Προφήτες και βασιλείς

17/62

ΚΕΦΆΛΑΙΟ 15—Ο ΙΩΣΑΦΑΤ

Μέχρι την ανάρριχησή του στο θρόνο σε ηλικία τριάντα πέντε ετών, ο Ιωσαφάτ είχε μπροστά του το παράδειγμα του καλού βασιλιά Ασά, ο οποίος σε κάθε σχεδόν κρίση “έκαμε το ευθές ενώπιον του Κυρίου”. Καθ’όλο το διάστημα της εικοσιπεντάχρονης ευδόκιμης βασιλείας του, ο Ιωσαφάτ προσπάθησε να βαδίσει “εις πάσας τας οδούς Ασά του πατρός αυτού. Δεν εξέκλινεν απ’αυτών.” (Α ', Βασ. 15:11, 22:43). PG 129.1

Στην προσπάθεια του να κυβερνήσει με σύνεση, ο Ιωσαφάτ επιδίωξε να πείσει τους υπηκόους του να κρατήσουν σταθερή στάση έναντι των ειδωλολατρικών συνηθειών. Αρκετός λαός της επικρατείας του “εθυσίαζεν έτι και εθυμίαζεν εν τοις υψηλοίς τόποις.” Ο βασιλιάς δεν κατέστρεψε αμέσως τους τόπους αυτούς της λα-τρείας, αλλά από μιας αρχής προσπάθησε να περιφρουρήσει το βασίλειο του Ιούδα από τις αμαρτίες που χαρακτήριζαν το βόρειο βασίλειο, το οποίο διοικούσε ο για πολλά χρόνια σύγχρονός του Αχαάβ. Ο ίδιος ο Ιωσαφάτ ήταν αφοσιωμένος στο Θεό. “Δεν εξεζήτησε τους Βααλείμ, αλλά τον Θεόν του πατρός αυτού εξεζήτησε, και εις τας εντολάς Αυτού περιεπάτησε, και ουχί κατά τα έργα του Ισραήλ.” Λόγω της ακεραιότητάς του, ο Κύριος ήταν μαζί του και “εστερέωσεν ο Κύριος την βασιλείαν εν τη χειρί αυτού”. (Β ', Χρον. 17:3-5). PG 129.2

“Και πας ο Ιούδας έδωκε δώρα εις τον Ιωσαφάτ, και απέκτησε πλούτον και δόξαν πολλήν. Και υψώθη η καρδία αυτού εις τας οδούς του Κυρίου.” Καθώς κυλούσε ο χρόνος και γίνονταν μεταρρυθμίσεις, ο βασιλιάς “αφήρεσε τους υψηλούς τόπους και τα άλση από του Ιούδα.” “Και το υπόλοιπον των σο-δομιτών, το εναπολειφθέν εν ταις ημέραις Ασά του πατρός αυτού, αυτός εξήλειψεν από της γης.” (Β ', Χρον. 5-7, Α ', Βασ. 22: 47). PG 129.3

Έτσι, σταδιακά οι κάτοικοι στο βασίλειο του Ιούδα απαλλάχθηκαν από πολλούς κινδύνους που απειλούσαν να φέρουν σημαντική επιβράδυνση στην πνευματική ανάπτυξη. PG 130.1

Σε ολόκληρο το βασίλειο ο λαός είχε ανάγκη να διδαχθεί το νόμο του Θεού. Η ασφάλειά του εξαρτάτο από την κατανόηση αυτού του νόμου. Συμμορφώνοντας τη ζωή τους με τις απαιτήσεις του, θα έδειχναν νομιμοφροσύνη στο Θεό και στους ανθρώπους. Αναγνωρίζοντας αυτό, ο Ιωσαφάτ έλαβε μέτρα να ασφαλίσει το λαό του με τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής. Οι τοπικοί αρχηγοί διαφόρων περιοχών της επικράτειάς του έλαβαν οδηγίες να οργανώσουν την πιστή υπηρεσία των διδασκόντων ιερέων. Με βασιλική εντολή, οι δάσκαλοι αυτοί, εργαζόμενοι κάτω από την άμεση επίβλεψη των αρχόντων, “περιήρχοντο εις πάσας τας πόλεις του Ιούδα και εδίδασκον τον λαόν. ” (Β ', Χρον. 17:7-9). Και με την προσπάθεια τόσων πολλών ανθρώπων να κατανοήσουν τις αξιώσεις του νόμου του Θεού και να απομακρύνουν την αμαρτία, επήλθε μια αποτελεσματική αναζωπύρωση. PG 130.2

