Η Ζωη του Χριστού

29/89

ΚΕΦΆΛΑΙΟ 27—«ΔΥΝΑΣΑΙ ΝΑ ΜΕ ΚΑΘΑΡΙΣΗΣ»

Το κεφάλαιο αυτό βασίζεται στο Ματθ. 8:2-4, 9:1-8, 32-34, Μάρκ. 1:40-45, 2:1-12, Λουκ. 5:12-28. ΖΧ 230.1

Από όλες τις γνωστές στην Ανατολή ασθένειες, η λέπρα ήταν η πιο φοβερή. Η ανίατη και μεταδοτική της μορφή με τα φρικιαστικά αποτελέσματά της πάνω στα θύματά της, τρομοκρατούσαν και τον πιο θαρραλέο άνθρωπο. Οι Ιουδαίοι τη θεωρούσαν σαν τιμωρία εξαιτίας της αμαρτίας, για αυτό και την ονόμαζαν «πληγή,» «δάκτυλο του Θεού.» Βαθιά ριζωμένη, ανεκρίζωτη και θανατηφόρα, θεωρούταν σύμβολο της αμαρτίας. Ο τελετουργικός νόμος αποκαλούσε το λεπρό ακάθαρτο. Σαν να ήταν ήδη νεκρός, αποβάλλονταν από την κοινότητα των ανθρώπων. Ότι άγγιζε γίνονταν ακάθαρτο. Η ατμόσφαιρα μολύνονταν από την αναπνοή του. Όποιος έδινε την υποψία ότι είχε αυτή την ασθένεια, έπρεπε να παρουσιαστεί στους ιερείς οι οποίοι τον εξέταζαν και αποφάσιζαν για τα καθέκαστα. Αν κρίνονταν λεπρός, έπρεπε να απομονωθεί από την οικογένειά του, να αποκοπεί από τη συναγωγή του λαού του Ισραήλ, καταδικασμένος να συναναστρέφεται μόνο με εκείνους που είχαν προσβληθεί από την ίδια ασθένεια. Οι απαιτήσεις του νόμου ήταν άκαμπτες. Ούτε ακόμη και οι βασιλιάδες και οι κυβερνήτες δεν εξαιρούταν. Ένας μονάρχης που προσβάλλονταν από τη φοβερή αυτή ασθένεια, έπρεπε να καταθέσει το σκήπτρο και να αποχωριστεί την κοινωνία. ΖΧ 230.2

Μακριά από τους φίλους και τους συγγενείς του, ο λεπρός έπρεπε να σηκώνει μόνος την κατάρα της αρρώστιας του. Ήταν υποχρεωμένος να διαλαλεί τη συμφορά του, να ξεσχίσει τα ρούχα του και να γνωστοποιεί τον κίνδυνο, φωνάζοντας ώστε όλοι να απομακρυνθούν από τη μολυσμένη παρουσία του. Η κραυγή «ακάθαρτος, ακάθαρτος!» ακούγονταν να ηχεί πένθιμα από το μονήρη εξόριστο και αποτελούσε ένα φρικιαστικό και αποτρόπαιο σύνθημα. ΖΧ 230.3

Στην περιοχή όπου εργάζονταν ο Χριστός υπήρχαν πολλοί βασανισμένοι.Τα νέα του έργου Του έφθασαν σε αυτούς, δημιουργώντας τους μια αμυδρή ελπίδα. Από την εποχή του προφήτη Ελισαίε δεν ακούστηκε ποτέ κάποιος να νίκησε την αρρώστια αυτή. Δεν τολμούσαν να περιμένουν από τον Ιησού να κάνει για αυτούς κάτι που ποτέ δεν έκανε σε κανένα άλλον άνθρωπο. Υπήρχε όμως ένας στην καρδιάτου οποίου άρχισε να γεννιέται η πίστη. Αυτός ο άνθρωπος δεν ήξερε πως να πλησιάσει τον Ιησού. Αφού ήταν αποκλεισμένος από τους συνανθρώπους του, πως μπορούσε να παρουσιαστεί στο Θεραπευτή; Αναρωτιότανεπίσης αν ο Ιησούς θα τον θεράπευε. Θα έσκυβε για να δώσει σημασία σε κάποιον που, όπως πίστευαν, υφίστατο την τιμωρία του Θεού; Δεν θα έκανε και Εκείνος το ίδιο, όπως οι Φαρισαίοι, ακόμη και οι γιατροί, προφέροντας δηλαδή μια κατάρα εναντίον του και να τον προστάξει να απομακρυνθεί από την παρουσία των ανθρώπων; Σκέφτηκε όλα όσα του είχαν πει για τον Ιησού. Ούτε ένας που είχε ζητήσει τη βοήθειά Του είχε αποδιωχθεί. Ο δύσμοιρος άνθρωπος αποφάσισε να πάει να βρει το Σωτήρα. Αν και αποκλεισμένος από τις πόλεις, ίσως να Τον αντάμωνε σε κάποιο ορεινό μονοπάτι ή να Τον έβρισκε να διδάσκει έξω από τις πόλεις. Οι δυσκολίες ήταν μεγάλες, αλλά αυτή ήταν η μόνη του ελπίδα. ΖΧ 231.1

