Η Ζωη του Χριστού

57/89

ΚΕΦΆΛΑΙΟ 55—ΧΩΡΙΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΕΠΙΔΕΙΞΗ

Το κεφάλαιο αυτό βασίζεται στο Λουκ. 17:20-22. ΖΧ 476.1

Μερικοί από τους Φαρισαίους πλησίασαν τον Ιησού με την ερώτηση: «Πότε έρχεται η βασιλεία του Θεού;» Πάνω από τρία χρόνια είχαν περάσει αφότου ο Ιωάννης ο Βαπτιστής έδωσε την αγγελία που βροντοφώναξε σαν σάλπιγγα σε ολόκληρη τη χώρα: «Επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» (Ματθ. 3:2.) Μέχρι στιγμής οι Φαρισαίοι δεν είχαν δει καμιά ένδειξη της εγκαθίδρυσης της βασιλείας. Πολλοί από εκείνους που απέρριψαν τον Ιωάννη και είχαν αντισταθεί σε κάθε βήμα στον Ιησού, έκαναν τώρα υπαινιγμούς ότι η αποστολή Του είχε αποτύχει. ΖΧ 476.2

Ο Ιησούς απάντησε: «Δεν έρχεται η βασιλεία του Θεού ούτως ώστε να παρατηρήται ουδέ θέλουσιν ειπεί, Ιδού εδώ είναι, ή, ιδού εκεί διότι ιδού, η βασιλεία του Θεού είναι εντός υμών » Η βασιλεία του Θεού αρχίζει στην καρδιά. Μην αναζητείτε εδώ και εκεί εκδηλώσεις επίγειας δύναμης που να σημειώνουν την έλευσή της. ΖΧ 476.3

Έπειτα στρεφόμενος πρός τους μαθητές Του, είπε: «Θέλουσιν ελθεί ημέραι, ότε θέλετε επιθυμήσει να ίδητε μίαν των ημερών του Υιού του ανθρώπου και δεν θέλετε ιδεί.» «Επειδή η αποστολή Μου δεν συνοδεύεται από κοσμικό μεγαλείο, κινδυνεύετε να μη διακρίνετε τη δόξα της αποστολής Μου. Δεν καταλαβαίνετε πόσο μεγάλο είναι το σημερινό σας προνόμιο να έχετε μεταξύ σας Εκείνον ο οποίος, αν και περιβεβλημένος την ανθρωπότητα, είναι η ζωή και το φώς του κόσμου. Θα έρθουν μέρες που θα βλέπετε το παρελθόν με νοσταλγία για τις ευκαιρίες που τώρα απολαμβάνετε να βαδίζετε και να συνομιλείτε με τον Υιό του Θεού. ΖΧ 476.4

Εξαιτίας του εγωισμού και της κοσμικότητας, ακόμη και οι μαθητές του Ιησού δεν μπορούσαν να καταλάβουν την πνευματική δόξα που Αυτός ήθελε να τους αποκαλύψει. Μόνο μετά την ανάληψη του Χριστού και την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στους πιστούς, οι μαθητές εκτίμησαν απολύτως το χαρακτήρα και την αποστολή του Σωτήρα. Μετά την λήψη του βαπτίσματος του Πνεύματος, άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι είχαν ζήσει στην παρουσία του Κυρίου της δόξας. Καθώς τα λόγια του Χριστού ξανάρχονταν στη θύμησή τους, οι διάνοιες τους άνοιγαν στην κατανόηση των προφητειών και των θαυμάτων που είχε κάνει. Οι θαυμάσιες πτυχές της ζωής Του περνούσαν από μπροστά τους και ένοιωθαν σαν άνθρωποι που ξυπνούν από ένα όνειρο. Αντιλήφθησαν ότι «ο Λόγος έγεινε σάρξ, και κατώκησε μεταξύ ημών, (και είδομεν την δόξαν Αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά του Πατρός,) πλήρης χάριτος και αλήθειας.» (Ιωάν. 1:14.) Ο Χριστός είχε πράγματι έρθει από το Θεό σε ένα αμαρτωλό κόσμο για να σώσει τους πεσμένους στην αμαρτία απογόνους του Αδάμ. Οι μαθητές έκριναν τον εαυτό τους πολύ πιο ασήμαντο από ότι πριν κατανοήσουν αυτό το γεγονός. Ποτέ δεν κουράζονταν να επαναλαμβάνουν τα λόγια και τα έργα Του. Τα μαθήματά Του, που είχαν καταλάβει μόνοαμυδρά, τώρα επανέρχονταν σαν μια καινούργια αποκάλυψη. Οι Γραφές είχαν γίνειγια αυτούς καινούργιο βιβλίο. ΖΧ 476.5

