Η Ζωη του Χριστού
ΚΕΦΆΛΑΙΟ 51—ΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
Το κεφάλαιο αυτό βασίζεται στο Ιωάν. 8:12-59, 9. ΖΧ 436.1
«Πάλιν ο Ιησούς ελάλησε πρός αυτούς, λέγων, Εγώ είμαι το Φώς του κόσμου όστις ακολουθεί Εμέ δεν θέλει περιπατήσει εις το σκότος, αλλά θέλει έχει το φώς της ζωής.» ΖΧ 436.2
Όταν έλεγε αυτά τα λόγια, ο Ιησούς βρίσκονταν στην αυλή η οποία σχετίζοντανιδιαίτερα με τις ιεροτελεστίες της γιορτής της Σκηνοπηγίας. Στη μέση της αυλής αυτής υπήρχαν δύο ψηλές βάσεις που στήριζαν δύο πελώριες πολύφωτες λυχνίες. Με την εσπερινή θυσία, άναβαν όλες οι λυχνίες λούζοντας με το φώς τους την Ιερουσαλήμ. Αυτή η τελετή ήταν αναμνηστική της στήλης του φωτός που οδηγούσε τον λαό του Ισραήλ στην έρημο και θεωρούταν επίσης ότι συμβόλιζε την έλευση του Μεσσία. Με τις αναμμένες λυχνίες το βράδυ, η αυλή έπαιρνε μια εξαιρετικά χαρούμενη όψη. Οι γκριζομάλληδες ιερείς και οι άρχοντες του λαού έπαιρναν μέρος στους εορταστικούς χορούς με τους ήχους των μουσικών οργάνων και τις ψαλμωδίες των Λευιτών. ΖΧ 436.3
Με τη φωταγώγηση της Ιερουσαλήμ, ο λαός εξέφραζε την ελπίδα του για την έλευση του Μεσσία που θα φώτιζε τον λαό του Ισραήλ. Για τον Ίδιο τον Ιησού όμως η σκηνή είχε μεγαλύτερη ακόμη σημασία. Όπως οι ακτινοβόλες λυχνίες του ναού φώτιζαν τα πάντα γύρω τους, έτσι και ο Χριστός, η πηγή του πνευματικού φωτός, φωτίζει το σκότος του κόσμου. Το σύμβολο δεν ήταν τέλειο. Εκείνο το μεγάλο φώς που είχε κρεμάσει το ίδιο Του το χέρι στους Ουρανούς ήταν ένας παραστατικότερος συμβολισμός της ένδοξης αποστολής Του. ΖΧ 436.4
Ήταν πρωί. Ο ήλιος είχε ανατείλει πάνω από το Όρος των Ελαιών. Οι ακτίνες του έπεφταν με εκθαμβωτική λαμπρότητα πάνω στα μαρμάρινα παλάτια και φώτιζαν τους χρυσοποίκιλτους τοίχους του ναού. Ο Ιησούς δείχνοντας τον είπε: «Εγώ είμαι το Φώς του κόσμου.» ΖΧ 436.5
Κάποιος που ακροάστηκε τα λόγια αυτά, τα έκανε να αντιλαλήσουν πολύ αργότερα σε μια μεγαλειώδη περικοπή: «Εν Αυτώ ήτο η ζωή, και η ζωή ήτο το φώς των ανθρώπων. Και το φώς εν τη σκοτία φέγγει, και η σκοτία δεν κατέλαβεν αυτό.» «Ήτο το φώς το αληθινόν, το οποίον φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον.» (Ιωάν. 1:4, 5, 9.) Πολύ μετά την ανάληψη του Ιησού στους Ουρανούς, ο Πέτρος γράφοντας επίσης με τη φώτιση του Αγίου Πνεύματος, ανακάλεσε το σύμβολο που ο Χριστός χρησιμοποίησε: «Και έχομεν βεβαιότερον τον προφητικόν λόγον, εις τον οποίον κάμνετε καλά να προσέχητε, ως εις λύχνον φέγγοντα εν σκοτεινώ τόπω, εωσού έλθη η αυγή της ημέρας, και ο φώσφορος ανατείλη εν ταις καρδίαις υμών.» (Β’ Πέτρ. 1:19.) ΖΧ 437.1
Όταν ο Θεός παρουσιάζονταν στο λαό Του, το φως πάντοτε χρησίμευε για σύμβολο της παρουσίας Του. Αρχικά με το δημιουργικό Του λόγο, το φώς έλαμψε μέσα στο σκοτάδι. Επίσης η στήλη της νεφέλης την ημέρα και η στήλη του πυρός τη νύχτα ήταν το φώς που οδηγούσε τις μεγάλες στρατιές του Ισραήλ. Φώς πλημμύρισε το όρος Σινά περιβάλλοντας τον Κύριο με ένα καταπληκτικό μεγαλείο. Φώς κάλυπτε το Ιλαστήριο μέσα στη σκηνή του μαρτυρίου. Φώς γέμισε το ναό του Σολομώντα κατά τον εγκαινιασμό του. Φώς έλαμψε στους λόφους της Βηθλεέμ όταν οι άγγελοι έφεραν το λυτρωτικό μήνυμα του κόσμου στους ξάγρυπνους βοσκούς. ΖΧ 437.2
Ο Θεός είναι φώς. Με τα λόγια: «Εγώ είμαι το Φώς του κόσμου,» ο Χριστός διακήρυξε την ενότητα με το Θεό και τη σχέση Του με όλη την ανθρώπινη οικογένεια. Κατά τη δημιουργία Αυτός ήταν «ο ειπών να λάμψη φώς εκ του σκότους» (Β’ Κορ. 4:6.) Αυτός είναι το φώς του Ηλίου, της σελήνης και των άστρων. Αυτός ήταν το πνευματικό φώς το οποίο με τα σύμβολα, τους τύπους και τις προφητείες είχε λάμψει πάνω στον λαό του Ισραήλ. Το φώς δεν δόθηκε αποκλειστικά στον ιουδαϊκό λαό. Όπως οι ακτίνες του Ηλίου διαπερνούν και τις πιο απόμακρες γωνιές της Γής, έτσι και το φώς του Ηλίου της Δικαιοσύνης λάμπει πάνω σε κάθε ψυχή. ΖΧ 437.3
