Προφήτες και βασιλείς

13/62

ΚΕΦΆΛΑΙΟ 11—Ο ΚΑΡΜΗΛΟΣ

(Βασίζεται στο βιβλίο Α ', Βασιλέων, κεφ. 18:19-40) PG 95.1

Ενώ βρισκόταν στην παρουσία του Αχαάβ, ο Ηλίας ζήτησε να συγκεντρωθεί όλος ο λαός του Ισραήλ και οι προφήτες του Βάαλ και της Αστάρτης και να πάνε να τον συναντήσουν επάνω στο όρος Κάρμηλος. Πρόσταξε: “Απόστειλον, συνάθροισον προς εμέ πάντα τον Ισραήλ εις το όρος τον Κάρμηλον, και τους προφήτας του Βάαλ τους τετρακοσίους πεντήκοντα, και τους τετρακοσίους προφήτας των αλσών, οίτινες τρώγουσιν εις την τράπεζαν της Ιεζάβελ.” PG 95.2

Η εντολή είχε δοθεί από έναν ο οποίος φαινόταν να στέκεται στην ίδια την παρουσία του Κυρίου. Και ο Αχαάβ υπάκουσε αμέσως σαν ο προφήτης να ήταν ο μονάρχης και ο βασιλιάς να ήταν ο υποτελής. Ταχείς αγγελιοφόροι στάλθηκαν σε ολόκληρο το βασίλειο καλώντας το λαό να συναντηθεί με τον Ηλία και με τους προ-φήτες των Βααλείμ και των Ασταρώθ. PG 95.3

Σε κάθε πόλη και χωριό ο λαός ετοιμαζόταν να συγκεντρωθεί στον καθορισμένο καιρό. Ενώ οδοιπορούσαν προς τον τόπο της συνάθροισης, οι καρδιές μερικών ήταν γεμάτες από παράξενα συναισθήματα. Κάτι το ασυνήθιστο επρόκειτο να συμβεί. Ειδεμή, τι σκοπό είχε η συνάντηση αυτή στον Κάρμηλο; Ποια καινούρια συμφορά έμελλε να πέσει στο λαό και στη χώρα; PG 95.4

Πριν από την ξηρασία, το βουνό Κάρμηλος ήταν ένας τόπος ομορφιάς. Τα ποτάμια του πήγαζαν από αστείρευτες πηγές και οι εύφορες πλαγιές του καλύπτονταν από αγριολούλουδα και ανθηρά άλση. Τώρα όμως η ομορφιά του είχε μαραθεί χτυπημένη από την κατάρα. Τα θυσιαστήρια που είχαν στηθεί για τη λατρεία του Βάαλ και της Αστάρτης, παρουσιάζονταν τώρα μέσα σε άφυλλα άλση. Σε αντίθεση με αυτά, επάνω σε ένα από τα υψηλότερα κορφοβούνια βρισκόταν το γκρεμισμένο θυσιαστήριο του Κυρίου. PG 95.5

Ο Κάρμηλος δέσποζε σε ένα εκτεταμένο μέρος της χώρας. Οι κορφές του ήταν ορατές από πολλά μέρη του βασιλείου του Ισραήλ. Από πλεονεκτικά σημεία στους πρόποδες του βουνού μπορούσε κανείς να παρατηρεί ένα μεγάλο μέρος των όσων γίνονταν εκεί ψηλά. Ο Θεός είχε σημαντικά προσβληθεί από τη λατρεία των ειδώλων που γινόταν κρυμμένη μέσα στις δασωμένες βουνοπλαγιές. Και ο Ηλίας επίτηδες διάλεξε την υψηλή αυτή θέση ως το πιο ευδιάκριτο σημείο για την επίδειξη της δύναμης του Θεού και για την υπεράσπιση της τιμής του ονόματός Του. PG 96.1