Ο Ιωσαφάτ χρεωστούσε σε μεγάλο βαθμό την επιτυχία του ως κυβερνήτης στη συνετή αυτή λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση των πνευματικών αναγκών των υπηκόων του. Η υπακοή στο νόμο του Θεού φέρνει μεγάλο κέρδος. Η συμμόρφωση στις θεϊκές απαιτήσεις έχει μια μεταμορφώνουσα δύναμη που φέρνει την ειρήνη και την ευδοκία μεταξύ των ανθρώπων. Αν οι διδασκαλίες του λόγου του Θεού γίνονταν η ελέγχουσα επιρροή στη ζωή του κάθε άνδρα και της κάθε γυναίκας, αν ο νους και η καρδιά φέρονταν κάτω από τη συγκροτούσα δύναμή του, δε θα υπήρχε τόπος για το κακό που κυριαρχεί τώρα στον εθνικοκοινωνικό τομέα. Από κάθε σπίτι θα προερχόταν μια επιρροή που θα καθιστούσε τους ανθρώπους ισχυρούς σε πνευματική διορατικότητα και σε ηθική δύναμη. Με τον τρόπο αυτό άτομα και έθνη θα βρίσκονταν σε πλεονεκτική θέση. PG 130.3

Πολλά χρόνια έζησε ο Ιωσαφάτ ειρηνικά, ανενόχλητος από τα γειτονικά έθνη. “Επέπεσε φόβος Κυρίου επί πάσας τας βασιλείας των πέριξ του Ιούδα τόπων.” Από τους Φιλισταίους λάμβανε χρηματικό δασμό και δώρα, και από τους Άραβες μεγάλα ποίμνια από αμνοερίφια. “Και προεχώρει ο Ιωσαφάτ μεγαλυνόμενος σφόδρα, και ωκοδόμησεν εν Ιούδα φρούρια, και πόλεις αποθηκών . . . Άνδρας πολεμιστάς, δυνατούς εν ισχύι . . . ούτοι ήσαν οι υπηρετούντες τον βασιλέα, εκτός των όσους έβαλεν ο βασιλεύς εις τας οχυράς πόλεις εν παντί τω Ιούδα.” Πλούσια ευλογημένος με “πλούτον και δόξαν πολλήν”, ήταν ικανός να ασκήσει με επιδεξιότητα μεγάλη επιρροή για την αλήθεια και τη δικαιοσύνη. (Β ', Χρον. 17:10,12-19, 18:1). PG 130.4

Μερικά χρόνια μετά την αναρρίχηση του στο θρόνο, ο Ιωσαφάτ, στον κολοφώνα της τότε ευημερίας του, συγκατάθεσε στο γάμο του γιου του Ιωράμ με τη Γοθολία, την κόρη του Αχαάβ και της Ιεζάβελ. Με την ένωση αυτή παγιώθηκε μια συμμαχία ανάμεσα στα βασίλεια του Ιούδα και του Ισραήλ. Αυτή η συμμαχία δε συμπεριλαμβανόταν στα σχέδια του Θεού και σε μια κρίσιμη στιγμή επέφερε την καταστροφή του βασιλιά και πολλών από τους υπηκόους του. PG 131.1

Σε κάποια περίπτωση ο Ιωσαφάτ επισκέφθηκε το βασιλιά του Ισραήλ στη Σαμάρεια. Ιδιαίτερες τιμές προσφέρθηκαν στο βασιλικό επισκέπτη των Ιεροσολύμων, και πριν λήξει η επίσκεψη αυτός είχε πεισθεί να συμμετάσχει με το βασιλιά του Ισραήλ σε πόλεμο εναντίον των Συρίων. Ο Αχαάβ έλπιζε ότι αν ένωνε τις δυνάμεις του με τις δυνάμεις του Ιούδα, θα μπορούσε να επανακτήσει τη Ραμώθ-γαλαάδ, μια αρχαία πόλη καταφυγίου η οποία, όπως υποστήριζε, δικαιωματικά ανήκε στους Ισραηλίτες. PG 131.2

