Η Ζωη του Χριστού
ΚΕΦΆΛΑΙΟ 54—Ο ΚΑΛΟΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗΣ
Το κεφάλαιο αυτό βασίζεται στο Λουκ. 10:25-37. ΖΧ 469.1
Με την ιστορία του καλού Σαμαρείτη ο Χριστός εξηγεί την ουσία της πραγματικής θρησκείας. Δείχνει ότι αυτή δεν συνίσταται από συστήματα, σύμβολα πίστης και ιεροτελεστίες, αλλά από την εφαρμογή έργων αγάπης, κάνοντας το μεγαλύτερο καλό στους άλλους, από γνήσια καλοσύνη. ΖΧ 469.2
Ενώ ο Χριστός δίδασκε το λαό, «νομικός τις εσηκώθη, πειράζων Αυτόν, και λέγων, Διδάσκαλε, τι πράξας θέλω κληρονομήσει ζωήν αιώνιον;» Κρατώντας την αναπνοή του, το πλήθος περίμενε να ακούσει την απάντηση. Οι ιερείς και οι ραβίνοι σκέφτηκαν να περιπλέξουν το Χριστό, βάζοντας τον νομικό να κάνει αυτή την ερώτηση. Ο Σωτήρας δεν μπλέχθηκε σε καμιά λογομαχία. Ζήτησε την απάντηση από τον ίδιο που υπέβαλε την ερώτηση: «Εν τω νόμω τι είναι γεγραμμένον; Πως αναγινώσκεις;» Οι Ιουδαίοι εξακολουθούσαν να κατηγορούν τον Ιησού ότι δεν απέδιδε τη δέουσα τιμή στο νόμο που δόθηκε στο Σινά. Εκείνος όμως έστρεψε το θέμα της σωτηρίας στην τήρηση των εντολών του Θεού. ΖΧ 469.3
Ο νομικός αποκρίθηκε: «Θέλεις αγαπά Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου, και εξ όλης της ψυχής σου, και εξ όλης της δυνάμεώς σου, και εξ όλης της διανοίας σου και τον πλησίον σου ως σεαυτόν.» Και ο Ιησούς είπε: «Ορθώς απεκρίθης τούτο κάμνε, και θέλεις ζήσει.» ΖΧ 469.4
Ο νομικός δεν ήταν ικανοποιημένος από τη στάση και τα έργα των Φαρισαίων. Είχε μελετήσει τις Γραφές με την επιθυμία να μάθει την πραγματική τους έννοια. Είχε ένα ζωτικό ενδιαφέρον για το θέμα αυτό και με ειλικρίνεια ρώτησε: «Τι πράξας;» Στην απάντησή του σχετικά με τις απαιτήσεις του νόμου, παρέλειψε τελείως τις τελετουργικές και τυπολατρικές εντολές. Για αυτές δεν είπε ότι είχαν αξία, αλλά παρουσίασε τις δύο μεγάλες αρχές από τις οποίες κρέμονται όλος ο νόμος και οι προφήτες. Η απάντηση που ο Χριστός παίνεψε, έθεσε το Σωτήρα σε πλεονεκτική θέση έναντι των ραβίνων. Δεν μπορούσαν να Τον καταδικάσουν επειδή επικύρωσε εκείνα που είχε πει ο ερμηνευτής του νόμου. ΖΧ 469.5
«Τούτο κάμνε, και θέλεις ζήσει,» είπε ο Ιησούς. Παρουσίασε το νόμο σαν μια θεϊκή ενότητα και με αυτό το μάθημα δίδαξε ότι είναι αδύνατο να τηρήσει κανείς μια εντολή, παραβαίνοντας κάποια άλλη επειδή μια αρχή τις διέπει όλες. Υπέρτατη αγάπη για το Θεό και αμέριστη αγάπη για τον άνθρωπο είναι οι δύο αρχές που πρέπει να εφαρμόζονται στη ζωή. ΖΧ 470.1