Ο λεπρός βρήκε το δρόμο που οδηγούσε στο Σωτήρα. Ο Ιησούς δίδασκε δίπλα στη λίμνη και ο λαός είχε συγκεντρωθεί γύρω Του. Αν και βρισκόμενος μακριά, ο λεπρός κατάφερε να συλλάβει μερικές λέξεις από τα χείλη του Σωτήρα. Είδε το Χριστό να βάζει τα χέρια Του επάνω στους ασθενείς. Είδε τους κατάκοιτους, τους τυφλούς, τους παράλυτους και αυτούς που αργοπέθαιναν από τις διάφορες ασθένειες να ορθώνονται υγιείς, δοξολογώντας το Θεό για την απολύτρωσή τους. Η πίστη δυνάμωσε στην καρδιά του. Πλησίαζε όλο και περισσότερο στο συγκεντρωμένο πλήθος. Οι περιορισμοί που του επιβάλλονταν, η ασφάλεια του λαού και ο φόβος με τον οποίο θα τον έβλεπαν οι άνθρωποι, ξεχάστηκαν. Το μόνο που σκέπτονταν ήταν η ευλογημένη ελπίδα της θεραπείας. ΖΧ 231.2

Παρουσίαζε ένα αποκρουστικό θέαμα. Η ασθένεια τον είχε παραμορφώσει φρικτά και το βασανισμένο σώμα του φαίνονταν απαίσιο. Μόλις τον αντίκρισαν τα πλήθη άρχισαν να υποχωρούν τρομοκρατημένα. Συνωστίζονταν ο ένας πάνω στον άλλον προσπαθώντας να αποφύγουν κάθε επαφή με αυτόν. Μερικοί προσπάθησαν να τον εμποδίσουν να πλησιάσει τον Ιησού, αλλά μάταια Εκείνος ούτε τους έβλεπε, ούτε τους άκουγε. Ούτε καν πρόσεχε στις εκφράσεις του αποτροπιασμού. Έβλεπε μόνο τον Υιό του Θεού. Άκουγε μόνο τη φωνή που πρόσφερε ζωή στους ετοιμοθάνατους. Πλησιάζοντας τον Ιησού ρίχτηκε στα πόδια Του φωνάζοντας: «Κύριε, εάν θέλης, δύνασαι να με καθαρίσης.» ΖΧ 231.3

Ο Ιησούς απάντησε: «Θέλω, καθαρίσθητι!» και λέγοντας αυτά τον άγγιξε με το χέρι. ΖΧ 232.1

Αμέσως μια αλλαγή επήλθε στο λεπρό. Η σάρκα του έγιανε, τα νεύρα ζωογονήθηκαν, οι μείς σταθεροποιήθηκαν. Η χαρακτηριστική τραχύτητα της λέπρας, η σχισμένη επιδερμίδα εξαφανίστηκε και μια γυαλιστερή όψη μικρού παιδιού, πήρε τη θέση της. ΖΧ 232.2

Ο Ιησούς ζήτησε από τον άνθρωπο να μη κάνει γνωστό το έργο που έγινε, αλλά να παρουσιαστεί κατευθείαν με την καθιερωμένη προσφορά στο ναό. Μια τέτοια προσφορά δεν μπορούσε να γίνει δεκτή πριν να τον εξετάσουν οι ιερείς και να γνωματεύσουν ότι ο άνθρωπος είχε ολοκληρωτικά απαλλαγεί από την ασθένεια. Όσο απρόθυμοι και αν ήταν να εκτελέσουν αυτή την υπηρεσία, δεν μπορούσαν να αποφύγουν να τον εξετάσουν και να αποφανθούν για την περίπτωσή του. ΖΧ 232.3

Τα λόγια της Γραφής δείχνουν πόσο επείγουσα ήταν η διαταγή του Χριστού προς τον άνθρωπο να σιωπήσει και να ενεργήσει αμέσως. «Προστάξας αυτόν εντόνως, ευθύς απέπεμψεν αυτόν και λέγει πρός αυτόν, Πρόσεχε, μη είπης πρός μηδένα μηδέν αλλ’ ύπαγε, δείξον σεαυτόν εις τον ιερέα, και πρόσφερε περί του καθαρισμού σου όσα προσέταξεν ο Μωύσής δια μαρτυρίαν εις αυτούς.» (Μάρκ. 1:43-44.) Αν οι ιερείς μάθαιναν τις λεπτομέρειες της θεραπείας του λεπρού, το μίσος τους κατά του Ιησού θα τους έκανε να πάρουν μια άδικη απόφαση. Ο Ιησούς ήθελε να παρουσιαστεί ο άνθρωπος στο ναό πρινδιαδοθεί η είδηση του θαύματος. Έτσι θα εξασφαλίζονταν μια αμερόληπτη απόφαση και ο θεραπευμένος λεπρός θα είχε την άδεια να σμίξει και πάλι με την οικογένειά και τους φίλους του. ΖΧ 232.4