Καθώς οι μαθητές ερευνούσαν τις σχετικές προφητείες με το Χριστό, ήρθαν σε επικοινωνία με τη Θεότητα και μάθαιναν για Εκείνον που αναλήφθηκε στους Ουρανούς προκειμένου να ολοκληρώσει το έργο που άρχισε στη Γή. Αναγνώρισαν το γεγονός ότι σε Αυτόν κατοικεί η γνώση την οποία καμιά ανθρώπινη ύπαρξη δεν μπορεί να κατανοήσει χωρίς τη θεϊκή βοήθεια. Χρειάζονταν τη βοήθεια Εκείνου για τον οποίο είχαν προφητεύσει βασιλείς, προφήτες και ενάρετοι άνθρωποι. Με έκπληξη διάβαζαν και ξαναδιάβαζαν τις προφητικές περιγραφές του χαρακτήρα και του έργου Του. Πόσο αμυδρά είχαν καταλάβει τα προφητικά κείμενα! Πόσο άργησαν να συνειδητοποιήσουν τις μεγάλες αλήθειες που μαρτυρούσαν για το Χριστό! Όταν Τον έβλεπαν ταπεινωμένο να περπατά σαν άνθρωπος ανάμεσα στους ανθρώπους, δεν κατάλαβαν το μυστήριο της ενσάρκωσής Του, το διττό χαρακτήρα της φύσης Του. Τα μάτια τους είχαν κρατηθεί κλειστά, έτσι δεν αντιλήφθησαν εντελώς τη θεότητα μέσα στην ανθρωπότητα. Αφού φωτίστηκαν από το Άγιο Πνεύμα, πόσο λαχταρούσαν να Τον δουν και πάλι και να καθίσουν ξανά στα πόδια Του! Πόσο ήθελαν να Τον πλησιάσουν και να Του ζητήσουν να τους εξηγήσει τα ιερά κείμενα που δεν καταλάβαιναν! Πόσο προσεκτικά θα άκουγαν τα λόγια Του! Τι εννοούσε ο Χριστός όταν τους έλεγε: « Έτι πολλά έχω να είπω πρός εσάς, δεν δύνασθε όμως τώρα να βαστάζητε αυτά;» (Ιωάν. 16:22.) Πόσο θα ήθελαν να τα γνώριζαν όλα! Λυπόταν που η πίστη τους ήταν τόσο αδύνατη, οι ιδέες τους ήταν τόσο ρηχές, που δεν μπορούσαν να συλλάβουν την πραγματικότητα ΖΧ 477.1

Ένας κήρυκας είχε σταλεί από το Θεό για να αναγγείλει την έλευση του Χριστού και να προσελκύσει την προσοχή του ιουδαϊκού έθνους και του υπόλοιπου κόσμου στην αποστολή Του, ώστε οι άνθρωποι να ετοιμαστούν για την υποδοχή Του. Η θαυμάσια προσωπικότητα την οποία ο Ιωάννης είχε αναγγείλει βρίσκονταν ανάμεσά τους πάνω από τριάντα χρόνια και στην πραγματικότητα δεν Τον αναγνώρισαν σαν Απεσταλμένο του Θεού. Οι μαθητές καταλήφθηκαν από τύψεις συνείδησης γιατί είχαν επιτρέψειστην επικρατούσα απιστία να επηρεάσει τη γνώμη τους και να θολώσει τη νοημοσύνη τους. Το Φώς είχε λάμψει ανάμεσα στα σκοτάδια του ζοφερού αυτού κόσμου και δεν μπόρεσαν να καταλάβουν από που προέρχονταν οι ακτίνες του. Αναρωτιόντουσαν γιατί είχαν φερθεί έτσι, σε τέτοιο σημείο που ο Χριστός αναγκάστηκε να τους επιπλήξει. Συχνά επαναλάμβαναν τις συνομιλίες Του με αυτούς και έλεγαν: «Γιατί επιτρέψαμε στις κοσμικές έννοιες και στην αντίσταση των ιερέων και των ραβίνων να μας φέρουν σε σύγχυση, ώστε να μη καταλάβουμε ότι ένας μεγαλύτερος δάσκαλος από το Μωυσή ήταν ανάμεσά μας και ότι μας δίδασκε ένας σοφότερος από το Σολομώντα ηγέτης; Πόσο είχαν αμβλυνθεί τα αυτιά μας! Πόσο είχε εξασθενήσει η νοημοσύνη μας! ΖΧ 478.1

