Η Ζωη του Χριστού
ΚΕΦΆΛΑΙΟ 30—«ΕΚΛΕΞΕ ΔΩΔΕΚΑ»
Το κεφάλαιο αυτό βασίζεται στο Μάρκ. 3:13-19,
Λουκ. 6:12-16.
ΖΧ 260.1
«Και αναβαίνει εις όρος, και προσκαλεί όσους Αυτός ήθελε και υπήγον πρός Αυτόν. Και έκλεξε δώδεκα, δια να ήναι μετ’ Αυτού, και δια να αποστέλλη αυτούς να κηρύττωσι.» ΖΧ 260.2
Κάτω από τα σκιερά δένδρα στην πλαγιά του βουνού, σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα της Γαλιλαίος ήταν το μέρος όπου κλήθηκαν οι δώδεκα ως απόστολοι και εκεί όπου έγινε η επί του Όρους Ομιλία. Τα λιβάδια και οι λόφοι ήταν τα αγαπημένα μέρη του Ιησού. Έκανε τις περισσότερες διδασκαλίες Του στο ύπαιθρο κάτω από το γαλάζιο ουρανό, παρά μέσα στο ναό και στις συναγωγές. Καμιά συναγωγή δεν μπορούσε να χωρέσει τα πλήθη που Τον ακολουθούσαν. Αλλά δεν ήταν αυτός ο μοναδικός λόγος που προτιμούσε να διδάσκει μέσα στα χωράφια και στα άλση. Ο Ιησούς αγαπούσε τις σκηνές της φύσης. Για Αυτόν κάθε ήσυχος απόμερος τόπος ήταν ένας ιερός ναός. ΖΧ 260.3
Κάτω από τα δένδρα της Εδέμ οι πρώτοι κάτοικοί της εξέλεξαν το αγιαστήριο τους. Εκεί ο Χριστός είχε επικοινωνήσει με τον πατέρα της ανθρώπινης φυλής. Όταν διώχτηκαν από τον Παράδεισο, οι προπάτορές μας συνέχισαν τη λατρεία τους στους αγρούς και στα δάση. Εκεί ο Χριστός τους συναντούσε με το Ευαγγέλιο της χάρης. Ο Χριστός ήταν Εκείνος που μίλησε με τον Αβραάμ κάτω από τις βελανιδιές Μαμβρή, με τον Ισαάκ όταν το δειλινό πήγαινε στο χωράφι για να προσευχηθεί, με τον Ιακώβ στα υψώματα της Βαιθήλ, με το Μωυσή στα βουνά της Μαδιάμ και με τον έφηβο Δαβίδ εκεί όπου φύλαγε τα πρόβατά του. Με την καθοδήγηση του Χριστού επί δεκαπέντε αιώνες, ο εβραϊκός λαός άφηνε τα σπίτια του για μια εβδομάδα κάθε χρόνο και κατοικούσαν σε σκηνές φτιαγμένες από πράσινα κλαδιά «δένδρου ωραίου, κλάδους φοινίκων, και κλάδους δένδρων δασέων, και ιτέας από χειμάρρου.» (Λευιτ. 23:40.) ΖΧ 260.4
Προκειμένου να εκπαιδεύσει τους μαθητές Του, ο Ιησούς προτίμησε να αποτραβηχτεί από τη σύγχυση των πόλεων στους ήσυχους αγρούς και λόφους που ταίριαζαν περισσότερο με τα μαθήματα της αυταπάρνησης τα οποία ήθελε να τους διδάξει. Κατά τη διάρκεια της διακονίας Του αγαπούσε πολύ να συγ-κεντρώνει τους ανθρώπους γύρω Του, κάτω από το γαλάζιο ουρανό, πάνω σε μια χλοερή πλαγιά ή πλάι στην ακρολιμνιά. Εκεί, τριγυρισμένος από τα έργα της δημιουργίας Του, μπορούσε να στρέψει τις σκέψεις των ακροατών Του από το τεχνητό στο φυσικό περιβάλλον. Στην αύξηση