Υπήρχαν και άλλοι λόγοι για τους οποίους πρόσταξε ο Ιησούς τον άνθρωπο να σιωπήσει. Γνώριζε ότι οι εχθροί Του πάντοτε αναζητούσαν τρόπο να περιορίσουν το έργο Του και να στρέψουν το λαό εναντίον Του. Γνώριζε ότι αν η θεραπεία του λεπρού διαδίδονταν ελεύθερα, άλλοι που υπέφεραν από τη φοβερή αυτή ασθένεια θα συγκεντρώνονταν γύρω Του. Έτσι, θα προκαλούνταν κατακραυγή, με επιχείρημα ότι ο λαός θα μολύνονταν ερχόμενος σε επαφή με αυτούς. Πολλοί από τους λεπρούς δεν θα χρησιμοποιούσαν το δώρο της υγείας για το δικό τους καλό ή για καλό των άλλων. Με την συγκέντρωση των λεπρών γύρω Του, θα έδινε αφορμή να Τον κατηγορήσουν ότι παραβαίνει τους περιορισμούς του τελετουργικού νόμου. Έτσι θα εμποδίζονταν το έργο του κηρύγματος του Ευαγγελίου. ΖΧ 232.5

Τα γεγονότα δικαίωσαν την ενημέρωση από μέρους του Χριστού. Τα πλήθη των ανθρώπων είχαν δει τη θεραπεία του λεπρού και ανυπομονούσαν να μάθουν την απόφαση των ιερέων. Όταν ο άνθρωπος αντάμωσε ξανάμε τους φίλους του, η χαρά όλων ήταν ασυγκράτητη. Παρόλη την προειδοποίηση του Ιησού, ο άνθρωπος δεν κατέβαλε καμιά προσπάθεια να κρύψει το γεγονός της θεραπείας του. Θα ήταν πράγματι αδύνατο να κρυφτεί τελείως, αλλά ο λεπρός διατυμπάνισε παντού το γεγονός. Νομίζοντας ότι μόνο η ταπεινοφροσύνη του Χριστού του επέβαλε αυτό τον περιορισμό, περιφέρονταν και διακήρυττε τη δύναμη του μεγάλου Θεραπευτή. Δεν καταλάβαινε ότι κάθε τέτοια εκδήλωση έκανε τους ιερείς και τους πρεσβύτερους πιο αποφασιστικούς να εξοντώσουν τον Ιησού. Ο θεραπευμένος αισθάνονταν ότι το δώρο της υγείας ήταν πολύτιμο. Χαίρονταν για τη δύναμή του και την αποκατάστασή του στην οικογένειά του και στην κοινωνία. Ένοιωθε ότι ήταν αδύνατο να συγκρατηθεί από την δοξολογία του Γιατρού που τον είχε θεραπεύσει. Με την διάδοση του γεγονότος δόθηκε αφορμή να εμποδιστεί το έργο του Σωτήρα. Έγινε αιτία να έρχονται στον Ιησού πολυάριθμα πλήθη, ώστε Αυτός αναγκάσθηκε να διακόψει για ένα διάστημα την εργασία Του. ΖΧ 233.1

Η Κάθε πράξη στη διακονία του Χριστού είχε το σκοπό της. Περιλάβαινε περισσότερα πράγματα από ότι φαινομενικά παρουσίαζε η ίδια η πράξη. Έτσι και στην περίπτωση του λεπρού. Ενώ ο Ιησούς πρόσφερε βοήθεια σε όσους έρχονταν, λαχταρούσε να ευλογήσει και εκείνους που δεν έρχονταν σε Αυτόν. Ενώ προσέλκυε τους τελώνες, τους εθνικούς και τους Σαμαρείτες, επιθυμούσε να πλησιάσει και τους ιερείς και τους δασκάλους που είχαν απομονωθεί εξαιτίας της προκατάληψης και των παραδόσεων. Δεν άφησε κανένα μέσο που να μη δοκιμάσει για να τους πλησιάσει. Στέλνοντας το θεραπευμένο λεπρό στους ιερείς, τους έδωσε μια μαρτυρία που απέβλεπε να τους απαλλάξει από τις προκαταλήψεις τους. ΖΧ 233.2

Οι Φαρισαίοι ισχυρίζονταν ότι η διδασκαλία του Χριστού ήταν αντίθετη από το νόμο που ο Θεός έδωσε στο Μωυσή. Αλλά οι οδηγίες Του πρός το θεραπευμένο λεπρό ήταν να φέρει την προσφορά του. Έτσι, σύμφωνα με το γράμμα του νόμου διέψευσε την κατηγορία αυτή. Αυτή ήταν αρκετή απόδειξη για όσους ήθελαν να πειστούν. ΖΧ 233.3

Οι άρχοντες της Ιερουσαλήμ είχαν στείλει κατασκόπους για να βρουν κάποια αφορμή να θανατώσουν το Χριστό. Εκείνος τους απάντησε προσφέροντάς τους ένα δείγμα της αγάπης Του για την ανθρωπότητα, του σεβασμού Του πρός το νόμο και της δύναμής Του να ελευθερώνει από την αμαρτία και το θάνατο. Έτσι επαληθεύτηκε η μαρτυρία για αυτούς: «Και ανταπέδωκαν εις Εμέ κακόν αντί καλού, και μίσος αντί της αγάπης Μου.» (Ψαλμ. 109:5.) Εκείνος ο οποίος στην επί του Όρους Ομιλία έδωσε την εντολή, «Αγαπάτε τους εχθρούς σας,» ο Ίδιος έδωσε το παράδειγμα αυτής της αρχής, μη ανταποδίδοντας «κακόν αντί κακού, ή λοιδορίαν αντί λοιδορίας, αλλά το εναντίον» ευλογώντας. (Ματθ. 5:44, Α’ Πέτρ. 3:9.) ΖΧ 234.1