«Ήτο το φώς το αληθινόν, το οποίον φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον.» Ο κόσμος είχε τους μεγάλους δασκάλους του, ανθρώπους με γιγαντιαία διάνοια και θαυμάσια διορατικότητα, ανθρώπους τα λεγόμενα των οποίων προκάλεσαν τη σκέψη και αποκάλυψαν απέραντα πεδία γνώσης. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν τιμηθεί σαν καθοδηγητές και ευεργέτες της ανθρωπότητας. Υπάρχει Ένας που στέκεται ψηλότερα από αυτούς. «Όσοι εδέχθησαν Αυτόν, εις αυτούς έδωκεν εξουσίαν να γίνωσι τέκνα Θεού.» «Ουδείς είδε ποτέ τον Θεόν ο μονογενής Υιός, ο ών εις τον κόλπον του Πατρός, Εκείνος εφανέρωσεν Αυτόν.» (Ιωάν. 1:12, 18.) Μπορούμε να παρακολουθήσουμε τα ίχνη των μεγάλων δασκάλων του κόσμου αναδρομικά μέχρι εκεί όπου φθάνουν τα ιστορικά στοιχεία. Το Φώς όμως υπήρχε πριν από αυτά Όπως η σελήνη και τα άστρα του ηλιακού συστήματος λάμπουν αντανακλώντας το φώς του Ηλίου, έτσι και οι μεγάλοι στοχαστές αντανακλούν το φώς του Ηλίου της Δικαιοσύνης όταν η διδασκαλία τους συμφωνεί με την αλήθεια. Κάθε πολύτιμη ιδέα, κάθε σπινθηροβόλο πνεύμα πηγάζει από το Φώς του κόσμου. Στις μέρες μας,πολλά λέγονται για την «ανώτερη εκπαίδευση.» Η πραγματικά ανώτερη «εκπαίδευση προέρχεται από Αυτόν «εν τω οποίω είναι κεκρυμμένοι πάντες οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσεως.» «Εν Αυτώ ήτο η ζωή, και η ζωή ήτο το φώς των ανθρώπων » (Κολ. 2:3, Ιωάν. 1:4.) Ο Ιησούς είπε: «Όστις ακολουθεί Εμέ, δεν θέλει περιπατήσει εις το σκότος, αλλά θέλει έχει το φώς της ζωής.» ΖΧ 437.4
Με τα λόγια «Εγώ είμαι το Φώς του κόσμου,» ο Ιησούς ανακήρυξε τον Εαυτό Του Μεσσία Ο γέροντας Συμεών, στον ίδιο ναό όπου τώρα δίδασκε ο Χριστός, είχε αναφερθεί για Αυτόν με τα λόγια: «Φώς εις φωτισμόν των εθνών, και δόξαν του λαού Σου Ισραήλ.» (Λουκ. 2:32.) Με τα λόγια εκείνα είχε αποδώσει σε Αυτόν μια προφητεία γνωστή σε όλους τους Ισραηλίτες. Με τον προφήτη Ησαΐα, το Άγιο Πνεύμα είχε διακηρύξει: «Μικρόν είναι το να ήσαι δούλος Μου δια να ανορθώσης τας φυλάς του Ιακώβ, και να επαναφέρης το υπόλοιπον του Ισραήλ θέλω προσέτι Σε δώσει φώς εις τα έθνη, δια να ήσαι η σωτηρία Μου έως εσχάτου της γής,» (Ησ. 49:6.) Γενικά η προφητεία αυτή κατανοούταν ως αναφερόμενη στο Μεσσία. Όταν ο Ιησούς είπε: «Εγώ είμαι το Φώς του κόσμου,» οι άνθρωποι δεν μπορούσαν παρά να αναγνωρίσουν στη δήλωσή Του αυτή ότι Εκείνος ήταν ο Αναμενόμενος. ΖΧ 438.1
Στους Φαρισαίους και στους ηγήτορες του λαού αυτή η δήλωση φάνηκε σαν αλαζονική ιδιοποίηση. Δεν μπορούσαν να ανεχτούν ότι ένας άνθρωπος όμοιος με αυτούς τολμούσε να διεκδικεί ένα τέτοιο πράγμα. Προσποιούμενοι ότι αγνοούν τα λόγια Του, ρώτησαν: «Σύ τις είσαι;» Είχαν σκοπό να Τον αναγκάσουν να δηλώσει ότι Αυτός ήταν ο Χριστός. Η εμφάνιση και το έργο Του ήταν τόσο διαφορετικά από τις προσδοκίες του λαού. Σύμφωνα με τους πανούργους εχθρούς Του, μια άμεση από μέρους Του δήλωση ότι Αυτός ήταν ο Μεσσίας θα κατέληγε στο να Τον απορρίψουν σαν απατεώνα. ΖΧ 438.2
Αλλά στην ερώτησή τους, «Συ τις είσαι;» ο Ιησούς απάντησε: «Ότι σας λέγω απ’ αρχής» Αυτό που φανέρωναν τα λόγια Του φανέρωνε και ο χαρακτήρας Του. Ήταν η ενσάρκωση των αληθειών που δίδασκε. Συνέχισε: «Απ’ Εμαυτού δεν κάμνω ουδέν, αλλά καθώς Με εδίδαξεν ο Πατήρ Μου, ταύτα λαλώ. Και ο πέμψας Με είναι μετ’ Εμού και δεν Με αφήκεν ο Πατήρ μόνον διότι Εγώ κάμνω τα αρεστά εις Αυτόν.» Δεν προσπάθησε να αποδείξει τη δικαιωματική Του μεσσιανική ιδιότητα, αλλά έδειξε την ενότητά Του με το Θεό. Αν είχαν αφήσει τη σκέψη τους ελεύθερη να επηρεαστεί από τηναγάπη του Θεού, θα είχαν δεχτεί τον Ιησού. ΖΧ 439.1
Πολλοί από τους ακροατές Του ένοιωθαν να έλκονται με πίστη προς Αυτόν. Σε αυτούς είπε: «Εάν σείς μείνητε εν τω λόγω τω Εμώ, είσθε αληθώς μαθηταί Μου και θέλετε γνωρίσει την αλήθειαν, και η αλήθεια θέλει σας ελευθερώσει.» ΖΧ 439.2
Αυτά τα λόγια προσέβαλαν τους Φαρισαίους. Παραβλέποντας τη μακροχρόνια υποταγή του έθνους τους στον ξενικό ζυγό, φώναξαν οργισμένοι: «Σπέρμα του Αβραάμ είμεθα, και δεν γίναμε δούλοι εις ουδένα πώποτε πως συ λέγεις, ότι θέλετε γίνει ελεύθεροι;» ΟΙησούς κοίταξε εκείνουςτους ανθρώπους, τους δούλους της μοχθηρίας. Οι σκέψεις τους ήταν προσηλωμένες στην εκδίκηση και με λύπη απάντησε: «Αληθώς, αληθώς σας λέγω, ότι πάς όστις πράττει την αμαρτίαν, δούλος είναι της αμαρτίας.» Βρίσκονταν κάτω από το χειρότερο είδος της σκλαβιάς, αφού τους κυβερνούσε το πνεύμα του κακού. ΖΧ 439.3