και ανάπτυξη της φύσης αποκαλύπτονταν οι αρχές της βασιλείας Του. Υψώνοντας τα μάτια τους στους λόφους του Θεού και παρατηρώντας τα θαυμάσια έργα των χεριών Του, οι άνθρωποι μπορούσαν να μάθουν τα πολύτιμα μαθήματα της θεϊκής αλήθειας. Τα στοιχεία της φύσης θα τους επαναλάμβαναν τις διδασκαλίες του Χριστού. Το ίδιο συμβαίνει και με όσους κατευθύνονται στους αγρούς έχοντας το Χριστό στην καρδιά τους. Θα αισθανθούν να περιβάλλονται από μιααγία επιρροή. Τα αντικείμενα της φύσης επαναλαμβάνουν τις παραβολές του Κυρίου και τις συμβουλές Του. Επικοινωνώντας με το Θεό στη φύση, ο νους εξυψώνεται και η καρδιά αναπαύεται. ΖΧ 261.1
Τώρα θα γίνονταν τα πρώτα βήματα για τη οργάνωση της εκκλησίας, η οποία μετά την αναχώρηση του Χριστού θα ήταν αντιπρόσωπός Του επάνω στη Γή. Δεν είχαν στη διάθεσή τους κανένα πολυτελές αγιαστήριο, αλλά ο Σωτήρας οδήγησε τους μαθητές Του σε ένα ήσυχο τόπο που αγαπούσε. Οι ιερές εμπειρίες εκείνης της ημέρας συνδέθηκαν για πάντα στη σκέψη τους με την ομορφιά του βουνού και της θάλασσας. ΖΧ 261.2
Ο Ιησούς κάλεσε τους μαθητές Του για να τους στείλει σαν μάρτυρές Του να κηρύξουν σε όλο τον κόσμο τα όσα είδαν και άκουσαν από Αυτόν. Το έργο τους ήταν το πιο σημαντικό που έχει ανατεθεί ποτέ σε ανθρώπους και έρχεται δεύτερο μόνο μετά από το έργο του Ίδιου του Χριστού. Επρόκειτο να γίνουν συνεργάτες του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Όπως στην Παλαιά Διαθήκη, οι δώδεκα πατριάρχες ήταν αντιπρόσωποι του Ισραήλ, έτσι και οι δώδεκα απόστολοι ήταν αντιπρόσωποι της εκκλησίας του Ευαγγελίου. ΖΧ 261.3
Ο Σωτήρας γνώριζε το χαρακτήρα των ανθρώπων που είχε επιλέξει. Όλες οι αδυναμίες και τα λάθη τους Του ήταν γνωστά. Ήξερε τους κινδύνους από τους οποίους θα περνούσαν, τις ευθύνες που θα επιφορτίζονταν και η καρδιά Του υπέφερε για τους εκλεκτούς Του. Μόνος επάνω στο βουνό, κοντά στη θάλασσα της Γαλιλαίας, πέρασε ολόκληρη τη νύχτα προσευχόμενος γιααυτούς. Εκείνοι κοιμόντουσαν στους πρόποδες του βουνού. Μόλις άρχισε να χαράζει, τους κάλεσε να έρθουν κοντά Του γιατί είχε κάτι σπουδαίο να τους πει. ΖΧ 261.4