Ενωρίς το πρωί της καθορισμένης ημέρας τα πλήθη του αποστατημένουλαού του Ισραήλ, με φανερή προσδοκία συγκεντρώθηκαν κοντά στην κορυφή του βουνού. Οι προφήτες της Ιεζάβελ παρέλασαν σε μια επιβλητική παράταξη. Ο βασιλιάς εμφανίσθηκε με θεαματικό μεγαλείο και κατέλαβε τη θέση του επικεφαλής των ιερέων, ενώ οι ειδωλολάτρες επευφημούσαν την παρουσία του. PG 96.2

Στην καρδιά των ιερέων όμως φώλιαζε η ανησυχία, επειδή θυμόνταν ότι με το λόγο του προφήτη η γη του Ισραήλ στερήθηκε τριάμισι χρόνια τη δροσιά και τη βροχή. Ήταν σίγουροι ότι κάποια τρομερή κρίση τούς περίμενε. Οι θεοί στους οποίους αυτοί εμπιστεύονταν, φάνηκαν ανίσχυροι να αποδείξουν τον Ηλία ως ψευ-δοπροφήτη. Τα αντικείμενα της λατρείας τους είχαν ανεξήγητα παραμείνει αδιά-φορα. PG 96.3

Τα αντικείμενα της λατρείας τους είχαν ανεξήγητα παραμείνει αδιάφορα στις απεγνωσμένες κραυγές τους, στις προσευχές τους, στα δάκρυά τους, στην ταπείνωσή τους, στις θορυβώδεις ιεροτελεστίες τους, στις δαπανηρές και ακατάπαυστες θυσίες τους. Αντικρίζοντας το βασιλιά Αχαάβ και τους ψευδοπροφήτες, και περιστοιχισμένος από τα συγκεντρωμένα πλήθη του Ισραήλ, ο Ηλίας ήταν ο μόνος παρών για να υπερασπισθεί την τιμή του Κυρίου. Εκείνος τον οποίο κατηγορούσε ολόκληρο το βασίλειο για το βάρος της δυστυχίας τους, βρισκόταν μπροστά τους, φαινομενικά ανυπεράσπιστος στην παρουσία του βασιλιά του Ισραήλ, των προφητών του Βάαλ, των ανδρών του πολέμου και των χιλιάδων του λαού γύρω του. Αλλά ο Ηλίας δεν ήταν μόνος του. Επάνω του και γύρω του βρίσκονταν τα προστατευτικά πλήθη του ουρανού, “άγγελοι υπερέχοντες εις δύναμιν”. PG 96.4

Χωρίς καμιά συστολή, ατρόμητος, ο προφήτης στεκόταν μπροστά στο πλήθος, έχοντας πλήρη συναίσθηση της αποστολής του στο να εκτελέσει τη θεϊκή προσταγή. Το πρόσωπό του φωτιζόταν από μια σοβαρότητα που προξενούσε δέος. Με αγωνιώδη προσδοκία ο λαός τον περίμενε να μιλήσει. Κοιτάζοντας πρώτα στο γκρεμισμένο θυσιαστήριο και μετά στα πλήθη, ο Ηλίας φώναξε δυνατά σαν να ηχούσε σάλπιγγα: PG 96.5

“Έως πότε χωλαίνετε μεταξύ δύο φρονημάτων; Εάν ο Κύριος ήναι Θεός, ακολουθείτε Αυτόν. Αλλ’εάν ο Βάαλ, ακολουθείτε τούτον.” PG 97.1

Ο λαός δεν αποκρίθηκε ούτε ένα λόγο. Ούτε ένας από την αχανή εκείνη σύναξη τόλμησε να φανερώσει την αφοσίωσή του στο Θεό. Σαν μαύρο σύννεφο η εξαπάτηση και η τύφλωση είχαν απλωθεί επάνω στον λαό του Ισραήλ. Η ολέθρια αυτή αποστασία δεν τους είχε καταλάβει απότομα, αλλά βαθμηδόν, καθώς κατά διαστήματα αμέλησαν να δίνουν προσοχή στα προειδοποιητικά και επιτιμητικά λόγια που τους έστελνε ο Κύριος. Κάθε απομάκρυνση από το ορθό, κάθε άρνηση για μετάνοια αύξανε την ενοχή τους και τους απομάκρυνε περισσότερο από τον ουρανό. Και τώρα, στην κρίσιμη αυτή στιγμή, εξακολουθούσαν να αρνούνται να πάρουν το μέρος του Θεού. PG 97.2