Ο νομικός βρήκε τον εαυτό του παραβάτη. Είχε καταδικαστείαπό τα ερευνητικά λόγια του Χριστού. Δεν εφάρμοζε τη δικαιοσύνη του νόμου την οποία ισχυρίζονταν ότι καταλάβαινε. Δεν είχε εκδηλώσει αγάπη στο συνάνθρωπό του. Του χρειάζονταν μετάνοια. Αντί να μετανοήσει, προσπάθησε να δικαιολογηθεί. Αντί να αναγνωρίσει την αλήθεια, προσπάθησε να δείξει πόσο δύσκολη ήταν η εκπλήρωση της εντολής. Έτσι ήλπιζε να αποφύγει την καταδίκη και να δικαιωθεί στα μάτια του λαού. Τα λόγια του Σωτήρα απέδειξαν ότι η ερώτησή του ήταν περιττή, αφού ο ίδιος μπορούσε να απαντήσει σε αυτή. Και έτσι, ο νομικός υπέβαλε άλλη μια ερώτηση, λέγοντας: «Και τις είναι ο πλησίον μου;» ΖΧ 470.2
Μεταξύ των Ιουδαίων, αυτή η ερώτηση προκαλούσε ατέλειωτες φιλονικίες. Για τους Εθνικούς και Σαμαρείτες δεν είχαν καμιά αμφιβολία. Αυτοί ήταν ξένοι και εχθροί. Πως θα έκαναν όμως τη διάκριση ανάμεσα στους ομοεθνείς τους και ανάμεσα στις διάφορες κοινωνικές τάξεις; Ποιόν έπρεπε να θεωρούσε πλησίον του ο ιερέας, ο ραβίνος, ο πρεσβύτερος; Αυτοί περνούσαν τη ζωή τους μέσα σε ένα δαίδαλο ιεροτελεστιών για να εξαγνιστούν. Δίδασκαν ότι η επαφή με τα αμαθή και απρόσεκτα πλήθη προκαλούσε μόλυνση πουαπαιτούσε κουραστικές προσπάθειεςγια να απομακρυνθεί. Έπρεπε να θεωρούν τους «ακάθαρτους» σαν πλησίον τους; ΖΧ 470.3
Και πάλι ο Ιησούς αρνήθηκε να εμπλακεί σε λογομαχία. Δεν κατέκρινε το φανατισμό εκείνων που καιροφυλακτούσαν να Τον καταδικάσουν. Με μια απλή αφήγηση παρουσίασε στους ακροατές Του μια τέτοια εικόνα ξέχειλης ουρανογέννητης αγάπης που συγκίνησε όλες τις καρδιές και ανάγκασε το νομικό να ομολογήσει την αλήθεια. ΖΧ 470.4
Ο τρόπος για τη διάλυση του σκότους είναι η αποδοχή του φωτός. Ο καλύτερος τρόπος να αντιμετωπίσει κανείς την πλάνη είναι να παρουσιάσει την αλήθεια. Η αποκάλυψη της αγάπης του Θεού φανερώνει τη δυσμορφία και την αμαρτωλό βίο της εγωκεντρικής καρδιάς. ΖΧ 470.5
«Άνθρωπός τις» είπε ο Ιησούς, «κατέβαινε από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ, και περιέπεσεν εις ληστάς οίτινες και γυμνώσαντες αυτόν, κατεπληγώσαντες, ανεχώρησαν αφήσαντες αυτόν ημιθανή. Κατά συγκυρίαν δε ιερεύς τις κατέβαινε δι’ εκείνης της οδού και ιδών αυτόν, επέρασεν από το άλλο μέρος. Ομοίως δε και Λευίτης, φθάσας εις τον τόπον, ελθών και ιδών αυτόν, επέρασεν από το άλλο μέρος.» Αυτή δεν ήταν μια φανταστική σκηνή, αλλά ένα πραγματικό περιστατικό που είχε γίνει γνωστό όπως ακριβώς το παρουσίασε ο Χριστός. Ο ιερέας και ο Λευίτης που πέρασαν από το άλλο μέρος βρίσκονταν ανάμεσα σε αυτούς που άκουσαν τα λόγια του Χριστού. ΖΧ 471.1
Ταξιδεύοντας από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ, ο ταξιδιώτης έπρεπε να περάσει μια ερημική περιοχή της Ιουδαίας. Ο δρόμος οδηγούσε σε μια άγρια χαράδρα όλο βράχια που τη λυμαίνονταν ληστές και όπου συχνά διαδραματίζονταν σκηνές βιαιοπραγίας. Σε εκείνο ακριβώς το σημείο δέχτηκε ο ταξιδιώτης την επίθεση, εκλάπη ότι πολύτιμο είχε, χτυπήθηκε, πληγώθηκε και μισοπεθαμένος αφέθηκε στην άκρη του δρόμου. Ενώ βρίσκονταν σε αυτή την κατάσταση, πέρασε από εκείνο το δρόμο ο ιερέας. Ωστόσο, απλώς έριξεμια ματιά στον πληγωμένο. Τότε παρουσιάστηκε ο Λευίτης. Περίεργος να δει τι είχε συμβεί, σταμάτησε και κοίταξε τον τραυματία. Ήξερε καλά τι έπρεπε να κάνει αλλά αυτό δεν ήταν ευχάριστο καθήκον. Εύχονταν να μη είχε περάσει από εκείνο το δρόμο και να μη είχε δει τον πληγωμένο. Έπεισε τον εαυτό του ότι αυτή η περίπτωση δεν τον αφορούσε. ΖΧ 471.2
Και οι δύο άνθρωποι είχαν ιερές υπηρεσίες και ισχυρίζονταν ότι ερμήνευαν τις Γραφές. Ανήκαν στην τάξη που είχε επιλεγεί ιδιαιτέρως για να αντιπροσωπεύει το Θεό στο λαό. Έπρεπε να μπορούν να συμπαθούν «εις τους αγνοούντας και πλανωμένους» (ιδέ Εβρ. 5:2,) για να μπορούν να οδηγήσουν τους ανθρώπους στην κατανόηση της μεγάλης αγάπης του Θεού προς την ανθρωπότητα. Το έργο που είχαν κληθεί να κάνουν ήταν το ίδιο με εκείνο που ο Ιησούς περιέγραψε για δικό Του.Είπε: «Πνεύμα Κυρίου είναι επ’ Εμέ’ δια τούτο Με έχρισε Με απέστειλε δια να ευαγγελίζωμαι πρός τους πτωχούς, δια να ιατρεύσω τους συντετριμμένους την καρδίαν, να κηρύξω πρός τους αιχμαλώτους ελευθερίαν, και πρός τους τυφλούς ανάβλεψιν, να αποστείλω τους συντεθλασμένους εν ελευθερία.» (Λουκ. 4:18.) ΖΧ 471.3
Οι άγγελοι του Ουρανού βλέπουν τη δυστυχία της επίγειας οικογένειας του Θεού και είναι έτοιμοι να συνεργαστούν με τους ανθρώπους για να τους ανακουφίσουν στη θλίψη και στον πόνο. Η πρόνοια του Θεού οδήγησε τον ιερέα και το Λευίτη στο δρόμο όπου βρίσκονταν ο τραυματισμένος, για να δουν την ανάγκη που είχε για ευσπλαχνία και βοήθεια. Ολόκληρος ο Ουρανός παρακολουθούσε να δει αν οι καρδιές εκείνων των δύο θα συγκινούνταν από τον ανθρώπινο πόνο Ο Σωτήρας ήταν Εκείνος που έδωσε οδηγίες στους Ισραηλίτες στην έρημο. Από τη στήλη της νεφέλης και του πυρός είχε διδάξει μαθήματα πολύ διαφορετικά από αυτά που μάθαινε τώρα ο λαός από τους ιερείς και τους δασκάλους του. Οι ευσπλαχνικές πράξεις που προέβλεπε ο νόμος επεκτείνονταν ακόμη και στα άλογα ζώα που δεν μπορούσαν να εκφράσουν με λόγια τις ανάγκες και τον πόνο τους. Υποδείξεις είχαν δοθεί στο Μωυσή για τους Ισραηλίτες πάνω σε αυτό το θέμα: «Εάν απαντήσης τον βούν του εχθρού σου ή τον όνον αυτού πλανώμενον, θέλεις εξάπαντος επιστρέψει αυτόν πρός αυτόν. Εάν ίδης τον όνον του μισούντος σε πεπτωκότα υπό το φορτίον αυτού, και ήθελες αποφύγει να βοηθήσεις αυτόν, εξάπαντος θέλεις συμβοηθήσει αυτόν.» (Έξοδ. 23:4, 5.) Στην εξιστόρηση του πληγωμένου από τους ληστές ανθρώπου, ο Ιησούς παρουσίασε την περίπτωση ενός αδελφού που υποφέρει. Πόσο περισσότερο έπρεπε οι καρδιές τους να συγκινηθούν για αυτόν από ότι για ένα φορτωμένο υποζύγιο! Η αγγελία είχε δοθεί σε αυτούς με το Μωυσή, λέγοντας ότι ο Θεός και Κύριος τους είναι «Θεός μέγας. ισχυρός, και φοβερός . . ποιών κρίσιν εις τον ορφανόν και εις την χήραν, και αγαπών τον ξένον.» Για αυτό και διέταξε. «Ο ξένος, ο παροικών με σας, θέλει είσθαι εις εσάς ως ο αυτόχθων, και θέλεις αγαπά αυτόν ως σεαυτόν.» (Δευτ. 10:17-19, Λευιτ. 19:34.) ΖΧ 471.4