Κάθε ψυχή που αρνείται να παραχωρηθεί στο Θεό, υπάγεται στον έλεγχο μιας άλλης δύναμης. Δεν ανήκει στον εαυτό της. Μπορεί να μιλά για ελευθερία, αλλά βρίσκεται κάτω από την πιο ταπεινωτική σκλαβιά. Δεν μπορεί να διακρίνει την ομορφιά της αλήθειας γιατί ο νουςαυτού του ανθρώπου ελέγχεται από το Σατανά. Ενώ κολακεύεται ότι ακολουθεί τις υπαγορεύσεις της ατομικής του κρίσης, υπακούει στη θέληση του άρχοντα του σκότους. Ο Χριστός ήρθε για να σπάσει τα δουλικά δεσμά της ψυχής από την αμαρτία. «Εάν λοιπόν ο Υιός σας ελευθερώση, όντως ελεύθεροι θέλετε είσθαι.» «Ο νόμος του Πνεύματος της ζωής εν Χριστώ Ιησού μας ηλευθέρωσεν από του νόμου της αμαρτίας και του θανάτου.» (Ρωμ. 8:2.) ΖΧ 439.4
Στο απολυτρωτικό έργο δεν χωρεί εξαναγκασμός. Δεν χρησιμοποιείται εξωτερική πίεση. Κάτω από την επιρροή του Πνεύματος του Θεού, ο άνθρωπος αφήνεται ελεύθερος να διαλέξει ποιόν θέλει να υπηρετήσει. Με την αλλαγή που επέρχεται όταν η ψυχή παραδίδεται στο Χριστό, φαίνεται η ανώτερη έννοια της ελευθερίας. Η αποβολή της αμαρτίας είναι έργο της ίδιας της ψυχής Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε τη δύναμη να απελευθερωθούμε μόνοι μας από την κυριαρχία του Σατανά.Όταν όμως έχουμε την επιθυμία να ελευθερωθούμε από την αμαρτία και στη μεγάλη μας ανάγκη αναζητούμε απεγνωσμένα για μια εξωτερική και ανώτερη από τον εαυτό μας δύναμη, τότε οι ψυχικές μας δυνάμεις εμποτίζονται με τη θεία ενέργεια του Αγίου Πνεύματος και υπακούουν στις υπαγορεύσεις μιας θέλησης που πληροί το θέλημα του Θεού. ΖΧ 439.5
Η μοναδική προϋπόθεση, βάσει της οποίας η ανθρώπινη ελευθερία είναι εφικτή, είναι να ενωθεί ο άνθρωπος με το Χριστό. «Η αλήθεια θέλει σας ελευθερώσει» και η αλήθεια είναι ο Χριστός. Η αμαρτία μπορεί να θριαμβεύσει μόνο όταν το πνεύμα εξασθενεί και αφαιρείται η ελευθερία της ψυχής. Η υποταγή στο Θεό είναι η αποκατάσταση του εαυτού μας στην πραγματική ανθρώπινη τιμή και δόξα. Ο θείος νόμος στον οποίο υποτασσόμαστε είναι «ο νόμος της ελευθερίας.» (Ιακ. 2:12.) ΖΧ 440.1
Οι Φαρισαίοι δήλωναν ότι ήταν παιδιά του Αβραάμ. Ο Ιησούς τους είπε ότι αυτός ο ισχυρισμός θα ευσταθούσε μόνο όταν θα έκαναν τα έργα του Αβραάμ Τα γνήσια παιδιά του Αβραάμ θα ζούσαν, όπως Αυτός, μια ζωή υπακοής στο Θεό. Δεν θα προσπαθούσαν να θανατώσουν Κάποιον ο οποίος έλεγε την αλήθεια που Του μετέδωσε ο Θεός. Συνωμοτώντας εναντίον του Χριστού, οι ραβίνοι δεν έκαναν τα έργα του Αβραάμ. Η συγγενική μόνο καταγωγή από τον Αβραάμ δεν είχε καμία αξία. Χωρίς την πνευματική σχέση, η οποία έπρεπε να εκδηλώνεται με το ίδιο του το πνεύμα και με τα ίδια του τα έργα, δεν ήταν παιδιά του. ΖΧ 440.2
Αυτή η αρχή ασκεί την ίδια βαρύτητα και πάνω σε ένα θέμα που επί χρόνια έχει απασχολήσει σοβαρά το χριστιανικό κόσμο, το θέμα της αποστολικής διαδοχής. Απόγονος του Αβραάμ δεν είναι εκείνος που έχει το όνομα και την καταγωγή, αλλά την ομοιότητα του χαρακτήρα του. Έτσι και η αποστολική διαδοχή δεν στηρίζεται στη μεταβίβαση της εκκλησιαστικής εξουσίας, αλλά στην πνευματική συγγένεια. Μια ζωή που για κίνητρο έχει το πνεύμα των αποστόλων, την πίστη και τη διδασκαλία που εκείνοι δίδαξαν, αποτελεί την πραγματική απόδειξη της αποστολικής διαδοχής. Αυτό καθιστά τους ανθρώπους διαδόχους των πρώτων δασκάλων του Ευαγγελίου. ΖΧ 440.3
Ο Ιησούς δεν παραδέχτηκε ότι οι Ιουδαίοι ήταν παιδιά του Αβραάμ. Τους είπε: «Σεις κάμνετε τα έργα του πατρός σας.» Με χλευασμό απάντησαν: «Ημείς δεν εγεννήθημεν εκ πορνείας ένα πατέρα έχομεν, τον Θεόν.» Αυτά τα λόγια, χρησιμοποιούμενα σαν υπαινιγμός των περιστάσεων της γέννησης του Χριστού, είχαν σκοπό να Τον πληγώσουν μπροστά σε εκείνους που είχαν αρχίσει να πιστεύουν σε Αυτόν. Ο Ιησούς δεν έδωσε προσοχή στον ποταπό υπαινιγμό, αλλά είπε: «Εάν ο Θεός ήτο πατήρ σας, ηθέλετε αγαπά Εμέ διότι Εγώ εκ του Θεού εξήλθον, και έρχομαι.» ΖΧ 440.4
Τα έργα τους μαρτυρούσαν τη σχέση τους με εκείνον ο οποίος είναι ψεύτης και ανθρωποκτόνος. Ο Ιησούς είπε: «Σείς είσθε εκ του πατρός σας του διαβόλου, και τας επιθυμίας του πατρός σας θέλετε να πράττητε. Εκείνος ήτο απ’ αρχής ανθρωποκτόνος, και δεν μένει εν τη αληθεία διότι αλήθεια δεν υπάρχει εν αυτώ. . . Εγώ δε διότι λέγω την αλήθειαν, δεν Με πιστεύετε.» Το γεγονός ότι ο Ιησούς έλεγε την αλήθεια και μάλιστα με βεβαιότητα, ήταν η αιτία που δεν έγινε δεκτός από τους Ιουδαίους άρχοντες. Η αλήθεια ήταν εκείνη που ξεσκέπαζε αυτούς τους αυτοκαλουμένους δικαίους. Η αλήθεια εξέθετε την απάτη της πλάνης, καταδίκαζε τις διδασκαλίες και τα έργα τους και για αυτό δεν γίνονταν δεκτή. Προτιμούσαν να κλείσουν τα μάτια στην αλήθεια, παρά να ταπεινωθούν και να ομολογήσουν ότι βρίσκονταν στην πλάνη. Δεν την αγάπησαν. Παρά το γεγονός ότι αυτή ήταν η αλήθεια, εκείνοι όμως δεν τη θέλησαν. ΖΧ 441.1
