Η Μεγάλη Διαμάχη Μέρος Πρώτο
Κεφάλαιο 3: Απορριπτοντασ το λογο του θεου
Στη δεύτερη επιστολή του προς τους Θεσσαλονικείς, ο απόστολος Παύλος προείπε μιά μεγάλη αποστασία που θα είχε σαν αποτέλεσμα την εγκαθίδρυση της παπικής εξουσίας. Δήλωσε ότι η ημέρα του Κυρίου δε θα έρχονταν αν δεν “έλθη πρώτον η αποστασία και αποκαλυφθή ο άνθρωπος της αμαρτίας, ο υιός της απώλειας, ο αντικείμενος και υπεραιρόμενος εναντίον εις πάντα λεγόμενον Θεόν ή σέβασμα, ώστε να καθήση εις τον ναόν του Θεού ως Θεός, αποδεικνύων εαυτόν ότι είναι Θεός.” Στη συνέχεια ο απόστολος προειδοποιούσε τους αδελφούς του ότι “το μυστήριον της ανομίας ήδη ενεργείται.” (Β’ Θεσ. 2:3-4,7.) Από τότε ακόμη, στις μέρες του, έβλεπε να γλιστρούν ύπουλα μέσα στην εκκλησία πλάνες που έμελλαν να προλειάνουν το δρόμο για την έξέλιξη της παπωσύνης. ΜΔ1 36.1
Σιγά-σιγά, σιωπηλά και ύπουλα στην αρχή, αλλ’ απροκάλυπτα αργότερα, όπως αύξανε σε δύναμη και κυριαρχούσε στη σκέψη των ανθρώπων, “το μυστήριον της ανομίας” προχωρούσε με την εξαπατηστική και βέβηλη δράση του. Απαρατήρητα σχεδόν οι ειδωλολατρικές συνήθειες εισχώρησαν μέσα στη Χριστιανική εκκλησία. Η τάση του συμβιβασμού και των υποχωρήσεων είχε για ένα διάστημα αναχαιτισθεί από την αγριότητα των διωγμών που υπέστη η εκκλησία από μέρους του παγανισμού. Μόλις όμως έπαψε ο κατατρεγμός και ο Χριστιανισμός έκανε την είσοδό του μέσα σε βασιλικά παλάτια και αυλές, η εκκλησία αντάλλαξε την ταπεινή του Χριστού και των αποστόλων Του σεμνότητα με την περήφανη των ειδωλολατρικών πολιτικών και θρησκευτικών αρχηγών επιδεικτικότητα. Και στη θέση των θεϊκών απαιτήσεων μπήκαν οι ανθρώπινες θεωρίες και οι παραδόσεις. Η μεταστροφή του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου στο Χριστιανισμό στις αρχές του τέταρτου αιώνα, προκάλεσε μεγάλη αγαλλίαση, και κάτω από το προσωπείο της ευσέβειας, το κοσμικό πνεύμα έμπαινε μέσα στην εκκλησία. Από την εποχή αυτή το διαβρωτικό έργο άρχισε να σημειώνει καταπληκτική πρόοδο. Δίνοντας την εντύπωση του νικημένου, ο παγανισμός βγήκε στο τέλος νικητής. Το πνεύμα του κατέκτησε την εκκλησία και τα δογματικά, λειτουργικά και δεισιδαιμονικά συστήματά του ενσωματώθηκαν στην πίστη και στη λατρεία των καλουμένων οπαδών του Χριστού. ΜΔ1 36.2
Αυτός ο συμβιβασμός μεταξύ ειδωλολατρείας και Χριστιανισμού είχε σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση του “ανθρώπου της αμαρτίας” που σύμφωνα με την προφητεία, θ’αντιτίθονταν και θα εξυψώνονταν πάρα πάνω από το Θεό. Το γιγαντιαίο αυτό ψευδοθρησκευτικό σύστημα είναι ένα αριστούργημα σατανικής επινόησης—ένα στημένο μνημείο των προσπαθειών του διαβόλου—για να ενθρονισθεί και να διοικεί τον κόσμο σύμφωνα με το θέλημά του. ΜΔ1 37.1
Κάποτε ο Σατανάς προσπάθησε να πείσει το Χριστό, να έρθει σε συμβιβασμό μαζύ του. Παρουσιάσθηκε στον Υιό του Θεού στην έρημο του πειρασμού και, δείχνοντάς Του όλα τα βασίλεια του κόσμου και τη δόξα τους, προσφέρθηκε να Του τα παραχωρήσει όλα, φθάνει Εκείνος να συγκατατίθονταν να αναγνωρίσει την υπεροχή του άρχοντα του σκότους. Ο Χριστός επέπληξε τον αυθάδη πειραστή και τον ανάγκασε να απομακρυνθεί. Παρουσιάζοντας όμως τους ίδιους πειρασμούς στον άνθρωπο, ο Σατανάς σημειώνει μεγαλύτερη επιτυχία. Προκειμένου να εξασφαλίσει για τον εαυτό της τα πλούτη και τις τιμές του κόσμου, η εκκλησία αναζήτησε την εύνοια και την υποστήριξη των μεγάλων της γής. Απορρίπτοντας με αυτή τη στάση το Χριστό, παρασύρθηκε να συμμαχήσει με τον αντιπρόσωπο του “άρχοντα του σκότους,” τον επίσκοπο της Ρώμης. ΜΔ1 37.2