Ο Ιώβ είχε πει: «Ο ξένος, δεν διενυκτέρευεν έξω ήνοιγον την θύραν μου εις τον οδοιπόρον » (Ιώβ 31:32.) Όταν οι δύο άγγελοι μετασχηματισμένοι σε ανθρώπους πήγαν στα Σόδομα, ο Λώτ υποκλίθηκε μέχρι κάτω και είπε: «Ιδού, κύριοί μου, εκκλίνατε, παρακαλώ, προς την οικίαν του δούλου σας, και διανυκτερεύσατε,» (Γέν. 19:2.) Ο ιερέας και ο Λευίτης ήταν εξοικειωμένοι με όλα αυτά τα μαθήματα, αλλά δεν τα εφάρμοζαν στη ζωή τους. Μαθητευόμενοι στο σχολείο του εθνικού φανατισμού, είχαν γίνει εγωιστές, στενόμυαλοι και κοινωνικά υπερόπτες. Όταν είδαν τον τραυματία, δεν μπορούσαν να διακρίνουν αν ήταν ομοεθνής τους ή όχι. Σκέφθηκαν ότι μπορούσε να ήταν Σαμαρείτης και έτσι απομακρύνθηκαν. ΖΧ 472.1
Στη συμπεριφορά τους, όπως την είχε περιγράφει ο Χριστός, ο νομικός δεν είδε τίποτε που να ερχόταν σε αντίθεση με όσα είχε διδαχτεί για τις απαιτήσεις του νόμου. Στο σημείο αυτό όμως παρεμβάλλεται μία άλλη σκηνή: ΖΧ 472.2
Ταξιδεύοντας ένας Σαμαρείτης, πέρασε από εκεί όπου ήταν ο πληγωμένος. Μόλις τον είδε τον λυπήθηκε. Δεν διερωτήθηκε αν ο ξένος ήταν Ιουδαίος ή Εθνικός. Σε περίπτωση που ήταν Ιουδαίος, ο Σαμαρείτης ήξερε πολύ καλά ότι αν οι όροι αντιστρέφονταν, ο άνθρωπος θα τον έφτυνε κατά πρόσωπο και θα τον προσπερνούσε με περιφρόνηση. Αυτό δεν τον έκανε να διστάσει. Ούτε σκέφτηκε ότι και αυτός ο ίδιος εξέθετε τη ζωή του σε κίνδυνο χρονοτριβώντας σε εκείνο το μέρος. Στο Σαμαρείτη αρκούσε ότι μπροστά του βρίσκονταν μια ανθρώπινη ύπαρξη που υπέφερε και χρειάζονταν βοήθεια. Έβγαλε το πανωφόρι του και με αυτό τον σκέπασε. Το λάδι και το κρασί που είχε για το ταξίδι του, το χρησιμοποίησε για να θεραπεύσει και να ανακουφίσει τον πληγωμένο. Τον κάθισε στο ζώο του και τον μετέφερε αργά, προχωρώντας προσεκτικά για να μη ταραχτεί ο ξένος και χειροτερέψουν οι πόνοι του. Τον έφερε σε ένα πανδοχείο και τον περιποιήθηκε όλη τη νύχτα. Τον πρόσεχε στοργικά και έτσι το πρωί, όταν ο άρρωστος καλυτέρευσε, ο Σαμαρείτης μπόρεσε να συνεχίσει το δρόμο του. Πριν να φύγει όμως, τον παρέδωσε στη φροντίδα του ξενοδόχου, πλήρωσε τα έξοδα αφήνοντας ένα παράβολο για τον ίδιο. Μη ικανοποιημένος ούτε και με αυτό, φρόντισε για τις κατοπινές του ανάγκες και είπε στον πανδοχέα: «Επιμελήθητι αυτού και ότι δαπανήσης περιπλέον, εγώ, όταν επανέλθω, θέλω σοι αποδώσει. » ΖΧ 473.1
Η ιστορία τελείωσε, ο Ιησούς κάρφωσε τα μάτια Του πάνω στο νομικό και με βλέμμα που έδειχνε πως διάβαζε την καρδιά του, είπε: «Τις λοιπόν εκ των τριών τούτων σοι φαίνεται ότι έγεινε πλησίον του εμπεσόντος εις τους ληστάς;» ΖΧ 473.2