Αυτοί Οι μαθητές είχαν για ένα μικρό διάστημα συνεργαστεί με τον Ιησού. Ο Ιωάννης, ο Ιάκωβος, ο Ανδρέας, ο Πέτρος, ο Φίλιππος, ο Ναθαναήλ και ο Ματθαίος είχαν στενότερο από τους άλλους δεσμό μαζί Του και υπήρξαν μάρτυρες περισσοτέρων θαυμάτων Του. Ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης βρίσκονταν ακόμη πιο κοντά στο Χριστό. Ήταν σχεδόν πάντοτε μαζί Του, παρακολουθώντας τα θαύματά Του και ακούγοντας τα λόγια Του. Ο Ιωάννης είχε δημιουργήσει μια φιλία πιο στενή με τον Ιησού και είναι γνωστός ως ο μαθητής που αγαπούσε ο Ιησούς. Ο Σωτήρας τους αγαπούσε όλους, αλλά το πνεύμα του Ιωάννη ήταν πιο επιδεκτικό. Ήταν ο νεότερος από τους άλλους και άνοιγε την καρδιά του στον Ιησού με μια παιδιάστικη εμπιστοσύνη. Έτσι δημιουργήθηκε μια μεγαλύτερη συμπάθεια με το Χριστό και μέσω του Ιωάννη, ο Σωτήρας μετέδωσε στο λαό Του τις πιο βαθυστόχαστες πνευματικές διδασκαλίες. ΖΧ 262.1
Επικεφαλής μιας από τις ομάδες που διαμοιράζονται οι απόστολοι, ήταν ο Φίλιππος. Ήταν ο πρώτος μαθητής στον οποίο απηύθυνε την κατηγορηματική εντολή: «Ακολούθει Μοι.» Ο Φίλιππος ήταν από τη Βηθσαίδά, την πατρίδα του Ανδρέα και του Πέτρου. Είχε ακούσει τη διδασκαλία του Ιωάννη του Βαπτιστή και την αγγελία ότι ο Χριστός ήταν ο Αμνός του Θεού. Ο Φίλιππος ήταν ειλικρινής ερευνητής της αλήθειας, αλλά αργούσε να πιστέψει. Αν και είχε ενωθεί με το Χριστό, ο τρόπος με τον οποίο ανακοίνωσε στο Ναθαναήλ το Χριστό δείχνει ότι δεν ήταν απόλυτα σίγουρος για τη θεότητα του Ιησού. Παρόλο που η φωνή από τον Ουρανό διεκήρυξε ότι ο Χριστός ήταν ο Υιός του Θεού, για το Φίλιππο Αυτός ήταν «Ιησούς ο υιός του Ιωσήφ ο από Ναζαρέτ.» (Ιωάν. 1:45.) Πάλι, όταν τράφηκαν οι πέντε χιλιάδες, φάνηκε η έλλειψη της πίστης του Φιλίππου. Για να τον δοκιμάσει, ο Ιησούς τον ρώτησε: «Πόθεν θέλομεν αγοράσει άρτους, δια να φάγωσιν ούτοι;» Η απάντηση του Φιλίππου μάλλον φανέρωνε απιστία. «Διακοσίων δηναρίων άρτοι δεν αρκούσιν εις αυτούς, δια να λάβει ολίγον τι έκαστος αυτών.» (Ιωάν. 6:5,7.) Ο Ιησούς λυπήθηκε. Αν και ο Φίλιππος είχε δει τα έργα Του και είχε αισθανθεί τη δύναμή Του, δεν είχε πίστη. Όταν οι Έλληνες ρώτησαν το Φίλιππο για τον Ιησού. Δεν εκμεταλεύτηκε την ευκαιρία να τους συστήσει οιο Σωτήρα, αλλα πήγε να μιλήσει οτον Ανδρέα.Πάλι, τις τελευταίες πολύτιμες ώρες πριν απο τη σταύρωση, τα λόγια του Φιλίππου ηταν σαν μια αποθαρρυνση οοοναφορα την πιοτη. «Λεγει προς αυτόν ο Θωμάς, Κύριε, δεν εζευρομεν που υπάγεις καν πως δυναμεθα να εξευρωμεν την ο δον. Λεγει προς αυτόν ο Ιησούς, Ηγω είμαι η οδος και η αλήθεια και η ζωή ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα, ειμη δι’ Ημου εάν γνωρίζετε Βμε. και τον ΙΙαυ ',.ρα Μου ηΟελετε γνωρίσει και απο του νυν γνωρίζετε Λυτόν, και ειδι ιι Λυτόν. Λεγει προς Αυτόν ο Φίλιππος, Κύριε, δειζον εις ημάς ιον Ιΐατερα, και αρκεί εις ημάς.» (Ιωαν I I S8.) Τέτοια βραδυιηια καρδιας, τέτοια αδυναμία πίστης παρουσίαζε ο μαΟηιης ο οποίος τρια χρονιά ηταν μαζι με τον Ιησού ΖΧ 262.2