Ένα από τα σπουδαιότερα δόγματα του Ρωμαιοκαθολικισμού διδάσκει ότι ο πάπας είναι η ορατή κεφαλή της παγκόσμιας εκκλησίας του Χριστού και ότι έχει το προνόμιο της απόλυτης υπεροχής πάνω απ’ όλους τους επισκόπους και ποιμένες του κόσμου. Επί πλέον στον πάπα απονεμήθηκαν και οι τίτλοι αυτής της ίδιας της Θεότητας. Έλαβε τον τίτλο “Κύριος ο πάπας ο Θεός” και ανακηρύχθηκε αλάθητος, απαιτώντας την απονομή σεβασμού από μέρους όλων των ανθρώπων. Τη λατρεία που ο Σατανάς αξίωσε από το Χριστό στην έρημο του πειρασμού, εξακολουθεί και σήμερα να απαιτεί μέσο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, και απειράριθμα πλήθη είναι πρόθυμα να του την προσφέρουν. ΜΔ1 37.3
Όσοι όμως φοβούνται και σέβονται το Θεό, αντιμετωπίζουν τη φανερή αυτή πρόκληση κατά του ουρανού με τον ίδιο τρόπο που ο Χριστός αντέκρουσε τις αξιώσεις του πανούργου εχθρού όταν του είπε: “Θέλεις προσκυνήσει Κύριον τον Θεόν σου και Αυτόν μόνον θέλεις λατρέυσει.” (Λουκ. 4:8.) Πουθενά δεν γίνεται νύξη μέσα στο λόγο Του ότι ο Θεός προσδιόρισε οποιονδήποτε άνθρωπο κεφαλή της εκκλησίας. Το δόγμα της παπικής υπεροχής αντιτίθεται κατά διάμετρο στη γραφική διδαχή. Καμία εξουσία δεν έχει ο πάπας πάνω στην εκκλησία του Χριστού παρά μόνο με την υπεξαίρεση. ΜΔ1 38.1
Οι Καθολικοί επιμένουν να κατηγορούν τους Διαμαρτυρομένους για αίρεση και οικειοθελή αποσκίρτηση από την πραγματική εκκλησία. Αλλ’ οι κατηγορίες αυτές ταιριάζουν μάλλον σ’ αυτούς τους ίδιους. Αυτοί είναι που υποβίβασαν το λάβαρο του Χριστού και απομακρύνθηκαν από “την πίστιν ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.” (Ιουδ. 3.) ΜΔ1 38.2
Ο Σατανάς ήξερε πολύ καλά πως οι ‘Αγιες Γραφές καθιστούν τους ανθρώπους ικανούς να ανακαλύψουν τις απατηλές μεθοδείες του και να αντισταθούν στη δύναμή του. Και αυτός ακόμη ο Σωτήρας του κόσμου το λόγο του Θεού χρησιμοποίησε για να αντικρούσει τις επιθέσεις του. Κάθε επίθεσή του ο Χριστός την αντέκρουσε με την ασπίδα της αιώνιας αλήθειας, λέγοντας: “Είναι γεγραμμένον.” Σε κάθε πρόταση του αντιπάλου, αντέτασσε τη σοφία και τη δύναμη του λόγου. Ο μόνος τρόπος για να κατορθώσει ο διάβολος να επιβληθεί στις καρδιές των ανθρώπων και να επιτύχει την εγκαθίδρυση του παπικού υπεξαιρεστή, ήταν να κρατήσει τους ανθρώπους στην άγνοια των Γραφών. Αφού η Γραφή εξυψώνει το Θεό, και τοποθετεί τους θνητούς ανθρώπους στην πραγματική τους θέση, οι ιερές αλήθειες της έπρεπε να μείνουν κρυμμένες και ακυκλοφόρητες. Αυτή ακριβώς τη λογική υιοθέτησε η Καθολική εκκλησία. Για εκατοντάδες χρόνια η κυκλοφορία της Βίβλου είχε απαγορευθεί. Ο λαός δεν είχε το δικαίωμα ούτε να τη μελετάει, ούτε να την έχει στην κατοχή του. Ανώτεροι ή κατώτεροι χωρίς ήθος και χαρακτήρα κληρικοί, ερμήνευαν τα διδάγματά της όπως τους συνέφερε. Έτσι έφθασε ο πάπας στό σημείο να αποκτήσει διεθνή σχεδόν αναγνώριση σαν αντιπρόσωπος του Θεού στη γή, εξουσιοδοτημένος με την ανώτατη θρησκευτικοπολιτική εξουσία. ΜΔ1 38.3
Οταν το βιβλίο αυτό—ο μοναδικός της πλάνης ανιχνευτής—εξέλιπε, ο Σατανάς επεδόθηκε στο έργο του όπως ακριβώς ήθελε. Η προφητεία ανέφερε ότι ο παπισμός “θέλει διανοηθεί να μεταβάλη καιρούς και νόμους.” (Δαν. 7:25.) Αυτό το πρόγραμμα το ανέλαβε χωρίς καμιά χρονοτριβή. Προσφέροντας στους ειδωλολάτρες προσήλυτους μια λύση που να αντικαθιστά τη λατρεία των ειδώλων, για να διευκολύνει την από μέρους τους αποδοχή της Χριστιανικής θρησκείας, η προσκύνηση των εικόνων και των ιερών λειψάνων καθιερώθηκε βαθμηδόν στη Χριστιανική λατρεία. Τελικά η απόφαση μιας ιερής συνόδου θέσπισε το σύστημα της εικονολατρείας. Και για να ολοκληρωθεί το ανοσιούργημα, η Ρώμη πήρε τη μεγάλη τόλμη να αφαιρέσει από το νόμο του Θεού, τη δεύτερη εντολή που απαγορεύει την εικονολατρεία, και διαίρεσε επίσης τη δεκάτη εντολή σε δύο, για να διατηρηθεί ο ακριβής αριθμός του δεκαλόγου. ΜΔ1 38.4