Παρόλο ότι ο Ιωσαφάτ σε μια στιγμή αδυναμίας υποσχέθηκε βιαστικά να συμπράξει με το βασιλιά του Ισραήλ στον πόλεμο κατά των Συρίων, όταν το σκέφθηκε καλύτερα, αποφάσισε να ζητήσει να μάθει το θέλημα του Θεού σχετικά με την ανάληψη της υποχρέωσης αυτής. “Ερώτησον σήμερον, παρακαλώ, τον λόγον του Κυρίου”, πρότεινε στον Αχαάβ. Απαντώντας ο Αχαάβ κάλεσε τετρακόσιους από τους ψευδοπροφήτες της Σαμάρειας και τους ρώτησε: “Να υπάγωμεν εις Ραμώθ-γαλαάδ διά να πολεμήσωμεν; ή να απέχω; ” Και εκείνοι αποκρίθηκαν: “Ανάβα, και θέλει παραδώσει ο Θεός αυτήν εις την χείρα του βασιλέως.” (Β ', Χρον. 18:4,5). PG 131.3

Μη ικανοποιημένος, ο Ιωσαφάτ ζήτησε να μάθει με βεβαιότητα το θέλημα του Θεού και ρώτησε: “Δεν είναι ενταύθα έτι προφήτης του Κυρίου διά να ερωτήσωμεν δι’αυτού;” Ο Αχαάβ απάντησε: “Είναι έτι άνθρωπός τις Μιχάίας, υιός του Ιεμλά, διά του οποίου δυνάμεθα να ερωτήσωμεν τον Κύριον. Πλην, μισώ αυτόν, διότι δεν προφητεύει καλόν περί εμού, αλλά κακόν.” Ο Ιωσαφάτ επέμενε στην απαίτησή του να κληθεί ο άνθρωπος του Θεού, και όταν αυτός φέρθηκε μπροστά τους και αφού τον όρκισε ο Αχαάβ να μη λέει “παρά την αλήθειαν εν ονόματι του Κυρίου”, ο Μιχαΐας είπε: “Είδον πάντα τον Ισραήλ διεσπαρμένον επί τα όρη ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα. Και είπε Κύριος, ούτοι δεν έχουσι κύριον. Ας επιστρέψωσιν έκαστος εις τον οίκον αυτού εν ειρήνη.” (Β.Χρον. 18:6, Α ', Βασ. 22:8, 16,17). PG 131.4

Τα λόγια του προφήτη έπρεπε να επαρκέσουν για να πείσουν τους βασιλείς ότι ο Ουρανός δεν ενέκρινε το σκοπό τους. Κανείς όμως από τους δύο ηγέτες δεν ήταν διατεθειμένος να δώσει προσοχή στο προάγγελμα. Ο Αχαάβ είχε προσχεδιάσει την πορεία του και ήταν αποφασισμένος να την ακολουθήσει. Ο Ιωσαφάτ είχε δώσει το λόγο της τιμής του. “Θέλομεν είσθαι μετά σου εν τω πολέμω”, και ύστερα από μια τέτοια υπόσχεση δίστασε να αποσύρει τις δυνάμεις του. “Και ανέβη ο βασιλεύς του Ισραήλ και ο Ιωσαφάτ ο βασιλεύς του Ιούδα εις Ραμώθ-γαλαάδ.” ο; (Β ', Χρον. 18:3, Α ', Βασ. 22:29). PG 132.1

Κατά τη μάχη που ακολούθησε, ο Αχαάβ πληγώθηκε από ένα βέλος και προς το δειλινό ξεψύχησε. “Περί την δύσιν του ηλίου έγεινε διακήρυξις εν τω στρατοπέδω λέγουσα, Έκαστος εις την πόλιν αυτού και έκαστος εις τον τόπον αυτού.” (Α ', Βασ. 22:36). Έτσι, εκπληρώθηκε ο λόγος του προφήτη. PG 132.2

Ο Ιωσαφάτ επέστρεψε μετά την καταστρεπτική αυτή μάχη στα Ιεροσόλυμα. Ενώ πλησίαζε στην πόλη, τον συνάντησε ο προφήτης Ιηού με την επίπληξη: PG 132.3