Οι ίδιοι οι ιερείς που είχαν καταδικάσει το λεπρό σε εξορία, πιστοποίησαν αργότερα τη θεραπεία του. Αυτή η απόφαση που εξαγγέλθηκε και καταγράφηκε δημόσια αποτελούσε μια περίτρανη μαρτυρία υπέρ του Χριστού. Καθώς ο θεραπευμένος άνθρωπος αποκαταστάθηκε στην κοινωνία του Ισραήλ με τη διαβεβαίωση των ιερέων ότι είχε απαλλαγεί από κάθε ίχνος της ασθένειας, ο ίδιος αποτελούσε μια ζωντανή μαρτυρία για τον Ευεργέτη του. Οι ιερείς ήταν βέβαιοι για τη θεϊκή δύναμη του Σωτήρα. Τους δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσουν την αλήθεια και να επωφεληθούν από το φώς. Αν το απέρριπταν, θα απομακρύνονταν από αυτούς χωρίς ποτέ πια να επιστρέψει. Το φώς απορρίφθηκε από πολλούς. Και όμως δεν είχε χορηγηθεί μάταια. Πολλές καρδιές είχαν συγκινηθεί χωρίς να το δείχνουν. Όσο ζούσε ο Σωτήρας, η αποστολή Του φαίνονταν ότι έβρισκεελάχιστη ανταπόκριση στην αγάπη των ιερέων και δασκάλων. Μετά την ανάληψή Του όμως, «πολύ πλήθος ιερέων υπήκουον εις την πίστην.» (Πράξ. 6:7.) ΖΧ 234.2

Η πράξη του Χριστού να καθαρίσει το λεπρό από τη φοβερή του ασθένεια ήταν μια απεικόνιση του έργου Του να καθαρίσει την ψυχή από την αμαρτία. Ο άνθρωπος που ήρθε στον Ιησού ήταν «πλήρης λέπρας» Το θανατηφόρο δηλητήριό της είχε διαπεράσει ολόκληρο το σώμα του. Οι μαθητές προσπάθησαν να εμποδίσουν το Χριστό να τον αγγίξει επειδή όποιος άγγιζε λεπρό, γίνονταν και ο ίδιος ακάθαρτος. Αλλά ο Ιησούς δεν μολύνθηκε βάζοντας το χέρι Του πάνω στο λεπρό. Το άγγιγμά Του μετέδωσε ζωογόνο δύναμη. Η λέπρα καθαρίστηκε. Το ίδιο συμβαίνει και με τη λέπρα της αμαρτίας, που είναι βαθιά ριζωμένη, θανατηφόρα και αδύνατο να καθαριστεί από ανθρώπινη δύναμη. «Όλη η κεφαλή είναι άρρωστος, και όλη η καρδία κεχαυνωμένη από ίχνους ποδός, μέχρι κεφαλής δεν υπάρχει εν αυτώ ακεραιότης, αλλά τραύματα, και μελανίσματα, και έλκη σεσηπότα.» (Ησ. 1:5, 6.) Ερχόμενος ο Ιησούς να κατοικήσει μεταξύ των ανθρώπων, δεν μολύνεται. Η παρουσία Του έχει θεραπευτική δύναμη για τον αμαρτωλό. Οποιοσδήποτε πέσει στα πόδια Του λέγοντας με πίστη: «Εάν θέλης, δύνασαι να με καθαρίσης,» θα πάρει την απάντηση: «Θέλω, καθαρίσθητι.» ΖΧ 234.3

Σε μερικές θεραπευτικές περιπτώσεις ο Ιησούς δεν μετέδωσε αμέσως την ευλογία που Του ζητήθηκε. Στην περίπτωση της λέπρας όμως, μόλις υποβλήθηκε η παράκληση, χορηγήθηκε και η απάντηση. Όταν προσευχόμαστε για επίγειες ευλογίες, η απάντηση στην προσευχή μας μπορεί να καθυστερήσει ή μπορεί να μας δώσει ο Θεός κάτι άλλο από αυτό που ζητούμε. Αυτό όμως δεν συμβαίνει όταν ζητούμε απολύτρωση από την αμαρτία. Το θέλημά Του είναι να μας καθαρίσει από την αμαρτία, να μας κάνει παιδιά Του και να μας κάνει ικανούς να ζήσουμε μια άγια ζωή. Ο Χριστός «έδωκεν Εαυτόν δια τας αμαρτίας ημών, δια να ελευθερώσει ημάς εκ του παρόντος πονηρού αιώνος, κατά το θέλημα του Θεού και Πατρός ημών.» «Και αύτη είναι η παρρησία την οποίαν έχομεν πρός Αυτόν, ότι εάν ζητώμεν τι κατά το θέλημα Αυτού, ακούει ημάς. Και εάν εξεύρωμεν ότι ακούει ημάς, ότι αν ζητήσωμεν, εξεύρομεν ότι λαμβάνομεν τα ζητήματα τα οποία εζητήσαμεν παρ’ Αυτού.» «Εάν ομολογώμεν τας αμαρτίας ημών, είναι πιστός και δίκαιος ώστε να συγχωρήση εις ημάς τας αμαρτίας και καθαρίση ημάς από πάσης αδικίας.» (Γαλ. 1:4, Ιωάν. 5:14, 15, 1:9.) ΖΧ 235.1