Το πνεύμα των παραχωρήσεων στο βωμό της ειδωλολατρείας άνοιξε το δρόμο για μια καινούργια περιφρόνηση της θεϊκής εξουσίας. Συνεργαζόμενος με τους ανόσιους εκκλησιαστικούς αρχηγούς, ο Σατανάς επετέθηκε επίσης και εναντίον της τετάρτης εντολής, και παραμερίζοντας το αρχικό Σάββατο, την αγιασμένη και ευλογημένη του Θεού ημέρα, (Γεν. 2:2-3.) θέσπισε στη θέση της την τήρηση “της σεβαστής ημέρας του ηλίου,” την καθιερωμένη ειδωλολατρική γιορτή. Στην αρχή η αλλαγή αυτή δεν εφαρμόσθηκε στα φανερά. Τους πρώτους αιώνες όλοι γενικά οι Χριστιανοί τηρούσαν το πραγματικό Σάββατο. Ζηλωτές της δόξας του Θεού και πιστεύοντες στο αμετάβλητο του νόμου Του, οι Χριστιανοί των πρώτων αιώνων τηρούσαν με μεγάλη ευλάβεια τα ιερά του προστάγματα. Χρησιμοποιώντας όλη του τη μαεστρία, ο Σατανάς εργάσθηκε μέσο των πρακτόρων του για την επιτυχία του σκοπού του. Προκειμένου να στρέψει την προσοχή του κόσμου στην πρώτη μέρα της εβδομάδας, τη μετέτρεψε σε τελετή πρός τιμή της ανάστασης του Χριστού. Αν και ορισμένα θρησκευτικά καθήκοντα εκτελούνταν την ημέρα αυτή, βασικά όμως θεωρείτο ημέρα αναψυχής. Το Σάββατο εξακολουθούσε να τηρείται ιερό. ΜΔ1 39.1
Ακόμη και πρίν από τη γέννηση του Χριστού, προκειμένου να προετοιμάσει το έδαφος για τον επιδιωκόμενο σκοπό του, ο Διάβολος είχε επηρεάσει τους Ιουδαίους να επιβαρύνουν το Σάββατο με τα πιό δυσβάστακτα καθήκοντα μεταβάλλοντας την τήρησή του σ’ ένα οχληρό φορτίο. Εκμεταλλευόμενος τώρα το φορτικό χαρακτήρα που ο ίδιος του είχε δώσει, πρόσθετε ακόμη και την περιφρονητική κατηγορία ότι αυτό ήταν ένα θέσπισμα Ιουδαϊκό. Ενώ οι Χριστιανοί θεωρούσαν γενικά την Κυριακή σαν χαρμόσυνη γιορτή, τους ενέπνευσε να κάνουν το Σάββατο ημέρα νηστείας, θλίψης και κατήφειας με σκοπό να δείξουν την περιφρόνηση τους προς τους Εβραίους. ΜΔ1 39.2
Στην αρχή του τετάρτου αιώνα, με ένα διάταγμά του ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος θέσπισε την Κυριακή σα δημόσια πανήγυρη σε ολόκληρη τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Μ’ αυτό τον τρόπο η “ημέρα του ηλίου” λατρεύονταν από τους ειδωλολάτρες υπηκόους του και παράλληλα τιμώταν και από τους Χριστιανούς. Η πολιτική του αυτοκράτορα απέβλεπε στο να συμφιλιώσει τα αντικρουόμενα συμφέροντα των ειδωλολατρικών και χριστιανικών παρατάξεων. Στην απόφασή του αυτή παρακινήθηκε από τους επισκόπους της εκκλησίας οι οποίοι εμφορούμενοι από φιλόδοξα και μεγαλομανή σχέδια, έκριναν ότι αν η ίδια ημέρα αργίας τηρείτο τόσο από τους Χριστιανούς όσο και από τους ειδωλολάτρες, αυτό θα επετάχυνε το νόμιμο εκχριστιανισμό των τελευταίων. Και έτσι θα μεγάλωνε η αίγλη και η δύναμη της εκκλησίας. Παρόλα αυτά, αν και πολλοί θεοφοβούμενοι Χριστιανοί κατέληξαν βαθμηδόν να θεωρούν την Κυριακή ημέρα αγίας μέχρι ενός ορισμένου σημείου, εξακολουθούσαν όμως συνάμα να φυλάγουν ακόμη το πραγματικό Σάββατο, σύμφωνα με την τετάρτη εντολή. ΜΔ1 40.1
Ο αρχηγός της πλάνης δεν είχε ακόμη αποτελειώσει το έργο του. Ήταν αποφασισμένος να συγκεντρώσει ολόκληρο το Χριστιανικό κόσμο κάτω από το λάβαρό του και να ασκήσει την επιρροή του μέσο του εκπροσώπου του, του αλλαζονικού ποντίφηκα που ισχυρίζονταν ότι αντιπροσώπευε τον Ιησού Χριστό. Με τη βοήθεια των μισο-εκχριστιανισμένων ειδωλολατρών, φιλοδόξων ιεραρχών και πρός τα εγκόσμια ρεπόντων κληρικών, εκπλήρωσε το σκοπό του. Οικουμενικές σύνοδοι συνερχόμενες κατά διάφορα χρονικά διαστήματα, συγκέντρωναν τις αρχιερατικές προσωπικότητες από όλα τα μέρη του κόσμου. Σχεδόν σε κάθε τέτοια σύνοδο, το θεοσύστατο Σάββατο έπεφτε όλο και χαμηλότερα, ενώ αντίθετα η Κυριακή έπαιρνε διαρκώς την κατεύθυνση πρός τα πάνω. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ειδωλολατρική πανήγυρη έφθασε να τιμάται σαν θεϊκό θέσπισμα, ενώ το πραγματικό Σάββατο της Γραφής ανακηρύχθηκε Εβραϊκό απομεινάδι, και όσους εξακολουθούσαν να το τηρούν η εκκλησία τους αναθεμάτιζε. ΜΔ1 40.2