Σε μεγάλη αντίθεση προς την απιστία του Φίλιππου ι ρχονταν η παιδιαστικη εμπιστοσύνη ιου Ναθαναήλ ΛυιΟς ηταν ι ', .νας εξαιρετικά ένθερμος χαρακτήρας ιου οποίου η πιοτη στηρίζονταν επάνω σε αόρατες πραγματικότητες ΛλλΌμως ο Φίλιππος ηταν μαθητευομενος στο σχολείο του Χριστού και ο θείος Λασκαλος υπομονητικά υπεφερε την απιστία και τη βραδύνοια του, Οταν μεσολάβησε η επιφοίτηση του Λγιου ΙΙνεύμαιος σιους μαθητές, ο Φίλιππος μκταβλήΟηκε σε δασκαλο κατα τη Οεικη δκιταΙ,η Γνώριζε περί τίνος μιλούσε και κήρυττε με βεβαιότητα που ήπειθι ιους ακροατές του. ΖΧ 263.1
Ενώ ο Ιησούς ετοίμαζε τους μαθητές για τη χειροτονία ιους, κάποιος έκανε την παρουσία του ανάμεσα τους απρόσκλητος ΙΓιαν ο Ιούδας ο Ισκαριωτης ο οποίος ισχυρίζονταν ότι ηταν οπαδός του Χρίστου. Τώρα παρουσιασθηκε ζηιωνιας μια θέση ανάμεσα ο το στενό εκείνο κύκλο των μαθητών Με μεγάλη προθυμία ι»αι φαινομι νικη ειλικρίνεια δήλωσε -Λιδασκαλέ, Οιλω Σε ακολουθήσει όπου αν υπαγης.» Ο Ιησούς ούτε τον απΓ.κρουσε, ούτε ιον καλοδι.χΟηκι., αλλα προφερι. μόνο τα θλιβερά εκείνα λόγια Λι αλωηεκι.ς ι χουοι φωλεάς, και τα πετεινα του ουρανού κατοικίας ο δι Υιος ιου ανθρώπου δεν εχει που να κλίνη την κεφαλήν,» (Ματθ » Ιθ, ) Ιούδας πίστευε οτι ο Ιησούς ηταν ο Μεσαίας, και με ιην ένωση ιου με τους μαθητές έλπιζε να εξασφαλίσει μια υψηλή θέση στο νί,ο βασίλειο Λυτή την ελπίδα σχεδίαζε να του αφαίρεσι.ι ο Ιησούς με την ανακοίνωση της φτίοχειας Ί ου. ΖΧ 263.2
Οι μαθητές επιθυμούσαν να έχουν ιον Ιούδα ανάμεσα τους Ηταν άνθρωπος με επιβλητικό παρουσιαστικό, με οζυδέρκεια και επιδεξιότητα, και τον σύστησαν στον Ιησού σαν κάποιον που θα Τον βοηθούσε πολύ στο έργο Του. Με έκπληξή τους παρατήρησαν ότι ο Ιησούς τον δέχθηκε με τέτοια ψυχρότητα. ΖΧ 263.3
Οι μαθητές απογοητεύθηκαν που ο Ιησούς δεν προσπάθησε να εξασφαλίσει τη συνεργασία των Ισραηλινών αρχηγών. Νόμιζαν ότι ήταν λάθος να μην ενισχυθεί το έργο Του,μη εξασφαλίζοντας την υποστήριξη ανθρώπων επιρροής. Αν απωθούσε τον Ιούδα, ενδόμυχα θα αμφέβαλλαν για τη σοφία του Κυρίου τους. Η μετέπειτα ιστορία του Ιούδα θα τους έδειχνε τον κίνδυνο που διέτρεχαν, επιτρέποντας οποιαδήποτε κοσμικά κριτήρια να βαρύνουν την απόφαση της καταλληλότητας των ανθρώπων για το έργο του Θεού. Η συνεργασία με ανθρώπους που επιθυμούσαν οι μαθητές να εξασφαλίσουν, θα πρόδιδε το έργο στα χέρια των χειροτέρων εχθρών Του. ΖΧ 264.1