Ακόμη και τώρα ο νομικός δεν ήθελε να πάρει το όνομα του Σαμαρείτη στα χείλη του και απάντησε: «Ο ποιήσας το έλεος εις αυτόν.» Τότε ο Ιησούς του είπε: «Ύπαγε, και σύ κάμε ομοίως.» ΖΧ 473.3
Έτσι η ερώτηση, «Τις είναι ο πλησίον μου;» απαντήθηκε μια για πάντα. Ο Χριστός έδειξε ότι ο πλησίον μας δεν είναι απλώς ένας από την εκκλησία μας ή ένας ομόθρησκός μας. Δεν καθορίζεται από φυλή, χρώμα ή κοινωνική διάκριση. Ο πλησίον μας είναι κάθε άνθρωπος που χρειάζεται τη βοήθειά μας. Ο πλησίον μας είναι κάθε ψυχή που έχει πληγωθεί και κακοποιηθεί από τον εχθρό. Ο πλησίον μας είναι ο καθένας που είναι ιδιοκτησία του Θεού. ΖΧ 473.4
Με την εξιστόρηση του καλού Σαμαρείτη, ο Ιησούς παρουσίασε μια εικόνα του Εαυτού Του και της αποστολής Του. Ο άνθρωπος εξαπατήθηκε, τραυματίστηκε, ληστεύθηκε, καταστράφηκε από το Σατανά και εγκαταλείφτηκε στην απώλεια. Ο Σωτήρας όμως λυπήθηκε για την απελπιστική αυτή κατάστασή μας λυπήθηκε για την απελπιστική αυτή κατάστασή. Άφησε τη δόξα Του για να έρθει σε βοήθειά μας. Μας βρήκε ετοιμοθάνατους και ανέλαβε υπό την ευθύνη Του την περίπτωσή μας. Θεράπευσε τις πληγές μας. Μας κάλυψε με το ένδυμα της δικαιοσύνης Του. Μας παραχώρησε καταφύγιο ασφαλείας και έκανε μια πλήρη προμήθεια για μας με εντελώς δικά Του έξοδα. Πέθανε για να μας λυτρώσει Δείχνοντας το δικό Του παράδειγμα. Είπε στους οπαδούς Του: «Ταύτα σας παραγγέλλω, να αγαπάτε αλλήλους. » «Εντολήν καινήν σας δίδω. να αγαπάτε αλλήλους καθώς Εγώ σας ηγάπησα.» (Ιωάν. 15:17, 13:34.) ΖΧ 473.5
Στην ερώτηση του νομικού προς τον Ιησού: «Τι πράξας;», ο Ιησούς αναγνωρίζοντας την αγάπη προς το Θεό και τον άνθρωπο σαν το σύνολο της δικαιοσύνης, είπε: «Τούτο κάμνε, και θέλεις ζήσει.» Ο Σαμαρείτης υπάκουσε στην υπαγόρευση μιας καλής και γεμάτης αγάπη καρδιάς και με αυτό απέδειξε ότι ήταν εκτελεστής του νόμου. Ο Χριστός είπε στο νομικό: « Υπαγε, και συ κάμνε ομοίως.» Έργα και όχι απλώς λόγια περιμένει κανείς από τα παιδιά του Θεού. «Όστις λέγει ότι μένει εν Αυτώ, χρεωστεί, καθώς Εκείνος περιεπάτησε, και αυτός ούτω να περιπατή.» (Α’ Ιωάν. 2:6.) ΖΧ 474.1
Το μάθημα δεν είναι λιγότερο χρήσιμο για το σύγχρονο κόσμο από ότι ήταν την εποχή που ακούστηκε από τα χείλη του Χριστού. Ο εγωισμός και η ψυχρότητα του φορμαλισμού έχουν σχεδόν σβήσει τη φλόγα της αγάπης και έχει εκμηδενίσει τις χάρες που κάνουν το χαρακτήρα να ευωδιάζει. Πολλοί που ομολογούν το όνομά Του έχουν λησμονήσει το γεγονός ότι οι Χριστιανοί είναι αντιπρόσωποι του Χριστού. Αν δεν υπάρχει η πρακτική εφαρμογή της αυτοθυσίας για το καλό των άλλων μέσα στον οικογενειακό κύκλο, στη γειτονιά, στην εκκλησία και όπου αλλού μπορεί να βρεθούμε. Μπορεί να δεχόμαστε την θρησκεία μας, αλλά δεν είμαστε μόνο με αυτή την πράξη Χριστιανοί. ΖΧ 474.2