Με τη θεραπεία του παράλυτού της Καπερναούμ, ο Χριστός δίδαξε και πάλι την αλήθεια. Το θαύμα έγινε για να δείξει ο Ιησούς τη δύναμή Του να συγχωρεί τις αμαρτίες μας. Η θεραπεία του παράλυτου απεικόνιζε και αυτή άλλες πολύτιμες αλήθειες. Είναι γεμάτη ελπίδα και ενθάρρυνση, ενώ περιέχει ένα προειδοποιητικό μάθημα όσοναφορά τους φιλοκατήγορους Φαρισαίους. ΖΧ 235.2

Όπως ο λεπρός, έτσι και ο παράλυτος είχε χάσει κάθε ελπίδα θεραπείας. Η ασθένεια του ήταν αποτέλεσμα της αμαρτωλής ζωής που έκανε και τα βάσανά του επιδεινώνονταν από τις τύψεις της συνείδησης. Από καιρό είχε αποταθεί στους Φαρισαίους και στους νομικούς ελπίζοντας να βρει ανακούφιση από την ψυχική κατάθλιψη και από τους φυσικούς του πόνους. Αυτοί με αδιαφορία αποφάνθηκαν ότι η περίπτωσή του ήταν ανίατη και τον εγκατέλειψαν στην οργή του Θεού. Οι Φαρισαίοι θεωρούσαν τα βάσανα απόδειξη της θεϊκής δυσαρέσκειας και κρατούσαν σε απόσταση τους αρρώστους και τους ενδεείς. Όμως πολύ συχνά αυτοί που εξυψώνονταν σαν άγιοι, ήταν περισσότερο ένοχοι από τους δυστυχείς εκείνους που καταδίκαζαν. ΖΧ 235.3

Ο παράλυτος ήταν εντελώς ανίκανος και όταν είδε ότι δεν μπορούσε να περιμένει βοήθεια από πουθενά, βυθίστηκε στην απελπισία. Τότε άκουσε τα θαυμάσια έργα του Ιησού. Του είπαν ότι και άλλοι, το ίδιο αμαρτωλοί και ανήμποροι σαν αυτόν, θεραπεύτηκαν. Ακόμη και λεπροί καθορίστηκαν. Οι φίλοι που τους έφεραν αυτά τα νέα τον ενθάρρυναν να πιστέψει ότι και αυτός μπορούσε να θεραπευτεί, αρκεί να έφτανε στο Χριστό. Η ελπίδα του έσβησε όταν θυμήθηκε το πως τον βρήκε η ασθένεια. Φοβόταν ότι ο άσπιλος εκείνος Γιατρός δεν θα μπορούσε να ανεχτεί την παρουσία Του. ΖΧ 236.1

Και Όμως εκείνο που επιθυμούσε περισσότερο δεν ήταν τόσο η αποκατάσταση της υγείας του, όσο η ανακούφιση από το βάρος της αμαρτίας. Αν μπορούσε μονάχα να δει τον Ιησού, να λάβει τη διαβεβαίωση της συγχώρησης και να συμφιλιωθεί με τον Ουρανό. Θα ήταν ευχαριστημένος είτε ζούσε είτε πέθαινε, ακολουθώντας το θέλημα του Θεού. Η κραυγή του ετοιμοθάνατου ανθρώπου ήταν: «Ώ, αν μπορούσα να βρεθώ στην παρουσία Του!» Δεν είχαν καιρό για χάσιμο. Η ρυτιδωμένη σάρκα του ήδη παρουσίαζε τα σημεία της αποσάθρωσης. Παρακάλεσε τους φίλους του να τον μεταφέρουν με το κρεβάτι του στον Ιησού, πράγμα που εκείνοι έκαναν ευχαρίστως. Το πλήθος που είχε συγκεντρωθεί μέσα και γύρω από το σπίτι όπου βρίσκονταν ο Σωτήρας ήταν τόσο πυκνό, ώστε ήταν αδύνατο για τον άνθρωπο και τους φίλους του να έρθουν σε Αυτόν, ή ακόμη και να Τον πλησιάσουν σε σημείο που να ακούνε τη φωνή Του. ΖΧ 236.2

Ο Ιησούς δίδασκε στο σπίτι του Πέτρου. Σύμφωνα με τη συνήθειά τους, οι μαθητές Τον περιστοίχιζαν και κοντά Του «εκάθηντο Φαρισαίοι και νομοδιδάσκαλοι, οίτινες είχον έλθει εκ πάσης κώμης της Γαλιλαίας και Ιουδαίας και Ιερουσαλήμ.» Αυτοί είχαν έρθει σαν κατάσκοποι, προσπαθώντας να βρουν κάποια κατηγορία εναντίον του Ιησού. Εκτός από τους επισήμους συνωστίζονταν και τα ανάμικτα πλήθη, αποτελούμενα από τους ενδιαφερόμενους, τους ευσεβείς, τους περίεργους και τους άπιστους. Εκεί αντιπροσωπεύονταν διάφορες εθνικότητες και όλες οι κοινωνικές τάξεις. «Και δύναμις Κυρίου ήτο εις το να ιατρεύη αυτούς.» Το πνεύμα της ζωής πλανιόταν πάνω από την ομήγυρη, αλλά οι Φαρισαίοι και οι νομοδιδάσκαλοι δεν διέκριναν την παρουσία Του. «Πεινώντας ενέπλησεν αγαθά, και πλουτούντας εξαπέστειλε κενούς.» (Λουκ. 1:53.) ΖΧ 236.3