Ο Κύριος απεχθάνεται την αδιαφορία και την έλλειψη νομιμοφροσύνης σε μια κρίσιμη στιγμή του έργου Του. Ολόκληρο το σύμπαν παρακολουθεί με ανείπωτο ενδιαφέρον τις τελευταίες σκηνές της μεγάλης διαμάχης μεταξύ καλού και κακού. Ο λαός του Θεού προσεγγίζει τα σύνορα του αιώνιου κόσμου. Τι είναι εκείνο που μπορεί να τους ενδιαφέρει περισσότερο από του να φανούν νομιμόφρονες στο Θεό του ουρανού; PG 97.3

Στο διάβα των αιώνων ο Θεός είχε πάντοτε τους ήρωες της ηθικής, και τους έχει ακόμηκαι σήμερα. Μερικοί εξ’ αυτών όπως ο Ιωσήφ, ο Ηλίας, ο Δανιήλ δεν ντρέπονται να ομολογήσουν ότι είναι ο ιδιαίτερος λαός Του. Η ευλογία Του συνοδεύει τους κόπους ενεργητικών ανθρώπων, ανθρώπων που δεν παρεκκλίνουν από την ευθυγράμμιση του καθήκοντος, αλλά που με θεϊκή δραστηριότητα ρωτούν: “Τίς είναι με το μέρος του Κυρίου;” (Έξ. 32:26), ανθρώπους που δε σταματούν απλώς στην ερώτηση, αλλά απαιτούν από εκείνους οι οποίοι προτιμούν να συνταυτισθούν με το λαό του Θεού, να παρουσιασθούν και να φανερώσουν απροκάλυπτα την αφοσίωσή τους στο Βασιλέα των βασιλέων και στον Κύριο των κυρίων. Αυτοί οι άνθρωποι υποτάσσουν το θέλημά τους και τα σχέδιά τους στο νόμο του Θεού. Με την αγάπη που έχουν για Αυτόν, δε θεωρούν τη ζωή τους πολύτιμη για τον εαυτό τους. Το έργο τους είναι να παραλάβουν το φως από το Λόγο του Θεού και να το κάνουν να λάμψει στον κόσμο με καθαρές, σταθερές ακτίνες. Η αφοσίωση στο Θεό είναι το έμβλημα τους. PG 97.4

Καθώς ο Ισραήλ στον Κάρμηλο αμφέβαλλε και δίσταζε, η φωνή του Ηλία έσπασε πάλι τη σιωπή: PG 98.1

“Εγώ μόνος έμεινα προφήτης του Κυρίου, οι δε προφήται του Βάαλ είναι τετρακόσιοι πεντήκοντα άνδρες. Ας δώσωσι λοιπόν εις ημάς δύο μόσχους, και ας εκλέξωσι τον ένα μόσχον δι’εαυτούς, και ας διαμελίσωσιν αυτόν, και ας επιθέσωσιν αυτόν επί των ξύλων, και πυρ ας μη βάλωσι. Και εγώ θέλω ετοιμάσει τον άλλον μόσχον, και επιθέσει επί των ξύλων, και πυρ δεν θέλω βάλει. Και επικαλέσθητε το όνομα των θεών σας, και εγώ θέλω επικαλεσθή το όνομα του Κυρίου, και ο Θεός, όστις εισακούση διά πυρός, ούτος ας ήναι ο Θεός.” PG 98.2