Ο Θωμάς δεν ήθελε να πιστέψει στην ανάστασή Του, αν δεν έβαζε το δάχτυλό του πάνω στην πληγή που άνοιξε η ρωμαϊκή λόγχη. Ο Πέτρος Τον αρνήθηκε την ώρα που Τον ταπείνωναν και Τον απέρριπταν. Αυτές οι οδυνηρές αναμνήσεις παρουσιάζονταν μπροστά τους με ζωηρά χρώματα. Ήταν μαζί Του αλλά δεν Τον γνώρισαν ούτε Τον εκτίμησαν. Πόσοόμωςτώρα αναστάτωναν την καρδιά τους τα πράγματα αυτά καθώς αναγνώριζαν την απιστία τους! ΖΧ 478.2

Όταν ιερείς και άρχοντες συσπειρώθηκαν αργότερα εναντίον τους και οι οπαδοί του Χριστού οδηγήθηκαν στα συνέδρια και ρίχτηκαν στις φυλακές, είχαν χαρά «ότι υπέρ του ονόματος Αυτού ηξιώθησαν να ατιμασθώσι.» (Πράξ. 5:41.) Χαίρονταν να αποδείξουν σε ανθρώπους και αγγέλους ότι αναγνώριζαν τη δόξα του Χριστού. Προτιμούσαν να Τον ακολουθήσουν αδιαφορώντας για το τι θα τους στοίχιζε αυτό. ΖΧ 478.3

Είναι εξίσου γεγονός σήμερα όπως και στους αποστολικούς χρόνους ότι χωρίς τη φώτιση του Αγίου Πνεύματος, η ανθρώπινη φύση δεν μπορεί να διακρίνει τη δόξα του Χριστού. Η αλήθεια και το έργο του Θεού δεν εκτιμούνται από μια Χριστιανοσύνη που αγαπά τον κόσμο και έρχεται σε συμβιβασμούς με αυτόν. Τους οπαδούς του Κυρίου δεν τους συναντά κανείς εκεί όπου υπάρχουν ευκολίες, επίγειες τιμές και κοσμική προσαρμογή. Τους συναντά πρωτοπόρους, στα μονοπάτια του μόχθου, της ταπείνωσης και της περιφρόνησης, στο μέτωπο της μάχης «εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηριάς εν τοις επουρανίοις.» (Εφεσ. 6:12.) Τώρα, όπως και στην εποχή του Χριστού, παρεξηγούνται, ονειδίζονται και ταλαιπωρούνται από τους ιερείς και Φαρισαίους της εποχής τους. ΖΧ 478.4

Η βασιλεία του Θεού δεν έρχεται με εξωτερική επίδειξη. Το Ευαγγέλιο της χάρης του Θεού, διεπόμενο από το πνεύμα της αυτοθυσίας, δεν μπορεί να συμφωνήσει ποτέ με το πνεύμα του κόσμου. Οι δύο αρχές βρίσκονται σε ανταγωνισμό. «Ο φυσικός άνθρωπος δεν δέχεται τα του Πνεύματος του Θεού διότι είναι μωρία εις αυτόν, και δεν δύναται να γνωρίση αυτά διότι πνευματικώς ανακρίνονται.» (Α’ Κορ. 2:14.) ΖΧ 479.1

Και Όμως στο σύγχρονο θρησκευτικό κόσμο υπάρχουν πλήθη που, όπως πιστεύουν, εργάζονται για την εγκαθίδρυση της βασιλείας του Χριστού σαν μια επίγεια και προσωρινή επικράτεια. Επιθυμούν να κάνουν τον Κύριό μας άρχοντα των βασιλειών του κόσμου, άρχοντα των δικαστηρίων, των στρατοπέδων του, των νομοθετικών του σωμάτων, των ανακτόρων του και των αγορών του. Περιμένουν από Αυτόν να διοικήσει με νομοθετήματα επιβαλλόμενα από την ανθρώπινη εξουσία. Αφού ο Χριστός δεν βρίσκεται προσωπικά εδώ, οι ίδιοι θα αναλάβουν να ενεργήσουν στη θέση Του και να εφαρμόσουν τους νόμους της βασιλείας Του. Η εγκαθίδρυση μιας τέτοιας βασιλείας είναι αυτό που επιθυμούσαν και οι Ιουδαίοι στις ημέρες του Χριστού. Θα είχαν δεχτεί τον Ιησού, αν ήθελε να εγκαθιδρύσει μια πρόσκαιρη επικράτεια, να επιβάλει ότι θεωρούσαν αυτοί σαν νόμους του Θεού, να τους καταστήσει ερμηνευτές του θελήματος Του και όργανα της εξουσίας Του. Αλλά Αυτός είπε: «Η βασιλεία η Εμή δεν είναι εντεύθεν.» (Ιωάν. 18:36.) Επίγειο θρόνο δεν μπορούσε να δεχθεί. ΖΧ 479.2