«Τις Με ελέγχει περί αμαρτίας; Εάν δε αλήθειαν λέγω, δια τι σεις δεν Με πιστεύετε;» Από τη μια μέρα στην άλλη, οι εχθροί Του ακολουθούσαν τον Χριστό κατά πόδας επί τρία χρόνια, προσπαθώντας να βρούν κάποια κηλίδα στο χαρακτήρα Του. Ο Σατανάς και ολόκληρη η κουστωδία του κακού προσπάθησαν να Τον καταβάλουν. Δεν βρήκαν όμως τίποτε σε Αυτόν για να το χρησιμοποιήσουν ως πρόσχημα. Μέχρι και τα ακάθαρτα πνεύματα ήταν υποχρεωμένα να ομολογήσουν: «Σε γνωρίζω τις είσαι, ο Άγιος του Θεού.» (Μάρκ. 1:24.) Ο Ιησούς έζησε σύμφωνα με το νόμο ενώπιον του Ουρανού, των αναμάρτητων κόσμων και των αμαρτωλών ανθρώπων. Ενώπιον αγγέλων, ανθρώπων και δαιμόνων είπε αναμφισβήτητα λόγια που αν προέρχονταν από οποιαδήποτε άλλα χείλη, θα εκλαμβάνονταν σαν βλασφημία: «Εγώ κάμνω πάντοτε τα αρεστά εις Αυτόν» [τον Πατέρα.] ΖΧ 441.2
Το γεγονός ότι οι Ιουδαίοι απέρριψαν το Χριστό παρόλο που δεν μπόρεσαν να ανακαλύψουν καμία αμαρτία σε Αυτόν αποδεικνύει ότι αυτοί δεν είχαν σχέση με το Θεό. Δεν αναγνώρισαν τη φωνή Του στο άγγελμα του Υιού Του. Νόμιζαν ότι πρόφεραν την καταδίκη του Χριστού ενώ απορρίπτοντας Εκείνον, πρόφεραν τη δική τους καταδίκη. Ο Ιησούς είπε: «Όστις είναι εκ του Θεού τους λόγους του Θεού ακούει δια τούτο σεις δεν ακούετε, διότι εκ του Θεού δεν είσθε.» ΖΧ 441.3
Το μάθημα ισχύει για κάθε εποχή. Πολλοί άνθρωποι βρίσκουν ευχαρίστηση στην στρεψοδικία καιτην επίκριση, αναζητώντας κάτι για να αμφισβητήσουν το λόγο του Θεού. Με αυτό τον τρόπο νομίζουν ότι επιδεικνύουν ανεξαρτησία της σκέψης και πνευματική οξυδέρκεια. Νομίζουν ότι είναι σε θέση να κρίνουν τη Γραφή, ενώ στην πραγματικότητα κρίνουν τον εαυτό τους. Φανερώνουν έτσι ότι είναι ανίκανοι να εκτιμήσουν τις αλήθειες που προέρχονται από τον Ουρανό και επεκτείνονται μέχρι την αιωνιότητα. Μπροστά στην υπέρογκη αναλογία της δικαιοσύνης του Θεού δεν αισθάνονται κανένα πνευματικό δέος. Ασχολούνται με το να αναζητούν τσάκνα και σκύβαλα. Αυτό προδίδει μια περιορισμένη, γήινη φύση, μια καρδιά που γρήγορα χάνει την ικανότητά της να εκτιμήσει το Θεό. Εκείνος του οποίου η καρδιά ανταποκρίνεται στο θείο άγγιγμα, θα αναζητήσει αυτό που αυξάνει την επίγνωσή του για το Θεό και που εκλεπτύνει και εξυψώνει το χαρακτήρα. Όπως το λουλούδι στρέφεται στον Ήλιο ώστε να μπορέσουν οι λαμπρές ακτίνες του να προσδώσουν όμορφες αποχρώσεις, έτσι κάθε ψυχή θα στραφεί στον Ήλιο της Δικαιοσύνης ώστε το φώς του Ουρανού να ομορφαίνει το χαρακτήρα με τις χάρες του χαρακτήρα του Χριστού. ΖΧ 442.1
Ο Ιησούς συνέχισε τονίζοντας μια χτυπητή αντίθεση ανάμεσα στη συμπεριφορά των Ιουδαίων και στη στάση του Αβραάμ: «Ο Αβραάμ ο πατήρ σας είχεν αγαλλίασιν να ίδη την ημέραν την Εμήν και είδε, και εχάρη.» ΖΧ 442.2
Ο Αβραάμ είχε μεγάλη επιθυμία να δει τον υποσχόμενο Σωτήρα. Είχε προσευχηθεί με όλη του τη θέρμη για να μπορέσει να αντικρύσει το Μεσσία πριν πεθάνει. Είδε το Χριστό. Δέχτηκε ένα υπερφυσικό φώς και αναγνώρισε το θείο χαρακτήρα του Χριστού. Είδε την ημέρα Του και χάρηκε. Του παρουσιάστηκε μια θέα της εξιλαστικής Του θυσίας για την αμαρτία. Στη θυσία αυτή αναγνώρισε μια απεικόνιση της δικής Του προσωπικής πείρας όταν δέχτηκε την εντολή: «Λάβε τώρα τον υιόν σου τον μονογενή, τον οποίον ηγάπησας . . . και πρόσφερε αυτόν εκεί εις ολοκαύτωμα.» (Γέν. 22:2.) Πάνω στο βωμό της θυσίας τοποθέτησε το γιό της Επαγγελίας, το γιό πάνω στον οποίο ήταν συγκεντρωμένες όλες του οι ελπίδες. Τότε, καθώς περίμενε δίπλα στο θυσιαστήριο με υψωμένο το μαχαίρι για να υπακούσει στο Θεό, άκουσε μια φωνή από τον ουρανό να λέει: «Μη επιβάλης την χείρα σου επί το παιδάριον, και μη πράξης εις αυτό μηδέν διότι τώρα εγνώρισα ότι συ φοβείσαι τον Θεόν, επειδή δεν ελυπήθης τον υιόν σου τον μονογενή δι’ Εμέ.» (Γέν. 22:12.) Αυτή η τρομερή δοκιμασία επιβλήθηκε στον Αβραάμ για να μπορέσει να δει την ημέρα του Χριστού και να συνειδητοποιήσει τη μεγάλη αγάπη του Θεού για τον κόσμο. Η αγάπη αυτή είναι τόσο μεγάλη που για να ανασύρει τον κόσμο από την κατάπτωσή του, παρέδωσε τον μονογενή Του Υιό στον πιο επαίσχυντο θάνατο. ΖΧ 442.3