Η πρόταση του Ηλία ήταν τόσο λογική, ώστε ο λαός δεν μπορούσε να την αποφύγει, και βρήκε το θάρρος να απαντήσει: “Καλός ο λόγος.” Οι προφήτες του Βάαλ δεν τόλμησαν να διαφωνήσουν, και ο Ηλίας τους πρόσταξε: “Εκλέξατε εις εαυτούς τον ένα μόσχον, και ετοιμάσατε αυτόν πρώτοι, διότι είσθε πολλοί. Και επικαλέσθητε το όνομα των θεών σας, πυρ όμως μη βάλητε.” PG 98.3

Με εμφανή θρασύτητα και περιφρόνηση, αλλά και με φόβο στις ένοχες καρδιές τους, οι ψευδοπροφήτες ετοιμάζουν το θυσιαστήριό τους, στοιβάζοντας επάνω του τα ξύλα και το θύμα της θυσίας. Και τότε αρχίζουν τα μαγικά τους ψαλτήρια. Οι στριγγλές φωνές τους ηχούν και αντηχούν μέσα στα δάση και στα γύρω υψώματα, ενώ επικαλούνται το όνομα του θεού τους λέγοντας: “Επάκουσον ημών, Βάαλ.” Οι ιερείς συγκεντρώνονται γύρω από το θυσιαστήριό τους και με πηδήματα, στριφογυρίσματα, τσιρίγματα, ξεμαλλιάσματα και πετσοκόμματα εκλιπαρούν το θεό τους να τους ακούσει. PG 98.4

Περνάει το πρωινό, φθάνει το μεσημέρι χωρίς κανένα να φανεί σημάδι ότι ο Βάαλ άκουγε τις κραυγές των εξαπατημένων οπαδών του. Ούτε φωνή, ούτε ακρόαση στις φρενήρεις ικεσίες τους. Το θύμα παραμένει άθικτο από τη φωτιά. PG 98.5

Ενώ συνεχίζουν τη λυσσαλέα ευλάβειά τους, οι πανούργοι ιερείς προσπαθούν διαρκώς να μηχανευθούν κάποιο μέσο με το οποίο να ανάψουν φωτιά επάνω στο θυσιαστήριο και να κάνουν το λαό να πιστέψει ότι η φωτιά προήλθε κατευθείαν από το Βάαλ. Ο Ηλίας όμως παρακολουθούσε την κάθε τους κίνηση, και οι ιερείς “ελπίζοντες παρά πάσαν ελπίδα” για κάποια ευκαιρία να εξαπατήσουν, εξακολουθούσαν να επιδίδονται στις ανόητες τελετές τους. “Και περί την μεσημβρίαν ο Ηλίας μυκτηρίζων αυτούς έλεγε, Επικαλείσθε μετά φωνής μεγάλης, διότι θεός είναι. Ή συνομιλεί, η ασχολείται, ή είναι εις οδοιπορίαν, ή ίσως κοιμάται, και θέλει εξυπνήσει. Και επεκαλούντο μετά φωνής μεγάλης, και κατετέμνοντο κατά την συνήθειαν αυτών με μαχαίρας και με λόγχας, εωσού αίμα εξεχύθη επ’αυτούς. Και αφού παρήλθεν η μεσημβρία, και αυτοί προεφήτευον μέχρι της ώρας της προσφοράς, και ουκ ήν φωνή, και ουκ ήν ακρόασις, και ουκ ήν προσοχή.” Ευχαρίστως θα ερχόταν ο Σατανάς σε βοήθεια αυτών που είχε εξαπατήσει και που έμεναν αφοσιωμένοι στην υπηρεσία του. Ευχαρίστως θα είχε στείλει κεραυνό για να καταναλώσει τη θυσία τους. Ο Κύριος όμως είχε θέσει όρια στο Σατανά, είχε συγκροτήσει τη δύναμή του και κανένα από τα επινοήματά του δεν μπορούσε να προξενήσει μια σπίθα στο θυσιαστήριο του Βάαλ. PG 98.6