Το πολιτικό σύστημα της εποχής του Ιησού, ήταν διεφθαρμένο και καταπιεστικό. Παντού διαπράττονταν φανερές αυθαιρεσίες, εκβιασμοί, αδιαλλαξίες και τρομακτική σκληρότητα. Όμως ο Σωτήρας δεν επιχείρησε να επιφέρει καμιά πολιτική μεταρρύθμιση. Δεν επιτέθηκε κατά των εθνικών καταχρήσεων, ούτε καταδίκασε τους εχθρούς του έθνους. Δεν αναμίχθηκε στην άσκηση της πολιτικής ή διαχειριστικής εξουσίας των κυβερνητών. Εκείνος που είναι το παράδειγμά μας έμεινε μακριά από τα επίγεια κυβερνητικά συστήματα, όχι γιατί ήταν αδιάφορος στις συμφορές των ανθρώπων, αλλά γιατί η θεραπεία δεν έγκειται απλώς σε ανθρώπινα και εξωτερικά μέτρα. Για να είναι αποτελεσματική η θεραπεία πρέπει να αγγίξει τον κάθε άνθρωπο ατομικά και να αναγεννήσει την καρδιά. ΖΧ 479.3

Η βασιλεία του Χριστού δεν εγκαθιδρύεται με αποφάσεις δικαστηρίων ή συμβουλίων ή νομοθετικών σωμάτων, ούτε με την υποστήριξη κοσμικών προσωπικοτήτων. Εγκαθιδρύεται με τη μεταμόσχευση της φύσης του Χριστού στην ανθρώπινη φύση μέσω του Αγίου Πνεύματος. «Όσοι δε εδέχθησαν Αυτόν, εις αυτούς έδωκεν εξουσίαν να γείνωσι τέκνα Θεού, εις τους πιστεύοντας εις το όνομα Αυτού οίτινες ουχί εξ αιμάτων ουδέ εκ θελήματος ανδρός, αλλ’ εκ Θεού εγεννήθησαν.» (Ιωάν. 1:12, 13.) Σε αυτό έγκειται η μοναδική δύναμη που μπορεί να εξυψώσει το ανθρώπινο γένος. Η ανθρώπινη συμβολή για την εκπλήρωση του έργου αυτού είναι η διδασκαλία και η εφαρμογή του λόγου του Θεού. ΖΧ 480.1

Όταν ο απόστολος Παύλος άρχισε να εργάζεται στην Κόρινθο, σε εκείνη την πολυπληθή, πλούσια και αμαρτωλή πόλη, μολυσμένη από τα ακατανόμαστα όργια της ειδωλολατρίας, είπε: «Απεφάσισα να μη εξεύρω μεταξύ σας άλλο τι, ειμή Ιησούν Χριστόν, και Τούτον εσταυρωμένον.» (Α', Κορ. 2:2.) Γράφοντας αργότερα σε μερικούς ντόπιους που είχαν διαφθαρεί από τις χαμερπέστερες αμαρτίες, μπορούσε να πει: «Αλλά απελούσθητε, αλλά αγιάσθητε, αλλ’ εδικαιώθητε, δια του ονόματος του Κυρίου Ιησού, και δια του Πνεύματος του Θεού ημών.» «Ευχαριστώ πάντοτε τον Θεόν μου δια σας, δια την χάριν του Θεού, την δοθείσαν εις εσάς δια του Ιησού Χριστού.» (Α’ Κορ. 6:11, 1:4.) ΖΧ 480.2

Σήμερα, όπως και στις ημέρες του Χριστού, το έργο της βασιλείας του Θεού δεν εναπόκειται σε εκείνους που θορυβούν για αναγνώριση και υποστήριξη από επίγειους άρχοντες και ανθρώπινους νόμους.Αντιθέτως εναπόκειται σε εκείνους που αναγγέλλουν στους ανθρώπους εν τω ονόματι Του τις πνευματικές αλήθειες οι οποίες θα επιφέρουν στους αποδέκτες της εμπειρίας του Παύλου: «Μετά του Χριστού συνεσταυρώθην ζώ δε ουχί πλέον εγώ, αλλ’ ο Χριστός ζή εν εμοί» (Γαλ. 2:20.) Τότε θα εργαστούν για το καλό των άλλων, όπως ο Παύλος ο οποίος λέει: «Υπέρ του Χριστού λοιπόν είμεθα πρέσβεις, ως εάν σας παρεκάλει ο Θεός δι’ ημών δεόμεθα λοιπόν υπέρ του Χριστού, διαλλάγητε πρός τον Θεόν.» (Β’ Κορ. 5:20.) ΖΧ 480.3