Αυτοί που έφεραν τον παράλυτο πολλές φορές προσπάθησαν να ανοίξουν δρόμο ανάμεσα στο πλήθος, αλλά μάταια. Ο άρρωστος κοίταζε γύρω του με ανέκφραστη αγωνία. Όταν η πολυπόθητη βοήθεια ήταν τόσο κοντά, πως μπορούσε να εγκαταλείψει την ελπίδα; Ακολουθώντας την πρότασή του, οι φίλοι του τον μετέφεραν στη στέγη και τρυπώντας το ταβάνι, τον κατέβασαν στα πόδια του Ιησού. Η ομιλία διακόπηκε. Ο Σωτήρας κοίταξε τη θλιβερή μορφή του αρρώστου και είδε τα μάτια του καρφωμένα επάνω Του να τον παρακαλούν. Κατάλαβε την κατάστασή του. Ο Ίδιος είχε προσελκύσει κοντά Του το ανήσυχο ταλαντευόμενο πνεύμα. Ενώ ο παράλυτος βρίσκονταν ακόμη στο σπίτι του, ο Ιησούς τον είχε επηρεάσει με τον έλεγχο της συνείδησης. Όταν μετανόησε για τις αμαρτίες του και πίστεψε στη θεραπευτική δύναμη του Ιησού, το ζωογόνο έλεος του Σωτήρα ευλόγησε πρώτα τη γεμάτη προσδοκία καρδιά του. Ο Ιησούς είχε παρακολουθήσει το πρώτο αμυδρό φώς της πίστης που καταλήγει στην πεποίθηση ότι Εκείνος είναι ο μόνος βοηθός των αμαρτωλών. Είδε επίσης την πίστη τους αυτή να αυξάνει με κάθε προσπάθεια του αρρώστου να βρεθεί στην παρουσία Του. ΖΧ 237.1

Τότε, με λόγια που ηχούσαν σαν μουσική στα αυτιά του αρρώστου, ο Σωτήρας είπε: «Θάρρει, τέκνον συγκεχωρημέναι είναι εις σε αι αμαρτίαι σου.» ΖΧ 237.2

Το βαρύ φορτίο της απόγνωσης έφυγε από την ψυχή του αρρώστου. Η ειρήνη της συγχώρησης καθησύχασε το πνεύμα του και η μορφή του έλαμψε. Οι φυσικοί πόνοι τον εγκατέλειψαν και όλη η ύπαρξή του μεταμορφώθηκε. Ο ανήμπορος παράλυτος θεραπεύτηκε! Ο ένοχος αμαρτωλός συγχωρέθηκε! ΖΧ 237.3

Με απλή πίστη δέχθηκε τα λόγια του Θεού σαν ευεργέτημα μιας νέας ζωής. Δεν ζήτησε τίποτε περισσότερο, αλλά παρέμεινε σιωπηλός μέσα στη μεγάλη του ευτυχία, μη μπορώντας να αρθρώσει λέξη. Το φώς του Ουρανού φώτισε τη μορφή του και οι άνθρωποι εκστατικοί παρακολουθούσαν τη σκηνή. ΖΧ 237.4

Οι ραβίνοι ανυπόμονα περίμεναν να δουν ποιά στάση θα τηρούσε ο Χριστός στην περίπτωση αυτή. Θυμήθηκαν πως ο άνθρωπος εκείνος είχε αποταθεί σε αυτούς για βοήθεια και πως του είχαν αρνηθεί κάθε ελπίδα ή συμπάθεια. Σαν να μη έφθανε αυτό, του δήλωσαν επιπλέον ότι υφίστατο την κατάρα του Θεού εξαιτίας των αμαρτιών του. Αυτά τα πράγματα επανήλθαν στη θύμησή τους όταν είδαν τον ασθενή μπροστά τους. Πρόσεξαν το ενδιαφέρον με το οποίο όλοι παρακολουθούσαν τη σκηνή και αισθάνθηκαν ένα τρομερό φόβο ότι μπορεί να έχαναν την επιρροή που ασκούσαν στολαό. ΖΧ 237.5

Οι πρόκριτοι του λαού δεν αντάλλαξαν μεταξύ τους λόγια, αλλά βλέποντας ο ένας τον άλλον, μοιράστηκαν την ίδια σκέψη. Κάτι έπρεπε να γίνει για να σταματήσει το ρεύμα του λαϊκού αισθήματος. Ο Ιησούς είχε δηλώσει ότι οι αμαρτίες του παράλυτου είχαν συγχωρηθεί. Οι Φαρισαίοι εξέλα-βαν τις λέξεις αυτές σαν βλασφημία και σκέφτηκαν ότι μπορούσαν να τις παρουσιάσουν σαν θανάσιμο αμάρτημα, «διαλογιζόμενοι εν ταις καρδίαις αυτών, Διατί ούτος λαλεί τοιαύτας βλασφημίας; Τις δύναται να συγχωρή αμαρτίας ειμή είς, ο Θεός;» (Μάρκ. 2:7.) ΖΧ 238.1