“Τον ασεβή βοηθείς, και τους μισούντας τον Κύριον αγαπάς; διά τούτο οργή παρά του Κυρίου είναι επί σε. Πλην ευρέθησαν εν σοι καλά πράγματα, διότι αφήρεσας τα άλση από της γης, και κατεύθυνας την καρδίαν σου εις το να εκζητής τον Θεόν.” (Β ', Χρον. 19:2,3). Τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Ιωσαφάτ πέρασαν κατά το μεγαλύτερο μέρος με την ενίσχυση της εθνικής και πνευματικής άμυνας του Ιούδα. “Ο Ιωσαφάτ . . . έπειτα εξήλθε πάλιν διά του λαού από Βηρσαβεέ έως του όρους Εφράίμ, και επέστρεψεν αυτούς προς Κύριον τον Θεόν των πατέρων αυτών.” (Β ', Χρον. 19:4). PG 132.4

Ένα από τα σπουδαιότερα μέτρα που έλαβε ο βασιλιάς, ήταν η εγκαθίδρυση και διατήρηση αποτελεσματικού συστήματος δικαιοσύνης. “Κατέστησε κριτάς εν τη γη, εν πάσαις ταις οχυραίς πόλεσι του Ιούδα, εν εκάστη πόλει.” Και με την εντολή που τους έδινε, τους συνιστούσε: PG 132.5

“Ιδέτε τί κάμνετε σεις, διότι δεν κρίνετε κρίσιν ανθρώπου, αλλά του Κυρίου, όστις είναι μεθ’υμών εν τη κρισολογία. Τώρα λοιπόν ας είναι εφ’υμάς ο φόβος του Κυρίου. Προσέχετε εις τας πράξεις σας, διότι δεν είναι αδικία παρά Κυρίω τω Θεώ ημών, ουδέ προσωποληψία, ουδέ δωροδοκία.” (Β ', Χρον. 19:5-7). PG 132.6

Το δικαστικό σύστημα είχε τελειοποιηθεί με τη σύσταση ενός Εφετείου στην Ιερουσαλήμ όπου “κατέστησεν ο Ιωσαφάτ κριτάς εκ των Λευιτών και των ιερέων και εκ των αρχηγών των πατριών του Ισραήλ, διά την κρίσιν του Κυρίου και διά τας διαφοράς.” (Β ', Χρον. 19: 8). PG 132.7

Ο βασιλιάς παρότρυνε αυτούς τους δικαστές να είναι πιστοί. Τους συνέστησε: PG 133.1

“Ούτω θέλετε κάμνει εν φόβω Κυρίου, εν πίστει, και εν καρδία τελεία. Και οποιαδήποτε διαφορά έλθη προς εσάς εκ των αδελφών σας, των κατοικούντων εν ταις πόλεσιν αυτών, αναμέσον αίματος και αίματος, αναμέσον νόμου και εντολής, διαταγμάτων και νομίμων, θέλετε νουθετεί αυτούς, διά να μη γίνωνται ένοχοι εις τον Κύριον, και έλθη οργή εφ’υμάς, και επί τους αδελφούς υμών. Ούτω κάμνετε, και δεν θέλετε γίνεσθαι ένοχοι. Και ιδού, Αμαρίας ο ιερεύς θέλει είσθαι ο αρχηγός υμών εν πάση υποθέσει του Κυρίου, και Ζεβαδίας ο υιός του Ισραήλ, ο άρχων του οίκου Ιούδα, εν πάση υποθέσει του βασιλέως, οι δε Λευίται θέλουσιν είσθαι επιστάται έμπροσθεν σας. Ανδρίζεσθε και πράττετε, και ο Κύριος θέλει είσθαι μετά του αγαθού.” (Β’ Χρον. 10:9-11). PG 133.2