Ο Αβραάμ έμαθε το σημαντικότερο μάθημα που δόθηκε ποτέ σε άνθρωπογια το Θεό. Η προσευχή του να αξιωθεί να δει το Χριστό πριν πεθάνει εισακούστηκε. Είδε το Χριστό. Είδε όλα όσα ένας θνητός μπορεί να δει και να ζήσει. Με την πλήρη παραχώρησή του στο Θεό, μπόρεσε να καταλάβει τον οραματισμό του Χριστού, όπως του παρουσιάστηκε. Του παρουσιάστηκε ότι προσφέροντας το μονογενή Του Υιό για να σώσει τους αμαρτωλούς από την αιώνια καταστροφή, ο Θεός έκανε μια πιο μεγάλη και θαυμάσια θυσία από ότι μπορεί ποτέ να κάνει ο άνθρωπος. ΖΧ 443.1
Η εμπειρία του Αβραάμ χρησιμεύει για απάντηση στο ερώτημα: «Με τι θέλω ελθεί ενώπιον του Κυρίου, να προσκυνήσω ενώπιον του Υψίστου Θεού; Θέλω ελθεί ενώπιον Αυτού με ολοκαυτώματα, με μόσχους ενιαυσίους; Θέλει ευαρεστηθή ο Κύριος εις χιλιάδας κριών, ή εις μυριάδας ποταμών ελαίου; Θέλω δώσει τον πρωτότοκόν μου δια την παράβασίν μου, τον καρπόν της κοιλίας μου δια την αμαρτίαν της ψυχής μου;» (Μιχ. 6:6, 7.) Με τα λόγια του Αβραάμ, «Ο Θεός, τέκνον μου, θέλει προβλέψει εις Εαυτόν το πρόβατον δια την ολοκαύτωσιν.» (Γέν. 22:8,) και με την πρόβλεψη που έκανε ο Θεός εις αντικατάσταση της θυσίας του Ισαάκ, γνωστοποιήθηκε ότι κανένας άνθρωπος δεν μπορεί εξιλεώσει τον εαυτό του. Το ειδωλολατρικό σύστημα θυσιών ήταν εντελώς απαράδεκτο από το Θεό. Κανένας πατέρας δεν μπορούσε να προσφέρει το γιό του ή την κόρη του θυσία για την αμαρτία. Μόνο ο Υιός του Θεού μπορούσε να σηκώσει την ενοχή του κόσμου. ΖΧ 443.2
Με τον πόνο που ο ίδιος πέρασε, ο Αβραάμ μπόρεσε να διακρίνει το σκοπό της θυσίας του Σωτήρα. Οι Ισραηλίτες δεν ήθελαν να καταλάβουν κάτι που τόσο απαράδεκτο στις περήφανες καρδιές τους. Τα λόγια του Χριστού για τον Αβραάμ δεν έκαναν βαθιά εντύπωσηστους ακροατές Του. Το μόνο που είδαν σε αυτά οι Φαρισαίοι ήταν πρόσφορο έδαφος για νέες λογομαχίες. Ανταπάντησαν χλευαστικά σαν να ήθελαν να αποδείξουν ότι ο Ιησούς ήταν ανισόρροπος: «Πεντήκοντα έτη δεν έχεις έτι, και είδες τον Αβραάμ;» ΖΧ 443.3
Με θεϊκή αξιοπρέπεια ο Ιησούς αποκρίθηκε: «Αληθώς, αληθώς σας λέγω, πρίν γίνη ο Αβραάμ ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ» [Ο ΩΝ ] ΖΧ 444.1
Σιωπή κυριάρχησε στη μεγάλη εκείνη σύναξη. Το όνομα του Θεού, το οποίο υποδείχτηκε στο Μωυσή για να εκφράσει την ιδέα της αιώνιας παρουσίας, το διεκδικούσε σαν δικό Του αυτός ο Γαλιλαίος ραβίνος. Είχε αυτοτιτλοφορηθεί Αυθύπαρκτος, ο Υποσχεθείς του Ισραήλ, «του οποίου αι έξοδοι είναι απ’ αρχής, από ημερών αιώνος.» (Μιχ. 5:2.) ΖΧ 444.2
Πάλι οι ιερείς και οι ραβίνοι ωρύονταν κατά του Ιησού, αποκαλώντας Τον βλάσφημο. Η δήλωσή Του ότι ήταν ένα με το Θεό, τους είχε αναστατώσει σε μια προηγούμενη περίπτωση σε σημείο που ήθελαν να Του αφαιρέσουν τη ζωή.Λίγους μήνες αργότερα δήλωσαν καθαρά: «Περί καλού έργου δεν Σε λιθοβολού μεν, αλλά περί βλασφημίας, και διότι Συ, άνθρωπος ών, κάμνεις Σεαυτόν Θεόν.» (Ιωάν. 10:33.) Επειδή ήταν και ομολογούσε ότι ήταν Υιός του Θεού, είχαν αποφασίσει να Τον θανατώσουν. Τώρα μεγάλη μερίδα του λαού, παίρνοντας το μέρος των ιερέων και των ραβίνων, σήκωσαν πέτρες να Τον χτυπήσουν. «Πλήν ο Ιησούς εκρύβη, και εξήλθεν εκ του ιερού, περάσας δια μέσου αυτών και ούτως ανεχώρησε.» Το Φώς έλαμψε στο σκότος, αλλά «η σκοτία δεν κατέλαβεν αυτό.» (Ιωάν. 1:5.) ΖΧ 444.3
«Και ενώ ανεχώρει, είδε άνθρωπον τυφλόν εκ γενετής. Και ηρώτησαν αυτόν οι μαθηταί Αυτού λέγοντες, Ραββί, τις ημάρτησεν, ούτος ή οι γονείς αυτού, ώστε να γεννηθή τυφλός; Απεκρίθη ο Ιησούς, Ούτε ούτος ήμαρτεν, ούτε οι γονείς αυτού αλλά δια να φανερωθώσι τα έργα του Θεού εν αυτώ. . . . Αφού είπε ταύτα, έπτυσε χαμαί, και έκαμε πηλόν εκ του πτύσματος, και επέχρισε τον πηλόν επί τους οφθαλμούς του τυφλού και είπε πρός αυτόν, Ύπαγε, νίφθητι εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ, (το οποίον ερμηνεύεται Απεσταλμένος.) Υπήγε λοιπόν και ενίφθη, και ήλθε βλέπων.» ΖΧ 444.4