Ο μεγάλος αποστάτης κατόρθωσε να εξυψώσει “εαυτόν εναντίον εις πάντα λεγόμενον Θεόν ή σέβασμα.” (Β’ Θεσ. 2:4.) Είχε τολμήσει να μεταβάλει τη μοναδική εντολή του θεϊκού νόμου η οποία αναντίρρητα εφιστά την προσοχή ολόκληρης της ανθρωπότητας πρός τον ζώντα και αληθινό Θεό. Στην τετάρτη εντολή ο Θεός παρουσιάζεται σαν δημιουργός του ουρανού και της γής, μιά ιδιότητα που Τον διακρίνει από όλους τους ψευδείς θεούς. Η εβδόμη ημέρα αγιάσθηκε, σαν αναμνηστικό της δημιουργίας και καθιερώθηκε για την ανάπαυση του ανθρώπου. Προορίζονταν να φέρνει διαρκώς στη σκέψη του ανθρώπου το ζωντανό Θεό σαν πηγή ζωής και αντικείμενο σεβασμού και λατρείας. Ο Σατανάς αγωνίζεται να αποσπάσει την αφοσίωση των ανθρώπων από το Θεό και την απονομή υπακοής στο νόμο Του. Γι’ αυτόν το λόγο στρέφει ιδιαίτερα τις προσπάθειές του κατά της εντολής εκείνης η οποία δείχνει ότι ο Θεός είναι Δημιουργός. ΜΔ1 41.1
Σήμερα οι Διαμαρτυρόμενοι ισχυρίζονται ότι η ανάσταση του Χριστού την πρώτη της εβδομάδας, κατέστησε την ημέρα αυτή το χριστιανικό Σάββατο. Καμιά όμως γραφική απόδειξη δεν υπάρχει για την εκδοχή αυτή. Ούτε ο Χριστός ούτε οι απόστολοί Του τίμησαν την ημέρα αυτή. Η τήρηση της Κυριακής αργίας σαν θέσπισμα χριστιανικό έλκει την καταγωγή της από “το μυστήριον της ανομίας” (Β’ Θεσ. 2:7.) που στις μέρες ακόμη του αποστόλου Παύλου είχε αρχίσει τη δράση του. Που και πότε ενέκρινε ο Κύριος το υιοθέτημα αυτό του παπισμού; Ποιά έγκυρη δικαιολογία μπορεί να προβληθεί για μια αλλαγή την οποία δεν επιδοκιμάζουν οι Γραφές; ΜΔ1 41.2
Τον έκτο αιώνα ο παπισμός είχε στερεωθεί πάνω σε γερές βάσεις. Έδρα της εξουσίας του ορίσθηκε η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας και ο αρχιεπίσκοπος της Ρώμης ανακηρύχθηκε κεφαλή ολόκληρης της εκκλησίας. Ο παγανισμός είχε παραχωρήσει τη θέση του στον παπισμό. Ο δράκοντας είχε προσφέρει στο θηρίο “την δύναμιν αυτού και τον θρόνον αυτού και εξουσίαν μεγάλην.” (Αποκ. 13:2.) Τότε άρχισαν τα 1260 χρόνια της παπικής καταδυνάστευσης που αναφέρονταν στις προφητείες του Δανιήλ και της Αποκάλυψης. (Δαν. 7:25, Αποκ. 13:5-7.) Οι Χριστιανοί ήταν αναγκασμένοι να διαλέξουν μεταξύ των δύο: ή να θυσιάσουν την ακεραιότητά τους και να παραδεχθούν το παπικό λατρευτικό και λειτουργικό σύστημα, ή να χάσουν τη ζωή τους σαπίζοντας στη φυλακή ή υφιστάμενοι το μαρτυρικό θάνατο του πασάλου, της φωτιάς ή του καταπέλτη του δημίου. Τώρα έβρισκαν την εκπλήρωσή τους τα προφητικά λόγια του Ιησού: “Θέλετε δε παραδοθεί και υπό γονέων και αδελφών και συγγενών και φίλων, και θέλουσι θανατώσει τινας εξ υμών, και θέλετε είσθαι μισούμενοι υπό πάντων δια το όνομά Μου.” (Λουκ. 21:16-17.) Ένας απαράμιλλος για την αγριότητα του διωγμός εξαπολύθηκε κατά των πιστών, και ο κόσμος μεταβλήθηκε σ’ ένα αχανές πεδίο μάχης. Για εκτοντάδες χρόνια η εκκλησία του Χριστού ήταν αναγκασμένη να ζεί στην απομόνωση και στην αφάνεια. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο προφήτης: “Η γυνή έφυγεν εις την έρημον όπου έχει τόπον ητοιμασμένον από του Θεού δια να τρέφωσιν αυτήν εκεί ημέρας χιλίας διακοσίας εξήκοντα.” (Αποκ. 12:6.) ΜΔ1 41.3