Τέλος, με φωνές βραχνές από τα ξεφωνήματα και με τα ρούχα αιματοβαμμένα από τις αυτοεπιβαλλόμενες πληγές, οι ιερείς είναι ικανοί για όλα. Με αμείωτη φρενίτιδα σμίγουν στα παρακάλια τους φοβερές κατάρες του θεού του ηλίου και ο Ηλίας εξακολουθεί να παρακολουθεί προσεκτικά, επειδή ξέρει πως αν με κάποιο τέχνασμα οι ιερείς κατόρθωναν να ανάψουν τη φωτιά στο θυσιαστήριό τους, στη στιγμή θα τον έκαναν κομμάτια. PG 99.1

Το βράδυ πλησιάζει. Οι προφήτες του Βάαλ είναι αποκαμωμένοι, ζαλισμένοι, συγχυσμένοι. Ο ένας προτείνει κάτι, ο άλλος κάτι άλλο μέχρι που τελικά σταμάτησαν τις προσπάθειές τους. Οι κραυγές και οι κατάρες δεν αντηχούσαν πια στον Κάρμηλο. Απελπισμένοι, αποσύρθηκαν από τον αγώνα. PG 99.2

Ολόκληρη την ημέρα ο λαός παρακολουθούσε τις επιδείξεις των διαψευσμένων ιερέων. Παρατηρούσαν τα άγρια πηδήματά τους γύρω από το βωμό σαν να προσπαθούσαν να αρπάξουν τις καυτερές ακτίνες του ηλίου για να εκπληρώσουν το σκοπό τους. Έβλεπαν με τρόμο τις φοβερές παραμορφώσεις που είχαν προξε-νήσει στα σώματά τους οι ιερείς, και είχαν την ευκαιρία να συλλογισθούν τις τρέλες της ειδωλολατρίας. Πολλοί ανάμεσα στο πλήθος είχαν εξαντλήσει την υπομονή τους παρακολουθώντας τις επιδείξεις της δαιμονοπιστίας και περίμεναν τώρα με βαθύτατο ενδιαφέρον τις κινήσεις του Ηλία. PG 99.3

Είχε φθάσει η ώρα της εσπερινής λατρείας και ο Ηλίας προστάζει το λαό: “Πλησιάσετε προς εμέ.” Καθώς εκείνοι πλησιάζουν τρέμοντας, αυτός στρέφεται στο γκρεμισμένο θυσιαστήριο όπου κάποτε οι άνθρωποι λάτρευαν το Θεό του ουρανού και το επιδιορθώνει. Για αυτόν ο σωρός εκείνος των ερειπίων ήταν πολυτιμότερος από όλους τους μεγαλόπρεπους βωμούς του ειδωλολατρικού κόσμου. PG 99.4

Με την αναστήλωση του παλιού αυτού θυσιαστηρίου, ο Ηλίας έδειξε την ευλάβειά του για τη διαθήκη που ο Κύριος είχε κάνει με τον λαό του Ισραήλ όταν πέρασαν τον Ιορδάνη και έμπαιναν στη Γη της Ε-παγγελίας. Διαλέγοντας “δώδεκα λίθους, κατά τον αριθμό των φυλών των υιών Ιακώβ, . . . ωκοδόμησε τους λίθους θυσιαστήριον εις το όνομα του Κυρίου.” PG 99.5

Οι απογοητευμένοι ιερείς του Βάαλ, αποκαμωμένοι από τις μάταιες προσπάθειές τους, περιμένουν να δουν τι θα κάνει ο Ηλίας. Μισούν τον προφήτη επειδή πρότεινε μια δοκιμή η οποία εξέθετε την αδυναμία και την ανικανότητα των θεών τους. Φοβούνται όμως και τη δύναμή του. Ο λαός, φοβισμένος και αυτός και προσδοκώντας με κομμένη την ανάσα, παρατηρεί τις εξελίξεις, ενώ ο Ηλίας συνεχίζει τις προετοιμασίες του. Οι ήρεμες κινήσεις του προφήτη έρχονται σε ζωηρή αντίθεση με το φανατικό, βλακώδη παροξυσμό των οπαδών του Βάαλ. PG 100.1