Με την προσεκτική περιφρούρηση των δικαιωμάτων και ελευθεριών των υπηκόων του, ο Ιωσαφάτ τόνισε ιδιαίτερα την παροχή φροντίδας που το κάθε μέλος της ανθρώπινης οικογένειας δέχεται από το Θεό της δικαιοσύνης, ο οποίος κυβερνάει τα πάντα. “Ο Θεός ίσταται εν τη συνάξει των δυνατών, αναμέσον των θεών θέλει κρίνει.” Και σε αυτούς που έχουν ορισθεί να ενεργούν ως δικαστές υπό την εξουσία Του, εντέλλεται: “Κρίνετε τον πτωχόν και τον ορφανόν, κάμετε δικαιοσύνην εις τον τεθλιμμένον και πένητα” και “λυτρώνετε αυτόν εκ χειρός των ασεβών.” (Ψαλμ. 82:1,3,4). PG 133.3

Προς το τέλος της βασιλείας του Ιωσαφάτ, το βασίλειο του Ιούδα υπέστη εισβολή από ένα στράτευμα, η προσέγγιση του οποίου δικαιολογημένα έκανε τους κατοίκους της χώρας να τρέμουν. “Και μετά ταύτα ήλθον κατά του Ιωσαφάτ οι υιοί Μωάβ και οι υιοί Αμμών και μετ’αυτών άλλοι εκτός των Αμμωνιτών, διά να πολεμήσωσι.” Την είδηση της εισβολής αυτής τη μετέδωσε στο βασιλιά ένας αγγελιοφόρος που παρουσιάσθηκε με τα ακόλουθα τρομακτικά λόγια: “Μέγα πλήθος έρχεται εναντίον σου εκ του πέραν της θαλάσσης, εκ της Συρίας, και ιδού, είναι εν Ασασών-θαμάρ, ήτις είναι Ενγαδδί.” (Β ', Χρον. 20:1,2). PG 133.4

Ο Ιωσαφάτ ήταν άνθρωπος θαρραλέος και ανδρείος. Χρόνια ολόκληρα είχε επιδοθεί στην ενίσχυση των στρατευμάτων του και των οχυρών του πόλεων. Ήταν καλά προετοιμασμένος για να αντιμετωπίσει περίπου όλους τους εχθρούς. Στην κρίσιμη αυτή ώρα όμως δε στηρίχθηκε σε σάρκινο βραχίονα. Δε βασιζόταν στο πει-θαρχημένο στρατό του και στις οχυρωμένες πόλεις του, αλλά μπορούσε να ελπίζει μόνο με ζωντανή πίστη στο Θεό του Ισραήλ. Εκείνοςθα αποσπούσε τη νίκη από τους ειδωλολάτρες, οι οποίοι καυχησιολογούσαν για τη δύναμή τους να ταπεινώσουν τον Ιούδα στα μάτια των εθνών. PG 133.5

“Και εφοβήθη ο Ιωσαφάτ, και εδόθη εις το να εκζητή τον Κύριον, και εκήρυξε νηστείαν διά παντός του Ιούδα. Και συνήχθησαν οι άνδρες Ιούδα, διά να ζητήσωσι βοήθειαν παρά Κυρίου. Εκ πασών έτι των πόλεων Ιούδα ήλθον διά να ζητήσωσι τον Κύριον.” PG 134.1

Όρθιος στην αυλή του ναού μπροστά στο λαό, ο Ιωσαφάτ εξέχεε την ψυχή του στην προσευχή, επικαλούμενος τις υποσχέσεις του Θεού, εξομολογούμενος την αδυναμία του Ισραήλ και ικετεύοντας: PG 134.2

“Κύριε Θεέ των πατέρων ημών, δεν είσαι Συ ο Θεός ο εν τω ουρανώ; και δεν είσαι Συ ο κυριεύων επί πάντα τα βασίλεια των εθνών, και δεν είναι εν τη χειρί Σου η δύναμις και η ισχύς, και ουδείς δύναται να αντισταθή εις Σε; Δεν είσαι Συ ο Θεός ημών, ο εκδιώξας τους κατοίκους της γης ταύτης έμπροσθεν του λαού Σου Ισραήλ, και δους αυτήν εις το σπέρμα του Αβραάμ του α-γαπητού Σου εις τον αιώνα; Και κατώκησαν εν αυτή, και ωκοδόμησαν εις Σε αγιαστήριον εν αυτή διά το όνομά Σου, λέγοντες, Εάν, όταν επέλθη εφ’ημάς κακόν, ρομφαία, κρίσις, ή θανατικόν, ή πείνα, σταθώμεν έμπροσθεν του οίκου τούτου, και ενώπιον Σου, διότι το όνομά Σου είναι εν τω οίκω τούτω, και βοήσωμεν προς Σε εν τη θλίψει ημών, τότε θέλεις ακούσει και σώσει. PG 134.3