Η ανάρρηση της Ρωμαϊκής εκκλησίας στην εξουσία σημειώνει την αρχή του Μεσαίωνα. Όσο αύξανε η δύναμή της, τόσο πύκνωνε το σκότος γύρω της. Το επίκεντρο της πίστης μεταφέρονταν διαρκώς από το Χριστό, το πραγματικό θεμέλιο, στο Ρωμαίο αρχιεπίσκοπο. Αντί να εμπιστεύονται στον Υιό του Θεού για την άφεση των αμαρτιών τους και για την αιώνια σωτηρία τους, οι άνθρωποι απέβλεπαν στον πάπα και στους ιερείς και επισκόπους στους οποίους είχε απονείμει ιδιαίτερη εξουσία. Τα πλήθη διδάσκονταν ότι ο πάπας ήταν ο μεσίτης τους στη γή και ότι κανείς δε μπορούσε να πλησιάσει το Θεό χωρίς τη μεσολάβησή του. Επί πλέον ότι αυτός έστεκε στη θέση του Θεού και επομένως ο κόσμος του όφειλε απόλυτη υποταγή. Οποιαδήποτε παραβίαση των απαιτήσεών του έφθανε για να επιβληθούν οι αυστηρότερες κυρώσεις ψυχής και σώματος στους παραβάτες. Έτσι η σκέψη των ανθρώπων απομακρύνονταν από το Θεό και στρέφονταν σε ανθρώπους υποκείμενους σε σφάλματα, παραστρατήματα και αγριότητες ή μάλλον σ’ αυτόν τον ίδιο τον άρχοντα του σκότους, αφού εκείνος ενεργούσε μέσο αυτών. Η αμαρτία μεταμφιέσθηκε κάτω από το πανωφόρι της αγιωσύνης. Όταν οι Γραφές απαγορεύονται και ο άνθρωπος βάζει τον εαυτό του πάνω από όλους, το μόνο που μπορούμε να περιμένομε είναι πλάνη, εξαπάτηση και ηθική κατάπτωση. Με την τιμητική θέση που δόθηκε στα ανθρώπινα διατάγματα και στις παραδόσεις, δεν άργησε να εκδηλωθεί η διαφθορά, το αιώνιο αυτό αποτέλεσμα της παραμέρισης του θεϊκού νόμου. ΜΔ1 42.1
Αυτές ήταν επικίνδυνες μέρες για την εκκλησία του Χριστού. Πράγματι ελάχιστοι είχαν απομείνει πιστοί σημαιοφόροι. Αν και η αλήθεια δεν έμενε ποτέ δίχως υπερασπιστές, ήρθαν όμως στιγμές όπου φάνηκε ότι η πλάνη και η δεισιδαιμονία θα υπερίσχυαν και ότι η πραγματική θρησκεία θα χάνονταν από το πρόσωπο της γής. Το ευαγγέλιο εξαφανίσθηκε, αλλά οι διάφοροι θρησκευτικοί τύποι πολλαπλασιάζονταν, βαρύνοντας τους ανθρώπους με φορτία δυσβάστακτα. ΜΔ1 43.1
Όχι μόνο διδάσκονταν οι Χριστιανοί να θεωρούν τον πάπα για μεσίτη τους, αλλ’ ακόμη και να πιστεύουν ότι μπορούν να εξιλεωθούν από τις αμαρτίες τους με τα καλά τους έργα. Μακρυνά ταξίδια σε τόπους προσκυνήματος, κανόνες μετανοίας, λατρεία των ιερών λειψάνων, ανέγερση καθεδρικών ναών, βωμών και αγίων τάφων, καταβολή μεγάλων χρηματικών ποσών στα ταμεία της εκκλησίας, αυτά και άλλα παρόμοια μέσα είχαν εφευρεθεί για να κατευνάσουν την οργή του Θεού και να εξασφαλίσουν την εύνοιά Του. Σαν να ήταν άνθρωπος ο Θεός να οργίζεται με τιποτένια πράγματα ή να εξευμενίζεται με δώρα και με τύπους μετανοίας! ΜΔ1 43.2
Παρόλο ότι μεγάλη διαφθορά επικρατούσε ακόμη και μεταξύ των αρχηγών της Ρωμαϊκής εκκλησίας, η επιρροή τους όμως εξακολουθούσε να αυξάνει διαρκώς. Πρός τα τέλη του ογδόου αιώνα, οι παπιστές ισχυρίσθηκαν ότι από τα πρώτα χρόνια της ύπαρξης της εκκλησίας, ο επίσκοπος της Ρώμης απολάμβανε τα ίδια με τα σύγχρονα πνευματικά του δικαιώματα. Για να ευσταθεί όμως ένας τέτοιος ισχυρισμός έπρεπε να εφεβρεθούν ορισμένα μέσα που να του προσδώσουν το απαιτούμενο κύρος. Ο πατέρας του ψεύδους δεν άργησε να προτείνει την πρέπουσα λύση. Αρχαία έγγραφα πλαστογραφήθηκαν από τους καλογήρους. Αποφάσεις ιερών συνόδων για τις οποίες ποτέ κανείς δεν είχε ακούσει να γίνεται λόγος ανακαλύφθηκαν, αποκαθιστώντας την παγκόσμια παπική υπεροχή από αρχαιοτάτων χρόνων. Και τέτοιες απάτες γίνονταν τώρα πρόθυμα αποδεκτές από μιά εκκλησία η οποία είχε απορρίψει την αλήθεια. ΜΔ1 43.3