Μολαταύτα όταν ο Ιούδας ενώθηκε με τους μαθητές, δεν έμεινε ασυγκίνητος από την ομορφιά του χαρακτήρα του Χριστού. Αισθάνθηκε την επιρροή της θείας εκείνης δύναμης που προσέλκυε τις ψυχές στο Σωτήρα. Εκείνος δεν ήρθε για να σπάσει ούτε το συντριμμένο καλάμι ούτε ήρθε να σβήσειτο λινάρι που κρυφοκαίει (ιδέ Ματθ. 12:20.)Έτσι, δεν θα απέκρουε αυτή την ψυχή εάν έδειχνε έστω και το ελάχιστο ενδιαφέρον για το φώς. Ο Σωτήρας διάβασε την καρδιά του Ιούδα. Γνώριζε το βάραθρο της αμαρτίας στο οποίο θα βυθίζονταν ο μαθητής αν δεν λυτρώνονταν με τη χάρη του Θεού. Συνδέοντας αυτόν τον άνθρωπο με τον εαυτό Του, τον τοποθέτησε εκεί όπου μπορούσε μέρα με τη μέρα να τον φέρει σε επαφή την δική Του αφίλαυτη αγάπη. Αν άνοιγε την καρδιά του στο Χριστό, η θεία δύναμη θα απέβαλλε το δαίμονα του εγωισμού και ο Ιούδας ακόμη θα μπορούσε να γίνει ένας υπήκοος της βασιλείας του Θεού. ΖΧ 264.2
Ο Θεός δέχεται τους ανθρώπους όπως είναι, με τα ανθρώπινα στοιχεία στο χαρακτήρα τους και τους εκπαιδεύει για την υπηρεσία Του. Αν πειθαρχήσουν θα γίνουν μαθητές Του. Δεν εκλέγονται λόγω της τελειότητάς τους αλλά βάσει της ατέλειά τους, έτσι ώστε με τη γνώση και την εφαρμογή της αλήθειας, να μπορέσουν να μεταμορφωθούν κατ’ εικόνα Του με τη χάρη Του. ΖΧ 264.3
Ο Ιούδας είχε στη διάθεσή του τις ίδιες ευκαιρίες όπως και οι άλλοι μαθητές. Άκουσε τα ίδια πολύτιμα μαθήματα. Η εφαρμογή της αλήθειας την οποία ο Χριστός απαιτούσε ήταν διαφορετική από τις επιθυμίες και τους σκοπούς του Ιούδα. Δεν ήθελε να αποβάλει τις ιδέες του για να δεχτεί τη σοφία του Ουρανού. ΖΧ 264.4
Με τι τρυφερότητα συμπεριφέρθηκε ο Σωτήρας πρός εκείνον που έμελλε να γίνει ο προδότης Του! Στη διδασκαλία Του, ο Χριστός τόνισε τις αρχές της φιλανθρωπίας που χτυπούσαν την απληστία στις ρίζες της. Παρουσίασε στον Ιούδα την απαίσια μορφή της πλεονεξίας. Πολλές φορές ο μαθητής κατάλαβε ότι ο χαρακτήρας του είχε περιγράφει και η κρύφια αμαρτία του είχε αποκαλυφθεί. Δεν ήθελε να ομολογήσει και να παραιτηθεί από την άδικη πράξη του. Ήταν ικανοποιημένος με τον εαυτό του και αντί να αντισταθεί στον πειρασμό, συνέχισε να ακολουθεί την απατηλή του διαγωγή. Ο Χριστός παρουσιάζονταν μπροστά του ως ένα ζωντανό παράδειγμα. Θα μπορούσε να καταστεί και ο ίδιος αν επωφελούταν από την ευκαιρία της θείας μεσιτείας και διακονίας. Όμως, το ένα μετά το άλλο τα μαθήματα δεν έβρισκαν απήχηση στα αυτιά του Ιούδα. ΖΧ 265.1