Και τώρα, ιδού οι υιοί Αμμών και Μωάβ, και οι από του όρους Σηείρ, προς τους οποίους δεν αφήκας τον Ισραήλ να υπάγη, ότε ήρχοντο εκ γης Αιγύπτου, αλλ’εξέκλιναν απ’αυτών, και δεν εξολόθρευσαν αυτούς, και ιδού πώς ανταμείβουσιν ημάς, ερχόμενοι να εκβάλωσιν ημάς από της κληρονομιάς Σου, την οποίαν έδωκας εις ημάς να κληρονομήσωμεν. Θεέ ημών, δεν θέλεις κρίνει αυτούς; διότι δεν υπάρχει εις ημάς δύναμις διά να αντισταθώμεν εις τούτο το μέγα πλήθος το οποίον έρχεται εφ’ημάς, και δεν εξεύρομεν τί να κάμωμεν, αλλ ', επί Σε είναι οι οφθαλμοί ημών.” (Β ', Χρον. 20:3-12). PG 134.4

Με την εμπιστοσύνη που είχε ο Ιωσαφάτ, μπορούσε να πει στον Κύριο, “επί Σε είναι οι οφθαλμοί ημών”. Χρόνια είχε διδάξει το λαό του να εμπιστεύονται σε Εκείνον ο οποίος στους περασμένους αιώνες είχε επέμβει τόσες πολλές φορές για να σώσει τους εκλεκτούς Του από ολοσχερή καταστροφή. Και τώρα που ο κίνδυνος απειλούσε το βασίλειο, ο Ιωσαφάτ δεν τον αντιμετώπισε μόνος του. “Ίστατο πας ο Ιούδας ενώπιον του Κυρίου με τα βρέφη αυτών, τας γυναίκας αυτών και τους υιούς αυτών.” (Β.',Χρον. 20:13). Ενωμένοι νήστεψαν και προσευχήθηκαν. Ενωμένοι παρακάλεσαν τον Κύριο να φέρει σύγχυση στους εχθρούς τους για να δοξασθεί το όνομά Του. PG 134.5

“Θεέ, μη σιωπήσης, μη σιγήσης,
Και μη ησυχάσης, Θεέ.
Διότι, ιδού, οι εχθροί Σου θορυβούσι,
Και οι μισούντες Σε ύψωσαν κεφαλήν.
Κακήν βουλήν έλαβον κατά του λαού Σου,
Και συνεβουλεύθησαν κατά των εκλεκτών Σου.
Είπον, Έλθετε και ας εξολοθρεύσωμεν αυτούς
Από του να είναι έθνος,
Και το όνομα του Ισραήλ ας μη μνημονεύηται πλέον.
Διότι εκ συμφώνου συνεβουλεύθησαν ομού,
Συνεμμάχησαν κατά Σου.
Αι σκηναί του Εδώμ, και οι Ισμαηλίται,
Ο Μωάβ και οι Αγαρηνοί,
Ο Γεβάλ, και ο Αμμών, και ο Αμαλήκ ...
Κάμε εις αυτούς ως εις τους Μαδιανίτας, ως εις τον Σισάραν,
Ως τον Ιαβείν εν τω χειμάρρω Κεισών ...
Ας καταισχυνθώσι, και ας ταραχθώσι διαπαντός,
Και ας εντραπώσι, και ας απωλεσθώσι,
Και ας γνωρίσωσιν ότι Συ, του οποίου το όνομα είναι Κύριος,
Είσαι ο μόνος Ύψιστος επί πάσαν την γην.” Ψαλμοί 83
PG 135.1

Ενώ ο λαός, ενωμένος με το βασιλιά του, ταπεινώθηκε ενώπιον του Θεού ζητώντας τη βοήθειά Του, το Πνεύμα του Κυρίου επήλθε στον Ιααζιήλ, Λευίτη “εκ των υιών Ασάφ”, και τότε αυτός είπε: PG 135.2