Οι λιγοστοί πιστοί που οικοδομούσαν πάνω στο βέβαιο θεμέλιο (Α’ Κορ. 3:10-11.), απορούσαν και δυσανασχετούσαν με τα συσσωρευμένα απορρίμματα των ψευδοδιδασκαλιών που εμπόδιζαν το έργο τους. Σαν τους οικοδόμους των τειχών της Ιερουσαλήμ την εποχή του Νεεμία, μερικοί έφθασαν στο σημείο να πουν: “Η δύναμις των εργατών ητόνισε, και το χώμα είναι πολύ, και εμείς δεν δυνάμεθα να οικοδομούμεν το τείχος.” (Νεεμ. 4:10.) Αποκαμωμένοι από τους αδυσώπητους αγώνες κατά του διωγμού, της απάτης και της ανομίας, καθώς και κάθε άλλου σατανικού επινοήματος για την παρεμπόδιση του έργου τους, μερικοί από τους πιστούς εκείνους οικοδόμους αποκαρδιώθηκαν. Και για να βρούν την ησυχία τους και να εξασφαλίσουν την περιουσία τους και τη ζωή τους, στράφηκαν μακρυά από το πραγματικό θεμέλιο. ‘Αλλοι, ακλόνητοι από τον εχθρικό αντιπερισπασμό, δήλωναν με θάρρος: “Μη φοβηθήτε από αυτών· ενθυμείσθε τον Κύριον τον μέγαν και φοβερόν.” (εδ. 14.) και ζωσμένοι ο καθένας τους με το σπαθί του πνεύματος στο πλευρό τους (Εφεσ. 6:17.), εξακολουθούσαν το έργο τους. ΜΔ1 43.4
Σε κάθε εποχή, το ίδιο πνεύμα μίσους και ανταγωνισμού ενέπνεε τους εχθρούς του Θεού και την ίδια πάντοτε αγρυπνία και καθιέρωση ήταν υποχρεωμένοι να δείξουν οι δούλοι Του. Τα λόγια του Χριστού πρός τους μαθητές Του ισχύουν και για τους οπαδούς Του των εσχάτων ημερών: “Οσα λέγω πρός εσάς, προς πάντας λέγω, Αγρυπνείτε.” (Μάρκ. 13:37.) ΜΔ1 44.1
Το σκοτάδι φαίνονταν να πυκνώνει όλο και περισσότερο. Η λατρεία των εικόνων πήρε γενικότερη μορφή. Αναμμένα κεριά τοποθετούνταν μπροστά στις εικόνες και προσευχές απευθύνονταν τώρα σ’ αυτές. Οι πιό παράλογες και δεισιδαιμονικές συνήθειες καθιερώθηκαν. Σε τέτοιο βαθμό οι σκέψεις των ανθρώπων είχαν αιχμαλωτισθεί από τις διάφορες προλήψεις που η λογική δε μπορούσε να επιβληθεί. Αφού οι ιερείς και οι επίσκοποι έτρεχαν οι ίδιοι πίσω από τις ηδονές, την ασέλγεια και τη διαφθορά, επόμενο ήταν οι απλοϊκοί που απέβλεπαν σ’ αυτούς για καθοδήγηση, να βυθισθούν στην άγνοια και στην εξαθλίωση. ΜΔ1 44.2
Άλλο ένα προοδευτικό βήμα έκανε ο παπισμός όταν τον ενδέκατο αιώνα ο πάπας Γρηγόριος Ζ’ ανακήρυξε το αλάθητο της Ρωμαϊκής Εκκλησίας. Μία από τις χρησιμοποιούμενες προτάσεις ανέφερε ότι, σύμφωνα με τις Γραφές, η Εκκλησία ούτε έσφαλε ποτέ, ούτε είναι δυνατόν ποτέ να σφάλει. Αλλά ο ισχυρισμός δε συνοδεύονταν από καμιά γραφική απόδειξη. Επιπλέον ο υπεροπτικός ποντίφηκας σφετερίσθηκε ως και το δικαίωμα να καθαιρεί αυτοκράτορες και διακήρυξε ότι κανείς απολύτως δεν είχε το δικαίωμα να μετατρέψει οποιαδήποτε επιβαλλομένη από αυτόν καταδικαστική απόφαση. Αντίστροφα όμως επεφύλασσε στον εαυτό του το προνόμιο να ανατρέπει όλων των άλλων τις αποφάσεις. ΜΔ1 44.3
Ένα εντυπωσιακό παράδειγμα του βάναυσου χαρακτήρα του υπέρμαχου αυτού του αλάθητου δόθηκε με τη συμπεριφορά του προς το Γερμανό αυτοκράτορα Ερρίκο Δ'. Επειδή τόλμησε να αμφισβητήσει την αυθεντία του πάπα, ο ηγεμόνας αυτός αφορίσθηκε και ανακηρύχθηκε έκπτωτος. Τρομοκρατημένος από την εγκατάληψη και τις απειλές των πριγκήπων υπηκόων του, που το παπικό διάγγελμα ξεσήκωσε σε ανταρσία εναντίον του, ο Ερρίκος βρέθηκε αναγκασμένος να ζητήσει συμφιλίωση με τη Ρώμη. Συνοδευόμενος από τη γυναίκα του και έναν αφοσιωμένο υπηρέτη, διάβηκε τις Άλπεις μεσα στην καρδιά του χειμώνα για να πάει να ταπεινωθεί μπροστά στον πάπα. Φθάνοντας στον πύργο όπου ο Γρηγόριος είχε καταλύσει, οδηγήθηκε, χωρισμένος απ’ τους σωματοφύλακές του, σε μια εξωτερική αυλή και εδώ, μέσα στο δριμύ ψύχος του μεσοχειμώνα, με ακάλυπτο κεφάλι, με γυμνά πόδια και με άθλια περιβολή, περίμενε την άδεια να γίνει δεκτός από τον πάπα. Μόνο έπειτα από τριήμερη νηστεία και εξομολόγηση, συγκατένευσε ο αρχιεράρχης να του χορηγήσει τη συγνώμη του. Αλλά και τότε ακόμη, μόνο υπό τον όρο ότι ο αυτοκράτορας θα περίμενε την επικύρωση του πάπα πρίν να του απονεμηθούν εκ νέου τα εμβλήματα του αξιώματος του και πρίν αναλάβει την εξάσκηση των βασιλικών του καθηκόντων. Κατενθουσιασμένος από το θρίαμβό του αυτόν, ο Γρηγόριος καυχώταν μετά ότι ήταν καθήκον του να συντρίβει την υπερηφάνεια των μοναρχών. ΜΔ1 45.1