Κάρφωσε επάνω τους το βλέμμα.Υπό την παρουσία του επιβλητικού βλέμματος, οι φοβισμένοι νομοδιδάσκαλοι οπισθοχώρησαν. Ο Ιησούς είπε: «Διατί διαλογίζεσθε ταύτα εν ταις καρδίαις σας; Τι είναι ευκολώτερον, να είπω πρός τον παραλυτικόν, Συγκεχωρημέναι είναι αι αμαρτίαι σου, ή να είπω, Σηκώθητι, και έπαρε τον κράββατόν σου και περιπάτει; Αλλά δια να γνωρίσητε ότι εξουσίαν έχει ο Υιός του ανθρώπου, επί της γής, να συγχωρή αμαρτίας, λέγει πρός τον παραλυτικόν, «Σηκώθητι, έπαρε τον κράββατόν σου και ύπαγε εις τον οίκον σου.» ΖΧ 238.2

Τότε αυτός που είχε έρθει στον Ιησού κατάκοιτος, σηκώνεται στα πόδια του με νεανικό σφρίγος και ελαστικότητα. Το ζωογόνο αίμα κυκλοφορεί με ορμή στις φλέβες του. Κάθε όργανο του σώματός του ξαφνικά τίθεται σε λειτουργία. Η λάμψη της ζωής διαδέχεται τη χλομάδα του θανάτου που τόσο είχε πλησιάσει. «Και ηγέρθη ευθύς, και σηκώσας τον κράββατόν, εξήλθεν ενώπιον πάντων ώστε εξεπλήττοντο πάντες, και εδόξαζον τον Θεόν, λέγοντες, Ότι ουδέποτε είδομεν τοιαύτα.» ΖΧ 238.3

Ώ, η θαυμαστή αγάπη του Χριστού που σκύβει να θεραπεύσει τους ένοχους και τους βασανισμένους! Θεότητα που λυπάται και καταπραΰνει τους ασθενείς της ταλαίπωρης ανθρώπινης φυλής! Ώ, η καταπληκτική δύναμη που αποκαλύπτεται με αυτό τον τρόπο στα τέκνα των ανθρώπων! Ποιος μπορεί να αμφιβάλει για το μήνυμα της σωτηρίας; Ποιός μπορεί να παραβλέψει τα ελέη ενός ευσπλαχνικού Λυτρωτή; ΖΧ 238.4

Μόνο η δημιουργική δύναμη μπορούσε να αποκαταστήσει την υγεία σε ένα αποσυντιθέμενο σώμα. Η ίδια φωνή που έδωσε ζωή στον πλασμένο από χώμα άνθρωπο, έδωσε ζωή και στον ετοιμοθάνατο παράλυτο. Η ίδια δύναμη που ζωοποίησε το σώμα, ανανέωσε και την καρδιά. Αυτός που κατά τη δημιουργία «είπε και έγεινεν Αυτός προσέταξε και εστερεώθη,» ζωοποίησε την ψυχή που είχε νεκρωθεί «δια τας παραβάσεις και τας αμαρτίας.» (Ψαλμ. 33:9, Εφεσ. 2:1.) Η θεραπεία του σώματος ήταν μια απόδειξη της δύναμης που είχε ανανεώσει την καρδιά. Ο Χριστός πρόσταξε τον παράλυτο να σηκωθεί και να περπατήσει «δια να γνωρίσητε,» είπε, «ότι εξουσίαν έχει ο Υιός του ανθρώπου επί της γής, να συγχωρή αμαρτίας.» ΖΧ 238.5

Στο Χριστό, ο παράλυτος βρήκε τη θεραπεία τόσο της ψυχής όσο και του σώματος. Την πνευματική του θεραπεία ακολούθησε η σωματική αποκατάσταση. Δεν πρέπει να παραβλέπει κανείς αυτό το μάθημα. Σήμερα υπάρχουν χιλιάδες που υποφέρουν από σωματικές ασθένειες και όπως ο παράλυτος, λαχταρούν να ακούσουν και αυτοί τα λόγια: «Συγκεχωρημέναι είναι εις σε αι αμαρτίαι σου.» Το βάρος της αμαρτίας, μαζί με τις ανήσυχες και ανικανοποίητες επιθυμίες είναι το θεμέλιο των ασθενειών τους. Δεν μπορούν να βρουν ανακούφιση μέχρι να έρθουν στο Θεράποντα της ψυχής. Η ειρήνη που μόνο Αυτός μπορεί να προσφέρει, μεταδίδει ζωτικότητα στο νου και υγεία στο σώμα. ΖΧ 239.1

Ο Ιησούς ήρθε «δια να καταστρέψη τα έργα του διαβόλου.» «Εν Αυτώ ήτο η ζωή» και λέγει: «Εγώ ήλθον δια να έχωσι ζωήν, και να έχωσιν αυτήν εν αφθονία.» Αυτός είναι «πνεύμα ζωοποιούν.» (Α’ Ιωάν. 3:8, Ιωάν. 1:4, 10:10, Α’ Κορ. 15:45.) Έχει και τώρα την ίδια ζωογόνο δύναμη όπως και όταν θεράπευε στη Γή τους ασθενείς και συγχωρούσε τους αμαρτωλούς. «Τον συγχωρούντα πάσας τας ανομίας σουτον ιατρεύοντα πάσας ασθενείας σου.» (Ψαλμ. 103:3.) ΖΧ 239.2