“Ακούσατε, πας ο Ιούδας, και οι κατοικούντες Ιερουσαλήμ, και συ βασιλεύ Ιωσαφάτ, Ούτω λέγει Κύριος προς υμάς, Μη φοβείσθε σεις, μηδέ πτοηθήτε από προσώπου τούτου του μεγάλου πλήθους, διότι η μάχη δεν είναι υμών αλλά του Θεού. Κατάβητε αύριον εναντίον αυτών. Ιδού, αναβαίνουσι διά της αναβάσεως Σις, και θέλετε ευρεί αυτούς εν τω άκρω του χειμάρρου, έμπροσθεν της ερήμου Ιερουήλ. Δεν θέλετε πολεμήσει σεις εν ταύτη τη μάχη. Παρουσιάσθητε, στήτε, και ιδέτε την μεθ’ ημών σωτηρίαν του Κυρίου, Ιούδα και Ιερουσαλήμ. Μη φοβείσθε, μηδέ πτοηθήτε. Αύριον εξέλθετε εναντίον αυτών, και ο Κύριος μεθ’υμών.” PG 135.3

“Και έκυψεν ο Ιωσαφάτ επί πρόσωπον εις την γην, και πας ο Ιούδας και οι κατοικούντες Ιερουσαλήμ έπεσον ενώπιον του Κυρίου, προσκυνούντες τον Κύριον. Και εσηκώθησαν οι Λευίται, εκ των υιών των Κααθιτών, και εκ των υιών των Κοριτών, διά να υμνήσωσι Κύριον τον Θεόν του Ισραήλ, εν φωνή υψωμένη σφόδρα.” PG 136.1

Νωρίς το πρωί σηκώθηκαν και πήγαν στην έρημο Θεκουέ. Καθώς προχωρούσαν προς τη μάχη, ο Ιωσαφάτ είπε: PG 136.2

“Ακούσατέ μου, Ιούδα και οι κατοικούντες την Ιερουσαλήμ, πιστεύσατε εις Κύριον τον Θεόν υμών, και θέλετε στερεωθή, πιστεύσατε τους προφήτας Αυτού, και θέλετε ευωδωθή.” “Και συμβουλευθείς μετά του λαού, διέταξε ψαλτωδούς διά να ψάλλωσιν εις τον Κύριον, και να υμνώσι την μεγαλοπρέπειαν της αγιότητος Αυτού.” (Β ', Χρον. 20: 14-21). PG 136.3

Οι ψαλτωδοί αυτοί βάδιζαν μπροστά από το στράτευμα και ύψωναν τις φωνές τους δοξολογώντας το Θεό για την υπόσχεση της νίκης. PG 136.4

Ήταν ένας παράξενος τρόπος να πηγαίνουν να δώσουν μάχη εναντίον του εχθρικού στρατεύματος εγκωμιάζοντας τον Κύριο με ψαλμωδίες, εξαίροντας το Θεό του Ισραήλ. Αυτό ήταν το θούριο της μάχης για αυτούς. Είχαν την ομορφιά της αγιοσύνης. Προσφέροντας περισσότερη δοξολογία στο Θεό, η ελπίδα, το θάρρος και η πίστη τους αυξάνονταν συνεχώς. Και δε θα ενίσχυε αυτό τα χέρια των γενναίων στρατιωτών των σημερινών υπερασπιστών της αλήθειας; PG 136.5

“Ο Κύριος έστησεν ενέδρας εναντίον των υιών Αμμών, Μωάβ, και των εκ του όρους Σηείρ, των ελθόντων κατά του Ιούδα, και εκτυπήθησαν. Διότι εσηκώθησαν οι υιοί Αμμών και Μωάβ κατά του όρους Σηείρ, διά να εξολοθρεύσωσι και να εξαλείψωσιν αυτούς. Και αφού συνετέλεσαν τους κατοίκους της Σηείρ, εβοήθησαν αλλήλους διά να εξολοθρευθώσι. Ελθών δε ο Ιούδας εις την σκοπιάν της ερήμου, ανέβλεψε προς το πλήθος, και ιδού, ήσαν νεκρά σώματα πεπτωκότα κατά γης, και ουδείς διεσώθη.” (Β ', Χρον. 20:22-24). PG 136.6