Τι χτυπητή αντίθεση ανάμεσα στην αυταρχική υπεροψία του αγέρωχου αυτού δεσπότη και στην πραότητα και γλυκύτητα του Χριστού, ο οποίος απεικονίζει τον εαυτό του κρούοντας στη θύρα της καρδιάς και περιμένοντας να του ανοίξουν για να μπεί και να φέρει τη συγχώρεση και την ειρήνη και ο οποίος δίδαξε στους μαθητές Του “όστις θέλει να ήναι πρώτος εν υμίν, ας ήναι δούλος υμών.” (Ματθ. 20:27.) ΜΔ1 45.2
Όσο περνούσαν τα χρόνια τόσο πολλαπλασιάζονταν οι πλάνες των δογμάτων της Ρωμαϊκής εκκλησίας. Και πρίν ακόμη από την εγκαθίδρυση της παπωσύνης, οι διδαχές ορισμένων ειδωλολατρών φιλοσόφων είχαν επισύρει την προσοχή της εκκλησίας και η επιρροή τους μέσα σ’ αυτή είχε γίνει αισθητή. Πολλοί που ισχυρίζονταν ότι είχαν ασπασθεί το Χριστιανισμό, | έμεναν κατά βάθος προσκολλημένοι στις βασικές δοξασίες της παγανικής φιλοσοφίας τους. Όχι μόνο οι ίδιοι, εξακολουθούσαν να τη μελετούν, αλλά τη συνιστούσαν και σε άλλους σαν μέσο με το οποίο μπορούσαν να επεκτείνουν την επιρροή τους μεταξύ των ειδωλολατρών. Μ’ αυτό τον τρόπο σοβαρές πλάνες προσκυρώθηκαν στη χριστιανική πίστη. Περίοπτη ανάμεσά τους θέση κατέχει η θεωρία της αθανασίας της ψυχής και της συνειδητής κατάστασης των νεκρών. Η θεωρία αυτή αποτέλεσε τη βάση πάνω στην οποία η Ρωμαϊκή εκκλησία στηρίχθηκε για την επίκληση των αγίων και τη λατρεία της Παρθένου Μαρίας. Από αυτήν επίσης πηγάζει και η αιρετική διδαχή των αιωνίων βασάνων για τους τελικά αμετανόητους—διδαχή που πολύ νωρίς ενσωματώθηκε ήδη στη Ρωμαιοκαθολική πίστη. ΜΔ1 45.3
Αυτό πάλι προετοίμασε το δρόμο για την αποδοχή ενός άλλου ειδωλολατρικού κατασκευάσματος που η Ρώμη ονόμασε “καθαρτήριον πύρ” και που χρησιμοποίησε για την τρομοκρατία του ευκολόπιστου, δεισιδαιμονικού λαού. Η αιρετική αυτή διδασκαλία ισχυρίζεται ότι οι ψυχές εκείνων που δεν ενοχοποιούνται με τη βαρειά αιώνια καταδίκη, υφίστανται την ανάλογη για τα αμαρτήματά τους τιμωρία σ’ ένα ειδικό τόπο βασάνων όπου, αφού εξαγνισθούν, γίνονται τότε δεκτοί στον ουρανό. ΜΔ1 46.1
Άλλο ένα παρασκεύασμα χρειάζονταν η Ρώμη για να επωφεληθεί από τους φόβους και τα τρωτά σημεία των οπαδών της. Αυτό της το προμήθευσε το δόγμα των συγχωροχαρτιών. Πλήρη άφεση αμαρτιών, παρελθόντων, παρόντων ή μελλοντικών, και απαλλαγή από όλα τα δεινά και τις ποινές που επιβάλλονταν γι’ αυτές υπόσχονταν ο πάπας σε όλους όσους θα έπαιρναν μέρος στους θρησκευτικούς πολέμους κάτω από την αιγίδα του Ρωμαίου ποντίφικα. Οι πόλεμοι αυτοί απέβλεπαν στην επέκταση των επιγείων κτήσεών του, στην τιμωρία των εχθρών του και στην εξόντωση εκείνων που τολμούσαν να αρνηθούν την πνευματική υπεροχή του. Επιπλέον οι άνθρωποι διδάσκονταν ότι πληρώνοντας χρήματα στην εκκλησία, μπορούσαν να ελευθερωθούν οι ίδιοι από την αμαρτία και να απαλλάξουν επίσης και τις ψυχές προσφιλών τους νεκρών, που βασανίζονταν μέσα στις φλόγες των βασάνων. Με τέτοια μέσα η Ρώμη γέμιζε τα χρηματοκιβώτιά της και διατηρούσε τη μεγαλοπρέπεια, τη χλιδή και την αχρειότητα των αυτοκαλουμένων αντιπροσώπων Εκείνου που δεν είχε που να κλίνει την κεφαλή. ΜΔ1 46.2