Ο Ιησούς δεν του έκανε καμιά δριμεία επίπληξη για την απληστία του, αλλά με θεϊκή υπομονή υπέφερε για εκείνο τον πλανεμένο άνθρωπο, δίνοντας του να καταλάβει ότι διάβαζε την καρδιά του σαν ανοικτό βιβλίο. Του παρουσίαζε τα ωραιότερα κίνητρα για να κάνει το σωστό. Ο Ιούδας δεν είχε καμία δικαιολογία για να απορρίψει το φώς του Ουρανού. ΖΧ 265.2
Αντί να βαδίσει στο φώς, ο Ιούδας προτίμησε να διατηρήσει τα ελαττώματά του. Υπέθαλπε πονηρές επιθυμίες, εκδικητικά πάθη, μαύρες και απαισιόδοξες σκέψεις. Στο σημείο αυτό, ο Σατανάς απέκτησε τέλεια κυριαρχία επάνω στον άνθρωπο. Ο Ιούδας έγινε αντιπρόσωπος του εχθρού του Χριστού. ΖΧ 265.3
Όταν ήρθε σε επικοινωνία με τον Ιησού, είχε στο χαρακτήρα του μερικές πολύτιμες ιδιότητες, που μπορούσαν να αποβούν ευλογία για την εκκλησία. Αν ήθελε να σηκώσει το ζυγό του Χριστού, θα ήταν από τους σπουδαιότερους αποστόλους. Σκλήρυνε όμως την καρδιά του όταν του υποδείχτηκαν οι αδυναμίες του. Με υπερηφάνεια και ανταρσία διάλεξε τις δικές του εγωιστικές φιλοδοξίες. Έγινε έτσι ακατάλληλος για το έργο που ο Θεός του ανέθετε να κάνει. ΖΧ 265.4
Όλοι οι μαθητές είχαν σοβαρά ελαττώματαόταν ο Ιησούς τους κάλεσε στην υπηρεσία Του. Ακόμη και ο Ιωάννης που ήρθε σε στενότερη επαφή με τον πράο και ταπεινό Ιησού, δεν ήταν από φυσικού του πράος και υποτακτικός. Αυτός και ο αδελφός του ονομάστηκαν «υιοί βροντής.» Όσο ήταν με τον Ιησού, οποιοσδήποτε υπαινιγμός γίνονταν στον Κύριό τους προκαλούσε την αγανάκτη ση και τη μαχητικότητα τους. Θυμός, οργή, επικριτικό πνεύμα, όλα αυτά ήταν χαρακτηριστικά του αγαπημένου μαθητή. Ήταν υπερήφανος και φιλοδοξούσε να είναι ο πρώτος στη βασιλεία του Θεού. Μέρα με τη μέρα, παρακολουθούσε σε αντίθεση με το δικό του βίαιο πνεύμα, την τρυφερότητα και ανεκτικότητα του Ιησού και άκουγε τα μαθήματα της ταπεινοφροσύνης και υπομονής. Άνοιγε την καρδιά του στη θεία επιρροή και δεν ήταν μόνο ακροατής αλλά και εκτελεστής των λόγων του Σωτήρα. Το εγώ κρύφτηκε στο Χριστό. Έμαθε να φέρει το ζυγό του Χριστού και να σηκώνει το φορτίο Του. ΖΧ 265.5