Η Ιουδαίοι πίστευαν γενικά ότι η αμαρτία τιμωρείται σε αυτή τη ζωή. Το κάθε βάσανο θεωρείτο σαν τιμωρία για κάποιο πταίσμα είτε του ίδιου του πάσχοντα, είτε των γονέων του. Γεγονός είναι ότι όλες οι θλίψεις είναι αποτέλεσμα της αρχικής παράβασης του νόμου του Θεού. Και αυτή όμως η αλήθεια είχε διαστρεβλωθεί. Ο Σατανάς, ο πρόξενος της αμαρτίας και όλων των αποτελεσμάτων της, έκανε τους ανθρώπους να θεωρούν την ασθένεια και το θάνατο αυθαίρετες, προερχόμενες από το Θεό τιμωρίες για την αμαρτία. Επομένως, όποιον έβρισκε κάποια μεγάλη θλίψη ή συμφορά, σήκωνε και το πρόσθετο βάρος να θεωρείται και μεγάλος αμαρτωλός. ΖΧ 444.5
Έτσι, ο δρόμος είχε ετοιμαστεί για τους Ιουδαίους να απορρίψουν τον Ιησού. Εκείνος ο οποίος «τας ασθενείας ημών εβάστασε, και τας θλίψεις ημών επεφορτίσθη,» θεωρήθηκε από τους Ιουδαίους σαν «τετραυματισμένος, πληγωμένος υπό του Θεού, και τεταλαιπωρημένος,» «και ως άνθρωπος από του οποίου αποστρέφει τις το πρόσωπον.» (Ησ. 53:4, 3.) ΖΧ 445.1
Ο Θεός είχε δώσει ένα μάθημα με σκοπό να επανορθώσει τη νοοτροπία αυτή. Η ιστορία του Ιώβ είχε αποδείξει ότι ο Σατανάς επιβάλλει τα βάσανα και ότι από ευσπλαχνία ο Θεός τα ανατρέπει. Αλλά ο λαός του Ισραήλ δεν κατάλαβε το μάθημα. Το ίδιο λάθος για το οποίο ο Θεός επέκρινε τους φίλους του Ιώβ, επαναλήφθηκε από τους Ιουδαίους όταν απέρριψαν το Χριστό. ΖΧ 445.2
Οι μαθητές του Χριστού πίστευαν όπως και όλοι οι Ιουδαίοι, ότι οι συμφορές σχετίζονται με την αμαρτία. Αν και ο Ιησούς διόρθωσε την πλάνη τους, δεν εξήγησε την αιτία της συμφοράς του τυφλού ανθρώπου. Ωστόσο. τους είπε ποιό θα ήταν το αποτέλεσμα. Με το βάσανο αυτό θα φανερωνόταν τα έργα του Θεού. «Ενόσω είμαι εν τω κόσμω, είμαι το Φώς του κόσμου» είπε. Έπειτα, αφού άλειψε τα μάτια του τυφλού, τον έστειλε να πλυθεί στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Τότε, η όραση του ανθρώπου αποκαταστάθηκε. Έτσι, ο Ιησούς απάντησε στην ερώτηση των μαθητών με ένα πρακτικό τρόπο, όπως συνήθως απαντούσε στις ερωτήσεις που Του υπέβαλλαν οι άνθρωποι από περιέργεια. Δεν ανέθεσε κανείς στους μαθητές να συζητούν ποιός αμάρτησε ή ποιος δεν αμάρτησε, όφειλαν όμως να καταλάβουν τη δύναμη και το έλεος του Θεού που απέδωσε το φώς στον τυφλό. Ήταν φανερό ότι ούτε ο πηλός, ούτε η κολυμβήθρα όπου ο τυφλός πήγε να νιφτεί, είχαν κάποια θεραπευτική ιδιότητα.Η δύναμη βρισκόταν στο Χριστό. ΖΧ 445.3
Οι Φαρισαίοι δεν μπορούσαν παρά να εκπλαγούν με το θαύμα της θεραπείας. Όμως κυριεύτηκαν από μίσος όσο ποτέ άλλοτε γιατί το θαύμα είχε γίνει την ημέρα του Σαββάτου. ΖΧ 445.4
Οι γείτονες του νέου και αυτοί που γνώριζαν την πρότερη του κατάσταση έλεγαν: «Δεν είναι ούτος όστις εκάθητο και εζήτει;» Τον κοίταζαν με αμφιβολία γιατί όταν τα μάτια του ανοίχτηκαν, η μορφή του άλλαξε και φωτίστηκε. Φαίνονταν σαν άλλος άνθρωπος. Η ερώτηση πήγαινε από τον ένα στον άλλον. «Άλλοι έλεγον, Ότι ούτος είναι άλλοι δε, Ότι όμοιος αυτού είναι.» Αλλά εκείνος που δέχτηκε τη μεγάλη ευλογία έλυσε την απορία λέγοντας: «Εγώ είμαι.» Τότε τους μίλησε για τον Ιησού και με ποιόν τρόπο θεραπεύθηκε. «Είπον λοιπόν πρός αυτόν, Πού είναι Εκείνος; Λέγει, Δεν εξεύρω» ΖΧ 445.5
Τότε τον έφεραν στη σύνοδο των Φαρισαίων. Πάλι ο άνθρωπος ρωτήθηκε πως απέκτησε το φώς του. «Και εκείνος είπε πρός αυτούς, Πηλόν έβαλεν επί τους οφθαλμούς μου, και ενίφθην και βλέπω. Έλεγον λοιπόν τινές εκ των Φαρισαίων, Ούτος ο άνθρωπος δεν είναι παρά του Θεού, διότι δεν φυλάττει το Σάββατον.» Οι Φαρισαίοι ήλπιζαν να παρουσιάσουν τον Ιησού ως αμαρτωλό, οπότε στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορούσε να είναι Αυτός ο Μεσσίας. Δεν κατάλαβαν ότι Εκείνος που έκανε το Σάββατο και γνώριζε όλες τις σχετικές με αυτό υποχρεώσεις ήταν Εκείνος που θεράπευσε τον τυφλό. Έδειχναν ότι ήταν στο άκρο ζηλωτές για την τήρηση του Σαββάτου. Από την άλλη όμως κατέστρωναν φονικά σχέδια την ίδια εκείνη μέρα [του Σαββάτου.] Πολλοί συγκινήθηκαν βαθιά ακούγοντας για αυτό το θαύμα και ήταν βέβαιοι ότι Εκείνος που άνοιξε τα μάτια του τυφλού δεν μπορούσε να είναι κοινός άνθρωπος. Στην κατηγορία ότι ο Ιησούς ήταν αμαρτωλός επειδή δεν τήρησε το Σάββατο, απαντούσαν: «Πως δύναται άνθρωποςαμαρτωλός να κάμνη τοιαύτα θαύματα;» ΖΧ 446.1