Η Γραφική τελετή του Κυριακού δείπνου, αντικαταστάθηκε από μιά ειδωλολατρική θυσία την ώρα της λειτουργίας. Οι παπικοί κληρικοί διατείνονταν ότι με τους ακατάληπτους θεατρινισμούς τους μπορούσαν να μεταβάλουν το απλό ψωμί και κρασί σε πραγματικό “σώμα και αίμα του Χριστού.” (Καρδινάλιος Wiseman, “The Real Presence of the Body and Blood of Our Lord Jesus Christ in the Blessed Eucharist, Proved From Scripture,” Διάλεξη 8, μέρος 3, παράγραφος 26.) Με βλάσφημη αλαζονεία ισχυρίζονταν απερίφραστα ότι είχαν την ικανότητα να δημιουργήσουν το Θεό, τον Δημιουργό των πάντων. Και οι Χριστιανοί ήταν υποχρεωμένοι με την επιβολή της θανατικής ποινής να ομολογήσουν πίστη στη φοβερή αυτή αίρεση, την τόσο προσβλητική για τον ουρανό. Πλήθη ολόκληρα ρίχθηκαν στις φλόγες γιατί αρνήθηκαν να την αναγνωρίσουν. ΜΔ1 48.1
Το δέκατο τρίτο αιώνα οργανώθηκε η φρικιαστικότερη από όλες μηχανορραφία του παπικού συστήματος, η Ιερή Εξέταση. Αυτή ήταν το αποκύημα της συνεργασίας του άρχοντα του σκότους με τους αρχηγούς της παπικής ιεραρχίας. Στα μυστικοσυμβούλιά τους ο Σατανάς και οι άγγελοί του κατηύθυναν τις σκέψεις πονηρών ανθρώπων, ενώ αόρατος στη μέση έστεκε ένας άγγελος του Θεού καταχωρώντας τα απαίσια πρακτικά φρικιαστικών θεσπισμάτων και σημειώνοντας πράξεις αφάνταστα ωμές για να τις ιδούν τα μάτια των ανθρώπων. Η “Βαβυλών η μεγάλη” είχε μεθύσει “από του αίματος των αγίων.” Τα κατακρεουργημένα σώματα εκατομμυρίων μαρτύρων βοούσαν στο Θεό ζητώντας την εκδίκηση της αποστάτριας δύναμης. ΜΔ1 48.2
Ο παπισμός ανακηρύχθηκε παγκόσμιος δεσπότης. Βασιλιάδες και αυτοκράτορες υποκλίνονταν μπροστά στα διατάγματα του Ρωμαίου ποντίφηκα. Η τύχη των ανθρώπων, τόσο η πρόσκαιρη όσο και η αιώνια, φαίνονταν να εξαρτάται από αυτόν. Για εκατοντάδες χρόνια ο κόσμος είχε απόλυτα και ανεπιφύλακτα δεχθεί τις διδασκαλίες της Ρώμης, είχε με κατάνυξη εκτελέσει τις ιεροτελεστίες της και είχε καθόλα παρακολουθήσει τα πανηγύρια της. Οι κληρικοί της απολάμβαναν γενναία υλική και ηθική υποστήριξη. Ποτέ ξανά η Ρωμαϊκή Εκκλησία δεν απέκτησε μεγαλύτερη επιβλητικότητα, μεγαλοπρέπεια και δύναμη. ΜΔ1 48.3
Αλλά “η μεσημβρία της παπωσύνης απετέλεσε το μεσονύκτιο του κόσμου.” (J. A. Wylie, “The History of Protestantism,” Τόμ. 1, κεφ. 4.) Οι Αγιες Γραφές κατήντησαν σχεδόν άγνωστες όχι μόνο για τους λαϊκούς, αλλά και για τους κληρικούς. Σαν τους Φαρισαίους του παλιού καιρού, έτσι και οι παπικοί αρχηγοί, μισούσαν το φώς που φανέρωνε τις αμαρτίες τους. Αφού παραμέρισαν το νόμο του Θεού, τον κανόνα της δικαιοσύνης, ασκούσαν τώρα απεριόριστη δύναμη και διέπρατταν ακαταλόγιστα ανοσιουργήματα. Η απάτη, η φιλαργυρία και η ανηθικότητα κυριαρχούσαν. Προκειμένου να εξασφαλίσουν πλούτη και κοινωνικές θέσεις, οι άνθρωποι δε δίσταζαν μπροστά σε κανένα έγκλημα. Τα ανάκτορα των παπών και των καρδιναλίων υπήρξαν θέατρα των πιό χαμερπών σκηνών διαφθοράς. Μερικοί πρυτανεύοντες ιεράρχες βαρύνονταν με τέτοια αποτρόπαια εγκλήματα, που πολιτικοί αρχηγοί προσπάθησαν να εκθρονίσουν τις εκκλησιαστικές αυτές προσωπικότητες, μη ανεχόμενοι τα τερατουργήματά τους. ΜΔ1 48.4
Για ολόκληρους αιώνες η Ευρώπη δεν παρουσίασε καμιά πρόοδο στον τομέα της μάθησης, των καλών τεχνών και του πολιτισμού. Μιά ηθική και πνευματική παράλυση είχε προσβάλει ολόκληρο το Χριστιανικό κόσμο. ΜΔ1 49.1
Η παγκόσμια κατάσταση κάτω από το Ρωμαϊκό πέλμα παρουσίαζε μια φοβερή και καταπληκτική εκπλήρωση των λόγων του προφήτη Ωσηέ: “Ο λαός Μου ηφανίσθη δι’ έλλειψιν γνώσεως· επειδή σύ απέρριψες την γνώσιν και Εγώ απέρριψά σε ... επειδή ελησμόνησας τον νόμον του Θεού σου και Εγώ θέλω λησμονήσει τα τέκνα σου.” “Δεν υπάρχει αλήθεια, ουδέ έλεος, ουδέ γνώσις Θεού επί της γής. Επιορκία και ψεύδος και φόνος και κλοπή και μοιχεία επλημμύρισαν, και αίματα εγγίζουσιν επί αίματα.” (Ωσηέ 4:6,1-2.) Αυτά τα αποτελέσματα είχε η απόρριψη του λόγου του Θεού. ΜΔ1 49.2