότητα και την πιστότητά Του σήκωνε τα βάρη μόνος Του. Κανείς από τους ανθρώπους δεν ήταν μαζί Του. Σήκωνε το τρομακτικό φορτίο της ευθύνης για τη σωτηρία των ανθρώπων. Γνώριζε ότι αν δεν επέρχονταν μια αποφασιστική αλλαγή στις αρχές και στις επιδιώξεις της ανθρώπινης φυλής, όλα θα πήγαιναν χαμένα. Αυτό ήταν το βάρος της ψυχής Του και κανείς δεν μπορούσε να εκτιμήσει το φορτίο που έπεφτε στους ώμους Του. Με επίμονη αποφασιστικότητα πραγματοποίησε το σχέδιο της ζωής Του ώστε Αυτός ο ίδιος να γίνει το φώς των ανθρώπων. ΖΧ 66.2