Και πάλι οι ραβίνοι απευθύνθηκαν στον τυφλό: «Σύ τι λέγεις περί Αυτού, επειδή ήνοιξε τους οφθαλμούς σου; Και εκείνος είπεν, Ότι προφήτης είναι.» Τότε οι Φαρισαίοι ισχυρίστηκαν ότι αυτός δεν είχε γεννηθεί τυφλός ώστε να ανακτήσει τώρα το φώς του. Κάλεσαν τους γονείς του και τους ρώτησαν: «Ούτος είναι ο υιός σας, τον οποίον σεις λέγετε ότι εγεννήθη τυφλός;» ΖΧ 446.2
Ο θεραπευμένος νέος βρίσκονταν εκεί, δηλώνοντας ότι ήταν τυφλός και ότι η όρασή του είχε αποκατασταθεί, οι Φαρισαίοι όμως προτιμούσαν να αρνηθούν την απόδειξη ακόμη και των αισθήσεών τους, παρά να παραδεχτούν ότι βρίσκονταν στην πλάνη. Τόσο ισχυρή είναι η προκατάληψη και τόσο διαστρεβλωμένη η φαρισαϊκή δικαιοσύνη. ΖΧ 446.3
Μια τελευταία ελπίδα απέμεινε στους Φαρισαίους και αυτή ήταν να φοβίσουν τους γονείς του ανθρώπου. Με προσποιητή ειλικρίνεια ρώτησαν: «Πως λοιπόν βλέπει τώρα;» Οι γονείς φοβήθηκαν να εκτεθούν «επειδή ήδη είχον συμφωνήσει οι Ιουδαίοι, εάν τις ομολογήση Αυτόν Χριστόν, να γείνη αποσυνάγωγος.» Δηλαδή θα ήταν αποκλεισμένοι από τη συναγωγή για τριάντα μέρες. Σε αυτό το διάστημα δεν επιτρεπόταν να γίνει περιτομή σε βρέφος, ούτε να κλάψουν νεκρό στο σπιτικό του ενόχου. Η ποινή θεωρείτο σαν μεγάλη συμφορά. Αν δεν οδηγούσε στη μεταμέλεια, ακολουθούσε μια πολύ αυστηρότερη ποινή. Το μεγάλο καλό που είχε γίνει στο γιό τους είχε πείσει τους γονείς. Όμως απάντησαν: «Εξεύρομεν ότι ούτος είναι ο υιός ημών, και ότι εγεννήθη τυφλός πως δε βλέπει τώρα, δεν εξεύρομεν ή τις ήνοιξε τους οφθαλμούς αυτού, ημείς δεν εξεύρομεν αυτός ηλικίαν έχει, αυτόν ερωτήσατε αυτός περί εαυτού θέλει λαλήσει.» Έτσι έστρεψαν όλη την ευθύνη από τον εαυτό τους στο γιό τους, επειδή δεν τολμούσαν να ομολογήσουν το Χριστό. ΖΧ 446.4
Το δίλημμα μπροστά στο οποίο βρέθηκαν οι Φαρισαίοι, οι αμφισβητήσεις τους, οι προκαταλήψεις τους και η απιστία που έδειξαν στην προκειμένη περίπτωση, άνοιξαν τα μάτια του πλήθους και ειδικά των απλοϊκών ανθρώπων. Ο Ιησούς έκανε συχνά τα θαύματά Του σε ανοικτούς χώρους και πάντοτε χαρακτηριστικό του έργου Του ήταν η ανακούφιση των πασχόντων. Στη σκέψη πολλών γεννιόταν το ερώτημα: «μπορούσε ποτέ ο Θεός να χρησιμοποιήσει για τέτοια έργα ένα απατεώνα, όπως οι Φαρισαίοι επέμεναν ότι ήταν ο Χριστός;» Η διαφωνία οξύνονταν περισσότερο και από τις δύο πλευρές. ΖΧ 447.1
Οι Φαρισαίοι παρατήρησαν ότι έφερναν στη δημοσιότητα το έργο του Ιησού. Δεν μπορούσαν να αρνηθούν το θαύμα. Ο τυφλός ήταν γεμάτος χαρά και ευγνωμοσύνη. Έβλεπε τα θαυμάσια έργα της φύσης και ήταν γεμάτος αγαλλίαση για την ομορφιά του Ουρανού και της Γής. Διηγούταν ελεύθερα την εμπειρία. Οι Φαρισαίοι προσπάθησανεπανειλημμένα να τον αναγκάσουν να σιωπήσει λέγοντας: «Δόξασον τον Θεόν ημείς εξεύρομεν ότι ο άνθρωπος ούτος είναι αμαρτωλός.» «Δηλαδή, μη λές πια ότι Αυτός ο άνθρωπος σου έδωσε το φώς. Το θαύμα το έκανε ο Θεός.» ΖΧ 447.2
Ο τυφλός απάντησε: «Αν ήναι αμαρτωλός, δεν εξεύρω έν εξεύρω, ότι ήμην τυφλός, και τώρα βλέπω.» ΖΧ 447.3
Τότε τον ρώτησαν πάλι: «Τι σοι έκαμε; πως ήνοιξε τους οφθαλμούς σου;» Με την πολυλογία τους προσπάθησαν να του δημιουργήσουν σύγχυση, για να νομίσει ότι είχε εξαπατηθεί. Ο Σατανάς και οι πονηροί άγγελοι παρέστεκαν στο πλευρό των Φαρισαίων. Έτσι, συνένωσαν τις ενέργειες και την πανουργία τους με την ανθρώπινη λογική για να καταστρέψουν την επιρροή του Χριστού. Εξασθένιζαν τις πεποιθήσεις που είχαν ριζώσει στη σκέψη πολλών. Από τηνάλλη, οι άγγελοι του Θεού βρίσκονταν εκείπροκειμένου να ενθαρρύνουν τον άνθρωπο του οποίου η όραση είχε αποκατασταθεί. ΖΧ 447.4
Οι Φαρισαίοι δεν καταλάβαιναν ότι είχαν να κάνουν με κάποιον άλλον εκτός από τον γεννημένο αγράμματο τυφλό. Δεν γνώριζαν με ποιόν μάχονταν. Θείο φώς έλαμψε στους θαλάμους της ψυχής του τυφλού. Καθώς οι υποκριτές προσπαθούσαν να τον κάνουν να απιστήσει, ο Θεός τον βοηθούσε να δείξει με το σθένος και την οξύτητα των απαντήσεών του ότι δεν θα έπεφτε στην παγίδα τους. «Απεκρίθη πρός αυτούς, Σας είπον ήδη, και δεν ηκούσατε δια τι πάλιν θέλετε να ακούητε; μήπως και σείς θέλετε να γείνητε μαθηταί Αυτού; Ελοιδόρησαν λοιπόν Αυτόν, και είπον, Σύ είσαι μαθητής Εκείνουημείς δε του Μωυσέως είμεθα μαθηταί ημείς εξεύρομεν ότι πρός τον Μωυσήν ελάλησεν ο Θεός Τούτον όμως δεν εξεύρομεν πόθεν είναι.» ΖΧ 448.1