Όταν ολοκληρώθηκε το θυσιαστήριο, ο προφήτης σκάβει ένα χαντάκι γύρω από αυτό, και αφού στοιβάζει κανονικά τα ξύλα και ετοιμάζει το μοσχάρι, τοποθετεί το θύμα επάνω στο θυσιαστήριο και προστάζει το λαό να καταβρέξει τη θυσία και το θυσιαστήριο με νερό. PG 100.2

“Και είπε, Γεμίσατε ύδατος τέσσαρας υδρίας, και χύσετε επί το αυλάκωμα και επί τα ξύλα. Και είπε, Δευτερώσατε, και εδευτέρωσαν. Και είπε, Τριτώσατε, και ετρίτωσαν. Και περιέτρεχε το ύδωρ πέριξ του θυσιαστηρίου. Και η αύλαξ έτι εγέμισεν ύδατος.” PG 100.3

Υπενθυμίζοντας στο λαό τη συνεχιζόμενη για χρόνια αποστασία η οποία προκάλεσε το θυμό του Κυρίου, ο Ηλίας τους καλεί να ταπεινώσουν τις καρδιές τους και να επιστρέφουν στο Θεό των πατέρων τους για να σηκωθεί η πληγή από τη χώρα του Ισραήλ. Κατόπιν, υποκλινόμενος με ευλάβεια μπροστά στον αόρατο Θεό, υψώνει τα χέρια προς τον ουρανό και προφέρει μια απλή προσευχή. Οι ιερείς του Βάαλ φωνασκούσαν, άφριζαν, πηδούσαν από το πρωί μέχρι αργά το απόγευμα. PG 100.4

Όταν όμως ο Ηλίας προσευχήθηκε, δεν ακούσθηκαν ανόητες φωνασκίες στην κορυφή του Καρμήλου. Προσευχήθηκε γνωρίζοντας ότι ο Θεός ήταν εκεί, μάρτυρας της σκηνής, ακροατής της έκκλησής του. Οι προφήτες του Βάαλ είχαν προσευχηθεί άγρια, ασυνάρτητα. Ο Ηλίας προσεύχεται απλά και ένθερμα ζητώντας από το Θεό να δείξει την υπεροχή Του ως προς το Βάαλ για να οδηγηθεί ο Ισραήλ να επιστρέφει σε Αυτόν. PG 100.5

Ο προφήτης ικετεύει: PG 100.6

“Θεέ του Αβραάμ, του Ισαάκ, και του Ισραήλ, ας γείνη γνωστόν σήμερον, ότι Συ είσαι Θεός εν τω Ισραήλ, και εγώ δούλος Σου, και κατά τον λόγον Σου έκαμα πάντα ταύτα τα πράγματα. Επάκουσόν μου, Κύριε, επάκουσόν μου, διά να γνωρίση ο λαός ούτος ότι Συ Κύριος είσαι ο Θεός, και Συ επέστρεψας την καρδίαν αυτών οπίσω. ” PG 100.7

Μια ιεροπρεπή σιγή απλώνεται επάνω σε όλους. Οι ιερείς του Βάαλ τρέμουν από φόβο. Συναισθανόμενοι την ενοχή τους, περιμένουν την άμεση απονομή δικαιοσύνης. PG 101.1