Ο Χριστός συνταύτισε το συμφέρον Του με το συμφέρον της ανθρωπότητας και ζητάει από μας να γίνουμε ένα με Αυτόν για τη σωτηρία της ανθρωπότητας. «Δωρεάν ελάβετε,» λέει, «δωρεάν δότε.» (Ματθ. 10:8.) Η αμαρτία είναι το μεγαλύτερο κακό από όλα και έχουμε καθήκον να αισθανόμαστε συμπόνια για τους αμαρτωλούς και να τους βοηθάμε. Υπάρχουν πολλοί που σφάλλουν, συναισθάνονται την τρέλα τους και ντρέπονται για αυτή. Διψούν για μερικά ενθαρρυντικά λόγια. Βλέπουν τα λάθη και τις πλάνες τους, μέχρι που φθάνουν σχεδόν στην απόγνωση. Δεν πρέπει να παραμελούμε αυτές τις ψυχές. Αν είμαστε Χριστιανοί δεν πρέπει να περνούμε από την άλλη πλευρά του δρόμου, κρατώντας όσο το δυνατό σε απόσταση εκείνους που χρειάζονται περισσότερο τη βοήθειά μας. Όταν βλέπουμε ανθρώπινες υπάρξεις να βασανίζονται είτε από στεναχώριες είτε εξαιτίας της αμαρτίας, δεν πρέπει ποτέ να λέμε: «αυτό δεν αφορά εμένα. ΖΧ 474.3
«Σείς οι πνευματικοί διορθώνετε τον τοιούτον με πνεύμα πραότητος.» (Γαλ.6:1.) Με πίστη και προσευχή απωθήστε τη δύναμη του εχθρού. Μεταχειριστείτε λόγια πίστης και θάρρους που θα αποβούν βάλσαμο θεραπείας στον χτυπημένο και πληγωμένο. Πολλοί, πάρα πολλοί, λιποψύχησαν και αποθαρρύνθηκαν στο σκληρό αγώνα της ζωής, ενώ ένας καλός εμψυχωτικός λόγος θα τους είχε δώσει τη δύναμη για να νικήσουν. Ας μη προσπερνούμε ποτέ μια ψυχή που υποφέρει χωρίς να συμμεριστούμε την ανακούφιση με την οποία ο Θεός μας έχει ανακουφίσει. ΖΧ 475.1
Όλα αυτά είναι εκπλήρωση των ηθικών αρχών του νόμου, αρχών οι οποίες απεικονίζονται στην ιστορία του καλού Σαμαρείτη και φανερώνονται στη ζωή του Ιησού. Ο χαρακτήρας Του αποκαλύπτει την πραγματική σημασία του νόμου και δείχνει τι σημαίνει να αγαπούμε τον πλησίον μας σαν τον εαυτό μας. Όταν τα παιδιά του Θεού εκδηλώνουν ευσπλαχνία, καλοσύνη και αγάπη προς όλους τους ανθρώπους, δίνουν επίσης τη μαρτυρία τους για το χαρακτήρα των νομοθετημάτων του ουρανού. Πιστοποιούν το γεγονός ότι «ο νόμος του Κυρίου είναι άμωμος, επιστρέφων ψυχήν.» (Ψαλμ. 19:7.) Όποιος δεν κατορθώνει να δείξει αυτή την αγάπη, παραβαίνει το νόμο τον οποίο διατείνεται ότι σέβεται επειδή το πνεύμα που εκδηλώνουμε έναντι των αδελφών μας, φανερώνει ποιό είναι το πνεύμα μας έναντι του Θεού. Η αγάπη του Θεού στην καρδιά είναι η μόνη πηγή αγάπης για τον πλησίον μας. «Εάν τις είπη, Ότι αγαπώ τον Θεόν, και μισή τον αδελφόν αυτού, ψεύστης είναι διότι όστις δεν αγαπά τον αδελφόν αυτού τον οποίον είδε, τον Θεόν, τον οποίον δεν είδε, πως δύναται να αγαπά;» Αγαπητοί, «εάν αγαπώμεν αλλήλους, ο Θεός μένει εν ημίν και η αγάπη Αυτού είναι τετελειωμένη εν ημίν.» (Α’ Ιωάν. 4:20, 12.) ΖΧ 475.2