Ο Ιησούς επέπληττε, προειδοποιούσε και καθιστούσε προσεκτικούς τους μαθητές Του. Ο Ιωάννης και οι αδελφοί του δεν Τον εγκατέλειψαν. Προτίμησαν τον Ιησού παρ’όλες τις επιπλήξεις Του. Ο Ιησούς δεν τους απομάκρυνε επειδή είχαν αδυναμίες και λάθη. Αυτοί συνέχισαν μέχρι τέλους να συμμερίζονται τις δοκιμασίες Του και να επωφελούνται από τα μαθήματα της ζωής Του. Ατενίζοντας στον Ιησού, κατόρθωσαν να μεταβάλλουν το χαρακτήρα τους. ΖΧ 266.1
Οι απόστολοι διέφεραν μεταξύ τους τόσο στις συνήθειες όσο και στην ιδιοσυγκρασία. Εκεί βρισκόταν ο Λευί-Ματθαίος ο τελώνης, ο Σίμων ο ένθερμος ζηλωτής και ανένδοτος εχθρός της ρωμαϊκής εξουσίας, ο γενναιόδωρος και αυθόρμητος Πέτρος, ο μικροπρεπής Ιούδας, ο Θωμάς με την ειλικρινή καρδιά αλλά συνεσταλμένος και δειλός, ο Φίλιππος, βραδύς στην καρδιά και με κλίση πρός την αμφιβολία, οι φιλόδοξοι τολμηροί υιοί του Ζεβεδαίου. Όλοι αυτοί συγκεντρώθηκαν μαζί, έχοντας τα διάφορα ελαττώματά τους και τις έμφυτες ή επίκτητες τάσεις τους πρός το κακό. Μέσω του Χριστού, θα έμεναν με τη χάρη Του στην οικογένεια του Θεού, μαθαίνοντας πως να είναι ένα στην πίστη, στη διδασκαλία και στο πνεύμα. Θα είχαν τις δοκιμασίες τους, τις δυσαρέσκειές τους, τις διχογνωμίες τους. Όσο όμως ο Χριστός θα κατοικούσε στην καρδιά, δεν μπορούσαν να υπάρξουν ρήγματα. Η αγάπη Του θα τους έκανε να αγαπούν ο ένας τον άλλον. Τα μαθήματα του Δασκάλου θα τους οδηγούσαν να λύσουν αρμονικά όλες τις διαφορές τους, να ενωθούν μεταξύ τους μέχρι που να αποκτήσουν το ίδιο φρόνημα και την ίδια κρίση. Ο Χριστός είναι το μεγάλο επίκεντρο. Αυτοί θα πλησίαζαν ο ένας τον άλλον με τον ίδιο τρόπο που πλησίαζαν το κέντρο τους. ΖΧ 266.2
Όταν ο Ιησούς τελείωσε τις οδηγίες Του στους μαθητές, συγκέντρωσε τη μικρή ομάδα κοντά Του, γονάτισε στο μέσο τους και, τοποθετώντας τα χέρια Του επάνω στα κεφάλια τους, προσευχήθηκε αφιερώνοντάς τους στο ιερό Του έργο. Έτσι οι μαθητές του Χριστού χειροτονήθηκαν για τη διακονία του Ευαγγελίου. ΖΧ 266.3
Για αντιπροσώπους Του μεταξύ των ανθρώπων ο Χριστός δεν διάλεξε αναμάρτητους αγγέλους, αλλά ανθρώπινες υπάρξεις, ανθρώπους ομοιοπαθείς με εκείνους που επιδιώκουν να σώσουν. Ο Ίδιος ο Χριστός πήρε την ανθρώπινη φύση για να μπορέσει να πλησιάσει την ανθρωπότητα. Η θεότητα είχε ανάγκη από την ανθρωπότητα επειδή απαιτείτο το θείο και το ανθρώπινο στοιχείο προκειμένου να δοθεί η σωτηρία στον κόσμο. Η θεότητα χρειάζονταν την ανθρωπότητα, ώστε η ανθρωπότητα να γίνει ένα κανάλι επικοινωνίας μεταξύ Θεού και ανθρώπου. Το ίδιο και με τους δούλους και αγγελιοφόρους του Χριστού. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη από μια εξωτερική και ανώτερη από αυτόν δύναμη για να αποκατασταθεί στην εικόνα του Θεού και να αξιωθεί να κάνει το έργο Του. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν χρειάζεται το ανθρώπινο στοιχείο. Η ανθρωπότητα στηρίζεται στη θεία δύναμη και με την πίστη ο Χριστός κατοικεί στην καρδιά. Με τη συνεργασία της θεϊκής δύναμης, η δύναμη του ανθρώπου τελεσφορεί για το καλό. ΖΧ 267.1
Εκείνος που κάλεσε τους ψαράδες της Γαλιλαίας, εξακολουθεί να καλεί τους ανθρώπους στην υπηρεσία Του. Επιθυμεί να εκδηλώσει τη δύναμή Του μέσω ημών, ακριβώς όπως την εκδήλωσε μέσω των πρώτων μαθητών. Όσο ατελείς και αμαρτωλοί αν είμαστε, ο Κύριος μας προσφέρει το προνόμιο να συνεργαστούμε μαζί Του, να γίνουμε μαθητευόμενοι του Χριστού. Μας προσκαλεί να δεχτούμε τη θεία διδασκαλία ώστε ενωμένοι με το Χριστό, να είμαστε σε θέση να εκτελούμε τα έργα του Θεού. ΖΧ 267.2
«Έχομεν δε τον θησαυρόν τούτον εις οστράκινα σκεύη, δια να ήναι η υπερβολή της δυνάμεως του Θεού, και ουχί εξ ημών.» (Β', Κορ. 4:7.) Να γιατί το κήρυγμα του Ευαγγελίου ανατέθηκε σε ανθρώπους με λάθη και όχι σε αγγέλους. Είναι φανερό ότι η δύναμη η οποία εργάζεται μέσω των ανθρωπίνων αδυναμιών είναι η δύναμη του Θεού. Έτσι ενθαρρυνόμαστε να πιστεύουμε ότι η δύναμη που μπορεί να βοηθήσει άλλους αδύνατους ανθρώπους σαν και εμάς, μπορεί επίσης να βοηθήσει και εμάς. Εκείνοι που είναι «περιενδεδυμένοι ασθένειαν» πρέπει να μπορούν να «συμπαθήσουν εις τους αγνοούντας και πλανωμένους.» (Εβρ. 5:2.) Επειδή οι ίδιοι αντιμετώπισαν κινδύνους, γνωρίζουν τους κινδύνους και τις δυσκολίες στο δρόμο τους. Για αυτό τον λόγο καλούνται να βοηθήσουν τους άλλους που διατρέχουν τους ίδιους κινδύνους. Υπάρχουν ψυχές που βασανίζον ται από την αμφιβολία, που καταπιέζονται από δυσκολίες, υστερούν στην πίστη και αδυνατούν να συλλάβουν τον Αόρατο. Ένας φίλος όμως που μπορούν να τον δουν να έρχεται εκ μέρους του Χριστού, μπορεί να γίνει ο συνδετικός κρίκος για να στερεώσει την ταλαντευόμενη πίστη τους στο Χριστό. ΖΧ 267.3
Επιβάλλεται να συνεργαστούμε με τους ουράνιους αγγέλους, παρουσιάζοντας το Χριστό στον κόσμο. Με ασυγκράτητη σχεδόν προθυμία οι άγγελοι περιμένουν τη συνεργασία μας, επειδή ο άνθρωπος πρέπει να γίνει το μέσο επικοινωνίας με το συνάνθρωπό του. Όταν παραχωρούμε τον εαυτό μας στο Χριστό με ολόψυχη καθιέρωση, οι άγγελοι αγάλλονται που μπορούν να μιλήσουν, χρησιμοποιώντας τη φωνή μας για να αποκαλύψουν την αγάπη του Θεού. ΖΧ 268.1