Ο Κύριος Ιησούς γνώριζε τη δοκιμασία που περνούσε ο άνθρωπος. Έτσι, του χορήγησε χάρη και ευγλωττία ώστε να κάνει τη μαρτυρία του για το Χριστό. Απάντησε στους Φαρισαίους με λόγια που ήταν βαριά επίπληξη για τους ανακριτές του. Αυτοί ισχυρίζονταν ότι ήταν ερευνητές των Γραφών, οι πνευματικοί οδηγοί του έθνους. Όμως, εδώ ήταν Κάποιος που έκανε θαύματα και αυτοί ομολογούσαν ότι αγνοούσαν την πηγή της δύναμής Του και τη βάση των ισχυρισμών Του. «Εν τούτω μάλιστα είναι το θαυμαστόν,» τους είπε ο άνθρωπος, «ότι σεις δεν εξεύρετε πόθεν είναι, και ήνοιξέ μου τους οφθαλμούς. Εξεύρομεν δε ότι αμαρτωλούς ο Θεός δεν ακούει αλλ’ εάν τις ήναι θεοσεβής, και κάμνει το θέλημα Αυτού, τούτον ακούει. Εκ του αιώνος δεν ηκούσθη, ότι ήνοιξέ τις οφθαλμούς γεγεννημένου τυφλού. Εάν Ούτος δεν ήτο παρά Θεού, δεν ηδύνατο να κάμη ουδέν.» ΖΧ 448.2
Ο άνθρωπος είχε αντιμετωπίσει τους ιεροεξεταστές στο δικό τους έδαφος. Ο συλλογισμός του ήταν αποστομωτικός. Οι Φαρισαίοι απόρησαν και σιώπησαν, μη μπορώντας να αρθρώσουν λέξη ύστερα από τα αποφασιστικά και αιχμηρά λόγια του. Επεκράτησε ολιγόλεπτη σιγή. Τότε, συνοφρυωμένοι οι ιερείς και οι ραβίνοι, μάζεψαν γύρω τους τα κράσπεδα των ρούχων τους από φόβο μη μολυνθούν από την επαφή μαζί του. Τίναξαν τη σκόνη από τα πόδια τους, εκσφενδονίζοντας την απειλητική κατηγορία εναντίον του: «Συ εγεννήθης όλος εν αμαρτίαις, και σύ διδάσκεις ημάς.» Και τον αφόρισαν. ΖΧ 448.3
Ο Ιησούς άκουσε τι είχε γίνει και όταν τον συνάντησε λίγο αργότερα, τον ρώτησε: «Συ πιστεύεις εις τον Υιόν του Θεού;» ΖΧ 448.4
Για πρώτη φορά ο τυφλός έβλεπε το πρόσωπο του Ευεργέτη του. Μπροστά στο Συμβούλιο είχε δει τους γονείς του αμήχανους και ταραγμένους, είχε δει τα συνοφρυωμένα πρόσωπα των ραβίνων και τώρα τα μάτια του έπεφταν πάνω στη γλυκιά, ειρηνική μορφή του Ιησού. Παρότι του στοίχισε ακριβά, Τον είχε αναγνωρίσει σαν αντιπρόσωπο της θείας δύναμης. Τώρα του προσφέρονταν μια μεγαλύτερη ακόμη αποκάλυψη. ΖΧ 448.5
Στην ερώτηση του Σωτήρα, «Συ πιστεύεις εις τον Υιόν του Θεού;» ο τυφλός απάντησε ερωτώντας: «Τίς είναι, Κύριε, δια να πιστεύσω εις Αυτόν;» Ο Ιησούς του είπε: «Και είδες Αυτόν, και ο λαλών μετά σου, Εκείνος είναι» Ο άνθρωπος έπεσε στα πόδια του Σωτήρα και Τον προσκύνησε. Δεν είχε αποκατασταθεί μόνο η φυσική του όραση, αλλά άνοιξαν και τα μάτια του νου του. Ο Χριστός αποκαλύφτηκε στην ψυχή του και αυτός Τον δέχθηκε σαν απεσταλμένο του Θεού. ΖΧ 449.1
Μια ομάδα Φαρισαίων είχε συγκεντρωθεί εκεί κοντά και βλέποντάς τους, ο Ιησούς σκέφθηκε την αντίθεση που πάντοτε παρουσίαζαν τα αποτελέσματα των λόγων και των έργων Του. Είπε: «Εγώ δια κρίσιν ήλθον εις τον κόσμον τούτον, δια να βλέπωσιν οι μη βλέποντες, και να γείνωσι τυφλοί οι βλέποντες.» Ο Χριστός είχε έρθει για να ανοίξει τα τυφλά μάτια, να δώσει φώς σε αυτούς που βρίσκονταν στο σκότος. Είχε διακηρύξει ότι Αυτός ήταν το Φώς του κόσμου και το θαύμα που μόλις έκανε, επικύρωνε την αποστολή Του. Οι άνθρωποί που είδαν το Σωτήρα κατά την έλευσή Του, ευνοήθηκαν με μια πληρέστερη εκδήλωση της θείας παρουσίας, μια παρουσίαπου μέχρι τότε ο κόσμος δεν είχε ποτέ απολαύσει. Η γνώση του Θεού αποκαλύφθηκε με τον τελειότερο τρόπο. Αυτή ακριβώς η αποκάλυψη, περνούσε τους ανθρώπους από κρίση. Ο χαρακτήρας τους δοκιμάζονταν και ο αιώνιος προορισμός τους σφραγίζονταν. ΖΧ 449.2
Η εκδήλωση της θείας δύναμης έδωσε στον τυφλό φυσική και πνευματική όραση και άφησε τους Φαρισαίους σε βαθύτερο ακόμη σκοτάδι. Μερικοί από τους ακροατές Του, αισθανόμενοι ότι τα λόγια του Χριστού εφαρμόζονται και σε αυτούς, ρώτησαν: «Μήπως και ημείς είμεθα τυφλοί;» Ο Ιησούς απάντησε: «Εάν ήσθε τυφλοί, δεν ηθέλετε έχει αμαρτίαν. » «Αν ο Θεός σας είχε κάνει ανίκανους να δείτε την αλήθεια, τότε η άγνοιά σας δεν θα σας καθιστούσε ενόχους.» «Τώρα όμως λέγετε, Ότι βλέπομεν.» «Πιστεύετε ότι είστε ικανοί να βλέπετε και απορρίπτετε το μοναδικό μέσο με το οποίο μπορείτε να λάβετε το φώς.» Για όλους όσους αναγνωρίζουν την ένδειά τους, ο Χριστός έρχεται με απεριόριστη βοήθεια. Οι Φαρισαίοι όμως δεν ήθελαν να ομολογήσουν ότι είχαν ανάγκη. Αρνήθηκαν να έρθουν στο Χριστό και όπως ήταν επόμενο, παρέμει- ναν στην τύφλωση, — μια τύφλωση για την οποία οι ίδιοι έφεραν την ευθύνη. Ο Ιησούς είπε: «Η αμαρτία σας λοιπόν μένει.» ΖΧ 449.3