Ο Θεός ήταν η δύναμη του Ιούδα στην κρίσιμη εκείνη περίσταση, και Αυτός είναι η δύναμη του λαού Του σήμερα. Δεν πρέπει να έχουμε το θάρρος μας στους αρχηγούς, ούτε να βάζουμε τους ανθρώπους στη θέση του Θεού. Πρέπει να θυμούμαστε ότι οι άνθρωποι μπορεί να πέσουν έξω, ότι κάνουν λάθη και ότι Εκείνος που είναι παντοδύναμος, αποτελεί το ισχυρό, αμυντικό μας προπύργιο. Σε κάθε ανάγκη οφείλουμε να συναισθανόμαστε ότι η μάχη είναι δική Του. Οι πηγές Του δε γνωρίζουν όρια και τα φαινομενικώς ακατόρθωτα πράγματα καθιστούν τη νίκη περίλαμπρη. PG 136.7

“Σώσον ημάς, Θεέ της σωτηρίας ημών,
Και συνάγαγε ημάς, και ελευθέρωσον ημάς εκ των εθνών,
Διά να δοξολογώμεν το όνομά Σου το άγιον,
Και να καυχώμεθα εις την αίνεσίν Σου.” Α ', Χρον. 16:35
PG 137.1

Φορτωμένοι με λάφυρα, τα στρατεύματα του Ιούδα επέστρεψαν “εν ευφροσύνη, διότι εύφρανεν αυτούς ο Κύριος από των εχθρών αυτών. Και ήλθον εις Ιερουσαλήμ εν ψαλτηρίοις και κιθάραις και σάλπιγξι, προς τον οίκον του Κυρίου.” Μεγάλη ήταν η αιτία της χαράς τους. Υπακούοντας στην εντολή, “στήτε και ιδέτε την μεθ’υμών σωτηρίαν του Κυρίου ... μη φοβείσθε, μηδέ πτοηθήτε” (Β’ Χρον. 20:27,28, 17), είχαν θέσει εξολοκλήρου την εμπιστοσύνη τους στο Θεό. Και Εκείνος απέδειξε ότι ήταν το φρούριό τους και ο απελευθερωτής τους. Τότε μπορούσαν να ψάλλουν με πλήρη συναίσθηση τους εμπνευσμένους ύμνους του Δαβίδ: PG 137.2

“Ο Θεός είναι καταφυγή ημών και δύναμις,
Βοήθεια ετοιματάτη εν ταις θλίψεσι...
Καταπαύει τους πολέμους έως των περάτων της γης,
Συντρίβει τόξον, και κατακόπτει λόγχην.
Καίει αμάξας εν πυρί.
Ησυχάσατε, και γνωρίσατε ότι Εγώ είμαι ο Θεός,
Θέλω υψωθή μεταξύ των εθνών, θέλω υψωθή εν τη γη.
Ο Κύριος των δυνάμεων είναι μεθ’ημών,
Προπύργιον ημών είναι ο Θεός του Ιακώβ.”
“Κατά το όνομά Σου, Θεέ, ούτω και η αίνεσίς Σου
Είναι έως των περάτων της γης.
Η δεξιά Σου είναι πλήρης δικαιοσύνης.
Ας ευφραίνηται το όρος Σιών,
Ας αγάλλωνται αι θυγατέρες Ιούδα, διά τας κρίσεις Σου .. .
Διότι ούτος είναι ο Θεός ημών εις τον αιώνα του αιώνος.
Αυτός θέλει οδηγεί ημάς μέχρι θανάτου.” Ψαλμοί 46, 48:10,11,14
PG 137.3

Χάρη στην πίστη του Ιουδαίου ηγήτορα και του στρατού του, “επέπεσε φόβος Θεού επί πάντα τα βασίλεια των τόπων εκείνων, ότε ήκουσαν ότι ο Κύριος επολέμησεν εναντίον των εχθρών του Ισραήλ. Και ησύχασεν η βασιλεία του Ιωσαφάτ, διότι ο Θεός αυτού έδωκεν εις αυτόν ανάπαυσιν κυκλόθεν.” Β ', Χρον. 20:29,30. PG 138.1