Η εντύπωση που προξένησε στο λαό η θεραπεία του παράλυτου, ήταν σαν να άνοιξαν τα ουράνια και αποκάλυψαν τη δόξα ενός καλύτερου κόσμου. Καθώς ο θεραπευμένος περνούσε μέσα από τα πλήθη, δοξολογώντας το Θεό σε κάθε βήμα, σηκώνοντας σαν πούπουλο το φορτίο του, οι άνθρωποι οπισθοχωρούσαν για να του ανοίξουν δρόμο.Τον κοίταζαν εκστασιασμένοι, ψιθυρίζοντας ο ένας στον άλλο: «Είδομεν παράδοξα σήμερον.» ΖΧ 239.3

Οι Φαρισαίοι έμειναν άναυδοι από την έκπληξη, νοιώθοντας τη συντριβή της ήττας. Είδαν ότι εδώ δεν είχαν καμιά ελπίδα να διεγείρουν τα πλήθη με τη ζηλοτυπία τους. Η θαυμαστή πράξη που έγινε σε αυτόν που είχαν παραδώσει στην οργή του Θεού, έκανε τέτοια εντύπωση στο λαό ώστε για την ώρα ξεχάστηκαν οι ραβίνοι. Είδαν ότι ο Χριστός κατείχε πράγματι μία δύναμη που όπως οι ίδιοι αποφάνθηκαν, ανήκε μόνο στο Θεό. Παρόλα αυτά, η ευγένεια και η διακριτικότητα των τρόπων Του έρχονταν σε χτυπητή αντίθεση με τη δική τους υπεροπτική συμπεριφορά. Βρέθηκαν σε αμηχανία, αισθάνονταν ταπεινωμένοι, αναγνωρίζοντας χωρίς όμως να ομολογούν, την παρουσία μιας ανώτερης ύπαρξης. Όσο τρανότερη παρουσιάζονταν η απόδειξη ότι ο Ιησούς είχε την επί της Γήςδύναμη να συγχωρεί αμαρτίες, τόσο περισσότερο αυτοί θα βυθίζονταν στην απιστία. Οι Φαρισαίοι έφυγαν από το σπίτι του Πέτρου, όπου είχαν διαπιστώσει τη θεραπεία του παράλυτου με τη δύναμη του λόγου Του. Πλέον, ετοιμάζονταν να επινοήσουν νέα σχέδια με τα οποία να κάνουν να σιγήσει ο Υιός του Θεού. ΖΧ 239.4

Η σωματική ασθένεια, όσο κακοήθης και βαθιά ριζωμένη και αν ήταν, θεραπεύτηκε με τη δύναμη του Χριστού. Η ασθένεια της ψυχής κρατούσε σφιχτά εκείνους που έκλειναν τα μάτια στο φώς. Η λέπρα και η παράλυση δεν ήταν τόσο φοβερές όσο η μισαλλοδοξία και η απιστία ΖΧ 240.1

Μεγάλη ήταν η χαρά στο σπίτι του θεραπευμένου παράλυτου όταν επέστρεψε στην οικογένειά του, κουβαλώντας ανάλαφρα το κρεβάτι πάνω στο οποίο τον είχαν προσεκτικά μεταφέρει μόλις πριν λίγη ώρα. Συγκεντρώθηκαν όλοι γύρω του με δάκρυα χαράς, μη τολμώντας να πιστέψουν στα μάτια τους. Έστεκε μπροστά τους με τέλεια σωματική δύναμη, αντίστοιχη της ανδρικής του ηλικίας. Τα χέρια που τόσον καιρό τα έβλεπαν ακίνητα, εκτελούσαν τώρα πρόθυμα το θέλημά του. Η σάρκα του ήταν ζαρωμένη και μελανιασμένη. Τώρα όμως έγινε δροσερή και ροδαλή. Βάδιζε με σταθερό και ανάλαφρο βήμα. Η χαρά και η ελπίδα είχαν ζωγραφιστεί σε κάθε χαρακτηριστικό του προσώπου του. Μια έκφραση αγνότητας και ειρήνης είχε αντικαταστήσει τα αποτυπώματα της αμαρτίας και της θλίψης. Μια χαρούμενη δοξολογία ευγνωμοσύνης υψώνονταν από εκείνο το σπίτι και ο Θεός δοξάστηκε μέσω του Υιού Του, ο οποίος έφερε την ελπίδα σε έναν απελπισμένο και τη δύναμη σε έναν εξασθενημένο. Αυτός ο άνθρωπος και η οικογένειά του ήταν έτοιμοι να δώσουν τη ζωή τους για το Χριστό. Καμιά αμφιβολία δεν θόλωσε την πίστη τους, καμιά απιστία δεν αμαύρωσε την εμπιστοσύνη τους σε Εκείνον που έφερε το φώς στο σκοτεινό τους σπίτι. ΖΧ 240.2