Μόλις τελείωσε η προσευχή του Ηλία, φλόγες φωτιάς, φωτεινές σαν αστραπή, κατέβηκαν από τον ουρανό στο επιδιορθωμένο θυσιαστήριο καταναλίσκοντας τη θυσία, γλείφοντας το νερό της αυλακιάς, καίγοντας ακόμη και τις πέτρες του βωμού! Η λάμψη της φλόγας φωτίζει το βουνό και θαμπώνει τα μάτια του πλήθους. Κάτω στην πεδιάδα, όπου πολλοί παρακολουθούν με εναγώνια προσμονή τις κινήσεις αυτών πού βρίσκονται επάνω, η κάθοδος της φωτιάς είναι πανοραμική και όλοι την βλέπουν και την θαυμάζουν. Μοιάζει με το στύλο της φωτιάς που στην Ερυθρά θάλασσα χώρισε το λαό Ισραήλ από τα αιγυπτιακά στρατεύματα. PG 101.2

Στο βουνό ο λαός με δέος πέφτει μπρούμυτα μπροστά στον αόρατο Θεό. Δεν τολμούν να ξανακοιτάξουν την ουρανόσταλτη φωτιά. Φοβούνται μήπως και αυτοί οι ίδιοι καταναλωθούν. Και έχοντας καταλάβει το καθήκον τους να αναγνωρίσουν το Θεό του Ηλία ως Θεό των πατέρων τους, στον οποίο οφείλουν υποταγή, ανα-φωνούν όλοι μαζί: “Ο Κύριος Αυτός είναι ο Θεός. Ο Κύριος, Αυτός είναι ο Θεός.” Με καταπληκτική ευκρίνεια η φωνή αντηχεί επάνω στο βουνό και αντιλαλεί κάτω στην πεδιάδα. PG 101.3

Επιτέλους ολαός του Ισραήλ αφυπνίζεται και βγαίνειαπό την πλάνη, μετανοημένος. Επιτέλους ο λαός βλέπει πόσο τρομερά είχαν προσβάλει την υπόληψη του Θεού. Η φύση της λατρείας του Βάαλ, συγκρινόμενη με τη λογική υπηρεσία που απαιτείται από τον αληθινό Θεό, αποκαλύπτεται στην ολότητά της. Ο λαός αναγνωρίζει τη δικαιοσύνη και την ευσπλαχνία του Θεού στο να κατακρατήσει τη δροσιά και τη βροχή μέχρι να συνέλθουν και να ομολογήσουν το όνομά Του. Τώρα είναι έτοιμοι να παραδεχθούν ότι ο Θεός του Ηλία είναι ανώτερος από όλα τα είδωλα. PG 101.4

Οι ιερείς του Βάαλ παρακολουθούν αμήχανοι τη θαυμάσια αποκάλυψη της δύναμης του Κυρίου. Αλλά και μέσα στη συντριβή τους ακόμη και στην παρουσία της θείας δόξας, αρνήθηκαν να μετανοήσουν για τις κακές πράξεις τους. Ήταν αποφασισμένοι να παραμείνουν οι προφήτες του Βάαλ, και με αυτό απέδειξαν ότι είχαν ωριμάσει για την καταστροφή. Προκειμένου να προστατευθεί ο μεταμελημένος λαός του Ισραήλ από αυτούς οι οποίοι του είχαν διδάξει τη λατρεία του Βάαλ, ο Ηλίας πήρε οδηγία από το Θεό να καταστρέψει αυτούς τους ψεύτικους διδασκάλους. Η οργή του λαού ήδη είχε ξεσηκωθεί εναντίον των αρχηγών της παράβασης. Και όταν ο Ηλίας δίνει την προσταγή, “πιάσατε τους προφήτας του Βάαλ, μηδείς εξ αυτών ας μη διασωθή”, αυτοί είναι έτοιμοι να υπακούσουν. Συλλαμβάνουν τους προφήτες και τους κατεβάζουν στο χείμαρρο Κεισών και εκεί, προς το τέλος της ημέρας που σημείωσε την αρχή μιας αποφασιστικής μεταρρύθμισης έσφαξαν τους υπηρέτες του Βάαλ. Σε κανένα τους δε χαρίσθηκε η ζωή. PG 101.5